Σάββατο, Νοεμβρίου 23, 2019

Keftes.gr


Αποτέλεσμα εικόνας για κεφτεδες
«Κύριες και κύριοι, δε θα παύσω ποτέ , όσο ζω, να διακηρύσσω ότι ο κεφτές είναι ο βασιλεύς των delicatessen, όπως ο αητός είναι ο βασιλιάς των πετούμενων
«Μάλλον τα παραλές, φίλε», πέταξε κάποιος από την ομήγυρη.
 « Ξέρετε πόσοι τρόποι παρασκευής κεφτέδων υπάρχουν;»
«Πού θες να ξέρουμε;» είπε η Ράνια. «…Εσύ σύ είσαι ο ειδικός, εσύ θα μας πεις. Λοιπόν, εφτά, οχτώ;»
«Σε γελάσανε , καλή μου! Σας πληροφορώ ότι υπάρχουν πάνω από είκοσι, αν βάλεις τις παραλλαγές τους!»
« Δεν το πιστεύω!» , απόρησε μεταξύ σοβαρού και αστείου, ο Κώστας. Είδες μεταμορφώσεις το ταπεινό κρεατοσφαιρίδιο!...»
« Ταπεινό είναι το στομάχι σου, αν εξακολουθείς να το ταΐζεις μόνο με τους παραδοσιακούς κεφτέδες της Ράνιας.»
«Γιατί , ρε Βασίλη, τι έχουν οι κεφτέδες μου;«, είπε ενοχλημένη η Ράνια. «Τα καμάρια μου είναι όχι  μόνο  Top αλλά  και ΠΟΠ! Συνταγή πέντε αστέρων, αφού είναι συνταγή  της μανούλας μου της  Βάσως εξ Απειράνθου Νάξου, κληροδοτηθείσα με συμβολαιογραφική πράξη προς την κορούλα της, με πολλή γαστριμαργική σοφία!»
« Δεν αμφιβάλλω καθόλου, Ράνια μου , για του λόγου σου το αληθές ! Έχουμε γευτεί άπειρες φορές τα κεφτεδοποιήματά σου , και παίρνεις Άριστα με τόνο, αλλά , μωρέ παιδάκι μου , δε βαριέσαι να τρως όλο το ίδιο φαγητό ; Το πολύ περίσσιο χαλάει το ίσιο , λέει ο λαός...»
« Εγώ δεν έχω κανένα πρόβλημα. Κάνω ειδική διατροφή και αποφεύγω τα κρεατικά , ιδιαίτερα τα τηγανητά. Όμως  όσον αφορά  τον Κωνσταντίνο και τα παιδιά, σε πληροφορώ ότι δε διαπιστώνω καμία βαρεμάρα στα γούστα τους. Ίσα ίσα μου γανιάζουν το κεφάλι, αν περάσει βδομάδα χωρίς κεφτέ. Κι όταν τους τηγανίσω, να δείτε  πώς μαλώνουν  για το ποιος θα φάει περισσότερους. Η Μάχη του Στάλινγκραντ, σας λέω γίνεται στο τραπέζι …»
« Δε σκέφτηκες όμως ποτέ να τους παρασκευάσεις κάπως διαφορετικά,  με άλλα υλικά και σε κάποια από τις πολλές  παραλλαγές τους;»
«Όχι, γιατί να το κάνω; Είμαι παραδοσιακή  και γιατί  δε μου το 'χουν ζητήσει ποτέ να αλλάξω  και γιατί  έχω πολλή δουλειά. Πού να βρω χρόνο; Δεν ξέρεις τι μαρτύριο είναι το καθημερινό μενού για μια εργαζόμενη.»
« Είμαι η Μαίρη η Παναγιωταρά…», έπιασε να τραγουδά η Κούλα και αμέσως όλο το τραπέζι την ακολούθησε με κέφι, αλλάζοντας την κατεύθυνση της προσοχής μας.
«Αιωνία η μνήμη σου,  Λουκιανέ,  με τα ωραία σου!» αναφωνήσαμε σηκώνοντας τα ποτήρια μας.»
« Να ζήσουμε όλοι , να χαιρόμαστε τα ωραία και τα νόστιμα !», ακούστηκε η φωνή του Τάκη από το βάθος .
« Εβίβα, εβίβα, άσπρο πάτο!»
Άδειασα το ποτήρι μου. Ένα ευφορικό συναίσθημα είχε αρχίσει να απλώνεται μέσα μου. Ο τερψιλαρύγγιος Λήμνιος οίνος και η ευχάριστη ατμόσφαιρα της παρέας ζέσταιναν τα σωθικά μου , όλα κυλούσαν κατά πώς πρέπει για ανθρώπους της τάξης και της ηλικίας μας. Σάββατο βράδυ, με τη παρέα στα «Πουλιά του Βαγγέλη», είναι σαν να λέμε Ψυχή μου στα Πατήσια!

« Για να μην αφήσουμε τη συζήτηση που είχαμε ξεκινήσει  μισοτελειωμένη, ακούστε μερικές κεφτεδοπαραλλαγές.», συνέχισε μετά την ανάπαυλα των προπόσεων ο Βασίλης.
«Κεφτεδόπουλε, ασχολήσου με τα βομβίδια του πινακίου σου και άσε μας να φάμε με την ησυχία μας την  μπριζόλα μας!" , τον διέκοψε με τη στεντόρεια φωνή του ο προγάστορας Λευτέρης καμακώνοντας με το πιρούνι μια  μοσχαρίσια   μπριζόλα σε σχήμα παντόφλας. "...Το ταπεινό στομαχάκι μου  , από τη στιγμή που άρχισες να μιλάς, έχει μεταβληθεί από ορθόδοξο σε διαμαρτυρόμενο.»
« Προτάσεις κάνω , ρε Τριμαλχίωνα, προτάσεις καλού φαγητού, που πρώτος εσύ θα εκτιμήσεις. Λοιπόν , παιδιά, την επόμενη εβδομάδα σας προσκαλώ στο σπίτι για μια κεφτεδοκατάσταση.»
«Wunderbar, θα έρθουμε, θα έρθουμε !», είπε ο γερμανομαθής Σπύρος, ο επονομαζόμενος και  Γκέτε, λόγω της υπαλληλικής του ιδιότητας στο ομώνυμο Ίδρυμα της Θεσσαλονίκης.
«Θα έρθετε υπό την  προϋπόθεση…»
«..Να ντυθούμε  Μαμαλάκηδες  και Βέφες!», χαχάνισε η Μαρία, δείχνοντας την ηλικία της με την αναφορά στους λησμονημένους γίγαντες της μαγειρικής της νεότητάς μας .
«Θα έρθετε υπό την  προϋπόθεση  ότι θα επιλέξει ο καθένας από σήμερα, το είδος του κεφτέ που θα του παρασκευάσω, εξαιρουμένου φυσικά του κλασικού , ο οποίος θα απουσιάζει απ’ το τραπέζι. Καιρός είναι να τον εξορίσουμε απ’ τη ζωή των πενηντάρηδων. Διότι , όπως έχει υπολογίσει και ο διαιτολόγος μας ο Στάθης, που του αρέσουν οι στατιστικές, η κατανάλωση δέκα κεφτέδων την εβδομάδα , επί τριάντα έτη , ξέρετε σε τι αντιστοιχεί; Λέγε , ρε Στάθη!»
« Μετά χαράς!», απάντησε ο Στάθης αφήνοντας  προς στιγμήν στο πιάτο του το τροφαντό μπουτάκι ενός από τα άτυχα πουλιά του Βαγγέλη.
« Θα σας αναφέρω ,λοιπόν, κυρίες και κύριοι, χοντρικά κάποια ενδιαφέροντα στοιχεία, που δείχνουν πόσο βλαβερό τελικά είναι για την υγεία το νόστιμο φαγητό , όταν βασίζεται αποκλειστικά στο κρέας. Αναλυτικά στοιχεία θα βρείτε στη στήλη Διατροφή και Υγεία στο Site του Βασίλη μας, Keftes.gr., που σας πληροφορώ ότι χαλάει κόσμο . Καιρός είναι να το επισκεφθείτε κι εσείς, οι αμετανόητοι εραστές της εποχής του διατροφικού λίθου! Επί του προκειμένου τώρα: Ως γνωστόν ένα κιλό μοσχαρίσιος κιμάς μάς δίνει σαράντα περίπου κεφτέδες, που είναι το στάνταρτ της κατανάλωσης μιας τετραμελούς οικογένειας. Αν τρώμε δέκα κεφτέδες στην καθισιά μας κάθε δέκα μέρες , πόσοι κεφτέδες μάς πέφτουν το μήνα , κυρα δασκάλα;»

«Προφανώς τριάντα!» εκτόξευσε η Κούλα μου. «Και επειδή καταλαβαίνω πού το πας, οι τριάντα μηνιαίοι κεφτέδες, πολλαπλασιαζόμενοι επί δώδεκα , μας κάνουν τριακόσιους εξήντα το χρόνο.»
« Επομένως σε δέκα χρόνια θα έχουμε φάει ο καθένας μας τρεις χιλιάδες εξακόσιους κεφτέδες και σε τριάντα, δέκα χιλιάδες οκτακόσιους!», συμπέρανε ο Στάθης. Ερωτώ τώρα όλους σας , φίλοι μου αγαπημένοι, πόσος κιμάς αντιστοιχεί σ’ αυτόν τον αριθμό κεφτέδων;».
Βαλθήκαμε όλοι να υπολογίζουμε.
«Διακόσια εβδομήντα κιλά !», πετάχτηκε θριαμβευτικά ο Κορόπουλος, ο Μαθηματικός μας.
« Μπράβο σου, Αϊνστάνειον τέκνον μου , αφέονταί σοι όλες οι αμαρτίες, μολονότι έχεις φάει ένα βόδι σε κεφτέδες έως την τωρινή ζωή σου , μπαγασάκο μου!..»
«Εγώ ένα βόδι;Ποιος είμαι , ο Γαργαντούας;»
«Στάθη stop! Δε θέλουμε να ακούσουμε άλλο!», φώναξε ο Βαγγέλης.
« ...Χώρια τα ψωμιά, τα λάδια, τα αβγά και τα αλατοπίπερα…» , συνέχισε απτόητος ο Στάθης.
« Μην απογοητεύεστε , αγαπητοί μου, μην τα βάφετε μαύρα!», παρενέβη σαν μεσολοβητής του ΟΗΕ ο Βασίλης. «...Μία είναι η λύση για τα τριγλυκερίδια και τη χοληστερίνη μας!»
«Ποια είναι αυτή;», φωνάξαμε όλοι με ένα στόμα.
« Οι φυτικές κεφτεδοπαραλλαγές! Είναι η μοναδική, η σωτήρια λύση για την υγεία μας και ο καλύτερος τρόπος ικανοποίησης του απαιτητικού στομάχου μας. Τέρμα πια το  αηδιαστικό κρέας, Ναι στους φυσικούς εκπροσώπους του! Τι λέτε, συμφωνείτε να γίνουμε Βέγκαν ; Εγώ θα ρωτώ και η Μαρία θα γράφει την προτίμηση του καθενός. »

Έχοντας στο μυαλό βάρος ασήκωτο απ’ το βόδι που ‘χε φάει ο καθένας ως τώρα στη ζωή του , συμφωνήσαμε μετά βαΐων και κλάδων να γευτούμε τα σφαιριδιοκαλούδια που θα μας ετοίμαζε ο Βασίλης ο επονομαζόμενος Κεφτεδόπουλος, λόγω της αθεράπευτης αδυναμίας που είχε προς αυτό το είδος φαγητού. Άλλοι διάλεξαν κεφτέδες με βάση το πράσο, άλλοι πατατοκεφτέδες , μερικοί αποφάσισαν να δοκιμάσουν αντιπροσώπους τους φτιαγμένους από όσπρια και πράσινες ελιές , ενώ η Κούλα τους θεσπέσιους βλάχικους κεφτέδες από λαχανικά ,τιμής ένεκεν στις διατροφικές συνήθειες των εκ Περτουλίου καταγομένων  προγόνων της  .

Σηκωθήκαμε από το τραπέζι με στομάχι σε κατάσταση τυμπανισμού αλλά με ευφορική διάθεση παμπάλαιων  γλεντιών, τα οποία είχαμε ξεχάσει μετά την καταιγίδα της Μνημονιακής λαίλαπας . 

 Γυρίσαμε στο σπιτάκι μας πιασμένοι αλα μπρατσέτα , τραγουδώντας το  Σώπα όπου να ΄ναι  θα σημάνουν οι καμπάνες  . Ευτυχώς που  είχαμε σωφρόνως ποιήσει και διαλέξαμε ταβέρνα  της γειτονιάς μας. 
 Δεν μπορώ να θυμηθώ ποιος στήριζε περισσότερο ποιον. Σίγουρο είναι  ότι πέσαμε  ξεροί στο κρεβάτι με τα ρούχα ,  ενώ  η γυναίκα μου φώναζε: « Μη στριφογυρίζεις  σαν  τη σούβλα , με ανακατεύεις, θα ξεράσω όσα ντερλίκωσα!»

 Τέσσερις το πρωί πετάχτηκα κάθιδρος  από  την αγωνία ενός επερχόμενου  νταμπλά . Έτρεξα στο ψυγείο και ήπια μια  σόδα, μπας και ανακουφιστώ από τους  ιτσλί κεφτέδες  που μας είχε σερβίρει θριαμβικά σε γαβάθα αυτοπροσώπως ο  ο άρχοντας της υψηλής γαστριμαργίας Βαγγέλης . Αρνούνταν οι άτιμοι  πεισματικά να υπακούσουν στους νόμους της πέψης και είχαν στρογγυλοκαθήσει σαν αγκωνάρια  στο στομάχι μου, που χρειάζονταν επειγόντως κομπρεσέρ για να διαλυθούν.
Όσο για τον ύπνο , αυτός πλέον είχε δραπετεύσει από την μπαλκονόπορτα που είχα ανοίξει για να πάρω δροσερό αέρα,  παίρνοντας μαζί του και τον εφιάλτη που έβλεπα και   στον οποίο  κάποια μαλλιαρά τέρατα με τεράστιες προβοσκίδες με κυνηγούσαν για να με ρουφήξουν ολοσούμπητο.

Έβρασα το βαρύ γλυκό μου και βγήκα στο μπαλκόνι. Πήρα μαζί μου το κινητό για το 166, σε περίπτωση  που   κάποιος γκαρδιακός επισκέπτης  χτυπούσε την εσώθυρά μου. Το διαμέρισμα σειόταν από το ροχαλητό της Κούλας κι  εγώ ηρεμούσα  πίνοντας τον καφέ μου . Σκεφτόμουν με βαρύ κεφάλι  τα παιχνίδια που παίζει απ΄τη μια  στιγμή στην άλλη η ζωή , άθυρμα  ο άνθρωπος στα χέρια ενός αόρατου αλλά πανίσχυρου σκηνοθέτη, της σύμπτωσης  .
Περπατάς συνεχώς σε κινούμενο βάλτο και πώς να τα βγάλεις πέρα με τις μυλόπετρες της καθημερινότητας , με τις συνεχείς υποχρεώσεις , τους αγριεμένους ανθρώπους που συναντάς , διψασμένους για χρήμα και εξουσία . Πού να βασιστείς, να στηριχτείς; Στους ελάχιστους συγγενείς που αξίζει τον κόπο να εμπιστευτείς;Ευτυχώς που υπάρχουν οι λίγοι φίλοι, που μπορείς να εμπιστευτείς , να ξαλφρώσεις , να πεις τον πόνο σου, να ξεδιπλώσεις τα σχέδιά σου χωρίς να γελάσουν ή να σε κοιτάξουν καχύποπτα. 
 Μου ήρθε στο μυαλό ένα γκραφίτι  που είχα διαβάσει σ΄ένα τοίχο:

«Τα φιλαράκια τα καλά δύο φορές αδέρφια,
Σου διώχνουνε τα βάσανα , σου σβήνουνε τα ντέρτια!» 
Ένα δροσερό αεράκι χάιδευε το αξύριστο πρόσωπό μου κι εγώ ηρεμούσα. Σκεφτόμουν πόσο τυχερός ήμουν που γνώρισα, έστω και τόσο αργά, το φίλο μου το Βασίλη τον Καλαϊτζίδη ή Κεφτεδόπουλο, για τους γνωρίζοντες τα μικρά του πάθη.
Λοιπόν ο Βασιλάκης μου παρά λίγο να με στείλει πριν από τρία χρόνια στο Νοσοκομείο  ή στα θυμαράκια , έτσι που πετάχτηκε  μπροστά μου παραβιάζοντας το Stop  σ’ ένα σταυροδρόμι των Σαράντα Εκκλησιών. Πείσμωσα . Ανέπτυξα ταχύτητα , τον πρόφτασα  στην Έξοδο της Περιφερειακής και τον προσπέρασα φωνάζοντας κόσμια   «Πού πας , ρε δολοφόνε  κεφτεδοκέφαλε;», εφαρμόζοντας για πρώτη φορά την παράκληση της Κούλας μου να μη βρίζω χυδαία  στο τιμόνι.

Βγήκα  στην Περιφερειακή κι έγινα ένα καπνός  με την καρδιά μου να πεταρίζει σα τρομαγμένο πουλάκι , μπας και με κυνηγήσει και με κάνει του αλατιού. Ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να σου συμβεί με τους παλαβούς της ασφάλτου, όταν μάλιστα έχουν γενειάδα σαν του υποψήφιου δολοφόνου μου, που καθόταν στο τιμόνι .  


Παρκάροντας το αμάξι μου στο μεγάλο Σούπερ Μάρκετ στην αρχή της Εθνικής ,  άκουσα μια φωνή πίσω μου:
«Συγγνώμη, μπορώ να σας κάνω μια ερώτηση;»
 Γυρίζοντας το κεφάλι μου έμεινα στήλη άλατος.  Ο δολοφόνος με το τιμόνι!
Ο άνθρωπος που τον είχα αποκαλέσει κεφτεδοκέφαλο! Μ΄έζωσαν τα φίδια. Η ιστορία αυτή θα έχει κακά ξεμπερδέματα .
« Σ΄εμένα μιλάτε, κύριε;Δε σας φτάνει που μου κόψατε τα ήπατα.  Θέλετε, να με χτυπήσετε  από πάνω επειδή σας είπα κεφτεδοκέφαλο;»
Ο άνθρωπος με το μούσι γέλασε καλόκαρδα. « Όχι, όχι, δε θέλω να σας κάνω κανένα κακό.Απλώς θέλω να σας ρωτήσω αν ξέρετε το ανέκδοτο με τον κεφτέ»
« Τι νόημα έχει η ερώτησή σας; Με δουλεύετε;»

« Μην ανησυχείτε!», είπε καθησυχαστικά. «Δε σας ακολούθησα για να πάρω το αίμα μου πίσω επειδή με βρίσατε με αυτόν τον περίεργο τρόπο. Η συνάντησή μας εδώ οφείλεται σε ένα από τα απίθανα παιχνίδια που παίζει σε όλους μας  η τύχη.Μας έφερε  να ψωνίζουμε από το ίδιο μαγαζί...Σας είδα λοιπόν  και θέλησα να σας ζητήσω συγγνώμη»
Μαλάκωσα . «Αλήθεια , θέλετε  να μου ζητήσετε συγγνώμη; Οφείλω να ομολογήσω ότι είστε ο πρώτος Έλληνας οδηγός που μου ζητάει συγγνώμη στη ζωή μου »
« Όχι μία αλλά χίλιες ,αν αυτό θα σας ικανοποιήσει. Θα ήταν όμως αχρείαστη αν σας έκανα κακό. Η αφηρημάδα , βλέπετε, φέρνει μεγάλο πόνο στη ζωή των ανθρώπων, που δεν εξαγοράζεται με μια συγγνώμη.»
Ηρέμησα εντελώς . Ο  τύπος αυτός , αν εξαιρέσεις το  τρομαχτικό μούσι του , ήταν φανερό ότι  δεν ήταν από τους Ελληνάρες  που πουλάνε τσαμπουκαλίκι και ψοφάνε για καυγά.
«Κάτι με ρωτήσατε περί  κεφτέδων...»
«Ναι.Σας ρώτησα αν γνωρίζετε το ανέκδοτο με τον κεφτέ.»
«Ποιο, αυτό με τους δύο οδηγούς; Και ποιος δεν το γνωρίζει;»
«Έσκασε στα γέλια.
«Και φταις και δε φταις και φταις και δε φταις
Χαμογέλασα.
« Προς τι όμως αυτή η παράξενη ερώτηση;»
« Για δύο απλούστατους λόγους. Ο πρώτος επειδή λατρεύω τους κεφτέδες και ο δεύτερος επειδή εγώ είμαι ο επινοητής του ανεκδότου!»
Ήταν η σειρά μου να σκάσω στα γέλια. Τέτοια ψωνάρα δεν είχα ξανασυναντήσει στη ζωή μου. "Καλύτερα να του δίνω, πριν χοντρύνει το πράμα" , είπα μέσα μου.
« Με περνάτε για τρελό , ασφαλώς, γι΄αυτό θα σας κάνω ακόμη μια ερώτηση: Έχετε Internet;»
«Και ποιος δεν έχει τη σήμερον ημέρα;»
«Κάνετέ μου τη χάρη, παρακαλώ, και μπείτε στο site: www. keftes.gr. Εκεί θα σας λυθούν όλες οι απορίες.»
«keftes.gr» είπα με μια  χροιά ειρωνίας στη φωνή μου. « Τι είδους site  είναι αυτό; Σατιρικό;»
«Μπείτε μέσα και θα καταλάβετε;», είπε μειδιώντας. «Και μια που το έφερε η κακιά στιγμή, επιτρέψτε μου να συστηθώ.»
Έβγαλε από τη τσέπη του μια κάρτα και μου την έτεινε:« Αρχιτέκτων Βασίλειος Καλαϊτζίδης!»
Πήρα την κάρτα και , όπως επιβάλλει το σαβουάρ βιβρ, του 'δωσα τη δική μου:Μανόλης Βασιλειάδης, Δικηγόρος.
« Δικηγόρος , ε; Φτηνά τη γλίτωσα! Ο καλός θεός φαίνεται ότι αγαπάει τους αρχιτέκτονες..»
« Αντιθέτως μισεί τους δικηγόρους, όχι όλους αλλά τους πιο πολλούς, με τις αναδουλειές που έχουν στα χρόνια που διανύουμε.»
«Μη νομίσετε ότι και για μας είναι καλύτερα τα πράματα. Τα μεγάλα ψάρια τρώνε τα μικρά. Και πάλι χίλια συγγνώμη! Χάρηκα πολύ για τη γνωριμία, έστω κι υπ’ αυτές τις συνθήκες. Μπείτε , παρακαλώ, στο site και πάρτε με στο τηλέφωνο να συνεχίσουμε την κουβέντα μας...».
Μ΄αυτόν τον τρελό τρόπο εισέβαλε στη ζωή μου ο Βασίλης , που αποδείχτηκε λίρα εκατό και ανανέωσε την πίστη μου στην αριστοτελική άποψη για τη φιλία , εκεί που πήγαινα να πιστέψω ότι η εποχή μας την είχε ρίξει στη χωματερή. Γιατί, εκτός από το ότι  δεν πιάνεις εύκολα  φιλίες σε τέτοια ηλικία , είχα φάει ήδη στη μάπα τόσους και τόσους που παρίσταναν το φίλο. Όλοι σχεδόν προσποιούνταν, απλώς  αποσκοπούσαν σε κάποια εκδούλευση, να βγάλουν δηλαδή κατιτί λουκουμάκια στο χαρτί από τη σχέση, έτσι για να μην τους λεν κορόιδα, αφού τη σήμερον ημέρα όλα στηρίζονται στο συμφέρον. Άμα δεν έχεις κέρδος, χάνεις την ώρα σου, τι bullshit για αγνές φιλίες  μας λενε οι αφελείς , που τους μουτζώνουν  ιδιαιτέρως  οι σύγχρονοι Έλληνες .
«Πρώτη φορά σε ακούω να μιλάς με ενθουσιασμό για κάποιον!», μου πέταξε απορημένη η γυναίκα μου μια μέρα. «Χαίρομαι γιατί έχεις κι εσύ επιτέλους έναν άνθρωπο να πεις δυο κουβέντες της προκοπής, όλο για χάρες σε παίρνουν και δωρεάν συμβουλές, να έξοδα , να τραπεζώματα, Μανόλη Μανολάκη για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη, κατά πώς λέει ο ποιητής.».
Έτσι βρήκε ο νέος Φίλιππος τον  Ναθαναήλ του , δηλαδή όπως λέμε  κύλισε ο τέντζερης και  βρήκε το καπάκι του. Διαφορετικά μεν επαγγέλματα, παράλληλες όμως πορείες ζωής και κοινά ενδιαφέροντα. Αριστερός εγώ από τα νιάτα μου , αριστερός κι αυτός στα δικά του, από κείνους τους σκληρούς , του εδώ και τώρα τα θέλω όλα. Με τα χρόνια, βέβαια, μπήκαμε λιγάκι στο πλύσιμο,  αλλά δεν καήκαμε στο σιδέρωμα. Αγάπη εγώ για τη λογοτεχνία και τους υπολογιστές, λατρεία αυτός, που έφτανε στα όρια του παροξυσμού, με βιβλιοθήκες ως το ταβάνι τίγκα σε Σεφέρηδες και Έλιοτ και Περιμένοντας τον Γκοντό , αλλά  και με ένα καταπληκτικό blog στο Internet, αποδεικνύοντας ότι ήταν μερικά έτη φωτός πιο μπροστά από μένα στον τομέα αυτό.
Κeftes.gr, μάλιστα κύριε! Όπου ο Βασίλης μας έκανε τα όργιά του: τα προοδευτικά πολιτικά και  κοινωνικά του άρθρα , τις πολυδιάστατες  καλλιτεχνικές αναρτήσεις , τον ανυποχώρητο αγώνα κατά του αποχανωτικού  λάιφ στάιλ των μίντια , τα φαρμακερά ξεμπροστιάσματα των επωνύμων και του ρηχού , αντιπνευματικού τρόπου ζωής τους , τις προτάσεις του για ωραίες αναψυχές, υπέροχα βιβλία, κορυφαίες ταινίες  , κουλτουριάρικες εκδρομές και προτάσεις για εκλεκτά εδέσματα με βιολογικά υλικά - ανάμεσά στα οποία δεσπόζουσα θέση είχε ο  φοβερός και τρομερός κεφτές.
«Καλά…», τον ρωτώ μια μέρα, «…Πώς συμβιβάζεται εσύ , ένας αρχιτέκτονας , να έχεις τέτοια γούστα και να μην είσαι δοσμένος μέχρι τα μπούνια στην κονόμα;»
« Μυστήριο , ρε Μανόλη, όλη αυτή η ιστορία με την αδιοφορία μου για τα  λεφτά. Είναι θέμα αγωγής, θέμα ιδεολογικό, θέμα βιοχημικό; Πες το όπως θες, αλλά εγώ δεν ξέρω τι να σου πω… Ποτέ δεν είχα καλή σχέση με τα μπικικίνια , αλλά να πούμε και τη μαύρη αλήθεια δεν ξέρω τι θα έκανα αν δεν τα είχα. Γιατί εγώ δεν κυνηγάω τη δουλειά, δεν παίρνω εργολαβίες, μερικά μόνο εξοχικά  φτιάχνω , κάποιες βιλίτσες  στην εξοχή για κάποιους φευγάτους σαν και μένα. Εκεί βγάζω τα μεράκια μου, ξεχαρμανιάζω να πούμε. Μη νομίζεις τίποτα στιλ Μπαουχάους και μπρουταλιστικά στιλ . Απλά πράματα , φυσικά υλικά , πέτρα , ξύλο και εναλλακτικές συνθέσεις από χρησιμοποιημένα αντικείμενα που δένουν  δένουν αρμονικά  με το  τοπικό  περιβάλλον. Μισώ τις προκλητικές  καρακιτσαρίες των νεόπλουτων και αποφεύγω όπως ο διάολος το λιβάνι τα μέρη που συχνάζουν. 
Ευτυχώς που δουλεύει κι η Μαρία , παιδιά δεν έχουμε, τα καταφέρνουμε οι δυο μας. Ίδια μυαλά , ίδια γούστα , ταιριάξαμε με τη συντρόφισσα , περνάμε μια χαρά . Δεν παραπονιέμαι . Την υγειά μας προς το παρόν την έχουμε, τα απαραίτητα για τα προς ζην τα βγάζουμε , μας μένει κέρδος ο μπόλικος ελεύθερoς χρόνος, για ν’ ασχολιόμαστε με τις αγάπες μας, ή , επί το ρεαλιστικότερο, τις χαζομάρες ή τις μαλακίες, κατά τη γνώμη των πετυχημένων, τρομάρα τους!».

Πες μου το φίλο σου , να σου πω ποιος είσαι,  κι εγώ ήμουν περήφανος που είχα αποκτήσει ένα φίλο με πιστοποίηση και  ταινία ασφαλείας πετώντας του μόνο έναν ταπεινό υβριστικό κεφτέ κατάμουτρα. Όποιος είπε ότι η ζωή είναι η πιο μεγάλη πλακατζού είναι σοφός ο άνθρωπος και πρέπει να του κάνουνε μνημείο. Εκτοξεύεις , καλή ώρα, μια βρισιά σε κάποιον και , αντί να σου δώσει μια γροθιά στο πρόσωπο και να βρεθείτε στα δικαστήρια, σου προσφέρει τη … φιλία του. Και τι φιλία! Απ’ αυτές τις καλές , τις original, που δε ξεβάφουν στο πλύσιμο.
« Και δε μου λες , βρε Βασιλάκη,…» του λέω μια άλλη μέρα , όπως καθόμασταν και τρώγαμε κεφτέδες αβγολέμονο στης Κυρά Καλής , στου Χαριλάου, «…πώς σου ήρθε να βαφτίσεις το Site σου μ’ αυτό το όνομα, δεν έβρισκες ένα πιο…σοφιστικέ όνομα;».
Αντί να γελάσει, όπως θα ήταν φυσικό, φαίνεται πως πήρε στα σοβαρά την ερώτησή μου. Σταμάτησε να τρώει και έσκυψε προς το μέρος μου:
« Μανόλη, ο κεφτές έχει σφραγίσει τη ζωή μου σε τέτοιο βαθμό, που υποψιάζομαι, εγώ ένας ρασιοναλιστής ποιητικού τύπου , πως δεν είναι τυχαίος…», μίλησε με σβησμένη φωνή, σαν ένας κόμπος να την εμπόδιζε στο βάθος του λαρυγγιού του. Ανατρίχιασα.
« Τη μέρα που γεννήθηκα, η μάνα μου είχε φάει κεφτέδες, έστειλε μάλιστα τον πατέρα μου στη Διαγώνιο να της φέρει δύο μερίδες. Τη μέρα που έμαθα πως πέρασα στο Πανεπιστήμιο και έκλεισα το συμβόλαιο για να χτίσω το πρώτο σπίτι οι κεφτέδες με σάλτσα αποτελούσαν το κύριο πιάτο μου κι εγώ φάει κεφτέδες. Όσο για τις επιτυχίες μου στα ερωτικά , θα σου πω μόνο αυτό: την πρώτη μου κοπέλα την έριξα στην ταβέρνα Τα κεφτεδάκια στην Τούμπα, ενώ τη γυναίκα μου  τη γνώρισα στον πασίγνωστο για τους κεφτέδες  του Καραβίτη , στο Παγκράτι.»
« Είναι απίθανα όσα λες , αλλά δεν ξεφεύγουν από την κατηγορία των συμπτώσεων
« Επειδή είσαι άπιστος Θωμάς, θα σου πω και το εξής: Θυμάσαι την πολυκατοικία που έπεσε στη Ιπποδρομίου, το 78 , με το σεισμό;»
« Και ποιος δε τη θυμάται!»
«Εκείνη την εποχή έμενα στην πολυκατοικία αυτή. Την ώρα όμως του σεισμού δεν ήμουν μέσα .»
«Ευτυχώς ! Και πού ήσουν;»
«Έτρωγα κεφτεδάκια στην ταβέρνα του Ρογκότη!»
«Απίστευτο!»
«Κι όμως αληθινό! Θέλεις να σου αναφέρω κι άλλα κεφτεδοσυμβάντα της ζωής μου ;»
« Όχι, όχι, μ’ έπεισες με όσα μαγικά είπες ! Τώρα που το καλοσκέφτομαι, νομίζω ότι το τζίνι του κεφτέ σου έκανε το θαύμα του και με μας. Αν δε σου είχα ρίξει εκείνη την κεφτεδοβρισιά, δε θα τα πίναμε τώρα…»
«Ποια βρισιά, λεβέντη μου, ποια βρισιά! Ευλογία είναι η λέξη αυτή για κάθε στόμα, ευλογία!..»
«Keftes.gr και πάσης Ελλάδος! Άντε στην υγειά μας!».Είχε αρχίσει να ξημερώνει . Τέλειωσα το καφεδάκι μου, το στομάχι μου είχε πια ηρεμήσει , τράβηξα για το κρεβάτι. Λίγος ύπνος παραπάνω  δεν έβλαψε κανένα ,  κι εγώ φροντίζω τον εαυτούλη μου  , ποτέ δε βγήκα χαμένος από αυτή  τη μεσογειακή συνήθεια κι ας φωνάζει η Κούλα προς τι τόση πρεμούρα για τις ξάπλες και τις σιέστες σου , Μανόλη μου, αφού σε λίγα χρόνια θα κοιμόμαστε τον ύπνο τον αιώνιο;Δεν πας να καμακώσεις κανένα πελάτη, να μην πεθάνουμε της πείνας;...

Gerontakos, 23/11/2019


  • Add to Phrasebook
    • No word lists for Greek -> Greek...
    • Create a new word list...
  • Copy

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Armand Guillaumin (1841-1927) - Της μεγάλης των Γάλλων ιμπρεσιονιστών σχολής

Αρμάν Γκιγιομέν(1841-1927) ****************************************   Μορέ – Αρμάν Γκιγιομέν Κατερίνα Βασιλείου ...