Ο άνθρωπος δεν θρώσκει
Διαξιφισμοί και δημόσιες αντιπαραθέσεις ανάμεσα σε πνευματικούς
ανθρώπους συμβαίνουν συχνά, διαξιφισμοί για θέμα γλωσσικό κάπως
σπανιότερα, καβγά με θέμα την ετυμολογία δεν θυμάμαι να έχουμε δει εδώ
και μερικά χρόνια. Καθώς είμαστε γλωσσικό ιστολόγιο, το θέμα καταρχην
μάς ενδιαφέρει. Βέβαια, έχουμε ήδη αναφερθεί παρεμπιπτόντως, σε σχόλια,
στη δημόσια αντιπαράθεση ανάμεσα στον Γιάννη Χάρη και στον Γιώργο
Κιμούλη, επειδή όμως στη συζήτηση θίχτηκαν ορισμένα γενικότερα ζητήματα
έκρινα ότι αξίζει να τους αφιερώσουμε ειδικό άρθρο, μεταξύ άλλων επειδή
από καιρό ήθελα να συζητήσω την ετυμολογια της λέξης «άνθρωπος».
Πριν ξεκινήσω, να προειδοποιήσω ότι ο Γιάννης Χάρης είναι φίλος μου, κι έτσι μπορεί να κατηγορηθώ για μεροληψία.
Ας είναι. Πάντως, επειδή εκτιμώ τον Γιώργο Κιμούλη, ελπίζω να διατηρήσω την αντικειμενικότητά μου.
Στην τακτική σαββατιάτικη στήλη του «Ασκήσεις μνήμης» στην Εφημερίδα των Συντακτών, μια στήλη που τη διαβάζω ανελλιπώς και που τη συστήνω και σε σας, ο Γιάννης Χάρης δημοσίευσε το προπερασμένο Σάββατο ένα άρθρο στο οποίο αναφέρθηκε και σε συνέντευξη που είχε δώσει μερικές μέρες νωρίτερα στην ίδια εφημερίδα ο Γιώργος Κιμούλης.
Η λέξη γάιδαρος, έλεγαν κάποτε, βγαίνει απ’ το αεί δαίρω· το φιτίλι, τότε μάλιστα που γραφόταν με -υ: φυτίλι, απ’ το φωτός ύλη· ενώ άνθρωπος, το δημοφιλέστερο, είναι τάχα ο άνω θρώσκων, που πηδάει προς τα πάνω, που τραβάει τ’ αψήλου.
Πάει καιρός που η επιστήμη, είτε βρήκε τη σωστή προέλευση μιας λέξης, το έτυμο, είτε δεν τη βρήκε, αποφάνθηκε πάντως πως όλα τα παραπάνω, και άπειρα άλλα, εννοείται, είναι παραετυμολογία. Η οποία πάει μαζί με την παραεπιστήμη. Η οποία ξέρουμε πια πού διακονείται και τι σκοπούς υπηρετεί –όταν γλωσσολογίζεται ο Αδωνης, λόγου χάρη, πως από το πλ πλ πλ που κάνει το κύμα βγήκε η λ. πέλαγος!
Φυσικά και δεν μπορεί να ξέρει ο καθένας, ακόμα και επιστήμονας, την ετυμολογία μιας λέξης, την εξέλιξη της επιστήμης κτλ. Διαβάζει όμως, οφείλει να διαβάζει, ιδίως όταν μιλάει από δημόσιο βήμα και δημοσίως στοχάζεται.
Οπως ο Γιώργος Κιμούλης, που θέλησε να στοχαστεί τις προάλλες από εδώ (27.1.18) με ετυμολογίες, όπου οι δύο στις τρεις ήταν παραετυμολογίες (ασήμαντη λεπτομέρεια για την τρίτη: το σχήμα δεν βγαίνει από τον αόριστο έσχον του ρ. έχω, αλλά από τον μέλλοντα: σχήσω).
Ας δούμε τα σοβαρά όμως, με τον αντίλογο να έρχεται από τον Μπαμπινιώτη, που αντιπροσωπεύει τη συντηρητικότερη σχολή της γλωσσολογίας, πέρα από την οποία υπάρχει μόνο η παραγλωσσολογία των Αδώνηδων.
«Τι είναι αυτός ο Αλλος, μιας και ξένος δεν υπάρχει» φιλοσοφεί ο Κιμούλης. «Ο ξένος προκύπτει από το “ξοινός” που σημαίνει κοινός. Κοινή είναι η γη, δεν ανήκει μόνο σ’ εμένα και σε κανέναν άλλον.»
Ομως ο Μπαμπινιώτης: «από το αρχαίο ξένος/ξείνος, από το *ξένFος, αβέβαιου ετύμου».
«Η ταυτότητά μας είναι μία: άνθρωπος» φιλοσοφεί και πάλι ο Κιμούλης. «Και εκ των πραγμάτων αυτή η διαβολεμένη ταυτότητα της ύπαρξής μας κουβαλάει τον κίνδυνο της έπαρσης, από το όνομά του και μόνο: “άνω θρώσκω”, πηδώ προς τα πάνω. Προς τα πού; Πουθενά.»
Ομως ο Μπαμπινιώτης: «αρχαίο, αβέβαιου ετύμου, πιθανώς από το *άνδρ-ωπος, από το ανήρ, ανδρός + -ωπός […], με τη σημασία “ο έχων ανδρική όψη, αυτός που μοιάζει με άνδρα”, όπου άνδρας σημαίνει γενικότερα τον άνθρωπο […]. Ας σημειωθεί ότι αρχικώς η λέξη χρησιμοποιήθηκε κυρίως με μειωτική κάπως σημασία, για να δηλώσει την τάξη των θνητών ανθρώπων, εν αντιθέσει με εκείνη των θεών. Είναι προφανές ότι η σύνδεση με το αρχαίο αναθρώσκω “αναπηδώ” είναι παρετυμολογική και επιστημονικώς αβάσιμη».
Μπορεί δηλαδή να αναθρώσκει κάποιος, όχι όμως γιατί αυτό σημαίνει τάχα τ’ όνομά του, η λέξη «άνθρωπος». Κι όταν πηδάει έτσι στον βρόντο, πηδάει στο πουθενά, όπως είπε μόνος του ο Κιμούλης. Με άλλα λόγια: πλ πλ πλ, αλήθεια πέλαγος, βαθύ.
Επί του γλωσσικού, όσα γράφει ο Χάρης με καλύπτουν απόλυτα, τα βρίσκω ολόσωστα -αν και δεν συμφωνώ με τον τύπο «παραετυμολογία» αντί του καθιερωμένου «παρετυμολογία» (το γραφει έτσι για να το συνδέσει με την παραεπιστήμη, μάλλον). Σε επίπεδο δεοντολογίας, είδα να επικρίνεται το γεγονός ότι ο Χάρης σχολίασε, οχι επαινετικά, συνέντευξη που δόθηκε στο ίδιο έντυπο, στην ΕφΣυν -αλλά δεν βλέπω γιατί να θεωρείται αυτό αντιδεοντολογικό, αφού το σχόλιο αφορά το βασικό αντικείμενο της στήλης του Γ.Χάρη, δηλαδή τη γλώσσα.
Ο Γιώργος Κιμούλης απάντησε μερικές μέρες αργότερα και, χάρη στις προόδους της τεχνολογίας η απάντησή του δημοσιεύτηκε ακριβώς από κάτω από το άρθρο του Χάρη (όπως και οι ανταπαντήσεις που ακολούθησαν), στην ίδια ιστοσελίδα, κι έτσι μπορεί ο αναγνώστης να δει τον διάλογο να ξετυλίγεται.
Παρόλο που εκτιμώ τον Γ. Κιμούλη, δεν συμφωνώ καθόλου με την απάντησή του -όχι μόνο επειδή στάζει έπαρση, που ας πούμε πως είναι συγγνωστό κουσούρι στους καλλιτέχνες. Δεν συμφωνώ για τα απαράδεκτα ad hominem, τις προσωπικές επιθέσεις προς τον Γ. Χάρη, τις αναίτιες ειρωνείες -ακόμα και για το ότι υπογράφει με το αρχικό του πατρωνύμου του!- ή τις αναφορές στο ύψος του (!!). Τέλος, δεν συμφωνώ με την απάντηση ούτε επί της ουσίας.
Ακολούθησε συντομότερη ανταπάντηση του Γ. Χάρη, νέα ανταπάντηση του Γ. Κιμούλη, τριτολογία του Γ. Χάρη και τριτολογία του Γ. Κιμούλη, που μπορείτε να τα διαβάσετε στη σελίδα της εφημερίδας και να διαμορφώσετε άποψη για το ποιος έχει δίκιο ή για το ύφος της αντιπαράθεσης. (Δεν θα ασχοληθώ σήμερα με κάποια γλωσσικά λαθάκια της αντιπαράθεσης -ίσως το Σάββατο)
Εγώ θα σταθώ στα γλωσσικά. Και εκεί οι θέσεις που υποστηρίζει ο Γ. Χάρης είναι πράγματι οι αυτονόητες επιστημονικές θέσεις.
Καταρχάς, και αυτό ίσως είναι θέμα στο οποίο αξίζει ν’ αφιερώσουμε ειδικό άρθρο, η ετυμολογία, σε αντίθεση με τις διαβεβαιώσεις διαφόρων (δεν εννοώ τον Κιμούλη) δεν «λέει την αλήθεια» ούτε «αποκαλύπτει τη βαθύτερη αλήθεια των λέξεων», παρά το γεγονός ότι «έτυμον» σημαίνει στα αρχαία «το αληθές, το βέβαιο». Δεν υπάρχει καμιά «βαθύτερη αλήθεια» κρυμμένη στις λέξεις. Η ετυμολογία μπορεί να βρει την αρχική σημασία των λέξεων και να μας δείξει πώς σκέφτονταν εκείνοι που ονομάτισαν τα πράγματα με αυτό τον τρόπο. Για να πάρουμε ένα απλούστατο παράδειγμα, το πορτοκάλι δεν έχει κοιτίδα του την Πορτογαλία, όπως θα δήλωνε το όνομά του. Ή, το τραγούδι δεν έχει κάποια σχεση με τον τράγο, παρόλο που ετυμολογικά από εκεί προέρχεται.
Από την άλλη, η ετυμολογία είναι ενασχόληση σαγηνευτική, διότι ο άνθρωπος είναι ζώο φιλέρευνο και θέλει να μαθαίνει -και επισης θέλει να αιτιολογεί τα πράγματα, να βρίσκει πώς και γιατί το Α φαινόμενο οδηγεί στο Β φαινόμενο. Για να πάμε στο θέμα μας, είναι στη φύση του ανθρώπου να θέλει να βρίσκει την προέλευση λέξεων και εκφράσεων.
Σε κάποιες περιπτώσεις, αυτό είναι (ή έστω φαίνεται) προφανές. Κι έτσι, κάποιος που κάνει τα πρώτα πρώτα του ετυμολογικά βήματα, διαπιστώνει ας πούμε ότι γεωμετρία λέγεται η επιστήμη που μετράει τη γη, κι ύστερα πηγαίνει ένα βήμα πιο πέρα, βρίσκει ότι ναυμαχία λέγεται η μάχη ανάμεσα σε πλοία, από το αρχαίο ναυς, που το βρίσκει και στο ναυάγιο, από το ναυς που ήδη το έμαθε και από το αρχαίο ρήμα «άγνυμι» που θα πει «σπάω», που το βρίσκει και στο κάταγμα.
Κάθε τέτοια μικροανακάλυψη προκαλεί ένα ευχάριστο ξάφνιασμα. Οπότε, είναι λογικό να θέλουμε να εφαρμόσουμε τα καινούργια μας εργαλεια σε ακόμα περισσότερες λέξεις. Αλλά δεν είναι όλες οι λέξεις σύνθετες ή δεν φαίνονται με γυμνό μάτι τα συστατικά τους μέρη, κι έτσι ο αρχάριος ερασιτέχνης ετυμολόγος προσπαθώντας να ανατάμει όλες τις λέξεις με τον ιδιο τρόπο, απλούστατα τις σφάζει, όπως θα μας έσφαζε ένας αυτοδίδακτος χειρούργος αν τον αφήναμε να μας εγχειρίσει.
Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, τον καιρό που η μελέτη των γλωσσών ήταν ακόμα στα σπάργανα, προσπάθησαν να ετυμολογήσουν τις λέξεις με βάση τις ιδιότητές τους -και τις περισσότερες τις έσφαξαν. Ο Κρατύλος του Πλάτωνα είναι γεμάτος με τέτοιες χασάπικες παρετυμολογίες. Σε σχέση με τον ανθρωπο, ο Σωκράτης εμφανίζεται να λέει τα εξής:
σημαίνει τοῦτο τὸ ὄνομα ὁ «ἄνθρωπος» ὅτι τὰ μὲν ἄλλα θηρία ὧν ὁρᾷ οὐδὲν ἐπισκοπεῖ οὐδὲ ἀναλογίζεται οὐδὲ ἀναθρεῖ, ὁ δὲ ἄνθρωπος ἅμα ἑώρακεν—τοῦτο δ’ ἐστὶ τὸ «ὄπωπε» —καὶ ἀναθρεῖ καὶ λογίζεται τοῦτο ὃ ὄπωπεν. ἐντεῦθεν δὴ μόνον τῶν θηρίων ὀρθῶς ὁ ἄνθρωπος «ἄνθρωπος» ὠνομάσθη, ἀναθρῶν ἃ ὄπωπε.
Υποστηρίζει δηλαδή ο Σωκράτης ότι ο άνθρωπος ονομάστηκε έτσι επειδή «αναθρεί» (στοχάζεται, συλλογίζεται) ἃ (αυτά τα οποία) όπωπε (είδε), ενώ τα άλλα ζώα δεν έχουν αυτή την ικανότητα.
Με όλο τον σεβασμό προς τον Πλάτωνα και τον Σωκράτη, η ετυμολόγηση αυτή είναι για γέλια -ή, τέλος πάντων, είναι εντελώς αβάσιμη. Ότι είναι εντελώς αβάσιμη φαίνεται αν σκεφτούμε ότι εξηγείται μία λέξη εντελώς βασική, εντελώς στοιχειώδης, με αναγωγή σε δυο άλλες, απο τις οποίες η μία τουλάχιστον ειναι δευτερογενής, σύνθετη, αφηρημένη. Όταν ετυμολογούμε τη ναυμαχία από το ναυς και το μάχη, έχουμε μια σύνθετη λέξη, μια δευτερογενή έννοια, που ανάγεται σε δύο απλές και στοιχειώδεις. Αν η ετυμολογία του Σωκράτη/Πλάτωνα ήταν σωστή, θα είχαμε το περίεργο, μια απο τις πρωταρχικές λέξεις να παράγεται από μια αφηρημένη λέξη, κάτι που θα μπορούσε να ισχύει μόνο αν υπήρχε προηγουμένως κάποια άλλη λέξη για την έννοια «άνθρωπος» που ξεχάστηκε.
Σήμερα, την ετυμολογική πρόταση του Πλάτωνα/Σωκράτη τη δέχονται μόνο κάποιοι ελληνοβαρεμένοι που διακινούν το Λερναίο κείμενο και ανάλογους γλωσσικούς μύθους -όμως υπάρχει μια άλλη εκδοχή, εξίσου αβάσιμη, ότι τάχα προέρχεται από το άνω+θρώσκω, ότι ο άνθρωπος θρώσκει (ορμά) προς τα επάνω. Παρετυμολογία χριστιανική αυτή, που οι περισσότεροι της γενιάς μου θα την έχουν ακούσει τουλάχιστον μία φορά στο σχολείο, απο κάποιον δάσκαλο ή καθηγητή -αναρωτιέμαι αν και οι σημερινοί εκπαιδευτικοί μεταλαμπαδεύουν αυτή τη μπαρούφα.
Άλλοι προσπαθώντας να ετυμολογήσουν τον άνθρωπο σκέφτηκαν το ανατρέφω, το «άνθος» ή τον «άνθρακα». Όπως λέει το σχετικό σημείωμα στο Λεξικό Μπαμπινιώτη, «οι παρετυμολογικές αυτές αναγωγές προσκρούουν σε θεμελιώδεις αρχές της φωνολογίας και του σχηματισμού των λέξεων».
Και τότε; Πώς ετυμολογειται ο άνθρωπος; Το ίδιο λεξικό αναφέρει την κοινώς αποδεκτή άποψη, ότι πιθανώς προέρχεται από αμάρτυρο *άνδρ-ωπος, αυτός που έχει όψη ανδρός -μια εξήγηση απολυτα εύλογη, αφού η ταύτιση άνδρα και ανθρώπου υπάρχει και σε αλλες γλώσσες (homme, man) και αφού έχουμε εξίσου πρωταρχικές έννοιες από τις οποίες συντίθεται η βασική αυτή λέξη.
Επειδή όμως οι γλωσσολόγοι ειναι επιστήμονες και όχι αλμπάνηδες, έχουν την εντιμότητα να γράψουν «πιθανό» ενώ οι παρετυμολόγοι (και, σε συναφή τομέα, οι νατσουλιστές) εκφέρουν τις αβάσιμες θεωρίες τους με στόμφο, απόλυτη βεβαιότητα και δίχως δισταγμό. Το να υπάρχει όμως επιφύλαξη για μια εξήγηση δεν σημαίνει ότι όλες οι εξηγήσεις που έχουν διατυπωθεί στο παρελθόν είναι εξίσου αποδεκτές όπως στρεψόδικα ή αφελώς υποστηρίζει ο Γ. Κιμούλης. Οι θεωρίες που έχουν απορριφθεί, έχουν απορριφθεί για συγκεκριμένους λόγους που εξακολουθούν να ισχύουν είτε ισχύει η ετυμολογία που σήμερα θεωρείται πιθανότερη είτε όχι. Ο άνθρωπος δεν… θρώσκει, αυτό είναι επιστημονικό κεκτημένο (εκτός αν με επιστημονικό τρόπο παρουσιαστούν νέα επιχειρήματα που να το υποστηρίζουν).
Θα μπορούσα να γράψω πολλά για την παρετυμολογία, αλλά επειδή το άρθρο παραμάκρυνε θα πω μόνο ότι αρκετοί από όσους επιδίδονται σε αυτήν έχουν κάποιον άλλο σκοπό και όχι απλώς τη μελέτη των λέξεων. Όπως οι χριστιανοί θέλησαν τον άνθρωπο να «άνω θρώσκει» γιατί αυτό ταιριάζει με τις διδαχές της θρησκείας τους, έτσι και οι εθνικιστές προσπαθούν να αποκαταστήσουν την τρωθείσα παρθενία της γλώσσας εφευρίσκοντας ελληνικές ετυμολογίες σε λέξεις που είναι δάνεια: το σιχτιρ από το «σε οικτίρω», ο μουσαφίρης από το «μέσα φέρει», η μπριζόλα από το «εν πυρί ζέει όλη» και βέβαια ο γάιδαρος «αεί γαρ δέρεται». Ο Γκας Πορτοκάλος είχε πολλούς και δραστήριους δασκάλους.
Και για να επανέλθω στην αντιπαράθεση Κιμούλη-Χάρη, είναι κωμική η προσπάθεια του Γ.Κιμούλη να δείξει ότι έχει υπόψη του τη βιβλιογραφία, αναφέροντας, τουρλού τουρλού, σοβαρά έργα αναφοράς και εντελώς αναξιόπιστα συγγράμματα του μακρινού παρελθόντος, σαν το (βυζαντινό) Μέγα Ετυμολογικόν, που το αναφέρει μάλιστα δυο φορές, γράφοντας μάλιστα λάθος τον λατινικό τίτλο του: ένα συγγραμμα που δεν έχει καμία απολύτως αξία παρά μόνο για τους μελετητές της ιστορίας των επιστημών -μας δείχνει δηλαδή ποιο ήταν το επίπεδο των γλωσσολογικών γνώσεων της εποχής, αλλά κανείς δεν το παίρνει στα σοβαρά, όπως κανεις δεν πάει να θεραπεύσει ασθενή έχοντας για οδηγό τα ιατρικά συγγράμματα των μέγιστων για την εποχή τους γιατρών της αρχαιότητας. (Αν και η σύγκριση αδικεί τον Γαληνό και τους άλλους μεγάλους Έλληνες γιατρούς, που μέσα στα γραφτά τους μπορεί να βρει κανείς μερικά πράγματα που ισχύουν, ενώ αν στύψεις όλο το Μεγα Ετυμολογικόν ειναι ζήτημα αν θα βγάλεις πέντε σωστες ετυμολογίες).
Όμως το Ετυμολογικόν το Μέγα το μοίραζε τις προάλλες μια (συντηρητική) εφημερίδα διαφημίζοντάς το σαν να προσφέρει την τελευταία λέξη της επιστήμης -κι έτσι μπήκε σε σπίτια που ζήτημα είναι αν έχουν έστω κι ένα κανονικό μεγάλο λεξικό, πόσο μάλλον ετυμολογικό. Κι έτσι, πολύ πιθανό ο άνθρωπος να συνεχίσει να θρώσκει…
Πριν ξεκινήσω, να προειδοποιήσω ότι ο Γιάννης Χάρης είναι φίλος μου, κι έτσι μπορεί να κατηγορηθώ για μεροληψία.
Ας είναι. Πάντως, επειδή εκτιμώ τον Γιώργο Κιμούλη, ελπίζω να διατηρήσω την αντικειμενικότητά μου.
Στην τακτική σαββατιάτικη στήλη του «Ασκήσεις μνήμης» στην Εφημερίδα των Συντακτών, μια στήλη που τη διαβάζω ανελλιπώς και που τη συστήνω και σε σας, ο Γιάννης Χάρης δημοσίευσε το προπερασμένο Σάββατο ένα άρθρο στο οποίο αναφέρθηκε και σε συνέντευξη που είχε δώσει μερικές μέρες νωρίτερα στην ίδια εφημερίδα ο Γιώργος Κιμούλης.
Η λέξη γάιδαρος, έλεγαν κάποτε, βγαίνει απ’ το αεί δαίρω· το φιτίλι, τότε μάλιστα που γραφόταν με -υ: φυτίλι, απ’ το φωτός ύλη· ενώ άνθρωπος, το δημοφιλέστερο, είναι τάχα ο άνω θρώσκων, που πηδάει προς τα πάνω, που τραβάει τ’ αψήλου.
Πάει καιρός που η επιστήμη, είτε βρήκε τη σωστή προέλευση μιας λέξης, το έτυμο, είτε δεν τη βρήκε, αποφάνθηκε πάντως πως όλα τα παραπάνω, και άπειρα άλλα, εννοείται, είναι παραετυμολογία. Η οποία πάει μαζί με την παραεπιστήμη. Η οποία ξέρουμε πια πού διακονείται και τι σκοπούς υπηρετεί –όταν γλωσσολογίζεται ο Αδωνης, λόγου χάρη, πως από το πλ πλ πλ που κάνει το κύμα βγήκε η λ. πέλαγος!
Φυσικά και δεν μπορεί να ξέρει ο καθένας, ακόμα και επιστήμονας, την ετυμολογία μιας λέξης, την εξέλιξη της επιστήμης κτλ. Διαβάζει όμως, οφείλει να διαβάζει, ιδίως όταν μιλάει από δημόσιο βήμα και δημοσίως στοχάζεται.
Οπως ο Γιώργος Κιμούλης, που θέλησε να στοχαστεί τις προάλλες από εδώ (27.1.18) με ετυμολογίες, όπου οι δύο στις τρεις ήταν παραετυμολογίες (ασήμαντη λεπτομέρεια για την τρίτη: το σχήμα δεν βγαίνει από τον αόριστο έσχον του ρ. έχω, αλλά από τον μέλλοντα: σχήσω).
Ας δούμε τα σοβαρά όμως, με τον αντίλογο να έρχεται από τον Μπαμπινιώτη, που αντιπροσωπεύει τη συντηρητικότερη σχολή της γλωσσολογίας, πέρα από την οποία υπάρχει μόνο η παραγλωσσολογία των Αδώνηδων.
«Τι είναι αυτός ο Αλλος, μιας και ξένος δεν υπάρχει» φιλοσοφεί ο Κιμούλης. «Ο ξένος προκύπτει από το “ξοινός” που σημαίνει κοινός. Κοινή είναι η γη, δεν ανήκει μόνο σ’ εμένα και σε κανέναν άλλον.»
Ομως ο Μπαμπινιώτης: «από το αρχαίο ξένος/ξείνος, από το *ξένFος, αβέβαιου ετύμου».
«Η ταυτότητά μας είναι μία: άνθρωπος» φιλοσοφεί και πάλι ο Κιμούλης. «Και εκ των πραγμάτων αυτή η διαβολεμένη ταυτότητα της ύπαρξής μας κουβαλάει τον κίνδυνο της έπαρσης, από το όνομά του και μόνο: “άνω θρώσκω”, πηδώ προς τα πάνω. Προς τα πού; Πουθενά.»
Ομως ο Μπαμπινιώτης: «αρχαίο, αβέβαιου ετύμου, πιθανώς από το *άνδρ-ωπος, από το ανήρ, ανδρός + -ωπός […], με τη σημασία “ο έχων ανδρική όψη, αυτός που μοιάζει με άνδρα”, όπου άνδρας σημαίνει γενικότερα τον άνθρωπο […]. Ας σημειωθεί ότι αρχικώς η λέξη χρησιμοποιήθηκε κυρίως με μειωτική κάπως σημασία, για να δηλώσει την τάξη των θνητών ανθρώπων, εν αντιθέσει με εκείνη των θεών. Είναι προφανές ότι η σύνδεση με το αρχαίο αναθρώσκω “αναπηδώ” είναι παρετυμολογική και επιστημονικώς αβάσιμη».
Μπορεί δηλαδή να αναθρώσκει κάποιος, όχι όμως γιατί αυτό σημαίνει τάχα τ’ όνομά του, η λέξη «άνθρωπος». Κι όταν πηδάει έτσι στον βρόντο, πηδάει στο πουθενά, όπως είπε μόνος του ο Κιμούλης. Με άλλα λόγια: πλ πλ πλ, αλήθεια πέλαγος, βαθύ.
Επί του γλωσσικού, όσα γράφει ο Χάρης με καλύπτουν απόλυτα, τα βρίσκω ολόσωστα -αν και δεν συμφωνώ με τον τύπο «παραετυμολογία» αντί του καθιερωμένου «παρετυμολογία» (το γραφει έτσι για να το συνδέσει με την παραεπιστήμη, μάλλον). Σε επίπεδο δεοντολογίας, είδα να επικρίνεται το γεγονός ότι ο Χάρης σχολίασε, οχι επαινετικά, συνέντευξη που δόθηκε στο ίδιο έντυπο, στην ΕφΣυν -αλλά δεν βλέπω γιατί να θεωρείται αυτό αντιδεοντολογικό, αφού το σχόλιο αφορά το βασικό αντικείμενο της στήλης του Γ.Χάρη, δηλαδή τη γλώσσα.
Ο Γιώργος Κιμούλης απάντησε μερικές μέρες αργότερα και, χάρη στις προόδους της τεχνολογίας η απάντησή του δημοσιεύτηκε ακριβώς από κάτω από το άρθρο του Χάρη (όπως και οι ανταπαντήσεις που ακολούθησαν), στην ίδια ιστοσελίδα, κι έτσι μπορεί ο αναγνώστης να δει τον διάλογο να ξετυλίγεται.
Παρόλο που εκτιμώ τον Γ. Κιμούλη, δεν συμφωνώ καθόλου με την απάντησή του -όχι μόνο επειδή στάζει έπαρση, που ας πούμε πως είναι συγγνωστό κουσούρι στους καλλιτέχνες. Δεν συμφωνώ για τα απαράδεκτα ad hominem, τις προσωπικές επιθέσεις προς τον Γ. Χάρη, τις αναίτιες ειρωνείες -ακόμα και για το ότι υπογράφει με το αρχικό του πατρωνύμου του!- ή τις αναφορές στο ύψος του (!!). Τέλος, δεν συμφωνώ με την απάντηση ούτε επί της ουσίας.
Ακολούθησε συντομότερη ανταπάντηση του Γ. Χάρη, νέα ανταπάντηση του Γ. Κιμούλη, τριτολογία του Γ. Χάρη και τριτολογία του Γ. Κιμούλη, που μπορείτε να τα διαβάσετε στη σελίδα της εφημερίδας και να διαμορφώσετε άποψη για το ποιος έχει δίκιο ή για το ύφος της αντιπαράθεσης. (Δεν θα ασχοληθώ σήμερα με κάποια γλωσσικά λαθάκια της αντιπαράθεσης -ίσως το Σάββατο)
Εγώ θα σταθώ στα γλωσσικά. Και εκεί οι θέσεις που υποστηρίζει ο Γ. Χάρης είναι πράγματι οι αυτονόητες επιστημονικές θέσεις.
Καταρχάς, και αυτό ίσως είναι θέμα στο οποίο αξίζει ν’ αφιερώσουμε ειδικό άρθρο, η ετυμολογία, σε αντίθεση με τις διαβεβαιώσεις διαφόρων (δεν εννοώ τον Κιμούλη) δεν «λέει την αλήθεια» ούτε «αποκαλύπτει τη βαθύτερη αλήθεια των λέξεων», παρά το γεγονός ότι «έτυμον» σημαίνει στα αρχαία «το αληθές, το βέβαιο». Δεν υπάρχει καμιά «βαθύτερη αλήθεια» κρυμμένη στις λέξεις. Η ετυμολογία μπορεί να βρει την αρχική σημασία των λέξεων και να μας δείξει πώς σκέφτονταν εκείνοι που ονομάτισαν τα πράγματα με αυτό τον τρόπο. Για να πάρουμε ένα απλούστατο παράδειγμα, το πορτοκάλι δεν έχει κοιτίδα του την Πορτογαλία, όπως θα δήλωνε το όνομά του. Ή, το τραγούδι δεν έχει κάποια σχεση με τον τράγο, παρόλο που ετυμολογικά από εκεί προέρχεται.
Από την άλλη, η ετυμολογία είναι ενασχόληση σαγηνευτική, διότι ο άνθρωπος είναι ζώο φιλέρευνο και θέλει να μαθαίνει -και επισης θέλει να αιτιολογεί τα πράγματα, να βρίσκει πώς και γιατί το Α φαινόμενο οδηγεί στο Β φαινόμενο. Για να πάμε στο θέμα μας, είναι στη φύση του ανθρώπου να θέλει να βρίσκει την προέλευση λέξεων και εκφράσεων.
Σε κάποιες περιπτώσεις, αυτό είναι (ή έστω φαίνεται) προφανές. Κι έτσι, κάποιος που κάνει τα πρώτα πρώτα του ετυμολογικά βήματα, διαπιστώνει ας πούμε ότι γεωμετρία λέγεται η επιστήμη που μετράει τη γη, κι ύστερα πηγαίνει ένα βήμα πιο πέρα, βρίσκει ότι ναυμαχία λέγεται η μάχη ανάμεσα σε πλοία, από το αρχαίο ναυς, που το βρίσκει και στο ναυάγιο, από το ναυς που ήδη το έμαθε και από το αρχαίο ρήμα «άγνυμι» που θα πει «σπάω», που το βρίσκει και στο κάταγμα.
Κάθε τέτοια μικροανακάλυψη προκαλεί ένα ευχάριστο ξάφνιασμα. Οπότε, είναι λογικό να θέλουμε να εφαρμόσουμε τα καινούργια μας εργαλεια σε ακόμα περισσότερες λέξεις. Αλλά δεν είναι όλες οι λέξεις σύνθετες ή δεν φαίνονται με γυμνό μάτι τα συστατικά τους μέρη, κι έτσι ο αρχάριος ερασιτέχνης ετυμολόγος προσπαθώντας να ανατάμει όλες τις λέξεις με τον ιδιο τρόπο, απλούστατα τις σφάζει, όπως θα μας έσφαζε ένας αυτοδίδακτος χειρούργος αν τον αφήναμε να μας εγχειρίσει.
Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, τον καιρό που η μελέτη των γλωσσών ήταν ακόμα στα σπάργανα, προσπάθησαν να ετυμολογήσουν τις λέξεις με βάση τις ιδιότητές τους -και τις περισσότερες τις έσφαξαν. Ο Κρατύλος του Πλάτωνα είναι γεμάτος με τέτοιες χασάπικες παρετυμολογίες. Σε σχέση με τον ανθρωπο, ο Σωκράτης εμφανίζεται να λέει τα εξής:
σημαίνει τοῦτο τὸ ὄνομα ὁ «ἄνθρωπος» ὅτι τὰ μὲν ἄλλα θηρία ὧν ὁρᾷ οὐδὲν ἐπισκοπεῖ οὐδὲ ἀναλογίζεται οὐδὲ ἀναθρεῖ, ὁ δὲ ἄνθρωπος ἅμα ἑώρακεν—τοῦτο δ’ ἐστὶ τὸ «ὄπωπε» —καὶ ἀναθρεῖ καὶ λογίζεται τοῦτο ὃ ὄπωπεν. ἐντεῦθεν δὴ μόνον τῶν θηρίων ὀρθῶς ὁ ἄνθρωπος «ἄνθρωπος» ὠνομάσθη, ἀναθρῶν ἃ ὄπωπε.
Υποστηρίζει δηλαδή ο Σωκράτης ότι ο άνθρωπος ονομάστηκε έτσι επειδή «αναθρεί» (στοχάζεται, συλλογίζεται) ἃ (αυτά τα οποία) όπωπε (είδε), ενώ τα άλλα ζώα δεν έχουν αυτή την ικανότητα.
Με όλο τον σεβασμό προς τον Πλάτωνα και τον Σωκράτη, η ετυμολόγηση αυτή είναι για γέλια -ή, τέλος πάντων, είναι εντελώς αβάσιμη. Ότι είναι εντελώς αβάσιμη φαίνεται αν σκεφτούμε ότι εξηγείται μία λέξη εντελώς βασική, εντελώς στοιχειώδης, με αναγωγή σε δυο άλλες, απο τις οποίες η μία τουλάχιστον ειναι δευτερογενής, σύνθετη, αφηρημένη. Όταν ετυμολογούμε τη ναυμαχία από το ναυς και το μάχη, έχουμε μια σύνθετη λέξη, μια δευτερογενή έννοια, που ανάγεται σε δύο απλές και στοιχειώδεις. Αν η ετυμολογία του Σωκράτη/Πλάτωνα ήταν σωστή, θα είχαμε το περίεργο, μια απο τις πρωταρχικές λέξεις να παράγεται από μια αφηρημένη λέξη, κάτι που θα μπορούσε να ισχύει μόνο αν υπήρχε προηγουμένως κάποια άλλη λέξη για την έννοια «άνθρωπος» που ξεχάστηκε.
Σήμερα, την ετυμολογική πρόταση του Πλάτωνα/Σωκράτη τη δέχονται μόνο κάποιοι ελληνοβαρεμένοι που διακινούν το Λερναίο κείμενο και ανάλογους γλωσσικούς μύθους -όμως υπάρχει μια άλλη εκδοχή, εξίσου αβάσιμη, ότι τάχα προέρχεται από το άνω+θρώσκω, ότι ο άνθρωπος θρώσκει (ορμά) προς τα επάνω. Παρετυμολογία χριστιανική αυτή, που οι περισσότεροι της γενιάς μου θα την έχουν ακούσει τουλάχιστον μία φορά στο σχολείο, απο κάποιον δάσκαλο ή καθηγητή -αναρωτιέμαι αν και οι σημερινοί εκπαιδευτικοί μεταλαμπαδεύουν αυτή τη μπαρούφα.
Άλλοι προσπαθώντας να ετυμολογήσουν τον άνθρωπο σκέφτηκαν το ανατρέφω, το «άνθος» ή τον «άνθρακα». Όπως λέει το σχετικό σημείωμα στο Λεξικό Μπαμπινιώτη, «οι παρετυμολογικές αυτές αναγωγές προσκρούουν σε θεμελιώδεις αρχές της φωνολογίας και του σχηματισμού των λέξεων».
Και τότε; Πώς ετυμολογειται ο άνθρωπος; Το ίδιο λεξικό αναφέρει την κοινώς αποδεκτή άποψη, ότι πιθανώς προέρχεται από αμάρτυρο *άνδρ-ωπος, αυτός που έχει όψη ανδρός -μια εξήγηση απολυτα εύλογη, αφού η ταύτιση άνδρα και ανθρώπου υπάρχει και σε αλλες γλώσσες (homme, man) και αφού έχουμε εξίσου πρωταρχικές έννοιες από τις οποίες συντίθεται η βασική αυτή λέξη.
Επειδή όμως οι γλωσσολόγοι ειναι επιστήμονες και όχι αλμπάνηδες, έχουν την εντιμότητα να γράψουν «πιθανό» ενώ οι παρετυμολόγοι (και, σε συναφή τομέα, οι νατσουλιστές) εκφέρουν τις αβάσιμες θεωρίες τους με στόμφο, απόλυτη βεβαιότητα και δίχως δισταγμό. Το να υπάρχει όμως επιφύλαξη για μια εξήγηση δεν σημαίνει ότι όλες οι εξηγήσεις που έχουν διατυπωθεί στο παρελθόν είναι εξίσου αποδεκτές όπως στρεψόδικα ή αφελώς υποστηρίζει ο Γ. Κιμούλης. Οι θεωρίες που έχουν απορριφθεί, έχουν απορριφθεί για συγκεκριμένους λόγους που εξακολουθούν να ισχύουν είτε ισχύει η ετυμολογία που σήμερα θεωρείται πιθανότερη είτε όχι. Ο άνθρωπος δεν… θρώσκει, αυτό είναι επιστημονικό κεκτημένο (εκτός αν με επιστημονικό τρόπο παρουσιαστούν νέα επιχειρήματα που να το υποστηρίζουν).
Θα μπορούσα να γράψω πολλά για την παρετυμολογία, αλλά επειδή το άρθρο παραμάκρυνε θα πω μόνο ότι αρκετοί από όσους επιδίδονται σε αυτήν έχουν κάποιον άλλο σκοπό και όχι απλώς τη μελέτη των λέξεων. Όπως οι χριστιανοί θέλησαν τον άνθρωπο να «άνω θρώσκει» γιατί αυτό ταιριάζει με τις διδαχές της θρησκείας τους, έτσι και οι εθνικιστές προσπαθούν να αποκαταστήσουν την τρωθείσα παρθενία της γλώσσας εφευρίσκοντας ελληνικές ετυμολογίες σε λέξεις που είναι δάνεια: το σιχτιρ από το «σε οικτίρω», ο μουσαφίρης από το «μέσα φέρει», η μπριζόλα από το «εν πυρί ζέει όλη» και βέβαια ο γάιδαρος «αεί γαρ δέρεται». Ο Γκας Πορτοκάλος είχε πολλούς και δραστήριους δασκάλους.
Και για να επανέλθω στην αντιπαράθεση Κιμούλη-Χάρη, είναι κωμική η προσπάθεια του Γ.Κιμούλη να δείξει ότι έχει υπόψη του τη βιβλιογραφία, αναφέροντας, τουρλού τουρλού, σοβαρά έργα αναφοράς και εντελώς αναξιόπιστα συγγράμματα του μακρινού παρελθόντος, σαν το (βυζαντινό) Μέγα Ετυμολογικόν, που το αναφέρει μάλιστα δυο φορές, γράφοντας μάλιστα λάθος τον λατινικό τίτλο του: ένα συγγραμμα που δεν έχει καμία απολύτως αξία παρά μόνο για τους μελετητές της ιστορίας των επιστημών -μας δείχνει δηλαδή ποιο ήταν το επίπεδο των γλωσσολογικών γνώσεων της εποχής, αλλά κανείς δεν το παίρνει στα σοβαρά, όπως κανεις δεν πάει να θεραπεύσει ασθενή έχοντας για οδηγό τα ιατρικά συγγράμματα των μέγιστων για την εποχή τους γιατρών της αρχαιότητας. (Αν και η σύγκριση αδικεί τον Γαληνό και τους άλλους μεγάλους Έλληνες γιατρούς, που μέσα στα γραφτά τους μπορεί να βρει κανείς μερικά πράγματα που ισχύουν, ενώ αν στύψεις όλο το Μεγα Ετυμολογικόν ειναι ζήτημα αν θα βγάλεις πέντε σωστες ετυμολογίες).
Όμως το Ετυμολογικόν το Μέγα το μοίραζε τις προάλλες μια (συντηρητική) εφημερίδα διαφημίζοντάς το σαν να προσφέρει την τελευταία λέξη της επιστήμης -κι έτσι μπήκε σε σπίτια που ζήτημα είναι αν έχουν έστω κι ένα κανονικό μεγάλο λεξικό, πόσο μάλλον ετυμολογικό. Κι έτσι, πολύ πιθανό ο άνθρωπος να συνεχίσει να θρώσκει…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου