Κυριακή, Νοεμβρίου 22, 2020

Ο ΓΙΟΣ ΤΟΥ ΣΑΟΥΛ : Ένα αριστούργημα, μολονότι «Μετά το Άουσβιτς, είναι βαρβαρότητα να γράφει κανείς ποίηση» (Τέοντορ Αντόρνο)


Ο Γιος του Σαούλ

Κριτική : Χρήστος Μήτσης

Από -

Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στις Κάνες για ένα εντελώς πρωτότυπο και τολμηρό αριστούργημα, σκηνοθετικό ντεμπούτο ενός βοηθού του Μπέλα Ταρ.

«Μετά το Άουσβιτς, είναι βαρβαρότητα να γράφει κανείς ποίηση». Αυτή η φράση του Γερμανοεβραίου στοχαστή Τέοντορ Αντόρνο, μια από τις διασημότερες του προηγούμενου αιώνα, περιγράφει δραματικά το πολιτιστικό αδιέξοδο που συνάντησε ολόκληρη η μεταπολεμική δυτική κοινωνία. Πώς να κατανοήσει τη φρίκη του Ολοκαυτώματος στην πλήρη διάστασή της; Πώς να απαντήσει στα γιατί που τη γέννησαν, στο αν αυτά έπαψαν πλέον να υπάρχουν και, κυρίως, με τι τρόπο να επιχειρήσει να την περιγράψει; Διό­τι κάθε προσπάθεια αναπαράστασης του Ολοκαυτώματος είναι καταδικασμένη, όπως επισημαίνει ο Σλαβόι Ζίζεκ, αφού σ’ αυτή την περίπτωση «δεν υπάρχει απλή αισθητική χρήση, αλλά καταφανής κατάχρηση, που αναιρεί κάθε αισθητικό αποτέλεσμα».

Βοηθός του σπουδαίου Μπέλα Ταρ («Οι Αρμονίες του Βερκμάιστερ», «Το Άλογο του Τορίνο»), ο Ούγγρος Λάζλο Νέμες Θέλω ο θεατής να βρεθεί στον ίδιο λαβύρινθο με την ηρωίδα μου»: Ο Λάζλο  Νέμες μιλάει στο Flix για τη «Δύση Ηλίου»κάνει το σκηνοθετικό ντεμπούτο του στο Άουσβιτς. Εκεί όπου το 1944 ο Σαούλ είναι ένας από τους λίγους επιζώντες Εβραίους, μέλος της ειδικής ομάδας κρατουμένων η οποία έχει απομονωθεί από το υπόλοιπο στρατόπεδο και είναι αναγκασμένη να βοηθά τους ναζί στο μηχανισμό των μαζικών εκτελέσεων. Έχοντας την κάμερα κολλημένη στο πρόσωπό του σε πλάνα μεγάλης διάρκειας, δουλεύοντας με το βλέμμα του ήρωά του, τους περιβάλλοντες ήχους και το –εκτός εστίασης– φόντο, ο Νέμες μάς βυθίζει αμέσως στα έγκατα της επίγειας κόλασης και στην απόλυτη απόγνωση. Η αίσθηση είναι ιλιγγιώδης, απελπιστική, ταυτόχρονα όμως τίποτα φρικώδες δεν απεικονίζεται – όλα υποδηλώνονται.

Γιατί μόνο εκείνοι που έζησαν την απόλυτη φρίκη μπορούν (έχουν το ηθικό/αισθητικό δικαίωμα) να την εικονοποιήσουν. Οι υπόλοιποι, εμείς οι ζωντανοί («Είμαστε ήδη όλοι νεκροί» λέει ο Σαούλ σε έναν συγκρατούμενό του που τον παροτρύνει να συνεχίσει να ζει), δεν μπορούμε να αντιληφθούμε αυτή την οριακή ιστορική στιγμή, αλλά και κάθε ιστορική στιγμή τελικά, παρά μέσα από αντανακλάσεις, αφηγήσεις, θολές κι αποσπασματικές εικόνες. Μέσα από το βλέμμα ενός Άλλου.

Με ένα μοναδικό, τολμηρότατο και αφηγηματικά ρηξικέλευθο τρόπο, ο νεαρός Ούγγρος σκηνοθέτης ψελλίζει την τελευταία και οριστική κινηματογραφική λέξη πάνω στο Ολοκαύτωμα. Απαντά στο συνολικό πρόβλημα της απεικόνισης της βίας στη μεγάλη οθόνη και προχωρά μακρύτερα, αναζητώντας μαζί με τον ήρωά του διέξοδο στο απόλυτο αδιέξοδο. Κι εκεί που η ελπίδα έχει πάψει προ πολλού να υπάρχει, ο Σαούλ την… εφευρίσκει. Στο πρόσωπο ενός νεκρού παιδιού αναγνωρίζει (;) το δικό του και κάνει σκοπό της ζωής του να διασώσει τη σορό του από τους φούρνους και να τη θάψει. Έτσι, ο «Γιος του Σαούλ» μετατρέπεται σιγά σιγά από ένα σκληρό δράμα επιβίωσης σε μια σπαραχτική υπαρξιακή οδύσσεια. Σε απόλυτη ανθρώπινη τραγωδία-μελέτη του αδιανόητου και διαδικασία ανεύρεσης της ποίησης που υπάρχει, γιατί τελικά υπάρχει, μέσα του.

Δεν υπάρχουν σχόλια: