Για μια κοινωνιολογία του «Thank you, next»
Eva Illouz «Το τέλος του έρωτα», μετάφραση: Διονύσης Παπαδουκάκης, εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, 2021
Βρισκόμαστε σε μια εποχή που αρκετοί νέοι όροι σχετιζόμενοι με τις ερωτικές σχέσεις έχουν καθιερωθεί στον καθημερινό μας λόγο, άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο: ghosting (η πρακτική ξαφνικής, ανεξήγητης και ολοκληρωτικής εξαφάνισης από μια ερωτική σχέση, κόβοντας κάθε γέφυρα επικοινωνίας), caspering (η ίδια πρακτική αλλά με κάποιες σταδιακές προειδοποιήσεις) και breadcrumping (όπου προσφέρονται «ψίχουλα» ερωτικού ενδιαφέροντος στην άλλη πλευρά, απλώς και μόνο για να διατηρείται μια άνιση σχέση εξάρτησης) είναι κάποιοι από αυτούς. Παράλληλα, μία από τις δημοφιλέστερες σελίδες στο ελληνικό facebook είναι το «Thank you, next» ή TYN που σε ελεύθερη απόδοση σημαίνει «να περάσει ο/η επόμενος/η» και φιλοξενεί ιστορίες για το πώς τερματίστηκαν λιγότερο ή περισσότερο μακροχρόνιες ερωτικές σχέσεις, αποτυχημένα ραντεβού ή σύντομες γνωριμίες. Σε όλα αυτά, δεν μπορούμε να μην προσθέσουμε τα διαζύγια, τα οποία σύμφωνα με την ιστοσελίδα Our world in data έχουν αυξητικές τάσεις παγκοσμίως, με την αύξηση στην Ελλάδα μεταξύ 2015-2018 να είναι 29%, ήτοι η δεύτερη μεγαλύτερη μεταξύ των 50 χωρών που παρακολουθούνται. Σύμφωνα δε με το statista.com, στην Ελλάδα το 2019 είχαμε 38,3 διαζύγια ανά 100 γάμους – περίπου στη μέση της κατάταξης μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών.
Ποιος είναι ο κοινός παρονομαστής όλων των παραπάνω; Ο χωρισμός, η ερωτική απομάκρυνση ή, καλύτερα, το «τέλος του έρωτα», όπως είναι ο τίτλος του βιβλίου της Eva Illouz που κυκλοφόρησε πρόσφατα στη χώρα μας. Η Illouz, κοινωνιολόγος που έχει ασχοληθεί πολύ με τον έρωτα σε προηγούμενα βιβλία της, επανέρχεται με την αρνητική του πλευρά, δηλαδή με τον χωρισμό ως αρνητική επιλογή. Και αν, παραδοσιακά, η κοινωνιολογία ασχολείται κυρίως με τη σύναψη σχέσεων, η πραγματικότητα, όπως περιγράφηκε παραπάνω, και μάλιστα σε ένα περιβάλλον πολλαπλών κοινωνικών δικτύων και πληθώρας ηλεκτρονικών εφαρμογών εύρεσης ερωτικών συντρόφων, την «αναγκάζει» να στραφεί στη μελέτη της διάλυσης των σχέσεων, η οποία είναι ελάχιστα ανεπτυγμένη.
Στο κέντρο της υπόθεσης εργασίας της Illouz βρίσκεται η σχέση μεταξύ ερωτικών σχέσεων και σύγχρονου καπιταλισμού. Η συγγραφέας επιχειρηματολογεί ότι οι πρακτικές που επικρατούν πια στην οικονομική και στην εργασιακή σφαίρα χαρακτηρίζονται από ολοένα και χαμηλότερα επίπεδα αφοσίωσης. Αν το σκεφτούμε θα δούμε ότι πλέον αποτελούν κανόνα οι επισφαλείς και προσωρινές δουλειές με υποτυπώδη ή καθόλου ασφαλιστική κάλυψη, η ολοένα αυξανόμενη ευκολία απολύσεων, η γενικότερη διευκόλυνση στην αποχώρηση από συμβάσεις και συναλλαγές, μια γενικευμένη «φορητότητα», μια επικρατούσα κουλτούρα του «χωρίς δεσμεύσεις» στην οικονομία και στην εργασία, η οποία δεν μπορεί παρά να επηρεάζει τον τρόπο που σχετιζόμαστε ερωτικά μεταξύ μας. Επηρεαζόμενες, δε, οι ερωτικές σχέσεις από το σύγχρονο καπιταλιστικό περιβάλλον, το ανατροφοδοτούν. Το αν επιλέγουν οι άνθρωποι να κατοικούν μόνοι ή με σύντροφο, το πόσα παιδιά θα κάνουν, το πώς θα αναζητήσουν ερωτική συντροφιά, όλα αυτά ανήκουν, προφανώς, και στην οικονομική σφαίρα. Άρα, η οικονομία επηρεάζει τις ερωτικές σχέσεις που με τη σειρά τους επιδρούν πάνω στην οικονομία.
Για τη γαλλίδα κοινωνιολόγο, κεντρική σε αυτό το κύκλωμα είναι η ελευθερία, συναισθηματική και σεξουαλική. Γνωρίζοντας ότι διατρέχει τον κίνδυνο να χαρακτηριστεί συντηρητική, ηθικίστρια ή σεμνότυφη από την πλευρά των θεωρητικών που υπερασπίζονται μαχητικά τη σεξουαλική ελευθεριότητα, η Illouz συνδέει τη συζήτηση για τη σχέση καπιταλισμού και ιδιωτικής σφαίρας με τη συζήτηση για τη σχέση τάξης και ανομίας, παραπέμποντας στον ίδιο τον Ντιρκέμ και τις απαρχές της κοινωνιολογικής έρευνας. Σε μια εποχή που η ελευθερία κυρίαρχα αντιμετωπίζεται ως το πιο ευάλωτο από τα αγαθά και θεωρείται σημαντικότερη από άλλες αξίες, όπως η ισότητα και η δικαιοσύνη, η Illouz αποκρούει προκαταβολικά τις κατηγορίες, επικαλούμενη ένα κλασικό όσο και δύσκολα μαχητό επιχείρημα: αν η ελευθερία προηγηθεί της ισότητας και της δικαιοσύνης σε μια άνιση και άδικη πραγματικότητα, τότε αυτό θα οδηγήσει σε περαιτέρω ισχυροποίηση των ήδη ισχυρών. Στο πεδίο των σχέσεων, αυτό δεν σημαίνει, για παράδειγμα, τίποτα άλλο παρά την αέναη ενίσχυση των έμφυλων ανισοτήτων.
Συνεπώς, για τη συγγραφέα, μια κοινωνιολόγο του πολιτισμού, η ελευθερία δεν είναι ένα ιδεώδες προς υπεράσπιση. Αντιθέτως, ενστερνιζόμενη φουκοϊκές προσεγγίσεις, η Illouz θεωρεί ότι η ελευθερία αντιπροσωπεύει ένα διαρκές, βαθύ και εκτεταμένο πολιτισμικό πλαίσιο, με βάση το οποίο αυτοκαθοριζόμαστε ως υποκείμενα. Ως πολιτισμικό πλαίσιο λοιπόν, η ελευθερία –και μάλιστα η κυρίαρχη αρνητική ελευθερία του «μπορώ να κάνω ό,τι θέλω αρκεί να μην βλάπτω άλλα υποκείμενα και να μην στερώ τη δική τους ελευθερία» – μπορεί να αποτελέσει πηγή δυσφορίας. Ακριβώς εκεί εντοπίζεται το κενό από το οποίο εισέρχονται στις ερωτικές σχέσεις οι σύγχρονες καπιταλιστικές λογικές, στο πλαίσιο των οποίων, παραδείγματος χάρη, το πρώτο ραντεβού προσιδιάζει περισσότερο από ποτέ σε συνέντευξη για δουλειά, για την οποία έχεις μόνο μία ευκαιρία, πριν πας στην επόμενη συνέντευξη-ραντεβού. Κάπως έτσι, λοιπόν, περάσαμε από έναν κόσμο όπου οι σχέσεις καθορίζονταν από την ελευθερία να ερωτεύεσαι, σε έναν κόσμο που κυριαρχεί, πλέον, η ελευθερία να χωρίζεις.
Το εξαιρετικά πλούσιο και ενδιαφέρον βιβλίο της Illouz αναμενόμενα περιδιαβαίνει και τα μονοπάτια της φιλοσοφίας, συνομιλεί με τη λογοτεχνία και το σινεμά, ενώ έχει και μια συναρπαστική εμπειρική πλευρά. Η συζήτηση και η ανάλυση στηρίζεται από αποσπάσματα 92 συνεντεύξεων με άτομα σε περιστασιακές σχέσεις, διαζευγμένα και παντρεμένα, ετεροφυλόφιλα και ομοφυλόφιλα, τις οποίες πήρε η ίδια η συγγραφέας. Η αξιοποίηση των συνεντεύξεων από την Illouz χτίζει σταδιακά ένα μωσαϊκό εμπειριών, αιτιολογιών χωρισμού και τρόπων ερωτικής ζωής. Πάντως, αν μπορεί μέσα από το εμπειρικό υλικό να εντοπιστεί ένας κοινός τόπος των χωρισμών, αυτός είναι η απώλεια της σεξουαλικότητας στις σχέσεις. Και ακριβώς επειδή η σεξουαλικότητα είναι ο μεταφορικός ιμάντας καταναλωτικών και τεχνολογικών πρακτικών, στηρίζεται και εμπειρικά η σχέση μεταξύ καπιταλισμού και τέλους του έρωτα, μια σχέση που, μέσω της διαρκούς αναζήτησης «του επόμενου» υπονομεύει τα κατεξοχήν απαραίτητα συναισθηματικά στοιχεία για τις ανθρώπινες σχέσεις, όπως η αγάπη και η αφοσίωση. Και αυτό, σε ένα βιβλίο που διαπνέεται από την αντίληψη ότι η αγάπη, σε όλες τις μορφές της, παραμένει ο πιο ουσιαστικός τρόπος για τη δημιουργία σχέσεων, αποτελεί, τελικά, μια κριτική του ίδιου του σύγχρονου καπιταλισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου