Παρασκευή, Οκτωβρίου 12, 2018

Θλίψη σαν αδιόρατο βελούδο, σαν μετάξι, kανείς δεν την ανίχνευσε, δεν βρέθηκε ο τρόπος

Απ' την αρχή του κοσμου

Έχω μια θλίψη που έρχεται απ' την αρχή του κόσμου
μαζί με την βαθιά πνοή, την παγωμένη λάμψη.
Μπήκε στο πρώτο κύτταρο σαν μια μικρή ακίδα
κι, ότι απ' αυτό γεννήθηκε, θέλησε να υποτάξει.

Τ' αμέριμνα μικρά παιδιά, τα ζώα και τα δέντρα
ποτέ της δεν τα γλέντησε, δεν είχε τι να κάνει.
Μα αν έβρισκε συνείδηση, έβγαζε την βουκέντρα
κι έσπρωχνε την βαρύθυμη στην τρομερή χοάνη.

Θλίψη σαν αδιόρατο βελούδο, σαν μετάξι.
Κανείς δεν την ανίχνευσε, δεν βρέθηκε ο τρόπος.
Δεν σου φωνάζει: ''Είμ' εδώ!'' κι, ενώ όλα είναι εντάξει,
αυτή ‘ναι που θα φταίει, αν δεν σε χωράει ο τόπος.

Όπου τα λόγια είναι φτωχά, το πένθος είναι γλέντι
κι όπου μπορούν να ερωτευτούν η όμορφη κυρία
-που από τα ψώνια της γυρνά στο σπίτι ευτυχισμένη-
κι ο σκελετός που βρέθηκε κάπου στην Σιβηρία

Στρατιές περάσαν απο κεί, χαθήκανε στην δίνη,
σε μιά πραγματικότητα ρευστή σαν άγριο μέλι.
Οι ανήσυχοι σταυρώθηκαν, οι ήσυχοι τρομάξαν
κι ένας περίπου αλώβητος: ''Ο κύριος δεν με μέλει".

Θλίψη σαν αδιόρατο βελούδο, σαν μετάξι.
Κανείς δεν την ανίχνευσε, δεν βρέθηκε ο τρόπος.
Δεν σου φωνάζει: ''Είμ' εδώ!'' κι, ενώ όλα είναι εντάξει,
αυτή ‘ναι που θα φταίει, αν δεν σε χωράει ο τόπος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: