Μαθήματα διαφάνειας προς τα ελληνικά κόμματα/Το γερμανικό -αν και αντιφατικό- παράδειγμα
Τον περασμένο Απρίλιο, ένας άγνωστος προγραμματιστής λογισμικού δώρισε 1.000.000 ευρώ στους Γερμανούς Πράσινους προς ενίσχυση της προεκλογικής του καμπάνιας εν όψει των εκλογών του Σεπτεμβρίου, όπου η Αναλένα Μπέρμποκ διεκδικεί την Καγκελαρία. Η είδηση έπεσε ως βόμβα στην πολιτική ειδησεογραφία, καθώς επρόκειτο για το μεγαλύτερο ποσό που έχει δοθεί ως δωρεά στο συγκεκριμένο κόμμα. Τα χρήματα της δωρεάς προερχόταν από κέρδη του στην αγορά του bitcoin.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα της Bundestag, ο δωρητής είναι ο Μόριτζ Σμιτ. Μέσω ενός εκπροσώπου των Πρασίνων, γνωστοποίησε ότι με τη δωρεά του θέλει να «δώσει ώθηση για αλλαγή πολιτικής προς περισσότερη προστασία του περιβάλλοντος και του κλίματος». “Ο δωρητής μάς κατέστησε σαφές ότι θεωρεί αυτά τα κέρδη ως ανεκτίμητο πλούτο, τον οποίο δεν θέλει να διεκδικήσει για τον εαυτό του, αλλά θα ήθελε να χρησιμοποιήσει κοινωνικά […]”. Εν τω μεταξύ, βλέπει το σύστημα Bitcoin επικριτικά, μεταξύ άλλων στο πλαίσιο ότι οι απαραίτητες αριθμητικές πράξεις θα κατανάλωναν τεράστιες ποσότητες ηλεκτρικής ενέργειας.
Tις ίδιες ημέρες ο επιχειρηματίας Georg Kofler ανακοίνωσε πως δίνει 750.000 ευρώ, για τον ίδιο σκοπό, στους φιλελεύθερους του FDP. Ο 64χρονος Kofler είπε στην Handelsblatt ότι μετέφερε το ποσό γιατί ήθελε να στείλει “ένα ισχυρό μήνυμα υποστήριξης” για το κόμμα.
Ο πρώην επικεφαλής των τηλεοπτικών σταθμών Pro Sieben και Premiere επενδύει σε νεοσύστατες επιχειρήσεις εδώ και χρόνια. Είναι γνωστός σε ένα ευρύτερο κοινό μέσω του προγράμματος Vox “Die Höhle der Löwen”, στο οποίο οι ιδρυτές διαφημίζονται για επιχειρηματικά κεφάλαια.
Aλλά και ο επίσης επιχειρηματίας Christoph Alexander Kahl έδωσε 500.000 ευρώ στους Χριστιανοδημοκράτες του CDU.
Όπως γράφει το Politico, ” τα πολιτικά κόμματα στη Γερμανία εξαρτώνται λιγότερο από δωρεές ατόμων και εταιρειών σε σχέση με ορισμένες άλλες χώρες, καθώς λαμβάνουν επίσης σημαντικά έσοδα από κρατική χρηματοδότηση και τέλη συμμετοχής. Παρ ‘όλα αυτά, οι μεγάλες ιδιωτικές δωρεές μπορούν να τους βοηθήσουν να δώσουν προβάδισμα στην προεκλογική περίοδο.”
Σύμφωνα με το νόμο περί εκλογών και οικονομικών ενισχύσεων των κομμάτων που ισχύει στην Γερμανία, μόνο οι δωρεές άνω των 50.000 ευρώ πρέπει να καταχωρηθούν στο γερμανικό κοινοβούλιο «αμέσως». Οι μικρότερες δωρεές δημοσιοποιούνται μόνο μετά από περίπου δύο χρόνια, όταν αποκαλύπτονται στις οικονομικές εκθέσεις των κομμάτων. Η νομοθεσία έχει, αν μη τι άλλο, ενδιαφέρον επειδή υπάρχει άμεση ενημέρωση των πολιτών μέσω της ιστοσελίδας της Bundenstag, ωστόσο η “τρύπα” είναι προφανής, καθώς είκοσι μικρές δωρεές -με 19.999 ευρώ η κάθε μία- ισοδυναμούν με μία μεγάλη δωρεά του 1 εκατ. Εάν, δηλαδή, ένας επιχειρηματίας βάλει είκοσι στελέχη του να ενισχύσουν ένα κόμμα είναι εξαιρετικά δύσκολο να γίνει γνωστό.
Στην ίδια ιστοσελίδα υπάρχει η εφαρμογή PARTY DONATIONS TRACKER, δια της οποίας μπορεί να παρακολουθήσει κανείς σε πραγματικό χρόνο σε ποια ποσά ανέρχονται οι δωρέες προς τα κόμματα, λιγότερο από 2 μήνες πριν τις κρίσιμες εκλογές στη Γερμανία. Για παράδειγμα, την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, η λίστα των δωρεών είχε την εξής σειρά (σε ευρώ):
CDU/ 3.950.000 , FDP/ 2.600.000 , Greens/ 1.840.000 , SSW/ 870.000 , CSU/ 461.000, AfD/ 100.000 , SPD/ 50.000 (δείτε εδώ τις κινήσεις ποσών προς τα γερμανικά κόμματα, όπως καταγράφονται στην σχετική θεματική ενότητα του ιστοτόπου της γερμανικής Βουλής).
Oι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) με υποψήφιο τον Όλαφ Σολτς, για παράδειγμα, είχαν μόνο έναν δωρητή με ποσό πάνω από 50.000 ευρώ, ενώ το πολιτικό χρήμα κατευθυνόταν προς τους Χριστιανοδημοκράτες του Άρμιν Λάσετ, τους Φιλελεύθερους (που υπό προϋποθέσεις θα μπορούσαν να συμμετάσχουν στην επόμενη κυβέρνηση), και το ανερχόμενο αστέρι των Πρασίνων, την Αναλένα Μπέρμποκ.
Εύκολα και εύλογα μπορεί να παρατηρήσει κανείς μια μεγάλη αντίφαση. Η χώρα που έχει αναγάγει σε “επιστήμη” την διαφθορά πολιτικών και κυβερνήσεων ανά τον κόσμο (Siemens, MAN κ.ά) και έχει απασχολήσει πλειστάκις τις αμερικανικές αρχές για παρόμοια σκάνδαλα (ρύποι αυτοκινητοβιομηχανίας κ.ά), διαθέτει αυτή τη στιγμή ένα κάποιο σύστημα διαφάνειας σχετικά με την ιδιωτική χρηματοδότηση των κομμάτων.
Είναι, δε, η χώρα που στα καθ’ ημάς κινητοποίησε επί μακρόν “μαύρο” πολιτικό χρήμα προς τα ελληνικά κόμματα (Ν.Δ, ΠΑΣΟΚ), όπως έχει επισήμως καταγραφεί στην έρευνα της Εισαγγελίας του Μονάχου (μαρτυρίες στελεχών της Siemens που τέθηκαν σε πρόγραμμα προστασίας) και στην έρευνα της Debevoice&Plimpton για λογαριασμό του Αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς.
Στην Ελλάδα που υποτίθεται πως προσαρμόζεται στο ευρωπαϊκό κεκτημένο κάτι τέτοιο θα ήταν ανήκουστο. Εδώ και χρόνια καμία απολύτως προόδος δεν υπήρξε σχετικά με τα πραγματικά στοιχεία της δανειοδότησης των κομμάτων (ακριβές χρέος δανεισμού, αποπληρωμές, επιτόκια, ρυθμίσεις), ούτε καν στον δανεισμό των πολιτικών προσώπων, όπως προέκυψε από την πρόσφατη συζήτηση μετά την δημοσιοποίηση των “Πόθεν Έσχες”. Το “μαύρο” χρήμα στην Ελλάδα προστατεύεται και η απλή αριθμητική σχετικά με το πόσα ξοδεύουν τα κόμματα και εάν επαρκεί η κρατική επιχορήγηση καταλήγει συνήθως σε αδιέξοδο.
Αυτή θα μπορούσε να είναι μια μεγάλη μεταρρύθμιση. Μια καινοτόμα πράξη διαφάνειας και εκδημοκρατισμού. Αυτά -έστω τα ολίγα και αντιφατικά- συμβαίνουν στη Γερμανία. Εδώ;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου