ΤΟ ΛΙΜΑΝΙ ΤΗΣ ΑΓΩΝΙΑΣ (1954)
(ON THE WATERFRONT)
ΣΥΝΟΨΗ
Ένας πρώην πυγμάχος, φορτοεκφορτωτής στο λιμάνι της Νέας Υόρκης, κάνει διάφορα θελήματα για λογαριασμό των επικεφαλής των συνδικάτων. Όταν συνειδητοποιεί ότι ο συνδικαλιστικός του φορέας έχει αλωθεί από το οργανωμένο έγκλημα και εκμεταλλεύεται τους λιμενεργάτες, αποφασίζει να εμφανιστεί στην αρμόδια κρατική επιτροπή και να πει την αλήθεια.
Στο Νιού Τζέρζι της δεκαετίας του ’50, μια ομάδα gangsters εκμεταλλεύεται το συνδικάτο των λιμενεργατών βγάζοντας πολλά χρήματα. Όταν ο Τέρι Μαλόι, αδελφός του Τσάρλι και μέλος της σπείρας, γίνεται αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας ενός εκ των εργατών, αρχίζει να πιέζεται από την αστυνομία και τον παπά της ενορίας για να ομολογήσει αυτά που γνωρίζει. Ο Τέρι δεν θέλει να καταδώσει τον αδελφό του, ωστόσο αρχίζει να πείθεται όταν ερωτεύεται την αδελφή του νεκρού. Οι συνέπειες θα είναι δραματικές για όλους.
Έχουν γραφτεί άπειρα για τούτη την ταινία του Καζάν, για την οποία ο Μάρλον Μπράντο τιμήθηκε με το πρώτο του Όσκαρ πρωταγωνιστικού ρόλου. Πρέπει να ξεκινήσει κανείς εδώ από τον Μπράντο, για τον οποίο φυσικά και έχουν γραφτεί διθύραμβοι γενικά, και ειδικά για το φιλμ, και μπροστά στον οποίο κι εμείς θα υποκλιθούμε βαθιά, διόλου πρωτοτυπώντας. Ο Μπράντο σηκώνει κυριολεκτικά στην πλάτη του «Το Λιμάνι της Αγωνίας». Όχι μόνο οι ατάκες του είναι εμβληματικές, αλλά και η σωματικότητα, η ματιά, το περπάτημά του, είναι οι μάρτυρες μια ψυχοσύνθεσης απύθμενα εμπλεκόμενης σε ατέρμονα διλήμματα και βαθιά προσωπικά αδιέξοδα και πόνους. Η κλιμάκωση των συναισθημάτων του είναι μαθηματικά ακριβής, χωρίς υπόλοιπα και περισσεύματα. Συμπαρασύρει έτσι όλη την ιστορία και τεκμηριώνει τα γενόμενα. Ενώ η πρώτη επιλογή για τον ρόλο ήταν ο Φρανκ Σινάτρα, τελικά Τέρι Μαλόι έγινε ο Μπράντο, ο οποίος ήταν ήδη star, αλλά εδώ πλέον η φήμη του και ως ηθοποιού απογειώθηκε. Είναι καταπληκτικός. Πέρα από εκείνον, η ταινία τιμήθηκε με ακόμη επτά βραβεία Όσκαρ, ενώ είχε μάλλον περιορισμένο budget και τα γυρίσματα διήρκεσαν μόνο για 36 μέρες.
Ενδεχομένως δεν έχει νόημα η κριτική αυτής της ταινίας, 60 χρόνια από τότε που γυρίστηκε. Ενδιαφέρον έχει να την ξαναδεί κανείς, να την ξανασκεφτεί, πάντα με τις τότε παραμέτρους όσο και τις σημερινές, και να σκύψει πάνω στη διαχρονικότητά της. Τις εποχές που ζούμε, με την εκμετάλλευση της ανθρώπινης εργασίας έντονη και παρούσα στην καθημερινότητα, τα κλειστά στόματα των εργαζομένων, τον φόβο και την αβεβαιότητα για το μέλλον, «Το Λιμάνι της Αγωνίας» κουμπώνει άριστα – αυτά τα θέματα διαπνέουν αέναα την ανθρώπινη ιστορία. Το θέμα στηρίζεται σε μια σειρά δημοσιογραφικών άρθρων του Μάλκολμ Τζόνσον που δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα The New York Sun και τα οποία ερευνούσαν κρούσματα οργανωμένου εγκλήματος στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Τα δημοσιεύματα αυτά έγιναν σενάριο από τον Μπαντ Σούλμπεργκ, ο οποίος το παρέδωσε στον Καζάν. Εκείνη την περίοδο, ο Καζάν είχε τεράστια αρνητική δημοσιότητα στα καλλιτεχνικά κυκλώματα, λόγω της γνωστής ιστορίας του καρφώματος συναδέλφων του που πιθανόν σχετίζονταν με την αριστερά και τους οποίους κυνηγούσε η Επιτροπή Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων του γερουσιαστή ΜακΚάρθι. Το φιλμ, λοιπόν, συνδέθηκε με τον ίδιο τον Καζάν και θεωρήθηκε ότι ήταν μια απάντηση προς τους επικριτές του: ηρωισμός μπορεί να υπάρξει σε αυτούς που καταδίδουν τους συνανθρώπους τους. Και πόσο μάλλον όταν ο Τέρι Μαλόι καταδίδει τον ίδιο του τον αδελφό στον βωμό της ηθικής, γεννημένης από τον έρωτα και την ενσυναίσθηση.
Έχει ενδιαφέρον το σημείο αυτό. Ο έρωτάς του για την αδελφή του θύματος γίνεται ενεργός δύναμη εγρήγορσης και – καταληκτικά – δικαιοσύνης. Πρόκειται για έναν ύμνο που μας χαρίζει μοναδικά ο Καζάν, ο οποίος φαίνεται πως ξέρει άριστα να εκτιμά τη ρώμη του, το μέγεθός του, την επαναστατικότητά του. Δεν είναι μόνο αυτός, φυσικά. Είναι και η καριέρα τού πυγμάχου που έσβησε εξαιτίας τού αδελφού. Ξεπουλήθηκε ο Τέρι και θα πει στον Τσάρλι: «Ι coulda been a contender», μα εσύ δεν με άφησες. Είναι σαν να προσπαθεί να δικαιολογήσει την προδοσία, μια «προδοσία» που συμπλέει με την ηθική και το τι είναι το σωστό. Αλλά παράλληλα σηματοδοτείται και ο θάνατος της αδελφικής σχέσης. Η ηθική, έτσι ή αλλιώς, είναι άγραφο πράμα, ένας από τους λόγους που τραβάει μεγάλη ταλαιπωρία ως όρος. Είναι μια μνημειώδης κινηματογραφική στιγμή, αριστοτεχνικά γυρισμένη, στην οποία ο Καζάν μάς εξομολογείται τα δικά του, μας δικαιολογείται, μας γκρινιάζει και μας φωνάζει: «Καταλάβετέ με, δεν είμαι αυτός που λέτε ότι είμαι, δεν είμαι προδότης». Δεν τα κατάφερε καλά, παρότι τα σήκωσε όλα αυτά τα Όσκαρ η ταινία – το όνομά του στιγματίστηκε για πάντα, παρά τα όσα θαυμάσια μας έδωσε και στη συνέχεια της καριέρας του.
Ένα άλλο σημαντικό σημείο είναι ο παπάς της ενορίας. Η θρησκεία τρυπώνει σε τούτη τη φτωχή κοινότητα και ο Καρλ Μάλντεν που τον ενσαρκώνει είναι ένας ακόμη μοχλός πίεσης προς τον Τέρι για να αποκαλυφθεί η σπείρα και η διαφθορά: «If you don’t think Christ is down here on the waterfront, you’ve got another guess coming». Ο Καζάν είναι ξύπνιος και δεν τα βάζει μαζί της, έχει άλλα να πει και να αποδείξει με τούτο το φιλμ, δεν χρειάζεται να μπει σε διαμάχες με θεούς και δαίμονες.
Οι σκηνές τού φιλμ είναι και αυτοτελή, φωτογραφικά έργα τέχνης, τόσο διάσημα και αναγνωρίσιμα στη θέασή τους. Λες και όλα τα καρέ τού celluloid συνθέτουν μια έκθεση φωτογραφίας, της οποίας έχεις δει πολλά από τα έργα της ή κάτι σου θυμίζουν. Ήρθαν κι έδεσαν όλα στην ταινία αυτή κι έγινε αυτό που έγινε. Μερικές φορές είχα την αίσθηση του παρωχημένου μηνύματος, όμως η σπουδαιότητά της έγκειται και στο γεγονός ότι είναι παντρεμένη με ένα backup story, από αυτά στα οποία το Χόλιγουντ εδράζει την υπέροχη Ιστορία του. Και εδώ, αναμφίβολα, πλούτισε λίγο παραπάνω.
ΕΙΝΑΙ ΓΙΑ ΜΕΝΑ;
Περιττές οι ερωτήσεις! Μια μεγάλη ταινία που αξίζει να δει και να ξαναδεί κανείς, για την ιστορική της αξία στο Χόλιγουντ, τον Μάρλον Μπράντο και τον ίδιο τον Καζάν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου