Σάββατο, Αυγούστου 03, 2024

Γιατί μεταλλάσσεται η Αριστερά;

 Kasselakis


Γιατί μεταλλάσσεται η Αριστερά;

Συνέντευξη: Δημήτρης Ψαρράς -Η Χρυσή Αυγή μπροστά στη ...Δημήτρης Ψαρράς*


Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η χτεσινή ανακοίνωση της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Γεωργίας Αδειλίνη για την ολοκλήρωση της προκαταρκτικής εξέτασης σχετικά με το σκάνδαλο των υποκλοπών αποτελεί ένα εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα. Το εισαγγελικό πόρισμα καταλήγει κατηγορηματικά: «δεν υπήρξε καμία απολύτως εμπλοκή με το κατασκοπευτικό λογισμικό predator ή οποιοδήποτε άλλο παρόμοιο λογισμικό κρατικής υπηρεσίας και δη της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΕΥΠ), της Αντιτρομοκρατικής (Δ.Α.Ε.Ε.Β.) και γενικότερα της ΕΛΑΣ (Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη) ή οποιουδήποτε κρατικού λειτουργού».

Μ’ άλλα λόγια, δεν υπάρχει ούτε σκάνδαλο ούτε κάτι επιλήψιμο στον τρόπο που χειρίστηκαν οι κρατικές υπηρεσίες την υπόθεση. Οι όποιες ευθύνες πρέπει να αναζητηθούν αλλού. Ήδη βέβαια το ζήτημα προκαλεί σοβαρές αντιδράσεις, αφού μάλιστα προηγήθηκε τρεις μέρες νωρίτερα η έρευνα του «Inside Story», στην οποία αποκαλυπτόταν «πέραν πάσης αμφιβολίας το κοινό κέντρο νόμιμων και παράνομων παρακολουθήσεων» (Τάσος Τέλλογλου, Ελίζα Τριανταφύλλου, «Αυτοί είναι οι κοινοί στόχοι ΕΥΠ και Predator», 26.7.2024).

Όπως ήταν φυσικό, υπήρξε έντονη αντίδραση από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, με τον ΣΥΡΙΖΑ να καταγγέλλει ότι «το σκάνδαλο των υποκλοπών έχει από σήμερα και τη σφραγίδα της ηγεσίας του Αρείου Πάγου», με τον Νίκο Ανδρουλάκη να επισημαίνει προς την κυβέρνηση ότι «η προσπάθεια να κρύψετε τις ευθύνες του Μαξίμου και του βαθέος κράτους έχουν επιμολύνει τις συντεταγμένες εξουσίες της χώρας. Πρώτα επιμόλυνε το Μαξίμου τις μυστικές υπηρεσίες και τώρα επιμολύνει και τη Δικαιοσύνη». Το ΚΚΕ, όπως συνηθίζει, γενίκευσε την αντίδρασή του, εντοπίζοντας την «πηγή» του προβλήματος στο «βαθιά αντιδραστικό νομικό και θεσμικό πλαίσιο, που δίνει τη δυνατότητα στις κυβερνήσεις και το κράτος να εντείνουν τη μαζική και προληπτική παρακολούθηση». Σε εντελώς διαφορετικό κλίμα, ο Αλέξης Χαρίτσης της Νέας Αριστεράς μίλησε για «μια μέρα ντροπής για τη χώρα μας», σημειώνοντας ότι «πρόκειται για το τελευταίο βήμα σε ένα κυβερνητικό σχέδιο που από την πρώτη στιγμή ήθελε να μας πείσει ότι δεν υπήρξε ποτέ σκάνδαλο».

Την παράσταση έκλεψε, βέβαια, ο Γρηγόρης Δημητριάδης, ο οποίος έσπευσε να δηλώσει ότι «ουδέποτε υπήρξα εμπλεκόμενος» και να εκφράσει τη βεβαιότητά του ότι «η σημερινή απόφαση της Δικαιοσύνης θέτει οριστικό τέλος σε κάθε εικασία και λοιπά ευφάνταστα κατασκευάσματα».

Η μετάλλαξη της Αριστεράς

Αλλά πώς συνδέονται όλα αυτά με τον τίτλο του σημειώματος; Η απάντηση βρίσκεται στον τρόπο που χειρίστηκε την υπόθεση η ηγεσία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Προτού εκδοθεί η επίσημη ανακοίνωση του κόμματος, πρόλαβε ο κ. Κασσελάκης από τη Μύκονο να  αναρτήσει στo «Χ» μια δήλωση, μιλώντας «ως Έλληνας πολίτης και όχι ως Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης» και δηλώνοντας ότι «η εμπιστοσύνη μου προς την ελληνική Δικαιοσύνη έχει κλονιστεί σοβαρά» και γι’ αυτό «μία από τις πρώτες προτάσεις που έχω θέσει προς τον ελληνικό λαό είναι η ριζική αλλαγή στον τρόπο ανάδειξης της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, ώστε να απελευθερωθεί από τον ασφυκτικό εναγκαλισμό και την εξάρτηση από την εκάστοτε κυβέρνηση»

Ούτε λέξη για Μητσοτάκη, Δημητριάδη, ΕΥΠ, κυβέρνηση! Ας συγκρίνει κανείς αυτή τη δήλωση με την ομιλία του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της Νέας Αριστεράς Νάσου Ηλιόπουλου στην ολομέλεια της Βουλής, για να αντιληφθεί τη διαφορά. Ας τη συγκρίνει και με την επίσημη ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ ή και την παρέμβαση του προέδρου της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Σωκράτη Φάμελλου.

Φυσικά πολλές ώρες αργότερα, ο κ. Κασσελάκης επανήλθε, με ειρωνικό σχόλιο για τη σχέση Μητσοτάκη-Δημητριάδη. Αλλά βέβαια ήταν πολύ αργά.

Μ’ άλλα λόγια, αυτό που παρατηρήσαμε όλοι ήταν ότι το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, το οποίο εξακολουθεί να εμφανίζεται ως το κύριο κόμμα της «Αριστεράς», αντιμετώπισε αρχικά χτες αυτή την εξαιρετικά σημαντική πολιτική εξέλιξη ως μια απλή αφορμή «αυθόρμητου σχολιασμού», όπως τον εμπνεύστηκε από τη Μύκονο ως «άτομο» ο κ. Κασσελάκης.

Εδώ χρειάζεται προσοχή. Δεν ευθύνεται ο κ. Κασσελάκης για όλα αυτά. Όπως δεν ευθύνεται και για την ιλαροτραγωδία με τη διαγραφή-επανεγγραφή του κ. Πολάκη ή με τα όσα συμβαίνουν στον ΣΥΡΙΖΑ τους τελευταίους μήνες. Ο κ. Κασσελάκης, ο οποίος ουδέποτε έκρυψε τις δεξιές του απόψεις, καθώς και την έμπνευσή του να διαχειριστεί το κόμμα του ως ένα είδος «επιχείρησης», κατόρθωσε να εκλεγεί «αρχηγός» μιας ομάδας πολιτών που συμμετείχαν στη διαδικασία ανάδειξης «προέδρου» στον ΣΥΡΙΖΑ, παραβιάζοντας κάθε λογική διαδικασιών ενός κόμματος της Αριστεράς. Όμως δεν ευθύνεται αυτός για τη θέσπιση αυτής της διαδικασίας, ούτε είναι ο πρώτος που εκλέγεται στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ μ’ αυτή τη μέθοδο. Απλώς η εκλογή του Αλέξη Τσίπρα «από τη βάση» το 2022, δηλαδή η πρώτη φορά που στον ΣΥΡΙΖΑ εφαρμοζόταν η μέθοδος που πρωτοεμφανίστηκε στο ΠΑΣΟΚ το 2004 και στη Ν.Δ. το 2009, ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό, εφόσον δεν υπήρχε δεύτερη υποψηφιότητα. Η εκλογή απλώς χρησιμοποιήθηκε ως μια ανώδυνη τεχνική προσέλκυσης οπαδών-ψηφοφόρων, ως ένα εύκολο αντίδοτο στις βαριές συνέπειες που επέφεραν στον κομματικό μηχανισμό κατά σειρά η τετράχρονη κυβερνητική θητεία, η εκλογική ήττα του 2019 και η απομόνωση που επέβαλε η επιδημία του covid.  

Αντίθετα, όταν είχε πρωτοτεθεί το ζήτημα εκλογής προέδρου από τη βάση στον ΣΥΡΙΖΑ μετά το δραματικό καλοκαίρι του 2015 και την αποχώρηση της ομάδας που συγκρότησε τη ΛΑΕ και κυρίως το καλοκαίρι του 2019, μετά την εκλογική ήττα, ο Αλέξης Τσίπρας ήταν εκείνος που πρώτος το αρνήθηκε. Έχω προ ετών περιγράψει τα προβληματικά χαρακτηριστικά αυτής της εκλογής («Το δίλημμα της εκλογής προέδρου στον ΣΥΡΙΖΑ», «Εφ.Συν.» 17.7.2019). Ήταν ο ίδιος που το εισηγήθηκε το 2022, αλλά αυτό συνέβη κάτω από ειδικές συνθήκες. Το κόμμα επιχειρούσε να ανασυστήσει συλλογικές οργανωτικές διαδικασίες μετά από δύο χρόνια πανδημίας, εγκλεισμών και απαγόρευσης κάθε μαζικής συγκέντρωσης.

Αλλά σήμερα, στην πραγματικότητα, αυτή η διαδικασία ισοδυναμεί με πλήρη διάλυση του ήδη συρρικνωμένου κομματικού σχηματισμού. Το κακό είναι ότι κανείς δεν φαίνεται να προβληματίζεται γι’ αυτή την εξέλιξη. Ακόμα και εκείνοι (εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ) που έχουν αντιληφθεί το πού οδηγεί το κόμμα ο νέος αρχηγός (βλ. εδώ στο «x-efimerida» τη σύνοψη «Στέφανος Κασσελάκης: ένας ειλικρινής επιχειρηματίας», 30.6.2024) σπεύδουν να συμπληρώσουν οποιαδήποτε ένστασή τους με την απόλυτη αποδοχή της εκλογής, χαρακτηρίζοντας μάλιστα και τον τρόπο ανάδειξης του «αρχηγού» ως «απολύτως καταστατικό» (κάτι που ισχύει) και «βαθιά δημοκρατικό» (κάτι που δεν ισχύει).

Αν δεν αμφισβητηθεί η ίδια αυτή εκλογική διαδικασία που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τις συστατικές αξίες της Αριστεράς, η κατάληξη είναι μονόδρομος: ο ΣΥΡΙΖΑ (ή όπως μετονομαστεί) θα καταστεί προσωπικό πολιτικό άθυρμα ενός δεξιού επιχειρηματία.

Η τραγική πτυχή αυτής της υπόθεσης είναι ότι η διεθνής Αριστερά δεν αντιμετωπίζει σήμερα για πρώτη φορά ένα οργανωτικό σχήμα βασισμένο σε κάποιον πανίσχυρο «αρχηγό», ο οποίος αποφασίζει για όλα, υπερβαίνει κάθε οργανωτική δομή και στηρίζεται στην πάνδημη λαϊκή υποστήριξη της «βάσης». Μόνο που νομίζαμε ότι είχε πια απορριφτεί από τον χώρο της Αριστεράς η λογική της «προσωπολατρίας» που σημάδεψε την σκοτεινή περίοδο του σταλινισμού.        

Σε τι διαφέρει ένα κόμμα της Αριστεράς
από ένα κόμμα της Δεξιάς;

Είναι γεγονός ότι δεν υπάρχει στις μέρες μας ένα σαφές μοντέλο αριστερού κόμματος, ενώ και όλο και περισσότερο εκμηδενίζονται οι οργανωτικές διαφορές μεταξύ κομμάτων της Δεξιάς και της Αριστεράς. Κι αυτή η παρατήρηση δεν ισχύει βέβαια μόνο για την Ελλάδα. Τη συναντούμε σε όλη την Ευρώπη. Βρισκόμαστε πολύ μακριά από το λεγόμενο «λενινιστικό» μοντέλο κόμματος της Αριστεράς, χτισμένο με τη δομή του «δημοκρατικού συγκεντρωτισμού» και με προγραμματικό στόχο την «σοσιαλιστική επανάσταση». Ακόμα και τα ελάχιστα κόμματα που εμφανίζονται να τηρούν αυτή την παράδοση, όπως το ΚΚΕ, στην πραγματικότητα έχουν αποδεχτεί έναν ρόλο μουσειακό και έχουν εναποθέσει τις πολιτικές τους προσδοκίες στο απώτατο μέλλον. Αυτός είναι ο λόγος που συχνά ξαφνιάζουν με την ταύτισή τους σε αντιδραστικές θέσεις της Δεξιάς και κυρίως την απόλυτη απέχθειά τους στην προοπτική οποιασδήποτε «προοδευτικής» ή «αριστερής» συμμαχίας.

Σημαίνει όμως αυτό ότι τα κόμματα Δεξιάς και Αριστεράς είναι πλέον οργανωτικά ταυτόσημα; Κάθε άλλο. Στην πραγματικότητα ισχύει απολύτως και στις μέρες μας η ανάγκη για το κόμμα της Αριστεράς να διεκδικεί την απαραίτητη αυτονομία. Ο λόγος είναι απλός. Όπως συνέβαινε και πριν έναν αιώνα, έτσι και στις μέρες μας η Δεξιά συγκροτείται στο πλαίσιο του καπιταλιστικού κρατικού μηχανισμού. Το κράτος, δηλαδή, και πιο συγκεκριμένα οι μηχανισμοί της διοίκησης αποτελούν το «κομματικό ισοδύναμο» για τη Δεξιά, ενώ η Αριστερά είναι υποχρεωμένη να συγκροτείται εκτός ή παράλληλα προς αυτό.

Εδώ και πολλά χρόνια ο Νίκος Πουλαντζάς έχει επισημάνει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που ενδημούν στα σύγχρονα πολιτικά κόμματα της Δεξιάς, αλλά  διαπερνούν το σύνολο του πολιτικού φάσματος («Το κράτος, το κόμμα και τα κοινωνικά κινήματα», συνέντευξη στο περιοδικό «Dialectiques», τχ. 28, 1979. Αναδημοσίευση στην «Εποχή», 11.12.2022). 

Ο Πουλαντζάς μιλά για μια αναδιάρθρωση των κομμάτων που παρουσιάζει την «ιδιοτυπία την αντιφατική συναρμογή διαφόρων ρευμάτων που εν μέρει είναι αρκετά παλιά». Ξεχωρίζει τρία ρεύματα που μας είναι πολύ οικεία στη σύγχρονη Ελλάδα:

«α) Ο ανορθολογισμός, που ενυπάρχει στη γενική επίθεση εναντίον του μαρξισμού και ταυτόχρονα εναντίον του ορθολογισμού του Διαφωτισμού. […] Πρόκειται για τον εργαλειακό ορθολογισμό και την τεχνοκρατική λογική των ειδικών.[…]  β) Ο νεοφιλελευθερισμός, που εκδηλώνεται με έναν αντικρατικό λόγο υπό το πρόσχημα της απελευθέρωσης του ατόμου απ’ τις κρατικές υπερβάσεις. […] Εκείνο που στην πραγματικότητα προεικονίζουν είναι η επιχειρούμενη ήδη περιστολή των “κοινωνικών λειτουργιών” του κράτους-πρόνοιας που υπήρξε μια σημαντική κατάκτηση των λαϊκών μαζών (κρίση του κεϋνσιανού κράτους). γ) Ο αυταρχισμός, δηλαδή ο νέος λόγος του νόμου και της τάξης, της ασφάλειας των πολιτών, των αναγκαίων περιορισμών της κατάχρησης των δημοκρατικών ελευθεριών κ.λπ.»

Είναι λες και περιγράφει τη σημερινή πραγματικότητα της κομματικής διάρθρωσης στη χώρα μας. Το ερώτημα είναι αν αυτά τα χαρακτηριστικά θα εμπεδωθούν και στον ΣΥΡΙΖΑ, όπως σχεδιάζει με επιμονή ο κ. Κασσελάκης και οι πιστοί του followers.

* (Βικιπαίδεια) Δημήτρης Ψαρράς

Δεν υπάρχουν σχόλια: