Είναι γεγονός. Με την εφαρμογή της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ) για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια οι εγκεκριμένες από το υπουργείο Παιδείας θέσεις των εισακτέων μένουν κενές σε ποσοστό περίπου 20%. Περί τις 16.000 περισσότεροι άνθρωποι θα περνούσαν την πόρτα κάποιου πανεπιστημιακού τμήματος εάν το υπουργείο Παιδείας δεν είχε εισαγάγει το άκρως αμφιλεγόμενο αυτό μέτρο.
Μπορεί η Νίκη Κεραμέως να πανηγύρισε ότι «οι νέοι μας πλέον δε θα εγκλωβίζονται στα πανεπιστήμια», αλλά σύμφωνα με τον καθηγητή στο τμήμα Μηχανικών Βιοϊατρικής του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής Ερρίκο Βεντούρα, οι χαμηλοί βαθμοί εισαγωγής δεν οδηγούν απαραίτητα σε «λιμνάζοντες» ή «αιώνιους» φοιτητές. Μιλώντας στο tvxs.gr ο καθηγητής υποστηρίζει ότι ως αποτέλεσμα της κυβερνητικής πολιτικής, τμήματα που παράγουν επιστήμονες σε αντικείμενα που η κοινωνία αποδεδειγμένα έχει ανάγκη, βλέπε δασολόγους, μένουν χωρίς εισακτέους, με ό, τι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον τους ή την ίδια τους την ύπαρξη.
«Μέχρι και πέρυσι οι θέσεις που το υπουργείο ανακοίνωνε ότι είναι διαθέσιμες προς κάλυψη, καλύπτονταν από επιτυχόντες σε ένα ποσοστό 97-98%. Αυτό φέτος δεν συνέβη εξαιτίας της εισαγωγής της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής», σημειώνει ο κ. Βεντούρας. «Στους υποψήφιους από τα ΓΕΛ και τα ΕΠΑΛ από τους οποίους προκύπτει το 90% των επιτυχόντων, προκύπτουν γύρω στις 15.000 κενές διατιθέμενες θέσεις. Δεν αναφερόμαστε στους αποτυχόντες οι οποίοι και πέρυσι δε θα έμπαιναν στα πανεπιστήμια αλλά σε ανθρώπους που πέρυσι με την ίδια βαθμολογία κατά πάσα πιθανότητα θα είχαν δυνατότητα εγγραφής σε κάποια τμήματα», συμπληρώνει.
Είναι ενδεικτικό ότι από τους συνολικά 75.435 υποψηφίους από Γενικά Λύκεια της χώρας, μόνο 53.183 υπέβαλαν μηχανογραφικό. Δηλαδή περίπου 22.000 υποψήφιοι είτε κόπηκαν από το σύστημα πριν καν ανακοινωθούν οι βάσεις είτε επειδή δεν «έπιαναν» σε κανένα τμήμα την ΕΒΕ κι άρα δεν τους δινόταν καν επιλογή υποβολής μηχανογραφικού, είτε την «έπιαναν» σε λίγα τμήματα που δεν επιθυμούσαν καθόλου. Υπενθυμίζεται ότι με το νέο σύστημα η ΕΒΕ δεν είναι ίδια για όλα τα τμήματα αλλά διαμορφώνεται ανά τμήμα από το μέσο όρο των επιδόσεων των υποψηφίων επί έναν συντελεστή που επιλέγει το ίδιο το τμήμα.
Έχει μάλιστα ενδιαφέρον ότι στον σχετικό πίνακα του υπουργείου Παιδείας, πριν το συνολικό ποσοστό επιτυχίας υποψηφίων - για τα ΓΕΛ διαμορφώθηκε στο 66,84% - το υπουργείο έχει τοποθετήσει έναν δείκτη που ονομάζει «ποσοστό επιτυχίας επιλογής» στον οποίο καταγράφει το ποσοστό των επιτυχόντων επί όσων υπέβαλαν μηχανογραφικό. Το ποσοστό αυτό για τα ΓΕΛ έφτασε το 95,99%, αφού δεν συμπεριλαμβάνει στον παρονομαστή τους 22.000 «κομμένους» από το σύστημα.
«Είτε δεν τους δόθηκε καν η δυνατότητα υποβολής μηχανογραφικού, είτε οι ίδιοι επέλεξαν να μην εγγραφούν στις λίγες επιλογές που θα τους δίνονταν, αυτοί οι 22.000 άνθρωποι είναι σίγουρα βλαφθέντες από την ΕΒΕ», επισημαίνει ο καθηγητής του ΠΑΔΑ.
Μείωση εισακτέων σε 180 τμήματα
Η δραματική μείωση των επιτυχόντων στα πανεπιστήμια σημαίνει αυτόματα ότι ορισμένα τμήματα μένουν χωρίς ικανό αριθμό φοιτητών στο πρώτο τους έτος. Ο κ. Βεντούρας μέτρησε ότι περί τα 180 τμήματα στα ΑΕΙ της χώρας καταγράφουν μείωση εισακτέων σε σχέση με πέρυσι. «Η κατανομή αυτής της μείωσης βεβαίως δεν είναι ομοιογενής», παρατηρεί ο καθηγητής.
Το πιο κραυγαλέο παράδειγμα είναι το τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Δημοκριτείου με έδρα την Ξάνθη, όπου καμία από τις 108 διατιθέμενες θέσεις δεν καλύπτεται! Τραγική είναι η εικόνα όμως στο αντικείμενο της δασολογίας, η χρησιμότητα του οποίου για την ελληνική φύση και κοινωνία αποδείχθηκε (και) φέτος το καλοκαίρι με πολύ επώδυνο τρόπο.
«Από τα πέντε τμήματα δασολογίας στη χώρα, στο νέο ακαδημαϊκό έτος ένα έχει 0 επιτυχόντες, ένα δεύτερο έχει έναν, ένα τρίτο έχει επτά, το τέταρτο 21. Μόνο το τμήμα του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας με έδρα την Καρδίτσα διατηρείται στα επίπεδα του. Μεγάλη ζημιά έχουν υποστεί και γεωπονικά τμήματα», υπογραμμίζει ο καθηγητής.
Άλλα παραδείγματα δραματικής μείωσης εισακτέων ανά τμήμα:
- Φυσική Καβάλας με 11 επιτυχόντες σε 201 θέσεις,
- Μαθηματικό Σάμου με 5 επιτυχόντες και 305 θέσεις,
- Επιστήμης Διατροφής Λήμνου με 6 επιτυχόντες σε 106 θέσεις,
- Μηχανικών Ορυκτών Πόρων Κοζάνης με 3 επιτυχόντες σε 185 θέσεις,
- Μαθηματικών Καστοριάς με 6 επιτυχόντες σε 144 θέσεις,
- Περιβάλλοντος Λάρισας με 6 επιτυχόντες σε 113 θέσεις,
- Μαθηματικών Ηρακλείου με 31 επιτυχόντες σε 168 θέσεις,
- Αρχιτεκτόνων Πάτρας με 37 επιτυχόντες σε 96 θέσεις,
- Περιβάλλοντος Μυτιλήνης με 5 επιτυχόντες σε 101 θέσεις,
- Γεωπονία Καλαμάτας 30 στους 152
- Λογιστική Κοζάνης 30 στις 301 θέσεις
- Φυσικό Ηρακλείου 34 σε 155 θέσεις
- Γαλλικής φιλολογίας Θεσσαλονίκης 17 σε 117 θέσεις
- Ιταλικής φιλολογίας Θεσσαλονίκης 20 σε 94 θέσεις
- Φυσική Λαμίας 18 σε 97 θέσεις
Ο ρόλος του συντελεστή ανά τμήμα
Πώς προέκυψαν αυτά τα τμήματα και όχι άλλα; Θα μπορούσε παρά την εφαρμογή της ΕΒΕ, ο αριθμός των μη καλυπτόμενων θέσεων να είναι μικρότερος από 16.000; «Μάλλον ναι» είναι η απάντηση.
«Πρόκειται για τμήματα που παραδοσιακά δεν έχουν μεγάλη ζήτηση, όμως χωρίς την ΕΒΕ τα προηγούμενα χρόνια βρίσκονταν άνθρωποι να εγγραφούν σε αυτά. Ενδεχομένως σε ορισμένες περιπτώσεις, ειδικά σε τμήματα με ειδικά μαθήματα, τα ίδια τα τμήματα να υπερέβαλαν επιλέγοντας συντελεστή 1 ή 1,2, ανεβάζοντας αρκετά τον πήχη δυσκολίας. Πέρυσι για τα ειδικά μαθήματα υπήρχε μόνο η ρήτρα του 10. Φέτος που δόθηκε η επιλογή συντελεστή στα τμήματα, είδαμε ΕΒΕ σε ειδικά μαθήματα να φτάνουν το 14 ή και το 16», επισημαίνει ο καθηγητής.
Όμως για τον κο. Βεντούρα, τη βασική ευθύνη για τη δραματική μείωση των νέων φοιτητών φέρει η κυβέρνηση. «Τη βασική ευθύνη για την μεγάλη μείωση των επιτυχόντων ανήκει στο υπουργείο. Διότι και συντελεστή 0,8 να επέλεγαν όλα τα τμήματα, μόνο με την εφαρμογή της ΕΒΕ «σφαγή» θα γινόταν πάλι. Ενδεχομένως μικρότερη αλλά σφαγή», λέει χαρακτηριστικά.
Ο κ. Βεντούρας θεωρεί πως η δικαιολόγηση της μείωσης των φοιτητών ως «φάρμακο» στο φαινόμενο των αιώνιων φοιτητών είναι παραπλανητική. «Η πείρα έχει δείξει ότι μεγάλο ποσοστό των εισακτέων σε αυτά τα τμήματα, όσοι τελικά δεν έπαιρναν μετεγγραφή σε κεντρικότερα τμήματα και ενδεχομένως με μεγαλύτερες δυσκολίες απ’ ότι σε άλλα, ολοκλήρωναν τις σπουδές τους. Εξάλλου σε πολλές περιπτώσεις το ποσοστό των λιμναζόντων φοιτητών είναι υψηλότερο σε κεντρικά τμήματα, παρά σε περιφερειακά με χαμηλή ζήτηση», υποστηρίζει.
Για τον καθηγητή, ένας χαμηλός βαθμός εισαγωγής στην τριτοβάθμια δεν οδηγεί απαραίτητα σε μη ολοκλήρωση των σπουδών. «Αντιθέτως τα στοιχεία δείχνουν ότι δίνοντας ευκαιρίες στους ανθρώπους να σπουδάσουν, ένα μεγάλο ποσοστό θα τις αξιοποιήσει και θα γίνουν εξαιρετικοί επιστήμονες. Ακόμα και με όρους κόστους να το δούμε, τα λειτουργικά έξοδα των πανεπιστημίων είναι ετησίως της τάξης των λίγων εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ. Πραγματικά αξίζει να διατηρηθούν οι θέσεις και τα τμήματα».
Ποιό μπορεί όμως να είναι το μέλλον των τμημάτων με ελάχιστους νέους φοιτητές; «Η υπουργός Παιδείας έχει δηλώσει ότι επιθυμεί έναν νέο χάρτη για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Είναι σαφές πως για τμήματα με κανέναν ή έναν φοιτητή στο έτος, είναι πιθανό να εξεταστεί η κατάργησή τους», λέει ο κ. Βεντούρας.
Διαβάστε επίσης:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου