«Λύση η πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης»
Τρεις ειδικοί μιλούν για το ελληνικό χρέος και το αδιέξοδο της λιτότητας
- (Φωτογραφία: ΑΠΕ )
Αθήνα
Ελλάδα,
Ιταλία, Πορτογαλία, Ιρλανδία βουλιάζουν κάτω από ένα ασήκωτο δημόσιο
χρέος, άνω του 120% του ΑΕΠ τους. Πώς μπορούν να ελαφρύνουν αυτό το
αβίωτο βάρος; Τρεις ειδικοί συμφωνούν ότι η λιτότητα δεν είναι η λύση.
«Το υψηλό δημόσιο χρέος είναι κάτι αρκετά συνηθισμένο στην Ιστορία, για παράδειγμα στις ΗΠΑ, στη Βρετανία και σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής» λέει ο Μπρένταν Σιμς, βρετανός ιστορικός στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ και πρόεδρος του ανεξάρτητου κέντρου αναλύσεων Project for Democratic Union (Πρόγραμμα για Δημοκρατική Ένωση) στο Μόναχο.
«Αλλά έχει οδηγήσει σε πολύ διαφορετικά αποτελέσματα: στη βρετανική και στην αμερικανική περίπτωση σε έναν ισχυρό παγκόσμιο ρόλο, σε άλλες χώρες σε μορφές διεθνούς δουλείας του χρέους. Αυτό συνέβη εν μέρει επειδή τα ισχυρότερα κράτη ήλεγχαν τα δικά τους νομίσματα και εν μέρει επειδή είχαν ανθεκτικά αντιπροσωπευτικά πολιτικά συστήματα που νομιμοποιούσαν την είσπραξη των φόρων και καθησύχαζαν τους πιστωτές» τονίζει. Ο ίδιος βλέπει ως λύση την πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης, ώστε τα χρέη να διαχυθούν σε όλη τη Γηραιά Ηπειρο.
«Οι ασθενέστερες χώρες είχαν λίγο έλεγχο επί των δικών τους νομισμάτων και διεφθαρμένους αναξιόπιστους πολιτικούς θεσμούς, ανίκανους να συλλέξουν τα έσοδα που απαιτούνταν και να πείσουν τους διεθνείς επενδυτές να δανείσουν, παρά μόνο με υψηλότατα, τιμωρητικά επιτόκια. Η Ελλάδα ανήκει σταθερά στη δεύτερη κατηγορία. Τώρα οι Έλληνες δεν θέλουν να επιστρέψουν στο αποτυχημένο εθνικό πρόγραμμα και στη δραχμή, αλλά ούτε μπορούν να υποχωρήσουν άνευ όρων στις απαιτήσεις της ΕΕ, η οποία επιβάλλει άδικη επιβάρυνση για τις μελλοντικές γενεές. Ούτε μπορεί η υπόλοιπη Ευρώπη να χαλαρώσει πολύ τα λουριά, επειδή φοβάται, μεταξύ άλλων, μη καταρρεύσει όλο το ευρωσύστημα κάτω από το βάρος απαιτήσεων από άλλες χώρες για ελάφρυνση χρέους» μας λέει ο Σιμς.
«Ευτυχώς υπάρχει μια λύση, αν και παραδόξως οι Έλληνες δεν την έχουν απαιτήσει. Μια πλήρης ομοσπονδιακή πολιτική ένωση θα συγχώνευε όλα τα χρέη της ευρωζώνης ώστε να εξυπηρετούνται μέσω ενός κοινού ευρωομολόγου της Ένωσης, με την εγγύηση ενός Κοινοβουλίου που θα αντιπροσωπεύει το σύνολο της ευρωζώνης. Ελάτε λοιπόν, Έλληνες, έχετε ήδη εγκαταλείψει την εθνική κυριαρχία σας με την ένταξη στο ευρώ, δεν έχετε τίποτε άλλο να χάσετε. Ζητήστε την πλήρη πολιτική ένωση τώρα!» καταλήγει ο συνομιλητής μας.
Λιτότητα: μια επικίνδυνη ιδέα
«Ένας συνδυασμός διαγραφής, επιμήκυνσης και τέλους στην άσκοπη λιτότητα θα βοηθούσε» μας λέει ο Μαρκ Μπλάιθ, καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Μπράουν, στις ΗΠΑ, και συγγραφέας του «Λιτότητα: μια επικίνδυνη ιδέα».
«Στην περίπτωση της Ελλάδας περίπου το 45% του χρέους συσσωρεύθηκε από το 2010 και έπειτα - μετά το χρηματοπιστωτικό κραχ - και ήταν αποτέλεσμα της συρρίκνωσης της οικονομίας, έτσι ώστε το ίδιο ποσό χρέους αυξήθηκε αντί να μειωθεί», ως ποσοστό του ΑΕΠ, που έχασε το 25% της αξίας του λόγω λιτότητας.
«Σε κάθε αναδιάρθρωση χρέους στη σύγχρονη ιστορία έχουν χρησιμοποιηθεί διαγραφές και επιμήκυνση. Αλλά αυτή τη φορά στην Ευρώπη τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η Γερμανία έλαβε ελάφρυνση του χρέους της το 1924, το 1929, το 1932 και το 1953. Το μισό χρέος της Πολωνίας διαγράφηκε το 1991. Η Ελλάδα δεν παίρνει τίποτε από αυτά - μόνο ένα κήρυγμα για δημοσιονομική σύνεση. Είναι ντροπή» τονίζει ο συνομιλητής μας.
«'Η κούρεμα ή έξοδος από το ενιαίο νόμισμα»
«Στην περίπτωση της Ελλάδας είναι σαφές ότι το πολύ υψηλό δημόσιο χρέος, τα μη ανταγωνιστικά κόστη εντός της ευρωζώνης και η αβεβαιότητα που προκαλείται από την αποτυχία των προγραμμάτων της τρόικας έχουν εξελιχθεί σε μια μη βιώσιμη κατάσταση» εκτιμά ο Τζόναθαν Χόπκιν, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στη London School of Economics.
«Στην Ελλάδα πρέπει να δοθεί μια ανάσα για να αναζωογονήσει την οικονομία της, και αυτό μπορεί να περιλαμβάνει είτε διαγραφή χρέους ή κάποιο πρόγραμμα με το οποίο οι μελλοντικές υποχρεώσεις θα εξαρτώνται από τα επίπεδα της οικονομικής ανάπτυξης. Αλλά φαίνεται ότι η ΕΕ δεν επιθυμεί, τουλάχιστον προς το παρόν, να το εξετάσει αυτό, διότι δυστυχώς η Ελλάδα φαίνεται να χρησιμοποιείται ως παράδειγμα για να πειθαρχήσουν άλλα κράτη-οφειλέτες εντός της ευρωζώνης και να διασφαλιστεί ότι δεν θα επιχειρήσουν να πιέσουν και αυτά για την αναδιάρθρωση των χρεών τους» προσθέτει.
«Ιστορικά, υπάρχουν πολύ λίγες περιπτώσεις χωρών με υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους και χαμηλής ανάπτυξης που μπόρεσαν στην πραγματικότητα να αποπληρώσουν τα χρέη τους. Συνήθως παραχωρείται κάποια αναδιάρθρωση χρέους, όπως στη Γερμανία μετά τον Α' και τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ή στη Λατινική Αμερική και στην Αφρική μετά τις κρίσεις χρέους της δεκαετίας του 1980 και του 1990. Η έξοδος από τη νομισματική ένωση είναι μια άλλη εναλλακτική λύση, δεδομένου ότι επιτρέπει την υποτίμηση του μισθολογικού κόστους, τη μεταστροφή μακριά από την κατανάλωση εισαγωγών και τη στάση πληρωμών μέρους του χρέους - η Ισλανδία και σε κάποιον βαθμό η Βρετανία έχουν ακολουθήσει αυτό το μονοπάτι» καταλήγει ο Χόπκιν.
Ειρήνη Μητροπούλου
«Το υψηλό δημόσιο χρέος είναι κάτι αρκετά συνηθισμένο στην Ιστορία, για παράδειγμα στις ΗΠΑ, στη Βρετανία και σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής» λέει ο Μπρένταν Σιμς, βρετανός ιστορικός στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ και πρόεδρος του ανεξάρτητου κέντρου αναλύσεων Project for Democratic Union (Πρόγραμμα για Δημοκρατική Ένωση) στο Μόναχο.
«Αλλά έχει οδηγήσει σε πολύ διαφορετικά αποτελέσματα: στη βρετανική και στην αμερικανική περίπτωση σε έναν ισχυρό παγκόσμιο ρόλο, σε άλλες χώρες σε μορφές διεθνούς δουλείας του χρέους. Αυτό συνέβη εν μέρει επειδή τα ισχυρότερα κράτη ήλεγχαν τα δικά τους νομίσματα και εν μέρει επειδή είχαν ανθεκτικά αντιπροσωπευτικά πολιτικά συστήματα που νομιμοποιούσαν την είσπραξη των φόρων και καθησύχαζαν τους πιστωτές» τονίζει. Ο ίδιος βλέπει ως λύση την πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης, ώστε τα χρέη να διαχυθούν σε όλη τη Γηραιά Ηπειρο.
«Οι ασθενέστερες χώρες είχαν λίγο έλεγχο επί των δικών τους νομισμάτων και διεφθαρμένους αναξιόπιστους πολιτικούς θεσμούς, ανίκανους να συλλέξουν τα έσοδα που απαιτούνταν και να πείσουν τους διεθνείς επενδυτές να δανείσουν, παρά μόνο με υψηλότατα, τιμωρητικά επιτόκια. Η Ελλάδα ανήκει σταθερά στη δεύτερη κατηγορία. Τώρα οι Έλληνες δεν θέλουν να επιστρέψουν στο αποτυχημένο εθνικό πρόγραμμα και στη δραχμή, αλλά ούτε μπορούν να υποχωρήσουν άνευ όρων στις απαιτήσεις της ΕΕ, η οποία επιβάλλει άδικη επιβάρυνση για τις μελλοντικές γενεές. Ούτε μπορεί η υπόλοιπη Ευρώπη να χαλαρώσει πολύ τα λουριά, επειδή φοβάται, μεταξύ άλλων, μη καταρρεύσει όλο το ευρωσύστημα κάτω από το βάρος απαιτήσεων από άλλες χώρες για ελάφρυνση χρέους» μας λέει ο Σιμς.
«Ευτυχώς υπάρχει μια λύση, αν και παραδόξως οι Έλληνες δεν την έχουν απαιτήσει. Μια πλήρης ομοσπονδιακή πολιτική ένωση θα συγχώνευε όλα τα χρέη της ευρωζώνης ώστε να εξυπηρετούνται μέσω ενός κοινού ευρωομολόγου της Ένωσης, με την εγγύηση ενός Κοινοβουλίου που θα αντιπροσωπεύει το σύνολο της ευρωζώνης. Ελάτε λοιπόν, Έλληνες, έχετε ήδη εγκαταλείψει την εθνική κυριαρχία σας με την ένταξη στο ευρώ, δεν έχετε τίποτε άλλο να χάσετε. Ζητήστε την πλήρη πολιτική ένωση τώρα!» καταλήγει ο συνομιλητής μας.
Λιτότητα: μια επικίνδυνη ιδέα
«Ένας συνδυασμός διαγραφής, επιμήκυνσης και τέλους στην άσκοπη λιτότητα θα βοηθούσε» μας λέει ο Μαρκ Μπλάιθ, καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Πανεπιστήμιο Μπράουν, στις ΗΠΑ, και συγγραφέας του «Λιτότητα: μια επικίνδυνη ιδέα».
«Στην περίπτωση της Ελλάδας περίπου το 45% του χρέους συσσωρεύθηκε από το 2010 και έπειτα - μετά το χρηματοπιστωτικό κραχ - και ήταν αποτέλεσμα της συρρίκνωσης της οικονομίας, έτσι ώστε το ίδιο ποσό χρέους αυξήθηκε αντί να μειωθεί», ως ποσοστό του ΑΕΠ, που έχασε το 25% της αξίας του λόγω λιτότητας.
«Σε κάθε αναδιάρθρωση χρέους στη σύγχρονη ιστορία έχουν χρησιμοποιηθεί διαγραφές και επιμήκυνση. Αλλά αυτή τη φορά στην Ευρώπη τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η Γερμανία έλαβε ελάφρυνση του χρέους της το 1924, το 1929, το 1932 και το 1953. Το μισό χρέος της Πολωνίας διαγράφηκε το 1991. Η Ελλάδα δεν παίρνει τίποτε από αυτά - μόνο ένα κήρυγμα για δημοσιονομική σύνεση. Είναι ντροπή» τονίζει ο συνομιλητής μας.
«'Η κούρεμα ή έξοδος από το ενιαίο νόμισμα»
«Στην περίπτωση της Ελλάδας είναι σαφές ότι το πολύ υψηλό δημόσιο χρέος, τα μη ανταγωνιστικά κόστη εντός της ευρωζώνης και η αβεβαιότητα που προκαλείται από την αποτυχία των προγραμμάτων της τρόικας έχουν εξελιχθεί σε μια μη βιώσιμη κατάσταση» εκτιμά ο Τζόναθαν Χόπκιν, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στη London School of Economics.
«Στην Ελλάδα πρέπει να δοθεί μια ανάσα για να αναζωογονήσει την οικονομία της, και αυτό μπορεί να περιλαμβάνει είτε διαγραφή χρέους ή κάποιο πρόγραμμα με το οποίο οι μελλοντικές υποχρεώσεις θα εξαρτώνται από τα επίπεδα της οικονομικής ανάπτυξης. Αλλά φαίνεται ότι η ΕΕ δεν επιθυμεί, τουλάχιστον προς το παρόν, να το εξετάσει αυτό, διότι δυστυχώς η Ελλάδα φαίνεται να χρησιμοποιείται ως παράδειγμα για να πειθαρχήσουν άλλα κράτη-οφειλέτες εντός της ευρωζώνης και να διασφαλιστεί ότι δεν θα επιχειρήσουν να πιέσουν και αυτά για την αναδιάρθρωση των χρεών τους» προσθέτει.
«Ιστορικά, υπάρχουν πολύ λίγες περιπτώσεις χωρών με υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους και χαμηλής ανάπτυξης που μπόρεσαν στην πραγματικότητα να αποπληρώσουν τα χρέη τους. Συνήθως παραχωρείται κάποια αναδιάρθρωση χρέους, όπως στη Γερμανία μετά τον Α' και τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο ή στη Λατινική Αμερική και στην Αφρική μετά τις κρίσεις χρέους της δεκαετίας του 1980 και του 1990. Η έξοδος από τη νομισματική ένωση είναι μια άλλη εναλλακτική λύση, δεδομένου ότι επιτρέπει την υποτίμηση του μισθολογικού κόστους, τη μεταστροφή μακριά από την κατανάλωση εισαγωγών και τη στάση πληρωμών μέρους του χρέους - η Ισλανδία και σε κάποιον βαθμό η Βρετανία έχουν ακολουθήσει αυτό το μονοπάτι» καταλήγει ο Χόπκιν.
Ειρήνη Μητροπούλου
Πηγή: In.gr, Newsroom ΔΟΛ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου