Αν ο ΕΛΑΣ καταλάμβανε την Αθήνα...
Διονύσης Χαριτόπουλος*
Στις 12 Οκτωβρίου 1944 οι Γερμανοί εγκαταλείπουν την Αθήνα.
Η κυβέρνηση Παπανδρέου θα αφιχθεί στις 18 του μήνα.
Η πρωτεύουσα ήταν ορθάνοιχτη, μα ο ΕΛΑΣ δεν μπήκε.
Παρά
τις καυχησιολογίες και τους παλικαρισμούς διαφόρων ακροδεξιών, ο καθ’
ύλην αρμόδιος στρατιωτικός διοικητής της Αθήνας, στρατηγός
Σπηλιωτόπουλος, δεν είχε αυταπάτες:
«Εάν
επιχειρούσε ο EΛAΣ να καταλάβει την εξουσίαν, και αν ακόμη έδιδα
διαταγήν αντιστάσεως εις την εισβολήν, η απόκρουσίς της θα ήτο
αδύνατος».
«Αν το EAM-EΛAΣ ήταν αποφασισμένο
να καταλάβει την εξουσία με τη βία, αμέσως με την απελευθέρωση της
Ελλάδας, η πρωτεύουσα ήταν απόλυτα στη διάθεσή του την ίδια μέρα που
έφυγαν οι Γερμανοί. Αν το αποφάσιζε, μόνο με μια εισβολή που θα στοίχιζε
ακριβά θα ήταν δυνατό να εκδιωχθεί – την οποία η συμμαχική πίεση και η
κοινή γνώμη θα την έκαναν αδύνατη». (Woodhouse)
Δεν υπάρχει Ελληνας ή ξένος ιστορικός που να διαφωνεί.
«Το EAM είχε αποφασίσει να μην καταλάβει την εξουσία, σε μια στιγμή που θα μπορούσε εύκολα να το κάνει». (Mazower)
Το ερώτημα που επιχειρήθηκε να απαντηθεί εκ των υστέρων είναι τι θα γινόταν αν ο EΛAΣ καταλάμβανε την Αθήνα.
Επί
πολλά χρόνια η μαύρη προπαγάνδα προεξοφλούσε ένα ζοφερό μέλλον: Ο EΛAΣ
θα εγκαθιστούσε κομμουνιστική κυβέρνηση και η Ελλάδα θα γινόταν ένα
ακόμη στρατόπεδο του ανατολικού μπλοκ.
Ενα φτωχό, καθυστερημένο κράτος με καταπιεστικό καθεστώς σαν του Χότζα και του Τσαουσέσκου.
Σε
αυτήν τη θεωρία, που προεξοφλεί τη σοβιετοποίηση της χώρας, μπορεί
βάσιμα να αντιταχθεί ότι -αντιθέτως- μέγα πλήγμα για την Ελλάδα ήταν η
αγγλοσοβιετική συμπαιγνία που εμπόδισε τον EΛAΣ να καταλάβει την Αθήνα.
Αν γινόταν αυτό, η θέση της Ελλάδας δεν θα άλλαζε.
Θα παρέμενε ούτως ή άλλως στο δυτικό μπλοκ.
Στον
καθορισμό των μεταπολεμικών ζωνών επιρροής, οι Μεγάλες Δυνάμεις
υπολόγισαν μόνο τα δικά τους συμφέροντα και αδιαφόρησαν, σκανδαλωδώς,
για τον κυρίαρχο ιδεολογικό προσανατολισμό των μικρότερων κρατών.
Χαρακτηριστικό
παράδειγμα -και όχι το μόνο- η Ρουμανία, στην οποία επικρατούσαν οι
συντηρητικές, αντικομμουνιστικές δυνάμεις. Παρότι το Κομουνιστικό Κόμμα
ήταν σχεδόν ανύπαρκτο, επειδή η Ρουμανία ήταν πολύτιμη για τη Σοβιετική
Ενωση, δεν πέρασε στο δυτικό, αλλά στο ανατολικό μπλοκ.
Αντιστοίχως,
η Ελλάδα από το 1830 ήταν για τους Δυτικούς κυριολεκτικά
αδιαπραγμάτευτη. Δεν επρόκειτο σε καμία περίπτωση να της επιτρέψουν να
περάσει στον ανατολικό συνασπισμό.
Για τον
Στάλιν ήταν «απαγορευμένος καρπός». (Απόδειξη ότι, ενώ ενίσχυε με όπλα
όλα τα αντιστασιακά κινήματα στα Βαλκάνια, στην Ελλάδα καθ’ όλη τη
διάρκεια της Αντίστασης δεν έστειλε ούτε μία σφαίρα. Η Ελλάδα ήταν εκτός
δυνατοτήτων του.)
Και έκανε ό,τι μπορούσε
για να συνδράμει τον Τσόρτσιλ. Οταν του ζητήθηκε, έσπευσε να στείλει στα
ελληνικά βουνά μια επιτροπή αξιωματικών και κομισάριων να πιέσει το ΚΚΕ
να μπει με υπουργούς στο βρετανικό μαντρί και να αποτρέψει την κατάληψη
της εξουσίας.
Ο Στάλιν δεν επρόκειτο ποτέ να τα χαλάσει με τους Δυτικούς για την Ελλάδα, πριν ακόμα τελειώσει ο πόλεμος.
Αν
λοιπόν ο EΛAΣ καταλάμβανε την εξουσία, ήταν παντελώς αδύνατον να
εγκαταστήσει κυβέρνηση σοβιετικού τύπου – ακόμη και στην απίθανη
περίπτωση που θα το επιδίωκε.
Το EAM θα
ερχόταν οπωσδήποτε σε συμβιβασμό με τους Βρετανούς, οι οποίοι ως
έμπειροι παίχτες είχαν έτοιμα εναλλακτικά σενάρια για την Ελλάδα.
Ηδη
από το 1943 ο Ιντεν είχε δηλώσει στον Ελληνα πρωθυπουργό Τσουδερό πως,
«εάν στην Ελλάδα κατά την ώρα της απελευθερώσεως θα είναι στην εξουσία
εαμική κυβέρνηση, θα την αναγνωρίσουν και θα συνεργασθούν μαζί της».
(Tσουδερός)
Η βρετανική ηγεσία ήταν
προετοιμασμένη για ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Το σημειώνει ο Ιντεν προς τον
Τσόρτσιλ στις 10 Oκτωβρίου 1944: «Είτε με μοναρχία είτε με δημοκρατία,
εμείς πρέπει να διατηρήσουμε και να ενισχύσουμε τις σχέσεις μας με την
Ελλάδα».
O Βρετανός πρωθυπουργός δεν έχει
αγκυλώσεις, το μυαλό του τρέχει: «Ναι. Η πολιτική μας δεν πρέπει να
κρέμεται σε μια κλωστή». Στην ανάγκη μπορεί να θυσιαστεί ένας βασιλιάς
που δεν τον θέλει το «95% του λαού». (Ανδρικόπουλος)
Αν, λοιπόν, είχε επιτραπεί στον EΛAΣ να μπει τον Οκτώβριο στην Αθήνα, θα είχαμε μια εντελώς διαφορετική εξέλιξη της χώρας.
Δεν
θα υπήρχε λόγος για το αιματοκύλισμα στα Δεκεμβριανά και στον Εμφύλιο
που ακολούθησε, ούτε θα πρωταγωνιστούσαν μεταπολεμικά οι ακροδεξιές
δυνάμεις που οδήγησαν στη δικτατορία του 1967 και την προδοσία της
Κύπρου το 1974.
Ηδη τις λιγοστές μέρες
ηρεμίας μετά την απελευθέρωση, είχαν αρχίσει ελπιδοφόρες πολιτικές
ζυμώσεις και νέες πολιτικές συμμαχίες κυοφορούνταν.
Παράγοντες
της Δεξιάς, εθνικώς αδιάβλητοι, συνομιλούν με το δυτικόφιλο εαμικό
κόμμα της EΛΔ των Σβώλου - Tσιριμώκου και με προσωπικότητες της
Αντίστασης. Οι έντιμοι δεξιοί δεν θέλουν τη συνύπαρξη με τους προδότες
και τους νεόπλουτους εκμεταλλευτές της κατοχικής δυστυχίας.
Την
ανεξαρτησία της Ελλάδας και τις ομαλές μεταπολεμικές εξελίξεις τις
υπέσκαψαν οι Βρετανοί, σε αγαστή συνεργασία με τους Σοβιετικούς.
Ο
Μιλτιάδης Πορφυρογέννης, μέλος του Π.Γ. του ΚΚΕ, που έζησε της
καταστροφικές σοβιετικές παρεμβάσεις εκ των έσω, καταλογίζει στη
Σοβιετική Ενωση τις ευθύνες που της αναλογούν:
«Αν
οι Σοβιετικοί δεν επεμβαίναν και μας αφήναν ήσυχους, εμείς μπορούσαμε
να εξασφαλίσουμε μια κατάσταση εσωτερικά το λιγότερο σαν της Γαλλίας. Θα
εξασφαλίζαμε τις δημοκρατικές ελευθερίες, θα αναγνωριζόταν η Εθνική
Αντίσταση, δεν θα είχαμε αγγλική κατοχή, δεν θα είχαμε το Δεκέμβρη κι
όλο το κακό που έγινε».
Υπάρχει λοιπόν και αυτή η εκδοχή, πολύ πιο αληθοφανής από τη ζοφερή που καλλιεργήθηκε μετεμφυλιακά.
Αν
έμπαινε ο EΛAΣ στην Αθήνα, η Ελλάδα θα απολάμβανε από τότε μια
κοινοβουλευτική δημοκρατία δυτικού τύπου, δεν θα έχανε πολύτιμα χρόνια
αυτοκαταστρεφόμενη, και οι αριστεροί δεν θα κατέληγαν οι νέγροι της
πολιτικής ζωής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου