Γιάννης Αλμπάνης: Ο Γκρίνμπεργκ δεν ρίχνει τις τιμές
Ένας
διακεκριμένος επικοινωνιολόγος συνηθίζει να λέει ότι “ο Κυριάκος
ενσωματώνει στο πολιτικό αφήγημά του τη δυσαρέσκεια του κόσμου“. Με αυτή
τη φράση εννοεί ότι ο Μητσοτάκης δεν αρνείται την ύπαρξη των μεγάλων
κοινωνικών προβλημάτων, όταν αυτά είναι τόσο εμφανή που η άρνησή του θα
τον καθιστούσε αναξιόπιστο. Πολλές φορές μάλιστα δεν αρνείται ούτε
αστοχίες της κυβέρνησης, στις περιπτώσεις που η κοινωνική δυσαρέσκεια
για ένα θέμα έχει διογκωθεί σε τέτοιο βαθμό που δεν μπορεί να γίνει
αντικείμενο της συνήθους διαχείρισης.
Οι εκφάνσεις της ενσωμάτωσης
Η
ενσωμάτωση της κοινωνικής δυσαρέσκειας στο αφήγημα Μητσοτάκη έχει
συνήθως πέντε εκφάνσεις οι οποίες εκτυλίσσονται άλλοτε διαδοχικά και
άλλοτε ταυτόχρονα:
- Το πρόβλημα είναι υπαρκτό, η κυβέρνηση το αναγνωρίζει.
- Για το πρόβλημα η ευθύνη δεν ανήκει στην κυβέρνηση αλλά σε εξωγενείς παράγοντες, όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία ή η κλιματική κρίση.
-
Παρότι δεν τα έχει καταφέρει ακόμα, η κυβέρνηση κάνει ό,τι καλύτερο μπορεί να γίνει.
-
Η κατάσταση είναι δύσκολη, αλλά έχει βελτιωθεί σε σχέση με το παρελθόν ή με άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
-
Μπορεί η κυβέρνηση να μην τα έχει καταφέρει στο συγκεκριμένο πεδίο, αλλά δεν υπάρχει εναλλακτική λύση, από τη στιγμή που διεκδικητές της εξουσίας είναι αναξιόπιστοι και τα πράγματα θα ήταν χειρότερα με αυτούς.
Η
τακτική της παραδοχής προβλημάτων και κυβερνητικών αστοχιών καθιστά
σαφώς πιο αξιόπιστο τον κυβερνητικό λόγο αφού δημιουργεί (ή τέλος πάντων
αποσκοπεί στο να δημιουργήσει) την αίσθηση ότι η εξουσία ακούει τα
παράπονα του πολίτη και βρίσκεται σε διάλογο μαζί. Δεδομένου ότι δεν
έχουμε δει άλλη κυβέρνηση στο παρελθόν να ακολουθεί αυτήν την τακτική,
είναι λογικό να υποθέσει κανείς ότι συνέβαλε στη διαμόρφωσή της ο
επικοινωνιολόγος Σταν Γκρίνμπεργκ, ο οποίος δουλεύει για τον
πρωθυπουργό.
Ωστόσο,
πρέπει να παρατηρήσει κανείς ότι η τακτική της ενσωμάτωσης της
δυσαρέσκειας μπορεί να λειτουργήσει μόνο σε μια κοινωνία που έχει
χαμηλές προσδοκίες από την πολιτική και κινείται στη σφαίρα της
αποστασιοποίησης από τα κοινά, όπως ακριβώς είναι η ελληνική κοινωνία
αυτή τη στιγμή. Άλλωστε η επιτυχία Μητσοτάκη στηρίζεται στη λογική του
μικρότερου κακού και όχι στην πολιτική γοητεία ή τον ενθουσιασμό του
οράματος.
Η συζήτηση για την ακρίβεια
Στη
χτεσινή προ ημερησίας συζήτηση στη Βουλή για την ακρίβεια, ο Κυριάκος
Μητσοτάκης ακολούθησε για μια ακόμα φορά την τακτική της ενσωμάτωσης της
κοινωνικής δυσαρέσκειας στο αφήγημά του. Από την αρχή κιόλας της
ομιλίας του υπογράμμισε: “Η η αλήθεια είναι ότι το πρόβλημα επιμένει,
ειδικά στον πληθωρισμό των τροφίμων. Μιλάμε, λοιπόν, για ένα δύσκολο
στοίχημα, το οποίο για να κερδηθεί χρειάζεται και χρόνο και συστηματική
προσπάθεια. Αλλά πριν από όλα χρειάζεται ρεαλισμό και γνώση της
πραγματικότητας. Και κανείς σήμερα δεν αρνείται ότι από τη μια οι υψηλές
τιμές στο σούπερ μάρκετ και από την άλλη τα υψηλά ενοίκια γι’ αυτούς
τους συμπολίτες μας οι οποίοι αναγκάζονται να νοικιάσουν σπίτι,
ροκανίζουν το μέσο εισόδημα”.
Ο
πρωθυπουργός υποστήριξε επίσης ότι “αρχικά μπορέσαμε και αναχαιτίσαμε
μέσα από μία, θα έλεγα, αρκετά τολμηρή πολιτική τις ανατιμήσεις στο
ρεύμα” καθώς και ότι “εδώ και πολλούς μήνες εφαρμόζουμε μια πολιτική με
στοχευμένα μέτρα για την ανακούφιση των ευάλωτων αλλά και το χτύπημα της
αισχροκέρδειας”. Είπε ακόμα ότι “το πρόβλημα της ακρίβειας έχει εθνικές
ιδιαιτερότητες, αλλά ότι ταυτόχρονα είναι ένα πρόβλημα το οποίο
δέχονται και τα υπόλοιπα 26 κράτη της Ευρώπης και τα υπόλοιπα 19 μέλη
της ευρωζώνης. Δεν είναι, με άλλα λόγια, μόνο ένα ελληνικό πρόβλημα“.
Απαντώντας δε στην κριτική της αντιπολίτευσης επισήμανε: “Ακούω από την
αντιπολίτευση μια κριτική σκληρή, αλλά ακούω και πολλές ακοστολόγητες
προτάσεις”.
Βλέπουμε
λοιπόν στην ομιλία του πρωθυπουργού και τις πέντε εκφάνσεις της
ενσωμάτωσης της κοινωνικής δυσαρέσκειας στο πολιτικό αφήγημά του: το
πρόβλημα είναι υπαρκτό και το καταλαβαίνουμε, δεν πρόκειται για ελληνικό
ζήτημα, κάνουμε ό,τι μπορούμε, η κατάσταση βελτιώνεται, οι αντίπαλοί
μας είναι αναξιόπιστοι.
Από
επικοινωνιακής άποψη αυτή η τακτική είναι εξαιρετικά αποτελεσματική,
ιδιαίτερα όταν ο Κασσελάκης και ο Ανδρουλάκης δεν μπορούν να πείσουν
τους πολίτες ότι αποτελούν μια αξιόπιστη εναλλακτική λύση. Το πρόβλημα
όμως για τους πολίτες είναι ότι με την καλή επικοινωνία δεν
αντιμετωπίζεται η ακρίβεια. Ο Γκρίνμπεργκ δεν μπορεί να ρίξει τις τιμές
στο ράφι.
Γιάννης Αλμπάνης
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου