Διδάγματα από τη λογοτεχνία των... πανδημιών
Η γραφή προσφέρει μια μοναδική δυνατότητα. Αξιοποιώντας την ελευθερία που δίνει η μυθοπλασία μπορεί να θίγει, να αναδεικνύει, να δίνει ερμηνείες και να αμφισβητεί. Διαβάζοντας στο «Foreign Affairs» το άρθρο «Τι μας λέει η λογοτεχνία για τις πανδημίες» του A. Weinstein, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Brown, συνειδητοποίησα ότι η λογοτεχνία προσφέρει, όμοια με κινηματογραφικό φιλμ, διαχρονικές «εικόνες» των απλών ανθρώπων και των εξουσιαστών τους σε καιρούς πανδημίας. Μας δίνει την ευκαιρία να κρίνουμε, να συγκρίνουμε, να αξιολογούμε και να συμπεραίνουμε πώς αντιμετωπίζουν καθημερινοί άνθρωποι και πανίσχυροι ηγέτες την πιο θεμελιώδη ανθρώπινη πράξη: την επαφή του ενός ανθρώπου με τον άλλο που σε ιογόνους καιρούς... σκοτώνει.
Ο Θουκυδίδης και ο Σοφοκλής περιγράφουν τα ανθρώπινα συναισθήματα που κορυφώνονται σε ακραίες καταστάσεις –σαν τις πανδημίες. Καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η ισχύς τυφλώνει, η ύβρις διαλύει και ο θυμός παρακινεί τους ανθρώπους πάντα σε λάθος κατεύθυνση. Διαπιστώνουν επίσης ότι ο χαρακτήρας των ανθρώπων παραμένει σταθερός.
Ο Θουκυδίδης περιγράφει τη στάση των Αθηναίων και της ηγεσίας τους στην επιδημία που χτύπησε το 430 π.Χ. και αναφέρεται στις ηθικές επιπτώσεις ορισμένων πράξεών τους. Αφηγείται την επιδημία αμέσως μετά το πιο γνωστό απόσπασμα του έργου του: τον επικήδειο λόγο που ο Περικλής εκφωνεί φαινομενικά για να επαινέσει τους πολίτες-στρατιώτες που έπεσαν στη μάχη, αλλά στην πραγματικότητα για να επαινέσει τους «νόμους» της πόλης.
Ο Περικλής παρουσιάζει την αθηναϊκή κοινωνία ως μια κοινωνία του μέτρου και της μετριοπάθειας: τολμηρή αλλά ποτέ βιαστική, ανοιχτή αλλά πάντα σε επαγρύπνηση, ανιδιοτελή αλλά και οδηγημένη από φωτισμένο προσωπικό συμφέρον. Τέτοιες ιδιότητες, δηλώνει, καθιστούν την Αθήνα ένα «σχολείο για όλη την Ελλάδα». Ωστόσο, η συμπεριφορά και η στάση των Αθηναίων αποδεικνύει πόσο εύθραυστοι και ασταθείς είναι οι «νόμοι» και πόσο «ευάλωτα» είναι τα προτερήματα.
Ο Σοφοκλής, στο «Οιδίπους Τύραννος», παρουσιάζει στους επιζώντες του «πρώτου κύματος» την απόφαση του ηγέτη Οιδίποδα να «νικήσει» την επιδημία που καταστρέφει τη Θήβα. Παρά την καλή του πρόθεση, στο τέλος αποτυγχάνει και καταστρέφονται ο ίδιος και η Θήβα. Πρόκειται για μια ιστορία που -ουσιαστικά- αμφισβητεί την ανθρώπινη ικανότητα για αυτογνωσία και -εμμέσως- εκφράζει αμφιβολίες για την ευθυκρισία της εξουσίας. Μπορεί η κρυμμένη αιμομιξία και η πατροκτονία να μην εξισώνονται με τις επιστημονικές εξηγήσεις για μια πανδημία, αλλά το ζήτημα της ευθυκρισίας της εξουσίας παραμένει επίκαιρο. Ταυτοχρόνως θέτει μια φαινομενικά απλή αλλά πολιτική ερώτηση: Ποιος θα φορτωθεί την ευθύνη;
Πάλι η λογοτεχνία έχει την απάντηση: Οι «εχθροί». Γι’ αυτό, μία χιλιετία μετά, η σύφιλη που σάρωνε την Ευρώπη παρουσιάστηκε για τους Αγγλους ως «γαλλική ευλογιά», για τους Παριζιάνους ως «morbus Germanicus» και για τους Φλωρεντινούς ως «ασθένεια της Νάπολης».
Στον «Χρυσό Θρύλο» (Legenda Aurea), ο Jacques de Voragine προσφέρει μια βιβλική «απάντηση» για την πανούκλα. Περιγράφει έναν «καλό άγγελο» να διατάσσει τον «κακό δαίμονα» να χτυπά με χοντρό ραβδί τις πόρτες των σπιτιών και σε κάθε σπίτι να «θανατώνει» ισάριθμους ανθρώπους με τα χτυπήματα στην πόρτα.
Στο «Δεκαήμερο» του Βοκάκιος, οι ιστορίες των ανθρώπων που είχαν καταφύγει σε μια απομονωμένη βίλα για να γλιτώσουν από τον Μαύρο Θάνατο περιγράφουν οικεία σε εμάς ανθρώπινα συναισθήματα και αντιδράσεις. Ο Ντάνιελ Ντεφόε στο «A Journal of the Plague Year» περιγράφει την εμπειρία από τη βουβωνική πανούκλα που έπληξε την πόλη του Λονδίνου το 1665. Οι Λονδρέζοι βάζουν γάντια, «απολυμαίνουν» με ξίδι, δεν ακουμπούν κανέναν και αναζητούν σημάδια στη σάρκα. Αποτυγχάνουν γιατί η «επαφή» μολύνει. Ο Ντίκενς στον «Ζοφερό Οίκο» εμφανίζει μια «αταξική» επιδημία ευλογιάς που δεν κάνει εξαιρέσεις και πλήττει τους πάντες – πλούσιους και φτωχούς.
Αναμφιβόλως, την πιο οικεία στη σημερινή κατάσταση περιγραφή την κάνει ο Καμί στην «Πανούκλα». Οι περιγραφές των ανθρώπινων συναισθημάτων, η ανεπάρκεια της εξουσίας, η αδυναμία της επιστήμης, η κερδοσκοπία, η διάψευση του μεταφυσικού και η επιβεβαίωση του υπερβατικού της φύσης δίνουν στην πανδημία γήινες αλλά πλημμελώς εξηγήσιμες διαστάσεις.
Η αιώρηση μεταξύ της υπερφυσικής ερμηνείας, στην οποία ο Θεός «... απατημένος [...] απέστρεψε το βλέμμα του...» και της πραγματικότητας που «... τα είδη πρώτης ανάγκης πωλούνται[...]σε μυθώδεις τιμές [και] οι φτωχές οικογένειες βρέθηκαν έτσι σε πολύ δύσκολη κατάσταση, ενώ οι πλούσιες δεν στερήθηκαν από τίποτα...», δίνει την πιο ρεαλιστική εικόνα της πανδημίας.
Αν υπάρχει κάτι που μας διδάσκει η λογοτεχνία είναι ότι για 2.500 χρόνια ο φόβος του άγνωστου, ο πανικός του θανάτου, η κερδοσκοπία και η δολιότητα της εξουσίας παραμένουν αναλλοίωτα.
* δημοσιογράφος, συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου