Κυριακή, Οκτωβρίου 13, 2024

Αυστρία : ερωτοτροπώντας ξανά με τον φασισμό

 135253744AUSTRIAAAA.jpg


Αυστρία / Τελικά το τέρας δεν εξημερώνεται

Το εκλογικό αποτέλεσμα δίνει χρήσιμα συμπεράσματα για την άνοδο της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη και την αδυναμία των πολιτικών «ελίτ» να την αναχαιτίσουν

Κώστας Αργυρός


Μπορεί κάποιοι να θεωρούν την Αυστρία μια μικρή και πολιτικά ασήμαντη χώρα στο κέντρο της Ευρώπης, ιδανική ίσως μόνο για χειμερινές αποδράσεις την προ των Χριστουγέννων περίοδο. Θα πρέπει ωστόσο να έχουν στον νου τους δύο σημαντικούς παράγοντες. Ο πρώτος σχετίζεται με το γεγονός ότι η χώρα λειτούργησε μεταπολεμικά ως ένα «δοκιμαστήριο» σε πειράματα «εξημέρωσης» ή ενσωμάτωσης της Ακροδεξιάς στο πολιτικό σύστημα. Η δημιουργία του Συνδέσμου των Ανεξάρτητων αμέσως μετά τον πόλεμο είχε ως στόχο να μην αφήσει εκτός πολιτικού συστήματος πρώην ναζιστές με αντάλλαγμα τη θεωρητική αποδοχή από τη μεριά τους των νέων δεδομένων και θεσμών. Η λογική ήταν ότι αποκλεισμένοι και στερημένοι των πολιτικών τους δικαιωμάτων θα μπορούσαν να καταστούν περισσότερο επικίνδυνοι από το να συμμετέχουν στις εκλογές και στις πολιτικές διαδικασίες σεβόμενοι κανόνες. Από αυτό το κόμμα προέκυψε στη συνέχεια το FPΟ, το Κόμμα των Ελευθέρων, όπως αρεσκόταν να το αποκαλεί ο Γιέργκ Χάιντερ στα τέλη του περασμένου αιώνα, στρέφοντάς το παράλληλα προς πιο εθνικιστικές «γερμανοαυστριακές» θεωρίες.

Ποιος απομυθοποιήθηκε;

Ο Χάιντερ ήταν αυτός που βγήκε κερδισμένος από αυτή την «εξημέρωση» όταν το 2000 οι Χριστιανοδημοκράτες αποφάσισαν να περάσουν το ποτάμι και να σχηματίσουν κυβέρνηση μαζί του. Και τότε η λογική ήταν ότι η συμμετοχή του FPΟ θα το απομυθοποιούσε στα μάτια των οπαδών του, στερώντας του την ευχέρεια της αδιάκοπης και ανέξοδης αντιπολιτευτικής δημαγωγίας. Το πείραμα δεν πήγε και τόσο καλά, αν και οι Ελεύθεροι έπεσαν θύμα δικών τους εσωτερικών διαφωνιών, που οδήγησαν τελικά στη διάσπασή τους. Το ίδιο συνέβη και το 2017, όταν πάλι οι Χριστιανοδημοκράτες αποφάσισαν ότι το εθνολαϊκιστικό τέρας μπορεί να εξημερωθεί. Το τέρας πάλι δεν άλλαξε, απλώς έπεσε θύμα της αδηφάγας λαιμαργίας τού τότε ηγέτη του Χανς Κρίστιαν Στράχε, που, όπως αποκαλύφθηκε με το «σκάνδαλο της Ίμπιζα», αντιμετώπιζε την πολιτική ως ευκαιρία κερδοσκοπίας και πηγή πλουτισμού.

Ο δεύτερος παράγοντας που δεν πρέπει να αγνοεί κανείς έχει να κάνει με το γεγονός ότι η Αυστρία είναι μία από τις πιο πλούσιες και ευημερούσες χώρες της Ευρώπης, ειδικά σε ό,τι αφορά τα μεγάλα αστικά κέντρα της. Παρουσιάζει λοιπόν ενδιαφέρον να δηλώνουν οι πολίτες της «εξοργισμένοι» με το πολιτικό κατεστημένο και να στρέφονται και πάλι σε ένα κόμμα που τις δύο φορές που βρέθηκε να κυβερνά ουσιαστικά απέτυχε με πάταγο. Πολλοί πολιτικοί επιστήμονες θεωρούν πως αυτό έχει να κάνει με μια συνολική τάση που κυριαρχεί στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια και σχετίζεται με τις απανωτές κρίσεις και τον τρόπο που αποφάσισε να τις διαχειριστεί η πολιτική «ελίτ» τόσο των Βρυξελλών όσο και των περισσότερων ευρωπαϊκών πρωτευουσών. Στην Αυστρία, για παράδειγμα, όπως και στη Γερμανία, οι ακροδεξιοί εκμεταλλεύτηκαν την προσφυγική κρίση του 2015-2016, τα σκληρά μέτρα κατά της πανδημίας (που μάλιστα δεν εφαρμόστηκαν πλήρως στο τέλος, όπως ο υποχρεωτικός εμβολιασμός) και την ενεργειακή κρίση στη συνέχεια.

Συνηθίζουν στον αυταρχισμό

Ομως το πρόβλημα δεν μπορεί να εξηγηθεί απλώς με μηχανικό τρόπο. Το ερώτημα είναι γιατί ένας πολιτικός όπως ο αρχηγός του FPΟ Χέρμπερτ Κικλ, ο οποίος έχει στο παρελθόν εκφραστεί ανοιχτά φιλοναζιστικά και ζητά να σταλούν πίσω στο σπίτι τους οι μετανάστες λες και δεν μιλά για ανθρώπους, ψηφίζεται από 1 στους 3 πολίτες.

Η απάντηση δεν πρέπει να αναζητηθεί μόνο σ’ αυτό που επαναλαμβάνουν αναλυτές και δημοσιογράφοι τα τελευταία χρόνια. Ότι δηλαδή ο ακραίος δεξιός λόγος με το αναμάσημά του όχι μόνο από τους εμπνευστές του αλλά και από εκπροσώπους άλλων κομμάτων που αποφάσισαν να τον υιοθετήσουν τάχα «εκσυγχρονίζοντάς» τον τελικά απλώς δικαιώνει τους πρώτους διδάξαντες.

Υπάρχει και κάτι ακόμα. Η προσφυγή πολλών κυβερνήσεων σε σκληρές λύσεις για να ξεπεράσουν οι ίδιες την αδυναμία τους αντιμετώπισης κρίσεων τελικά οδηγεί κάποιους να προτιμούν να «εμπιστευτούν» τους πιο γνήσιους και ειλικρινείς εκφραστές του αυταρχισμού. Αυτούς που εμφανίζονται όχι μόνο ως πολυπράγμονες σωτήρες, αλλά και ως αυστηροί ποιμένες. Υπάρχει ένα κομμάτι της κοινωνίας που προσδοκά τέτοιες γρήγορες και απλοϊκές λύσεις. Η Αυστρία έχει παράδοση σ’ αυτό.

Από την άλλη, οι λαϊκιστές εδώ και χρόνια καταφέρνουν να κινούνται «μέσα στον κόσμο» και να προσποιούνται τους Ρομπέν των Δασών, ενώ στην ουσία είναι και αυτοί δημιουργήματα αυτού ακριβώς του συστήματος. Η περίπτωση του Χέρμπερτ Κικλ, που θέλει να γίνει τώρα καγκελάριος, είναι χαρακτηριστική. Είναι στην πολιτική επί δεκαετίες, έχει βιώσει τις διασπάσεις του κόμματός του, έχει υπηρετήσει εκδιωχθέντες ηγέτες, έχει θητεύσει υπουργός. Αλλά λέει ότι είναι ενάντια στο σύστημα, το οποίο τον «πολεμάει». Και 1 στους 3 κάνει πως τον πιστεύει…

Τώρα στην Αυστρία, όπως και στη Θουριγγία της Γερμανίας, τα άλλα κόμματα έχουν ένα πρόβλημα. Πρέπει να εξηγήσουν στους πολίτες γιατί δεν θέλουν να συνεργαστούν με το κόμμα που εκείνοι επέλεξαν να φέρουν στην πρώτη θέση, τόσο δηλαδή το FPΟ όσο και το AfD στη Γερμανία. Επιχειρήματα υπάρχουν φυσικά πολλά. Αλλά αν μπορούσαν να τα εκφράσουν πειστικά οι «δημοκρατικές δυνάμεις», θα το είχαν κάνει προεκλογικά. Και δεν θα είχαμε τώρα αυτό το αποτέλεσμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Νέο ανθολόγιο γερμανικής ποίησης

  Poesie, καλώς ήρθες, όμορφη νεότης! | booksitting.gr   3–4 λεπτά ...