ετα
ΕΝΘΕΜΑΤΑ (4ος κύκλος)
Γυναίκες και δημοσιογραφία
Αναζητώντας στοιχεία για τη θέση της γυναίκας στα ΜΜΕ διαπιστώνει
κανείς ότι η παρουσία πρωτοπόρων γυναικών - όσο και αν ακούγεται
παράδοξο- είναι υπαρκτή στον ανδροκρατούμενο Τύπο, σχεδόν από τη γέννησή
του. Με δεδομένο ότι η πρώτη ελληνική εφημερίδα εκδίδεται στη Βιέννη το
1784, η κυκλοφορία της Κυψέλης (στην Κωνσταντινούπολη του 1845),
«σύγγραμμα περιοδικόν γυναικείον», όπως αυτοχαρακτηρίζεται, είναι αν μη
τι άλλο ένα πρώιμο εγχείρημα, αν όχι επαναστατικό. Εκδότρια η νεαρή
Σκυριανή Ευφροσύνη Μάρου (1821-1877), παντρεμένη από τα 16 της χρόνια με
τον γιατρό Σπυρίδωνα Σαμαρτζίδη, ο οποίος φροντίζει για την ολοκλήρωση
των σπουδών της «κατ’ οίκον», καθώς η θέση της γυναίκας τον 19ο αιώνα βρίσκεται στο σπίτι..
Η Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου, εκπαιδευτικός και ποιήτρια, σπάει πρώτη τους κανόνες της εποχής και επιλέγει, όπως η ίδια λέγει, το «παγκόσμιον, φωτεινότερον όλων σχολείον της δημοσιογραφίας» για να διαδώσει , τις πλέον ριζοσπαστικές ιδέες του Διαφωτισμού και το δικαίωμα της γυναίκας στην παιδεία. Η Κυψέλη έχει μείνει στην ιστορία ως το πρώτο ελληνόγλωσσο γυναικείο έντυπο και το πρώτο γυναικείο έντυπο που εκδόθηκε στον οθωμανικό χώρο. Θεωρείται και το πρώτο «φεμινιστικό» περιοδικό, καθώς αποδίδει την κοινωνική ανισότητα μεταξύ των δύο φύλων στον ανδροκρατικό χαρακτήρα των κοινωνιών.
Για την πρώτη ελληνίδα εκδότρια της εποχής, την Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου, η (γνωστότερη) Καλλιρρόη Παρρέν, είχε γράψει: «Είναι η πρώτη Ελληνίς δημοσιογράφος, ήτις δικαιούται να καταλάβη θέσιν περιφανή εν τη ιστορία της φιλολογίας των χρόνων εκείνων».
Μετά την Κυψέλη εκδόθηκαν, κυρίως από το 1880 έως το 1920, πολλά γυναικεία περιοδικά -όχι όλα απαραίτητα προοδευτικά- από την Κωνσταντινούπολη και την Αθήνα έως τα Χανιά και τη Σάμο. Το 1898 οργανώνεται στο Αγρίνιο από το σύλλογο «Εργάνη Αθηνά» και φεμινιστικό συνέδριο παρουσία βασιλέων, πολιτικών, διπλωματών..!
Ωστόσο, ο δημοσιογραφικός γυναικείος λόγος, μοιάζει να είναι σταγόνα στον ωκεανό του ανδρικού, καθώς την περίοδο της ακμής του ελληνικού Τύπου, από τον 19ου αιώνα έως και τα μέσα του 20ου , κυκλοφόρησαν χιλιάδες τίτλοι. Μόνο στο Ελληνικό Λογοτεχνικό - Ιστορικό Αρχείο σώζονται 8.000 τίτλοι. Ας διευκρινιστεί εδώ ότι ονομάζουμε δημοσιογραφικό και το λογοτεχνικό λόγο ανδρών και γυναικών, καθώς, όπως εύστοχα είχε επισημάνει ο Τέλλος Άγρας, «μέχρι τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ο άνθρωπος των γραμμάτων ήταν ο δημοσιογράφος».
Από τη διδακτορική διατριβή του καθηγητή Νέας Ελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιάννη Παπακώστα Η ζωή και το έργο της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου (ΕΛΙΑ 1980) γνωρίζουμε και την πρώτη ελληνίδα πεζογράφο-δημοσιογράφο που σήκωσε τη σημαία της γλωσσικής και γυναικείας χειραφέτησης.
Η Κωνσταντινουπολίτισσα Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου (1867-1906) εξέδωσε το 1887 το Ημερολόγιο των Κυριών, και τη διετία 1896-97 συνίδρυσε και συνεργάστηκε με τον ποιητή Ιωάννη Γρυπάρη στη σύνταξη του περιοδικού Φιλολογική Ηχώ, ενώ δημοσίευσε διηγήματα κοινωνικού και πολιτικού προβληματισμού σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής. Είναι εξαιρετική, ακόμα και σήμερα, η παρέμβασή της στην Εστία το 1894 με τίτλο «Το γλωσσικόν ζήτημα» και υπότιτλο «Συνδιάλεξις μετά του κ. Βουτυρά διευθυντή του Νεολόγου». «Ήθελον , γράφει, χάριν των αναγνωστών της Εστίας να γνωρίζω τι φρονεί δια το γλωσσικόν ζήτημα και την νεαράν φιλολογίαν μας ο πρύτανις των δημοσιογράφων μας. Μόλις εξέρχεται του έρκους των οδόντων μου η λέξις γλωσσικόν ζήτημα η χειρ του ανορθώται και η φωνή του με ελαφράν απόχρωσιν δυσαρέσκειας λέγει: «εκείνο ελύθη»
- Παπαδοπούλου: Ελύθη με τα Είδωλα του Ροΐδου , δηλαδή ελύθη υπέρ της ομιλουμένης;
- Βουτυράς: Όχι, ελύθη προ ενός αιώνος υπέρ της καθαρευούσης... Κάπως έτσι, ερώτηση-απάντηση συνεχίζεται η συνέντευξη και η θρασυτάτη Παπαδοπούλου καταλήγει: «Αποχαιρετώ τον κ. Βουτυράν και τον μακαρίζω. Είναι μεγάλο ευτύχημα να νομίζει το ζήτημα αυτό, το περίπλοκον, λυμένον και μάλιστα λυμένον κατά τους ιδικούς του πόθους και τας ιδικάς του ευχάς».
Την απάντηση η Παπαδοπούλου θα τη λάβει από τον Βουτυρά, μέσω της εφημερίδας του, του Νεολόγου, όταν ιδρύει τον «Προοδευτικό Συλλόγο Κυριών». Τι τη νουθετεί ο Βουτυράς; «... μη θέλης παντού και πάντοτε να εγείρης κεφαλήν, ιδρύουσα Προοδευτικούς Συλλόγους. Άφες κατά μέρος Προοδευτικούς Συλλόγους και διαμαρτυρίας και παραδόξους αρχάς και ιδέας περί χειραφετήσεως της γυναικός. Καταγίνου εις την οικιακήν οικονομίαν και εκεί επίστησον την προσοχήν σου, διότι η γυνή εγεννήθη διά τον οίκον, ενώ ο ανήρ διά την επιστήμην και την κοινωνίαν». Δυστυχώς δεν ήταν θέμα προτροπής του στυλ «πήγαινε να πλύνεις πιάτα»... Γιατί το 1899 με απόφαση της Πατριαρχικής Κεντρικής Εκκλησιαστικής Επιτροπής, η Παπαδοπούλου αποκλείσθηκε ως εκπαιδευτικός απ' όλα τα σχολεία της Πόλης!
Τελευταία μορφή που συνδέει τον 19ο αιώνα με τον 20ο η Ευγενία Ζωγράφου (1878-1963). Ποια ήταν, λοιπόν, αυτή η τόσο ξεχωριστή για την εποχή της Αναπλιώτισσα; Λογοτέχνης, θεατρική συγγραφέας και δημοσιογράφος που υμνήθηκε όχι μόνο για το έργο της, αλλά και την ομορφιά της; Σύμφωνα με την Μαριέττα Ιωαννίδου, καθηγήτρια του Τμήματος Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ, η Ζωγράφου «συμμερίστηκε από νωρίς τις προσπάθειες για κοινωνική αλλαγή... Το ‘κατηγορώ’ της συγγραφέως στρέφεται ενάντια σ’ όσους εκμεταλλεύονται αδίστακτα τους οικονομικά αδύνατους και τους απροστάτευτους, ιδιαίτερα τις γυναίκες». Δεν αποκλείεται μάλιστα, εξηγεί η Ιωαννίδου, «πίσω από πολλούς πρωταγωνιστές των έργων της να βρίσκονται υπαρκτά πρόσωπα, που η ίδια συνάντησε, κατά τη διάρκεια του εργατικού ρεπορτάζ, του πρώτου στην Ελλάδα». Το 1898, με εντολή του Βλάσση Γαβριηλίδη, επισκέφθηκε, για την εφημερίδα Ακρόπολη, εργοστάσια του Πειραιά, όπου οι γυναίκες δούλευαν «μέχρι και δωδεκάωρο τη μέρα για το ήμισυ του κανονικού ημερομισθίου». Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την Ακρόπολη του «δασκάλου» Βλάση Γαβριηλίδη, ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω καθιέρωσε την ημερήσια εφημερίδα με την μορφή που γνωρίζουμε, δηλαδή ειδικότητες συντακτών, επιτόπια ρεπορτάζ, συνεντεύξεις, θεματικές εκδόσεις κ.α. Γράφει, λοιπόν, στην Ακρόπολη μετά από επιτόπιο ρεπορτάζ η Ευγενία Ζωγράφου: «Αλλά κύριοι εργοστασιάρχαι, δεν θα θεραπεύσητε το κακόν τούτο; Ιδρύσατε συσσίτια και ευεργετήσατε, χωρίς να χάσετε τι, τας χιλιάδας των πτωχών εργατίδων. Αι εργάτιδες πεινούν. Το ξερό ψωμί και η μισή ρέγγα, το ξερό ψωμί και το λίγο τυράκι, το ξερό ψωμί και το ένα πορτοκάλι ή το λίγο σταφύλι, δεν θεραπεύουν την πείνα τους».
Εν κατακλείδι, υιοθετώντας τις απόψεις της κ. Ιωαννίδου, μπορούμε να πούμε ότι, «αν η Καλλιρόη Παρρέν (1861-1940) είναι η πρωτοπόρος της ‘αστικής χειραφέτησης’ της γυναίκας (η ίδια ήταν μια ευκατάστατη αστή, φανατική μοναρχική και αντιβενιζελική), η ομότεχνη της Ζωγράφου, πιο ριζοσπαστική, έχει το προβάδισμα στη ‘σοσιαλιστική χειραφέτηση’». Η Παρρέν εκδίδει την Εφημερίδα των Κυριών για τριάντα ένα χρόνια (1887-1917) και η Ζωγράφου την Ελληνικήν Επιθεώρησιν για τριάντα επτά χρόνια (1907-1943), αντιμετωπίζοντας το «γυναικείο ζήτημα» σε συνάρτηση με την απάνθρωπη κοινωνική υποδομή. Συνδέει, επίσης, το γυναικείο με το εργατικό κίνημα (το πρώτο «ορθόδοξο» μαρξιστικό έργο που κυκλοφόρησε το 1892 στα ελληνικά, Γυνή και κοινωνισμός, του Αύγουστου Μπέμπελ, αναφέρεται στα «εργατικά ρεπορτάζ» της)».
Αυτά, με μια υποσημείωση: θα έχετε προσέξει πως η Καλλιρόη Παρρέν υμνείται διαχρονικά, ως η πρώτη, και σχεδόν η μόνη, ελληνίδα δημοσιογράφος, εκδότρια, φεμινίστρια, και άλλα πολλά... ενώ οι πρωτοπόρες, Σαμαρτζίδου, Παπαδοπούλου και Ζωγράφου «ανασύρθηκαν» από τη λησμονιά τις τελευταίες, μόλις, δεκαετίες..
Ο 20ος αιώνας.
Στη διάρκεια του πολυτάραχου 20ου αιώνα, των εθνικισμών, των δύο παγκοσμίων πολέμων, της προσφυγιάς, της Οκτωβριανής επανάστασης, αλλά της εμφάνισης του φασισμού, της Εθνικής Αντίστασης, του εμφυλίου, των «ανάπηρων δημοκρατιών», του ψυχρού πολέμου, της δικτατορίας και τελικά της εδραίωσης της δημοκρατίας, η γυναίκα βρίσκει τη θέση της στις σελίδες της Ιστορίας. Και αργά -βασανιστικά αργά πολλές φορές- βρίσκει τη θέση της και στις σελίδες του έντυπου, περιοδικού, έως και του ηλεκτρονικού Τύπου, στο συνδικαλισμό και στα κινήματα. Ο ρόλος και η θέση της στο χώρο των Μαζικών Μέσων Ενημέρωσης δεν έχει ακόμα ουσιαστικά μελετηθεί. Το πρώτο βήμα έγινε με την έκδοση από το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών της τετράτομης Εγκυκλοπαίδειας του Ελληνικού Τύπου 1784-1974, καρπός της συνεργασίας 340 συντακτών, σε επιμέλεια των Λουκίας Δρούλιας και Γιούλας Κουτσοπανάγου. Αναμένουμε και το επόμενο βήμα...
Επί του προκειμένου. Στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα παρατηρείται το εξής κληρονομικό, θα το χαρακτήριζε κανείς, φαινόμενο: σύζυγοι ή κόρες εκδοτών-δημοσιογράφων μπαίνουν δυναμικά στο δημοσιογραφικό στίβο, για να συνεχίσουν το έργο του γονιού ή του συζύγου τους. Έτσι, η κόρη του Πέτρου Κανελλίδη, Νέλλη Κανελλίδου, αναλαμβάνει μετά το θάνατο του πατέρα της, το 1911 να συνεχίσει την έκδοση της εφημερίδας Καιροί (έως το ‘23) . Η χαρακτηρισμένη ως «όργανο του Τρικούπη» εφημερίδα, επί διεύθυνσης Νέλλης Κανελλίδου, θα σταθεί στο πλευρό του Βενιζέλου.
Φιλοβασιλική και αντιβενιζελική ήταν η Αικατερίνη Λιάμπεϊ -Καλαποθάκη που ανέλαβε μετά τον θάνατο του δεύτερου συζύγου της Δημητρίου Οικονόμου Καλαποθάκη, από το 1921 έως το ’28, τα ηνία στην εφημερίδα Εμπρός (έτος έκδοσης 1896). Η Αικατερίνη Καλαποθάκη φέρεται μάλιστα να έχει επηρεάσει αποφασιστικά το σύζυγό της και το Εμπρός προς μια φιλοβασιλική κατεύθυνση, μετά το γάμο τους το 1907. Εκδοχή αξιοσημείωτη, καθώς ο Καλαποθάκης, γερός και σκληρός παίχτης στον Τύπο και στην ελληνική πολιτική σκηνή, από τους ιδρυτές του «Μακεδονικού Κομιτάτου», νοιαζόταν περισσότερο για τα προσωπικά του συμφέροντα... Χαρακτηριστική είναι η ρήση του Γιάννη Κορδάτου: «από τους δημοσιογράφους, Κανελλίδης και Καλαποθάκης μπουκώθηκαν καλά» (περισσότερα για τον Καλαποθάκη, τα «Ευαγγελικά» και το ρόλο των Γερμανών, στη μεταπτυχιακή εργασία του ιστορικού Χάρη Ραϊτσίδη στο ΑΠΘ).
Ξεχωριστή φυσιογνωμία αποτελεί η Ζαν Στεφανόπολι, κόρη του ιδρυτή της εφημερίδας Messager d’ Athenes, Αντώνιου Τζαννετάκη Στεφανόπολι, που ανέλαβε τα ηνία της το Φεβρουάριο του 1913, μετά το θάνατό του. Επί των ημερών της, αναφέρει στο συνέδριο για την Εγκυκλοπαίδεια του Ελληνικού Τύπου (2002) η Βάσω Μέντζου (φιλόλογος, Πάντειο Πανεπιστήμιο), η εφημερίδα γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη και απέκτησε μεγαλύτερο κύρος και εμβέλεια. Η Στεφανόπολι συνέχισε την έκδοσή της για 40 χρόνια, την έκανε καθημερινή, υπέγραφε το κύριο άρθρο, ασχολείτο με σοβαρά εθνικά θέματα και με τα πολιτιστικά (από τις στήλες της κατακεραυνώθηκαν οι δημοτικιστές). Από τον αιωνόβιο Messager d'Athènes πέρασαν πολλά ονόματα της ελληνικής διανόησης μεταξύ των οποίων η Γαλάτεια Σαράντη (η πρώτη γυναίκα που εξελέγη ακαδημαϊκός, το 1997) και η Σοφία Σπανούδη, με τις απολαυστικές μουσικές κριτικές της. Η Στεφανόπολι έχει περάσει στην ιστορία και ως η πρώτη φοιτήτρια που το υπουργείο Παιδείας επέτρεψε να εγγραφεί στη Φιλοσοφική, το 1890.
Αυτή η έντονη γυναικεία παρουσία στα δημοσιογραφικά πράγματα, και ιδιαίτερα η σχέση πατέρα-κόρης στη διεύθυνση εφημερίδας, θυμίζει μιαν ανάλογη περίπτωση: την Ελένη Βλάχου (1911-1995) που ανέλαβε το 1951 τη διεύθυνση της εφημερίδας Καθημερινή μετά τον θάνατο του πατέρα της Γεωργίου Βλάχου. Όπως η ίδια είχε εξιστορήσει, «το πρώτο δημοσίευμά της στην Καθημερινή αφορούσε ταξιδιωτικές εντυπώσεις της. Μπήκε στην Καθημερινή το 1935 στην πρώτη σελίδα με τίτλο ‘Εντυπώσεις της κυρίας Ελένης Αρβανιτίδη’ όπως τη λέγανε τότε, και μία απολογία του Γεωργίου Βλάχου, που έλεγε, “οι αναγνώσται οι οποίοι θα εκπλαγούν ίσως με το όνομα της άγνωστης κυρίας πρέπει να σκεφθούν ότι το δημοσιεύω και το δημοσιεύω στην πρώτη σελίδα, διότι τυχαίνει η κυρία Αρβανιτίδη να είναι κόρη μου!!» Πάλι από την ίδια, πληροφορούμεθα πως το 1936 ,«στους Ολυμπιακούς του Βερολίνου, ήταν 1.500 δημοσιογράφοι ξένοι και καμιά ογδονταριά μόνο γυναίκες». Τι σήμαινε όμως να είσαι εκδότρια και διευθύντρια εφημερίδας τη δεκαετία του 50; Η Ελένη Βλάχου απαντά σε συνέντευξή της στο Γ. Δουατζή: «ενώ διηύθυνα την εφημερίδα, ήξερα τη δουλειά, ήμουνα editor, δεν με άκουγαν οι δικοί μου... Μου έλεγαν: “Ναι, Ελενάκι μου, καλά Ελένη μου, έχεις δίκιο, αλλά άφησέ μας να κάνουμε τη δουλειά μας, καλά πάμε την εφημερίδα”. Είχανε ο καθένας δικούς του ανθρώπους και εγώ επαναστάτησα. Με τον τρόπο τον οποίο ήξερα να επαναστατήσω. Έβγαλα άλλη εφημερίδα». Έτσι η Ελένη Βλάχου το 1961 εξέδωσε τη Μεσημβρινή «για να κάνει ό,τι θέλει».
Στην ίδια εφημερίδα, στη Μεσημβρινή, χρόνια μετά, στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 αναλαμβάνει τη διεύθυνσή της και πάλι μια γυναίκα που δεν έχει όμως καμία κληρονομική σχέση: η Κατερίνα Δασκαλάκη (1944-...), που αναφέρεται και ως η πρώτη γυναίκα επικεφαλής πολιτικού τμήματος. Παρέμεινε λίγα χρόνια στο τιμόνι της, καθώς η Μεσημβρινή έκλεισε το 1994 και η Κατερίνα Δασκαλάκη εκλέχθηκε ευρωβουλευτής την περίοδο 1994-99.
Στο συνδικαλιστικό χώρο, η γυναίκα κατάφερε να εισχωρήσει μόλις το 1984, όταν η Μαρία Ρεζάν (1921-2004, Ελευθερία, Βήμα, Καθημερινή, Κρατική ραδιοφωνία) εκλέχθηκε στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ. Εκατό χρόνια μετά από την ίδρυση της ΕΣΗΕΑ (1914), αναδείχθηκε το 2014, η πρώτη γυναίκα πρόεδρος, η Μαρία Αντωνιάδου. Στον άλλο ανδροκρατούμενο χώρο, αυτό του αθλητισμού, η γυναίκα κατάφερε να εισχωρήσει την ίδια δεκαετία, του 1980, με πρώτες τη Λήδα Βεντούρα (ΕΡΤ-2) και τη Βάσω Μώραλη, την πρώτη γυναίκα που γράφτηκε μέλος στον ΠΣΑΤ το 1987 (εξήντα χρόνια μετά από την έκδοση της πρώτης αθλητικής εφημερίδας το 1927).
Ο Τύπος της Αντίστασης
Μετά από όλες αυτές τις «πρωτιές» αξίζει να αναφερθούμε σε ένα μοναδικό στην ιστορία συλλογικό επίτευγμα που οδήγησε στη χειραφέτηση των γυναικών και των γυναικών-δημοσιογράφων. Η ιστορικός, διδάσκουσα στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Οντέτ Βαρών Βασάρ, έχει επανειλημμένα επισημάνει «την ιδιαίτερη σημασία που έχει η συμμετοχή των γυναικών στη διαδικασία του Αντιστασιακού Τύπου». Ο παράνομος Τύπος, εξηγεί, «είναι μία από τις σημαντικότερες εκδηλώσεις της μη ένοπλης αντίστασης, της αντίστασης δηλαδή των πόλεων, και σ' αυτόν οι νέες γυναίκες έχουν έναν προεξάρχοντα ρόλο. Στα δίκτυα διανομής αυτού του Τύπου, μαθήτριες αθηναϊκών σχολείων, που ανήκαν σε οργανώσεις, όπως στην ΠΕΑΝ ή στην ‘Ιερή Ταξιαρχία’, πηγαίνουν καθημερινά στο σχολείο με τη σάκα τους γεμάτη από παράνομα έντυπα. Αυτό αποτελεί τεράστια εμπειρία για την κοπέλα. Από ‘κει που ο ορίζοντας της -για τη συντριπτική τουλάχιστον πλειονότητα- στις αρχές της δεκαετίας του '40 ήταν εξατομικευμένος σ' ένα ιδιωτικό όραμα ζωής, χωρίς να περιλαμβάνει καλά-καλά ούτε μια σταδιοδρομία, αν δεν υπήρχε άμεση ανάγκη βιοπορισμού, ξαφνικά διευρύνεται και γίνεται ένας συλλογικός ορίζοντας. Αυτή η μαθήτρια, η οποία μέσα στην τσάντα της κουβαλάει τα παράνομα έντυπα, συμμετέχει σε μια εμπειρία καθοριστική για την ίδια, που αποτελεί πραγματική τομή στη συνείδηση της. Αν για τους εφήβους και τους νέους η τομή ήταν καθοριστική, πόσο μάλλον για τις κοπέλες, τις στερημένες από κοινωνική εμπειρία».
«Σε ό,τι αφορά την ΕΠΟΝ, είναι πολλά τα επονίτικα έντυπα που δημοσιεύουν τη ‘Στήλη των κοριτσιών’. Στα κείμενα αυτά αρθρώνεται για πρώτη φορά ένας λόγος που συνδυάζει την εθνική απελευθέρωση με την κοινωνική αλλαγή και με τη γυναικεία χειραφέτηση... Σ' αυτά τα μικρά αποσπασματικά κείμενα», τονίζει η ιστορικός, «ανιχνεύονται οι πρώτες ρωγμές που γίνονται στις παλαιότερες νοοτροπίες, καθώς το πρώιμο φεμινιστικό κίνημα είχε λήξει σχετικά άδοξα πολύ νωρίτερα, και ούτως ή άλλως δεν είχε αγγίξει ευρύτερα στρώματα γυναικών πέρα από τις καλλιεργημένες γυναίκες των ανώτερων στρωμάτων. Η ΕΠΟΝ είναι η μόνη από τις αντιστασιακές οργανώσεις (εκτός βέβαια από τη ‘Λεύτερη Νέα’) που θα επεξεργαστεί ειδικά θέσεις για τη γυναίκα και στην οποία η γυναικεία συμμετοχή είναι πολύ υψηλή».
Στη Λεύτερη Νέα (1942-43), αμιγώς γυναικεία οργάνωση, ιδρυτική της ΕΠΟΝ, μυήθηκαν 7.000 (!) κοπέλες της Αθήνας και του Πειραιά. Η «τριπλή σκλαβιά, κατακτητή, προϊστάμενου και άντρα», στίχος από τον ύμνο της Λεύτερης Νέας, τον οποίο ίσως έγραψε η γραμματέας της, Ηλέκτρα Αποστόλου, δείχνει πόσο την απασχολούσε η κατάκτηση μιας ισότιμης θέσης στην κοινωνία. Με την καθοδήγηση της Ηλέκτρας Αποστόλου (1912-1944), εκδόθηκε και το κεντρικό όργανο της ΕΠΟΝ, η Νέα Γενιά (το πρώτο τεύχος βγήκε στις 22 Μαρτίου του 1943). Η Νέα Γενιά εξελίχθηκε στο σημαντικότερο και μακροβιότερο έντυπο της ΕΠΟΝ των 600.000 μελών την επομένη της απελευθέρωσης. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι πολλές Επονίτισες στελέχωσαν στη συνέχεια όχι μόνο τον αριστερό, αλλά και τον λεγόμενο «αστικό», έντυπο και περιοδικό τύπο, για να εδραιωθεί, το «σωτήριο έτος» 1952 και το δικαίωμα ψήφου των γυναικών!
Η Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου, εκπαιδευτικός και ποιήτρια, σπάει πρώτη τους κανόνες της εποχής και επιλέγει, όπως η ίδια λέγει, το «παγκόσμιον, φωτεινότερον όλων σχολείον της δημοσιογραφίας» για να διαδώσει , τις πλέον ριζοσπαστικές ιδέες του Διαφωτισμού και το δικαίωμα της γυναίκας στην παιδεία. Η Κυψέλη έχει μείνει στην ιστορία ως το πρώτο ελληνόγλωσσο γυναικείο έντυπο και το πρώτο γυναικείο έντυπο που εκδόθηκε στον οθωμανικό χώρο. Θεωρείται και το πρώτο «φεμινιστικό» περιοδικό, καθώς αποδίδει την κοινωνική ανισότητα μεταξύ των δύο φύλων στον ανδροκρατικό χαρακτήρα των κοινωνιών.
Για την πρώτη ελληνίδα εκδότρια της εποχής, την Ευφροσύνη Σαμαρτζίδου, η (γνωστότερη) Καλλιρρόη Παρρέν, είχε γράψει: «Είναι η πρώτη Ελληνίς δημοσιογράφος, ήτις δικαιούται να καταλάβη θέσιν περιφανή εν τη ιστορία της φιλολογίας των χρόνων εκείνων».
Μετά την Κυψέλη εκδόθηκαν, κυρίως από το 1880 έως το 1920, πολλά γυναικεία περιοδικά -όχι όλα απαραίτητα προοδευτικά- από την Κωνσταντινούπολη και την Αθήνα έως τα Χανιά και τη Σάμο. Το 1898 οργανώνεται στο Αγρίνιο από το σύλλογο «Εργάνη Αθηνά» και φεμινιστικό συνέδριο παρουσία βασιλέων, πολιτικών, διπλωματών..!
Ωστόσο, ο δημοσιογραφικός γυναικείος λόγος, μοιάζει να είναι σταγόνα στον ωκεανό του ανδρικού, καθώς την περίοδο της ακμής του ελληνικού Τύπου, από τον 19ου αιώνα έως και τα μέσα του 20ου , κυκλοφόρησαν χιλιάδες τίτλοι. Μόνο στο Ελληνικό Λογοτεχνικό - Ιστορικό Αρχείο σώζονται 8.000 τίτλοι. Ας διευκρινιστεί εδώ ότι ονομάζουμε δημοσιογραφικό και το λογοτεχνικό λόγο ανδρών και γυναικών, καθώς, όπως εύστοχα είχε επισημάνει ο Τέλλος Άγρας, «μέχρι τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ο άνθρωπος των γραμμάτων ήταν ο δημοσιογράφος».
Από τη διδακτορική διατριβή του καθηγητή Νέας Ελληνικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Γιάννη Παπακώστα Η ζωή και το έργο της Αλεξάνδρας Παπαδοπούλου (ΕΛΙΑ 1980) γνωρίζουμε και την πρώτη ελληνίδα πεζογράφο-δημοσιογράφο που σήκωσε τη σημαία της γλωσσικής και γυναικείας χειραφέτησης.
Η Κωνσταντινουπολίτισσα Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου (1867-1906) εξέδωσε το 1887 το Ημερολόγιο των Κυριών, και τη διετία 1896-97 συνίδρυσε και συνεργάστηκε με τον ποιητή Ιωάννη Γρυπάρη στη σύνταξη του περιοδικού Φιλολογική Ηχώ, ενώ δημοσίευσε διηγήματα κοινωνικού και πολιτικού προβληματισμού σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής. Είναι εξαιρετική, ακόμα και σήμερα, η παρέμβασή της στην Εστία το 1894 με τίτλο «Το γλωσσικόν ζήτημα» και υπότιτλο «Συνδιάλεξις μετά του κ. Βουτυρά διευθυντή του Νεολόγου». «Ήθελον , γράφει, χάριν των αναγνωστών της Εστίας να γνωρίζω τι φρονεί δια το γλωσσικόν ζήτημα και την νεαράν φιλολογίαν μας ο πρύτανις των δημοσιογράφων μας. Μόλις εξέρχεται του έρκους των οδόντων μου η λέξις γλωσσικόν ζήτημα η χειρ του ανορθώται και η φωνή του με ελαφράν απόχρωσιν δυσαρέσκειας λέγει: «εκείνο ελύθη»
- Παπαδοπούλου: Ελύθη με τα Είδωλα του Ροΐδου , δηλαδή ελύθη υπέρ της ομιλουμένης;
- Βουτυράς: Όχι, ελύθη προ ενός αιώνος υπέρ της καθαρευούσης... Κάπως έτσι, ερώτηση-απάντηση συνεχίζεται η συνέντευξη και η θρασυτάτη Παπαδοπούλου καταλήγει: «Αποχαιρετώ τον κ. Βουτυράν και τον μακαρίζω. Είναι μεγάλο ευτύχημα να νομίζει το ζήτημα αυτό, το περίπλοκον, λυμένον και μάλιστα λυμένον κατά τους ιδικούς του πόθους και τας ιδικάς του ευχάς».
Την απάντηση η Παπαδοπούλου θα τη λάβει από τον Βουτυρά, μέσω της εφημερίδας του, του Νεολόγου, όταν ιδρύει τον «Προοδευτικό Συλλόγο Κυριών». Τι τη νουθετεί ο Βουτυράς; «... μη θέλης παντού και πάντοτε να εγείρης κεφαλήν, ιδρύουσα Προοδευτικούς Συλλόγους. Άφες κατά μέρος Προοδευτικούς Συλλόγους και διαμαρτυρίας και παραδόξους αρχάς και ιδέας περί χειραφετήσεως της γυναικός. Καταγίνου εις την οικιακήν οικονομίαν και εκεί επίστησον την προσοχήν σου, διότι η γυνή εγεννήθη διά τον οίκον, ενώ ο ανήρ διά την επιστήμην και την κοινωνίαν». Δυστυχώς δεν ήταν θέμα προτροπής του στυλ «πήγαινε να πλύνεις πιάτα»... Γιατί το 1899 με απόφαση της Πατριαρχικής Κεντρικής Εκκλησιαστικής Επιτροπής, η Παπαδοπούλου αποκλείσθηκε ως εκπαιδευτικός απ' όλα τα σχολεία της Πόλης!
Τελευταία μορφή που συνδέει τον 19ο αιώνα με τον 20ο η Ευγενία Ζωγράφου (1878-1963). Ποια ήταν, λοιπόν, αυτή η τόσο ξεχωριστή για την εποχή της Αναπλιώτισσα; Λογοτέχνης, θεατρική συγγραφέας και δημοσιογράφος που υμνήθηκε όχι μόνο για το έργο της, αλλά και την ομορφιά της; Σύμφωνα με την Μαριέττα Ιωαννίδου, καθηγήτρια του Τμήματος Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Άμστερνταμ, η Ζωγράφου «συμμερίστηκε από νωρίς τις προσπάθειες για κοινωνική αλλαγή... Το ‘κατηγορώ’ της συγγραφέως στρέφεται ενάντια σ’ όσους εκμεταλλεύονται αδίστακτα τους οικονομικά αδύνατους και τους απροστάτευτους, ιδιαίτερα τις γυναίκες». Δεν αποκλείεται μάλιστα, εξηγεί η Ιωαννίδου, «πίσω από πολλούς πρωταγωνιστές των έργων της να βρίσκονται υπαρκτά πρόσωπα, που η ίδια συνάντησε, κατά τη διάρκεια του εργατικού ρεπορτάζ, του πρώτου στην Ελλάδα». Το 1898, με εντολή του Βλάσση Γαβριηλίδη, επισκέφθηκε, για την εφημερίδα Ακρόπολη, εργοστάσια του Πειραιά, όπου οι γυναίκες δούλευαν «μέχρι και δωδεκάωρο τη μέρα για το ήμισυ του κανονικού ημερομισθίου». Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την Ακρόπολη του «δασκάλου» Βλάση Γαβριηλίδη, ο οποίος ειρήσθω εν παρόδω καθιέρωσε την ημερήσια εφημερίδα με την μορφή που γνωρίζουμε, δηλαδή ειδικότητες συντακτών, επιτόπια ρεπορτάζ, συνεντεύξεις, θεματικές εκδόσεις κ.α. Γράφει, λοιπόν, στην Ακρόπολη μετά από επιτόπιο ρεπορτάζ η Ευγενία Ζωγράφου: «Αλλά κύριοι εργοστασιάρχαι, δεν θα θεραπεύσητε το κακόν τούτο; Ιδρύσατε συσσίτια και ευεργετήσατε, χωρίς να χάσετε τι, τας χιλιάδας των πτωχών εργατίδων. Αι εργάτιδες πεινούν. Το ξερό ψωμί και η μισή ρέγγα, το ξερό ψωμί και το λίγο τυράκι, το ξερό ψωμί και το ένα πορτοκάλι ή το λίγο σταφύλι, δεν θεραπεύουν την πείνα τους».
Εν κατακλείδι, υιοθετώντας τις απόψεις της κ. Ιωαννίδου, μπορούμε να πούμε ότι, «αν η Καλλιρόη Παρρέν (1861-1940) είναι η πρωτοπόρος της ‘αστικής χειραφέτησης’ της γυναίκας (η ίδια ήταν μια ευκατάστατη αστή, φανατική μοναρχική και αντιβενιζελική), η ομότεχνη της Ζωγράφου, πιο ριζοσπαστική, έχει το προβάδισμα στη ‘σοσιαλιστική χειραφέτηση’». Η Παρρέν εκδίδει την Εφημερίδα των Κυριών για τριάντα ένα χρόνια (1887-1917) και η Ζωγράφου την Ελληνικήν Επιθεώρησιν για τριάντα επτά χρόνια (1907-1943), αντιμετωπίζοντας το «γυναικείο ζήτημα» σε συνάρτηση με την απάνθρωπη κοινωνική υποδομή. Συνδέει, επίσης, το γυναικείο με το εργατικό κίνημα (το πρώτο «ορθόδοξο» μαρξιστικό έργο που κυκλοφόρησε το 1892 στα ελληνικά, Γυνή και κοινωνισμός, του Αύγουστου Μπέμπελ, αναφέρεται στα «εργατικά ρεπορτάζ» της)».
Αυτά, με μια υποσημείωση: θα έχετε προσέξει πως η Καλλιρόη Παρρέν υμνείται διαχρονικά, ως η πρώτη, και σχεδόν η μόνη, ελληνίδα δημοσιογράφος, εκδότρια, φεμινίστρια, και άλλα πολλά... ενώ οι πρωτοπόρες, Σαμαρτζίδου, Παπαδοπούλου και Ζωγράφου «ανασύρθηκαν» από τη λησμονιά τις τελευταίες, μόλις, δεκαετίες..
Ο 20ος αιώνας.
Στη διάρκεια του πολυτάραχου 20ου αιώνα, των εθνικισμών, των δύο παγκοσμίων πολέμων, της προσφυγιάς, της Οκτωβριανής επανάστασης, αλλά της εμφάνισης του φασισμού, της Εθνικής Αντίστασης, του εμφυλίου, των «ανάπηρων δημοκρατιών», του ψυχρού πολέμου, της δικτατορίας και τελικά της εδραίωσης της δημοκρατίας, η γυναίκα βρίσκει τη θέση της στις σελίδες της Ιστορίας. Και αργά -βασανιστικά αργά πολλές φορές- βρίσκει τη θέση της και στις σελίδες του έντυπου, περιοδικού, έως και του ηλεκτρονικού Τύπου, στο συνδικαλισμό και στα κινήματα. Ο ρόλος και η θέση της στο χώρο των Μαζικών Μέσων Ενημέρωσης δεν έχει ακόμα ουσιαστικά μελετηθεί. Το πρώτο βήμα έγινε με την έκδοση από το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών της τετράτομης Εγκυκλοπαίδειας του Ελληνικού Τύπου 1784-1974, καρπός της συνεργασίας 340 συντακτών, σε επιμέλεια των Λουκίας Δρούλιας και Γιούλας Κουτσοπανάγου. Αναμένουμε και το επόμενο βήμα...
Επί του προκειμένου. Στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα παρατηρείται το εξής κληρονομικό, θα το χαρακτήριζε κανείς, φαινόμενο: σύζυγοι ή κόρες εκδοτών-δημοσιογράφων μπαίνουν δυναμικά στο δημοσιογραφικό στίβο, για να συνεχίσουν το έργο του γονιού ή του συζύγου τους. Έτσι, η κόρη του Πέτρου Κανελλίδη, Νέλλη Κανελλίδου, αναλαμβάνει μετά το θάνατο του πατέρα της, το 1911 να συνεχίσει την έκδοση της εφημερίδας Καιροί (έως το ‘23) . Η χαρακτηρισμένη ως «όργανο του Τρικούπη» εφημερίδα, επί διεύθυνσης Νέλλης Κανελλίδου, θα σταθεί στο πλευρό του Βενιζέλου.
Φιλοβασιλική και αντιβενιζελική ήταν η Αικατερίνη Λιάμπεϊ -Καλαποθάκη που ανέλαβε μετά τον θάνατο του δεύτερου συζύγου της Δημητρίου Οικονόμου Καλαποθάκη, από το 1921 έως το ’28, τα ηνία στην εφημερίδα Εμπρός (έτος έκδοσης 1896). Η Αικατερίνη Καλαποθάκη φέρεται μάλιστα να έχει επηρεάσει αποφασιστικά το σύζυγό της και το Εμπρός προς μια φιλοβασιλική κατεύθυνση, μετά το γάμο τους το 1907. Εκδοχή αξιοσημείωτη, καθώς ο Καλαποθάκης, γερός και σκληρός παίχτης στον Τύπο και στην ελληνική πολιτική σκηνή, από τους ιδρυτές του «Μακεδονικού Κομιτάτου», νοιαζόταν περισσότερο για τα προσωπικά του συμφέροντα... Χαρακτηριστική είναι η ρήση του Γιάννη Κορδάτου: «από τους δημοσιογράφους, Κανελλίδης και Καλαποθάκης μπουκώθηκαν καλά» (περισσότερα για τον Καλαποθάκη, τα «Ευαγγελικά» και το ρόλο των Γερμανών, στη μεταπτυχιακή εργασία του ιστορικού Χάρη Ραϊτσίδη στο ΑΠΘ).
Ξεχωριστή φυσιογνωμία αποτελεί η Ζαν Στεφανόπολι, κόρη του ιδρυτή της εφημερίδας Messager d’ Athenes, Αντώνιου Τζαννετάκη Στεφανόπολι, που ανέλαβε τα ηνία της το Φεβρουάριο του 1913, μετά το θάνατό του. Επί των ημερών της, αναφέρει στο συνέδριο για την Εγκυκλοπαίδεια του Ελληνικού Τύπου (2002) η Βάσω Μέντζου (φιλόλογος, Πάντειο Πανεπιστήμιο), η εφημερίδα γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη και απέκτησε μεγαλύτερο κύρος και εμβέλεια. Η Στεφανόπολι συνέχισε την έκδοσή της για 40 χρόνια, την έκανε καθημερινή, υπέγραφε το κύριο άρθρο, ασχολείτο με σοβαρά εθνικά θέματα και με τα πολιτιστικά (από τις στήλες της κατακεραυνώθηκαν οι δημοτικιστές). Από τον αιωνόβιο Messager d'Athènes πέρασαν πολλά ονόματα της ελληνικής διανόησης μεταξύ των οποίων η Γαλάτεια Σαράντη (η πρώτη γυναίκα που εξελέγη ακαδημαϊκός, το 1997) και η Σοφία Σπανούδη, με τις απολαυστικές μουσικές κριτικές της. Η Στεφανόπολι έχει περάσει στην ιστορία και ως η πρώτη φοιτήτρια που το υπουργείο Παιδείας επέτρεψε να εγγραφεί στη Φιλοσοφική, το 1890.
Αυτή η έντονη γυναικεία παρουσία στα δημοσιογραφικά πράγματα, και ιδιαίτερα η σχέση πατέρα-κόρης στη διεύθυνση εφημερίδας, θυμίζει μιαν ανάλογη περίπτωση: την Ελένη Βλάχου (1911-1995) που ανέλαβε το 1951 τη διεύθυνση της εφημερίδας Καθημερινή μετά τον θάνατο του πατέρα της Γεωργίου Βλάχου. Όπως η ίδια είχε εξιστορήσει, «το πρώτο δημοσίευμά της στην Καθημερινή αφορούσε ταξιδιωτικές εντυπώσεις της. Μπήκε στην Καθημερινή το 1935 στην πρώτη σελίδα με τίτλο ‘Εντυπώσεις της κυρίας Ελένης Αρβανιτίδη’ όπως τη λέγανε τότε, και μία απολογία του Γεωργίου Βλάχου, που έλεγε, “οι αναγνώσται οι οποίοι θα εκπλαγούν ίσως με το όνομα της άγνωστης κυρίας πρέπει να σκεφθούν ότι το δημοσιεύω και το δημοσιεύω στην πρώτη σελίδα, διότι τυχαίνει η κυρία Αρβανιτίδη να είναι κόρη μου!!» Πάλι από την ίδια, πληροφορούμεθα πως το 1936 ,«στους Ολυμπιακούς του Βερολίνου, ήταν 1.500 δημοσιογράφοι ξένοι και καμιά ογδονταριά μόνο γυναίκες». Τι σήμαινε όμως να είσαι εκδότρια και διευθύντρια εφημερίδας τη δεκαετία του 50; Η Ελένη Βλάχου απαντά σε συνέντευξή της στο Γ. Δουατζή: «ενώ διηύθυνα την εφημερίδα, ήξερα τη δουλειά, ήμουνα editor, δεν με άκουγαν οι δικοί μου... Μου έλεγαν: “Ναι, Ελενάκι μου, καλά Ελένη μου, έχεις δίκιο, αλλά άφησέ μας να κάνουμε τη δουλειά μας, καλά πάμε την εφημερίδα”. Είχανε ο καθένας δικούς του ανθρώπους και εγώ επαναστάτησα. Με τον τρόπο τον οποίο ήξερα να επαναστατήσω. Έβγαλα άλλη εφημερίδα». Έτσι η Ελένη Βλάχου το 1961 εξέδωσε τη Μεσημβρινή «για να κάνει ό,τι θέλει».
Στην ίδια εφημερίδα, στη Μεσημβρινή, χρόνια μετά, στις αρχές της δεκαετίας του ‘90 αναλαμβάνει τη διεύθυνσή της και πάλι μια γυναίκα που δεν έχει όμως καμία κληρονομική σχέση: η Κατερίνα Δασκαλάκη (1944-...), που αναφέρεται και ως η πρώτη γυναίκα επικεφαλής πολιτικού τμήματος. Παρέμεινε λίγα χρόνια στο τιμόνι της, καθώς η Μεσημβρινή έκλεισε το 1994 και η Κατερίνα Δασκαλάκη εκλέχθηκε ευρωβουλευτής την περίοδο 1994-99.
Στο συνδικαλιστικό χώρο, η γυναίκα κατάφερε να εισχωρήσει μόλις το 1984, όταν η Μαρία Ρεζάν (1921-2004, Ελευθερία, Βήμα, Καθημερινή, Κρατική ραδιοφωνία) εκλέχθηκε στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ. Εκατό χρόνια μετά από την ίδρυση της ΕΣΗΕΑ (1914), αναδείχθηκε το 2014, η πρώτη γυναίκα πρόεδρος, η Μαρία Αντωνιάδου. Στον άλλο ανδροκρατούμενο χώρο, αυτό του αθλητισμού, η γυναίκα κατάφερε να εισχωρήσει την ίδια δεκαετία, του 1980, με πρώτες τη Λήδα Βεντούρα (ΕΡΤ-2) και τη Βάσω Μώραλη, την πρώτη γυναίκα που γράφτηκε μέλος στον ΠΣΑΤ το 1987 (εξήντα χρόνια μετά από την έκδοση της πρώτης αθλητικής εφημερίδας το 1927).
Ο Τύπος της Αντίστασης
Μετά από όλες αυτές τις «πρωτιές» αξίζει να αναφερθούμε σε ένα μοναδικό στην ιστορία συλλογικό επίτευγμα που οδήγησε στη χειραφέτηση των γυναικών και των γυναικών-δημοσιογράφων. Η ιστορικός, διδάσκουσα στο Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Οντέτ Βαρών Βασάρ, έχει επανειλημμένα επισημάνει «την ιδιαίτερη σημασία που έχει η συμμετοχή των γυναικών στη διαδικασία του Αντιστασιακού Τύπου». Ο παράνομος Τύπος, εξηγεί, «είναι μία από τις σημαντικότερες εκδηλώσεις της μη ένοπλης αντίστασης, της αντίστασης δηλαδή των πόλεων, και σ' αυτόν οι νέες γυναίκες έχουν έναν προεξάρχοντα ρόλο. Στα δίκτυα διανομής αυτού του Τύπου, μαθήτριες αθηναϊκών σχολείων, που ανήκαν σε οργανώσεις, όπως στην ΠΕΑΝ ή στην ‘Ιερή Ταξιαρχία’, πηγαίνουν καθημερινά στο σχολείο με τη σάκα τους γεμάτη από παράνομα έντυπα. Αυτό αποτελεί τεράστια εμπειρία για την κοπέλα. Από ‘κει που ο ορίζοντας της -για τη συντριπτική τουλάχιστον πλειονότητα- στις αρχές της δεκαετίας του '40 ήταν εξατομικευμένος σ' ένα ιδιωτικό όραμα ζωής, χωρίς να περιλαμβάνει καλά-καλά ούτε μια σταδιοδρομία, αν δεν υπήρχε άμεση ανάγκη βιοπορισμού, ξαφνικά διευρύνεται και γίνεται ένας συλλογικός ορίζοντας. Αυτή η μαθήτρια, η οποία μέσα στην τσάντα της κουβαλάει τα παράνομα έντυπα, συμμετέχει σε μια εμπειρία καθοριστική για την ίδια, που αποτελεί πραγματική τομή στη συνείδηση της. Αν για τους εφήβους και τους νέους η τομή ήταν καθοριστική, πόσο μάλλον για τις κοπέλες, τις στερημένες από κοινωνική εμπειρία».
«Σε ό,τι αφορά την ΕΠΟΝ, είναι πολλά τα επονίτικα έντυπα που δημοσιεύουν τη ‘Στήλη των κοριτσιών’. Στα κείμενα αυτά αρθρώνεται για πρώτη φορά ένας λόγος που συνδυάζει την εθνική απελευθέρωση με την κοινωνική αλλαγή και με τη γυναικεία χειραφέτηση... Σ' αυτά τα μικρά αποσπασματικά κείμενα», τονίζει η ιστορικός, «ανιχνεύονται οι πρώτες ρωγμές που γίνονται στις παλαιότερες νοοτροπίες, καθώς το πρώιμο φεμινιστικό κίνημα είχε λήξει σχετικά άδοξα πολύ νωρίτερα, και ούτως ή άλλως δεν είχε αγγίξει ευρύτερα στρώματα γυναικών πέρα από τις καλλιεργημένες γυναίκες των ανώτερων στρωμάτων. Η ΕΠΟΝ είναι η μόνη από τις αντιστασιακές οργανώσεις (εκτός βέβαια από τη ‘Λεύτερη Νέα’) που θα επεξεργαστεί ειδικά θέσεις για τη γυναίκα και στην οποία η γυναικεία συμμετοχή είναι πολύ υψηλή».
Στη Λεύτερη Νέα (1942-43), αμιγώς γυναικεία οργάνωση, ιδρυτική της ΕΠΟΝ, μυήθηκαν 7.000 (!) κοπέλες της Αθήνας και του Πειραιά. Η «τριπλή σκλαβιά, κατακτητή, προϊστάμενου και άντρα», στίχος από τον ύμνο της Λεύτερης Νέας, τον οποίο ίσως έγραψε η γραμματέας της, Ηλέκτρα Αποστόλου, δείχνει πόσο την απασχολούσε η κατάκτηση μιας ισότιμης θέσης στην κοινωνία. Με την καθοδήγηση της Ηλέκτρας Αποστόλου (1912-1944), εκδόθηκε και το κεντρικό όργανο της ΕΠΟΝ, η Νέα Γενιά (το πρώτο τεύχος βγήκε στις 22 Μαρτίου του 1943). Η Νέα Γενιά εξελίχθηκε στο σημαντικότερο και μακροβιότερο έντυπο της ΕΠΟΝ των 600.000 μελών την επομένη της απελευθέρωσης. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν ότι πολλές Επονίτισες στελέχωσαν στη συνέχεια όχι μόνο τον αριστερό, αλλά και τον λεγόμενο «αστικό», έντυπο και περιοδικό τύπο, για να εδραιωθεί, το «σωτήριο έτος» 1952 και το δικαίωμα ψήφου των γυναικών!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου