«Τρομοκρατία», «Ευθύνη», «Αυτοάμυνα» ή ο Εμπρησμός των Σημασιών
Οκτώβριος 2023: Ένας τρομακτικός στρατός κατοχής εξοπλισμένος με την τελευταία λέξη της πολεμικής τεχνολογίας πολιορκεί ένα ανοιχτό στρατόπεδο συγκεντρώσεως, στο οποίο είναι φυλακισμένες δύο και πλέον εκατομμύρια ψυχές, αφού τους έχει κόψει ηλεκτρισμό, υδροδότηση και τροφοδοσία (για επικοινωνίες ας μη μιλήσουμε καν)· τους ειδοποιεί να φύγουν, ενώ έχει κλείσει και βομβαρδίζει όλες τις εξόδους· κανονιοβολεί ανελέητα μιαν απάνθρωπα στριμωγμένη μάζα αμάχων με θύματα που ανέρχονται ήδη σε χιλιάδες, χρησιμοποιεί απαγορευμένες βόμβες φωσφόρου, πλήττει νοσοκομεία και κοινοποιεί απερίφραστα την απόφαση μαζικής εξόντωσης…
Υπό άλλες συνθήκες θα μιλούσαμε για «εθνοκάθαρση» ή «γενοκτονία», όρους που έχουν υιοθετηθεί από το Διεθνές Δίκαιο, στο οποίο ορκίζεται πίστη ο δυτικός κόσμος και των οποίων οι ορισμοί πληρούνται από τις πράξεις τού ισραηλινού κράτους τούτη τη στιγμή. Όμως η συλλογική «Δύση» βρίσκει φυσιολογικό να διακηρύσσει την ίδια αυτή στιγμή σε όλους τους δυνατούς τόνους την αλληλεγγύη της προς το ισραηλινό κράτος, να αναρτά ισραηλινές σημαίες στα κοινοβούλια και στα δημόσια κτίριά της και να διώκει ακόμη και ποινικά όσους διαδηλώνουν υπέρ της κατακρεουργούμενης Παλαιστίνης ή με οποιονδήποτε τρόπο εκφράζουν δημόσια την υποστήριξή τους σε αυτήν. Ταυτόχρονα, επιμένει ότι εκπροσωπεί τον πολιτισμό της δημοκρατίας και των πολιτικών δικαιωμάτων απέναντι σε «αυταρχικά καθεστώτα» και «τρομοκρατικές ομάδες» – χαρακτηρισμοί που η επίκλησή τους και μόνο αρκεί προφανώς για να εξαιρέσει από την ανθρώπινη ιδιότητα όσους τους φέρουν, άρα και από την εφαρμογή στην περίπτωσή τους των επιταγών της δημοκρατίας ή του πολιτισμού.
Ας πούμε προς στιγμήν σχιζοφρενική αυτή τη στάση (παρότι δεν έχει το ελαφρυντικό της ψυχονοητικής διαταραχής). Αν ρωτήσουμε πώς συμβιβάζεται η αυτοεικόνα που εξακολουθεί να φιλοτεχνεί ο ευρωαμερικανικός κόσμος με την κτηνωδία την οποία χειροκροτεί, μας απαντούν: «Ναι, αλλά πρέπει να λάβουμε υπόψιν τι είχε προηγηθεί· το Ισραήλ δέχθηκε μια φρικτή επίθεση από θηριώδεις τρομοκράτες που σφαγιάζουν αμάχους και μωρά παιδιά, βιάζουν αθώα κορίτσια και θέλουν να επιβάλουν μιαν αποκρουστική θεοκρατία που είναι προσβολή για τις αξίες μας».
Μπορούμε να συζητήσουμε επί μακρόν (και θα συζητήσουμε) τι από αυτά αληθεύει. Αν όμως θέσουμε το ίδιο ερώτημα, τι είχε προηγηθεί και σε τι αυτές οι πραγματικές ή φανταστικές πράξεις των «τρομοκρατών» απαντούν, μας αποκρίνονται: «Δεν υπάρχει συμψηφισμός στη βαρβαρότητα, κάθε πράξη πρέπει να κρίνεται αυτοτελώς, το έγκλημα είναι έγκλημα υπό οιεσδήποτε συνθήκες και σαν τέτοιο πρέπει να κρίνεται και να καταδικάζεται». Αν τότε αντιτείνουμε ότι, εν τοιαύτη περιπτώσει, το πολλαπλάσιο έγκλημα που διαπράττει αυτή τη στιγμή το Ισραήλ πρέπει να κριθεί αυτοτελώς σαν πράξη ανήκουστης βαρβαρότητας, η οποία δεν επιδέχεται δικαιολογίες ούτε συγχώρηση με κανένα κριτήριο είτε ανθρωπιάς είτε διεθνούς δικαίου, η ανταπάντηση είναι: «Ναι, αλλά το Ισραήλ βρίσκεται σε υπαρξιακό κίνδυνο και έχει το δικαίωμα της αυτοάμυνας». Αν, ακολουθώντας και πάλι τη λογική τους, πούμε ότι ένας ολόκληρος ανυπεράσπιστος λαός βρίσκεται σε πολύ πιο κυριολεκτικό υπαρξιακό κίνδυνο, ενόψει επισήμως διακηρυγμένης γενοκτονίας, και έχει εξίσου δικαίωμα αυτοάμυνας, θα ξαναπούν ότι σημασία έχουν οι μεμονωμένες πράξεις του κ.ο.κ.
Εθνοκαθάρσεις και γενοκτονίες έχει διαπράξει πολλές η Δύση της λογικής και των φώτων, αλλά σήμερα ζούμε τη φρικιαστικότερη όλων: τον εμπρησμό κάθε υπολείμματος λογικής συνοχής και συνέπειας, ανατίναξη της ίδιας της σκέψης και της έλλογης κρίσης, βόμβα κυριολεκτικά στον πυρήνα της ανθρώπινης φύσης και της ανθρώπινης υπόστασης. Παρακολουθούσα τις προάλλες μια ειδησεογραφική εκπομπή στον «Kρήτη TV». Όταν ο παρουσιαστής Γ. Σαχίνης ρώτησε κάποιον καλεσμένο του «στρατηγικό αναλυτή» (από αυτούς που φυτρώνουν σαν μανιτάρια στα ειδησεογραφικά πρακτορεία και φαίνεται ότι επανδρώνουν παχυλά αμειβόμενες θέσεις σε διάφορα διεθνή ή ευρωπαϊκά ινστιτούτα) πώς κρίνει τις δηλώσεις της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ότι οι βομβαρδισμοί υποδομών ύδρευσης και ηλεκτρισμού από τους Ρώσους στην Ουκρανία είναι κατάφωρη πράξη τρομοκρατίας και έγκλημα πολέμου (παρέθεσε μάλιστα ένα βιντεοσκοπημένο απόσπασμα από την ομιλία της δυσώνυμης κας φον ντερ Λάιεν) ενώ στη Λωρίδα της Γάζας προσφάτως η ίδια τα βρήκε όλα «καλώς καμωμένα», ο ερωτώμενος απάντησε… πόσο επικίνδυνο πράγμα είναι η εξάπλωση του ισλαμικού φονταμενταλισμού μέσα από τις μεταναστευτικές ροές μουσουλμάνων στην Ευρώπη!1 Σαν να λέμε, εξοντώστε τους στο λίκνο τους για να μη διαταράξουν την ευμάρεια και την ασφάλειά μας.
Για όποιον επιχειρηματολογεί με αυτόν τον τρόπο, είναι ανώφελη
οποιαδήποτε ανασύσταση της ιστορικής αλληλουχίας που θα μπορούσε να
εξηγήσει στοιχειωδώς τα τρέχοντα γεγονότα. Δεν μπορούμε ωστόσο να μην
επιμείνουμε στον μεθοδευμένο παραλογισμό του επιτελικά ενορχηστρωμένου
δημόσιου λόγου. Οι απανταχού υποστηρικτές του Ισραήλ διαλαλούν ότι
πρέπει όλοι να το υπερασπίσουμε γιατί δέχεται έναν βρόμικο πόλεμο – όχι
βέβαια από τον «παλαιστινιακό λαό», στον οποίον πάντα αποδίδουμε έναν
εθιμοτυπικό σεβασμό, αλλά από μια «τρομοκρατική οργάνωση»: τη Χαμάς. Μας
λένε επίσης ότι πρόκειται για τυφλωμένους φανατικούς, «ισλαμοφασίστες»,
και διόλου μια νόμιμη πολιτική ηγεσία, όπως ήταν η PLO στα χρόνια του
Γιάσερ Αραφάτ. Μπορούμε επίσης να συζητήσουμε (και θα συζητήσουμε) τί
είναι και τί δεν είναι η Χαμάς· θα συζητήσουμε επίσης τι θα πει
«πόλεμος» και τι «τρομοκρατία». Το ερώτημα όμως που τίθεται αμέσως
είναι: υπάρχει αυτή τη στιγμή αναγνωρισμένη «πολιτική ηγεσία», συνέχεια
μάλιστα της PLO, στη Δυτική Όχθη υπό τον Μαχμούντ Αμπάς, με τον οποίον
οι Ισραηλινοί έχουν άριστες σχέσεις· αν όχι με τη Χαμάς, γιατί δεν
συνομιλούν τότε μαζί του για την πραγματική επίλυση του προβλήματος;
Είτε
οι Ισραηλινοί κατά βάθος αναγνωρίζουν ότι η ηγεσία του Αμπάς είναι
βαθύτατα απαξιωμένη στα μάτια της πλειονότητας του παλαιστινιακού
πληθυσμού, σε αντίθεση με τη Χαμάς, είτε δεν θέλουν σε καμία περίπτωση
να λυθεί το πρόβλημα. Το δεύτερο είναι το πιο βέβαιο. Εάν όμως, όπως
υποκρίνονται, πίστευαν ότι ο παλαιστινιακός λαός δεν υποστηρίζει αληθινά
τη Χαμάς, αλλά είναι και ο ίδιος «θύμα» της, πώς δικαιολογείται μια
συλλογική τιμωρία τέτοιων διαστάσεων ενός λαού κατά τη δική τους αξίωση
αμέτοχου, για τα εγκλήματα μιας «μη αντιπροσωπευτικής» μειοψηφίας του;
Και γιατί ταπεινώνουν όσο πιο επιδεικτικά μπορούν οδηγώντας σε απαξίωση
την «επίσημη» Παλαιστινιακή Αρχή που, όπως λένε ότι πιστεύουν, θα ήταν ο
μόνος «λογικός» συνομιλητής; Και γιατί ο Αραφάτ και η PLO, που σήμερα
μνημονεύονται δήθεν με συμπάθεια σε ρητορική αντιδιαστολή προς τη Χαμάς,
τον καιρό που ηγούνταν πραγματικά της παλαιστινιακής αντίστασης
χαρακτηρίζονταν με τον ίδιον τρόπο ως «τρομοκράτες», σύρονταν σε μια
σειρά συμφωνίες ήττας, όπως του Όσλο το 1993-95 και του Καμπ Ντέιβιντ το
2000, οι οποίες και πάλι ανατινάζονταν από τους ίδιους εκείνους, οι
οποίοι είχαν επιβάλει τους όρους τους, με στόχο την τελική εξουθένωσή
τους – και τελικά δολοφόνησαν τον Αραφάτ ύστερα από δίχρονη πολιορκία
του σε κατ’ οίκον εγκλεισμό στη Ραμάλα, το 2004 από έναν άλλον
εγκληματία πολέμου στην ισραηλινή ηγεσία, τον Αριέλ Σαρόν;
Αν οι ΗΠΑ έφεραν στα πολεμικά ήθη του εικοστού αιώνα τη συλλογική εξολόθρευση αμάχων, το Ισραήλ τελειοποίησε τους μηχανισμούς τύφλωσης της λογικής που είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του σύγχρονου πολέμου: όχι πολέμου στον στίβο της στρατιωτικής αναμέτρησης, αλλά στον πεδίο της συνείδησης των ανθρώπων, με υπερόπλο τους τερατώδεις μηχανισμούς δημοσιότητας που λειτουργούν σαν αληθινό εργοστάσιο «κατασκευής πραγματικότητας» – και με ταυτόχρονη χρήση μιας άγριας καζουιστικής που αδρανοποιεί τις λειτουργίες έλλογης κρίσης επί αυτής της «πραγματικότητας». Πώς αυτό το εργοστάσιο λειτουργεί το είδαμε μόλις χθες στον πόλεμο της Ουκρανίας, και προχθές στο παγκόσμιο πείραμα υγειονομικής καταστολής που παρέλυσε τη ζωή και τη σκέψη μιας γιγάντιας μερίδας του κόσμου καταλύοντας ακόμη και μακρόχρονα εδραιωμένους πολιτικοϊδεολογικούς διαχωρισμούς. Και στην Ελλάδα το πλήγμα αυτό υπήρξε συντριπτικό. Περιττεύει να πούμε οτιδήποτε εδώ για τις πολιτικές ηγεσίες αυτής της χώρας και τους ελεγχόμενους από τις ίδιες διαύλους δημοσιότητας, για τους οποίους ακόμη και ο χαρακτηρισμός «πόρνες» κινδυνεύει να προσβάλει τον ιδιόμορφο κλάδο των εργαζόμενων γυναικών που χρησιμεύει εκτός των άλλων ως τακτικός αποδέκτης του έμφυλου ρατσισμού μας. Μιλάω κυρίως για την πνευματική αποκτήνωση του λεγόμενου «λαού», ο οποίος μοιάζει να έχει ξεχάσει όσα πριν από 20-30 χρόνια ήταν αυτονόητα σε αυτή τη χώρα: αποκτήνωση που καθρεφτίζεται αντιπροσωπευτικά στους δημόσιους λόγους των διανοουμένων του, των πανεπιστημιακών του δασκάλων, διπλωματών, νυν ή πρώην στρατιωτικών και κάθε λογής «ειδημόνων» ασφαλείας (του εσωτερικού ή του εξωτερικού).
Πώς γίνεται, δηλαδή, διανοητές που δεν είναι διόλου αφελείς2 να καταπίνουν (ή να προσποιούνται πως καταπίνουν) το φτηνό μελόδραμα τρόμου που τα παγκόσμια μέσα ενημέρωσης αναμετέδωσαν απευθείας από ισραηλινές πηγές σχετικά με την «ανείπωτη βαρβαρότητα της Χαμάς» στην επίθεση της 7ης Οκτωβρίου, για να το αναιρέσουν με αυτογελοιοποιητικό τρόπο κομμάτι-κομμάτι αργότερα3 (και ενώ ο τηλεοπτικός οχετός συνεχίζει να το αντιλαλεί σαν νευρομηχανικό τικ), χωρίς κάποια δεύτερη σκέψη και χωρίς να περιμένουν λίγες ημέρες όπως απαιτεί η στοιχειωδέστερη διανοητική επιφύλαξη σ’ έναν τέτοιον πόλεμο της πληροφορίας; Πώς γίνεται πρώην πρέσβεις με αποδεδειγμένη δημοκρατική ευαισθησία να ζητούν αστυνομικά μέτρα εις βάρος των παλαιστινιακών κοινοτήτων που ζουν στην Ελλάδα, και να προτρέπουν «να στηρίξουμε το Ισραήλ»4 όταν ξέρουν καλύτερα από τον καθένα (και το λένε οι ίδιοι απερίφραστα) πόσο ζωτικούς δεσμούς κόβουν οι ελληνικές κυβερνήσεις με τους πιο αξιόπιστους δυνητικούς τους συμμάχους στον αραβικό και τον ευρασιατικό κόσμο, και πόσο ολέθρια δένονται έτσι στο άρμα των «προστατών»-καταστροφέων τους που είναι έτοιμο να τους πάρει μαζί του στον δικό του καταποντισμό;
Πώς γίνεται «προοδευτικές» πολιτικές δυνάμεις5 (εξαιρέσει, προς τιμήν του επίσης, του ΚΚΕ) να μην τολμούν να ψελλίσουν όσα ούτε ο ίδιος ο ΟΗΕ δεν είχε ταμπού να δηλώσει, ότι η βίαιη μετακίνηση πληθυσμών είναι έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, και να ξαναπαίζουν το «δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα», σαν να μην ξέρουν ότι την τελευταία δεκαετία μόνο (βάσει στοιχείων του ΟΗΕ) έχουν σκοτωθεί 6.400 Παλαιστίνιοι έναντι 307 Ισραηλινών (από τους οποίους οι 177 στρατιώτες), έχουν τραυματιστεί δε κάπου 152.000 Παλαιστίνιοι (ένα μεγάλο ποσοστό των οποίων έχει λιντσαριστεί από οπλισμένους εποίκους) έναντι 6.307 Ισραηλινών· ότι καθημερινά έποικοι πυροβολούν και δολοφονούν εν ψυχρώ και αδιακρίτως άοπλους Παλαιστινίους, ένα μεγάλο μέρος των οποίων είναι παιδιά, εκδιώκουν ανθρώπους από τα σπίτια και τα χωριά τους στη Δυτική Όχθη, ξεριζώνουν τα ελαιόδεντρά τους και ρίχνουν τσιμέντο στα πηγάδια τους· ότι γυναίκες κάθε ηλικίας ραπίζονται δημοσίως και εξευτελίζονται από Ισραηλινούς στρατιώτες, ότι τεμένη και άλλοι ιεροί τόποι βεβηλώνονται επιδεικτικά· ότι κάπου 6.000 Παλαιστίνιοι βρίσκονται στις ισραηλινές φυλακές, οι περισσότεροι χωρίς δίκη, ενώ οι εξωδικαστικές εκτελέσεις (δολοφονίες στην πραγματικότητα) στο εσωτερικό και στο εξωτερικό της χώρας είναι διαβόητη πρακτική του επίσημου κράτους· ότι προπαντός και κυρίως (για να μην μπω και εγώ στο παιχνίδι της δακρύβρεχτης περιπτωσιολογίας) το Ισραήλ είναι ένα κατοχικό κράτος, ένοπλος βραχίονας των Ηνωμένων Πολιτειών στη Μέση Ανατολή, που ποδοπατάει προκλητικά από τη στιγμή της ίδρυσής του όλα τα ψηφίσματα του ΟΗΕ, το οποίο δεν έχει δεχτεί να εκχωρήσει Σύνταγμα (για να έχει απεριόριστη ευχέρεια ελιγμών ανάμεσα στο θρησκευτικό και το εθνοτικό στοιχείο) ούτε και να δώσει ποτέ σαφή σύνορα στον ΟΗΕ (διότι η διαρκής εδαφική επέκταση είναι διακηρυγμένη γραμμή της ηγεσίας του, επί «αριστερών» όσο και «δεξιών» κυβερνήσεων); Και, τελευταίο αλλά όχι ασήμαντο, ότι δεν αντιπροσωπεύει το σύνολο του εβραϊκού πληθυσμού στην οικουμένη, μια μεγάλη μερίδα του οποίου, κυρίως στο εξωτερικό, όχι μόνο ασκεί σκληρή κριτική στις πολιτικές του, αλλά ακόμη και αμφισβητεί ευθέως τη νομιμότητα της ύπαρξής του;
Οι δυνάμεις που ασκούν ιδεολογική κατοχή στην Ελλάδα ιδίως την τελευταία δεκαπενταετία της πτώσης της έχουν επαναφέρει το δόγμα τού «Ανήκομεν εις την Δύσιν» στην πιο άκριτη μορφή του, που ούτε στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου δεν ακολουθήθηκε τόσο τυφλά, και όλο σχεδόν το πολιτικό φάσμα έχει θεωρήσει καθήκον του να ευθυγραμμιστεί. Το νομιμοποιητικό ιδεολόγημα αυτής της «στρατηγικής» αξιοποιεί ένα ανορθολογικό ανακλαστικό αντιτουρκισμού ή τουρκοφοβίας που διαπνέει το εθνικό ασυνείδητο, και πάνω του ακριβώς οικοδομεί την έωλη συλλογιστική: η Τουρκία είναι ο προαιώνιος εχθρός μας, η Τουρκία υποστηρίζει τη Χαμάς και είναι εχθρός του Ισραήλ, προφανώς ο εχθρός τού εχθρού μας είναι φίλος μας, άρα το εθνικό συμφέρον επιτάσσει τη συμμαχία με το Ισραήλ. Και αυτή η παιδαριώδης συλλογιστική περικλείνει μια υπόρρητη προπαραδοχή, που βγαίνει απευθείας από τις σελίδες του Huntington αλλά κλείνει μάτι στις πιο αδιαπέραστες από τη συνείδηση πτυχές του ευρωπαϊκού ψυχισμού: από ’δώ ο χριστιανικός πολιτισμός (εμείς και η «πολιτισμένη» Δύση), από ’κεί οι φανατικοί και οπισθοδρομικοί Μουσουλμάνοι (αυτοί, οι εχθροί του πολιτισμού μας).
Μένει κανείς αποσβολωμένος από τον πρωτογονισμό μιας τέτοιας σκέψης. Δεν θα συζητήσω το μέγεθος της ηλιθιότητας του να σκέφτεται κάποιος με θρησκευτικούς όρους τις πολιτικές σχέσεις και αντιπαλότητες στον σύγχρονο κόσμο, αλλά θα μείνω στα πιο πρόδηλα πραγματολογικά δεδομένα. Γιατί η Τουρκία είναι εχθρός του Ισραήλ και της Δύσης; Η Τουρκία είναι μια κανονική χώρα του ΝΑΤΟ που κρίνεται μάλιστα ως πολύτιμο μέλος της συμμαχίας λόγω ακριβώς των διφορούμενων σχέσεών της με τον αραβικό κόσμο, αφενός, και με τη Ρωσία αφετέρου – άρα μπορεί να χρησιμεύει ως δίαυλος επικοινωνίας και διαπραγματεύσεων. Ιστορικά, απέναντι στον αραβικό κόσμο υπήρξε κατακτητική δύναμη και, όσο και αν η ίδια προβάλλει ρητορικά την ισλαμική ταυτότητα με πρόθεση να ηγεμονεύσει ιδεολογικά στον αραβομουσουλμανικό κόσμο, αντιμετωπίζεται πάντα με καχυποψία, εάν όχι ανταγωνιστικά, τόσο από το Ιράν όσο και από τους Άραβες. Ταυτόχρονα, είχε και έχει άριστες σχέσεις με το Ισραήλ, όχι μόνο διπλωματικές ή εμπορικές, αλλά και στρατιωτικές με την πιο σκληρή έννοια του όρου: από κοινού με το Ισραήλ και τους Αμερικανούς πολέμησε (και ακόμα πολεμά) για να καταστρέψει τη Συρία του Άσαντ, στο πλαίσιο του οποίου πολέμου στήριξε (από κοινού με το Ισραήλ και τους Αμερικανούς) το αληθινό ισλαμοφασιστικό μόρφωμα του ISIS· από κοινού με το Ισραήλ, έστω και με διαφορετική απόβλεψη, συνέδραμε (και ακόμα συντρέχει) το Αζερμπαϊτζάν στην εθνοκάθαρση των Αρμενίων του Αρτσάχ, ενώ ταυτόχρονα, σε ένα ρεσιτάλ διγλωσσίας που συναγωνίζεται μόνο τη Δύση, καταγγέλλει το Ισραήλ για τις ίδιες ακριβώς πρακτικές που η ίδια ασκεί στους κουρδικούς πληθυσμούς εντός και πέριξ των συνόρων της· και αν όντως διατηρεί (από κοινού με το Κατάρ) σχέσεις με παλαιστινιακές οργανώσεις αντίστασης, όπως η Χαμάς, διόλου αυτό δεν την καθιστά αυτομάτως εχθρό του Ισραήλ: τις χρειάζεται ακριβώς σαν διαπραγματευτικό εργαλείο στις σχέσεις της μαζί του, πράγμα που το Ισραήλ δείχνει να κατανοεί – και ακόμα περισσότερο οι Αμερικανοί: όχι μόνο οι σχέσεις αυτές, με όλη την άσφαιρη ρητορική που τις συνοδεύει, δεν στρέφουν εναντίον της Τουρκίας το ΝΑΤΟ και τη Δύση, όπως μόνο ανεμοκέφαλοι Έλληνες αναλυτές θα περίμεναν, αλλά τουναντίον αυξάνουν απεριόριστα τη διπλωματική της αξία στους δυτικούς σχεδιασμούς για έλεγχο της Μέσης Ανατολής.[...........................................]
«Τρομοκρατία», «Ευθύνη», «Αυτοάμυνα» ή ο Εμπρησμός ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου