Τέλεια ευκαιρία για λογοκρισία η πανδημία
Ερευνα του International Press Institute από την έναρξη της πανδημίας έως και σήμερα καταγράφει συνολικά 17 χώρες που πέρασαν κάποια μορφή νομοθεσίας με πρόσχημα τα fake news, η οποία ανοίγει τον δρόμο για λογοκρισία απέναντι στα κριτικά ΜΜΕ.
Με πρόσχημα την καταπολέμηση των fake news και με τη δικαιολογία των συνθηκών έκτακτης ανάγκης που επέβαλε η πανδημία, πολλές κυβερνήσεις στον πλανήτη κατόρθωσαν να περάσουν νομοθεσίες οι οποίες στην πράξη άνοιξαν τον δρόμο για την επιβολή λογοκρισίας σε οποιοδήποτε Μέσο διατηρεί κριτική στάση απέναντι στις κατά τόπους αρχές. Αυτό είναι το συμπέρασμα πρόσφατης έρευνας του International Press Institute (IPI), το οποίο τους τελευταίους οκτώ μήνες, μέσω του διαδικτυακού εργαλείου Covid Tracker που ανέπτυξε, κατόρθωσε να καταγράψει αντίστοιχες περιπτώσεις σε τουλάχιστον 17 χώρες σε όλο τον κόσμο.
Από τη μια πλευρά ενώ πολλοί από αυτούς τους νόμους προέρχονται από ειλικρινή επιθυμία να καταπολεμηθούν οι ψευδείς ειδήσεις, ο αόριστος ορισμός τους και το ευρύ πεδίο εφαρμογής τους σημαίνουν ότι μπορεί εύκολα να χειραγωγηθούν για να λογοκρίνουν την κριτική δημοσιογραφία. Από την άλλη πλευρά τα κράτη που δεν έχουν κανένα πραγματικό ενδιαφέρον για την προστασία της ενημέρωσης χρησιμοποιούν το θέμα της καταπολέμησης της παραπληροφόρησης ως πρόσχημα για την ψήφιση νόμων που περιορίζουν την κριτική δημοσιογραφία. Οπως επισημαίνεται στην έρευνα, ειδικά για τους ηγέτες που εδώ και πολύ καιρό αναζητούσαν νέες μεθόδους για την καταστολή των ανεξάρτητων μέσων μαζικής ενημέρωσης η πανδημία και η επακόλουθη «infodemic» αποτέλεσαν τέλεια ευκαιρία για την προώθηση και ψήφιση νέων νόμων που έρχονται να προστεθούν στα νομοθετικά τους οπλοστάσια.
«Εργαλείο καταστολής»
Οπως τόνισε ο αναπληρωτής διευθυντής του IPI Σκοτ Γκρίφεν: «Η παραπληροφόρηση αποτελεί σοβαρό κίνδυνο για τις κοινωνίες και η πανδημία του κορονοϊού έχει δείξει πόσο επικίνδυνα μπορεί να αποδειχθούν τα διαδικτυακά ψεύδη και οι θεωρίες συνωμοσίας. Ομως ενώ η καταπολέμηση της διαδικτυακής παραπληροφόρησης είναι θεμιτός στόχος γενικά, η εξουσιοδότηση κυβερνήσεων και ρυθμιστικών αρχών να αποφασίζουν ποιες πληροφορίες είναι αληθείς και ποιες ψευδείς συνιστά επικίνδυνα λανθασμένο μονοπάτι».
Σύμφωνα με τον ίδιο μάλιστα, σε λάθος χέρια, όπως τα αυταρχικά κράτη, αυτοί οι νόμοι περί ψευδών ειδήσεων μετατρέπονται σε σημαντικό εργαλείο καταστολής. «Αλλά ακόμη και στα “σωστά” χέρια δεν υπάρχει καλή κρατική λογοκρισία. Σε πολλά κράτη σε ολόκληρο τον κόσμο οι κυβερνήσεις χρησιμοποιούν τη ρητορική περί ψευδών ειδήσεων ως εργαλείο για να μειώσουν την εμπιστοσύνη του κοινού στα μέσα ενημέρωσης. Αυτή η ενσωμάτωση του θέματος των ψευδών ειδήσεων στη νομοθεσία συμβάλλει μεταξύ άλλων στον ψηφιακό αυταρχισμό και βλάπτει την ικανότητα των δημοσιογράφων να ασκούν το λειτούργημά τους – κάτι που όπως είδαμε πρόσφατα είναι απαραίτητο για την ενημέρωση των πολιτών και τον έλεγχο των κυβερνήσεων» κατέληξε ο ίδιος.
Σε Ρωσία και Βολιβία
Ενδεικτική είναι η κατάσταση στη Ρωσία, όπου, όπως προκύπτει από την έρευνα, σύμφωνα με νέο νόμο τα μέσα μαζικής ενημέρωσης τα οποία διαπιστώνεται ότι διασπείρουν σκόπιμα «ψευδείς πληροφορίες» σχετικά με σοβαρά θέματα δημόσιας ασφάλειας, όπως η Covid-19, θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν πρόστιμα έως 117.000 ευρώ. Οι αρχές απέκτησαν επίσης τη δυνατότητα να κλείνουν ιστότοπους και να λογοκρίνουν όσους εμφανίζουν «κατάφωρη ασέβεια» για το κράτος στο διαδίκτυο.
Στη Βολιβία υπογράφηκε ένα αόριστα καθορισμένο διάταγμα, το οποίο επέβαλλε μέγιστη ποινή φυλάκισης δέκα ετών για όποιον διαδίδει «κάθε είδους πληροφορία που μπορεί να θέτει σε κίνδυνο, να επηρεάζει τη δημόσια υγεία ή να δημιουργεί αβεβαιότητα μεταξύ του πληθυσμού». Οι περιορισμοί αυτοί καταργήθηκαν τελικά έπειτα από έντονη κριτική από δημοσιογραφικές οργανώσεις και διεθνή πίεση.
Νόμοι έκτακτης ανάγκης
Τον Μάρτιο ο βασιλιάς της Ιορδανίας Αμπντουλάχ ενέκρινε έναν νόμο έκτακτης ανάγκης ο οποίος παρέδωσε στον πρωθυπουργό σαρωτικές εξουσίες για να αντιμετωπίσει όποιον διαδίδει «φήμες και ψεύτικες ειδήσεις που σπέρνουν πανικό» σχετικά με την Covid-19. Μάλιστα ο νόμος, ο οποίος επιτρέπει τη λογοκρισία και το λουκέτο σε οποιοδήποτε Μέσο χωρίς τεκμηριωμένη αιτιολόγηση, δεν φαίνεται να έχει χρονικά όρια.
Αντίστοιχα στην Ουγγαρία η κυβέρνηση του Ορμπάν ενέκρινε τροπολογίες που ποινικοποιούν τη διάδοση της παραπληροφόρησης που θεωρείται ότι υπονομεύει τον αγώνα των αρχών κατά της Covid-19 με πρόστιμα αλλά και φυλάκιση έως και πέντε ετών. Το κυβερνών κόμμα Fidesz και οι υποστηρικτές του στα μέσα μαζικής ενημέρωσης έχουν από καιρό χρησιμοποιήσει κατηγορίες για «ψεύτικες ειδήσεις» για να στοχοποιήσουν κριτικούς δημοσιογράφους.
Επίσης πρέπει να σημειωθεί ότι ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις κάποιοι από τους σχετικούς νόμους έπαυσαν να ισχύουν όταν σταμάτησε η κατάσταση έκτακτης ανάγκης, σε άλλες χώρες τα νομοθετήματα αυτά αποτελούν πλέον αναπόσπαστο κομμάτι του ποινικού κώδικα. Οι μακροπρόθεσμες συνέπειες που αναμένεται να έχουν αυτά τα νομοθετήματα στην ελευθερία των μέσων ενημέρωσης σε αυτές τις χώρες έχουν ήδη απασχολήσει πολλούς διεθνείς οργανισμούς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου