Τρίτη, Μαρτίου 20, 2018

Κοινωνικές και πολιτικές προεκτάσεις σε νεανικά μυθιστορήματα


της Μαρίζας Ντεκάστρο
oanagnostis.gr

Ο πόλεμος που έσωσε τη ζωή μου, της Kimberly Brubeker Bradley. Είναι ένα μυθιστόρημα που το διαβάζεις και δεν θέλεις να το αφήσεις. Θέμα του ένας προσωπικός πόλεμος, μέσα στον μεγάλο πόλεμο, ένα στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί από την πρωταγωνίστρια.
Λονδίνο 1939. Αφετηρία της μυθοπλασίας είναι η μεταφορά από την αγγλική κυβέρνηση παιδιών σε ανάδοχες οικογένειες στην επαρχία, ώστε να μην κινδυνέψουν από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς. Θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε το μυθιστόρημα ιστορικό, όμως είναι κάτι πολύ παραπάνω. Είναι ένα κοινωνικό μυθιστόρημα που, αν και καταλήγει στο κορυφαίο ιστορικό γεγονός της περιόδου, την επιτυχή μεταφορά των Εγγλέζων στρατιωτών από τη Δουνκέρκη όπου είχαν αποκλειστεί από τα γερμανικά στρατεύματα, εστιάζει στις αντιλήψεις για την αναπηρία, τη φτώχια και τα παρεπόμενά της, τον εγκλεισμό, την ενδοοικογενειακή βία, τα κοινωνικά στερεότυπα, την έννοια της κοινής προσπάθειας.
Η Έιντα, ίσως 12 ετών, με στρεβλοποδία, ζει με τον αδελφό της Τζέιμι, γύρω στα 6, κλειδωμένη στο διαμέρισμα της μητέρας της γιατί αυτή τη θεωρεί μίασμα και ζαβή. Τα παιδιά υποσιτίζονται, είναι βρόμικα, ανεκπαίδευτα, ντυμένα με κουρέλια. Το κορίτσι σέρνεται στο πάτωμα, κάνει της ανάγκη της σε κουβά, παρατηρεί τον κόσμο από το παράθυρο και όταν παρεκτρέπεται, η μέγαιρα μητέρα- ίσως πόρνη- την κλείνει στο υγρό ντουλάπι με τις κατσαρίδες κάτω από τον νεροχύτη. Ο μικρός αδελφός μπορεί να βγαίνει και να παίζει με τα άλλα παιδιά. Πατέρας δεν υπάρχει, όμως στο τέλος μαθαίνουμε ότι σκοτώθηκε σε εργατικό ατύχημα όταν τα παιδιά ήταν πολύ μικρά. Η μητέρα δεν τα ήθελε ποτέ. Η ηρωίδα μαθαίνει κρυφά να περπατάει και το σκάει με τον αδελφό της, μπαίνουν σε ένα τρένο και δίνονται σε μια μοναχική γυναίκα στην επαρχία για να τα φροντίσει.
Ήδη από τα πρώτα κεφάλαια, η συγγραφέας δίνει το περίγραμμα της κοινωνίας των φτωχών και αμόρφωτων Εγγλέζων που ζουν στις παρυφές του μεγαλοπρεπούς Λονδίνου. Η Έιντα είναι μια ακραία περίπτωση περιθωριακού ατόμου, χωρίς κοινωνικές δεξιότητες, μια κυριολεκτικά αναλφάβητη που δεν ξέρει γραφή και ανάγνωση, έχει ανύπαρκτο λεξιλόγιο και παραστάσεις (ούτε τι είναι δέντρο, γρασίδι, θάλασσα, βελόνα, κ.ά. δεν γνωρίζει) και άρα πρέπει να τα μάθει όλα από την αρχή μαζί με πιο αφηρημένες έννοιες, όπως τα συναισθήματα, το ενδιαφέρον για τον άλλο, την αγάπη, την ανιδιοτέλεια. Μαζί της τα μαθαίνουν και οι αναγνώστες μέσα από τη ροή της αφήγησης, γιατί δεν δηλώνονται, δεν αναλύονται, δεν επεξηγούνται. Και αυτό είναι ο λόγος που ο αναγνώστης ξαφνιάζεται σε κάθε παράγραφο καθώς ανακαλύπτει σταδιακά την προσπάθεια, τις ψυχολογικές μεταπτώσεις και τελικά τη μεταμόρφωση της Έιντα σε άτομο με κοινωνική συνείδηση και συναισθήματα που ξεφεύγει από τη μοίρα που είχε προδιαγράψει γι’ αυτήν η μητέρα της.

Στο Δε θέλω, η συγγραφέας περιγράφει ένα βιασμό και τον φόβο να μιλήσει η έφηβη που τον υπέστη για ό,τι της συνέβη. Αυτή είναι η μία πλευρά του μυθιστορήματος. Η άλλη είναι η καταγραφή της πηγής των δεινών της νεαρής κοπέλας, πώς οδηγήθηκε και πώς παρασύρθηκε χωρίς να μπορεί να αντισταθεί στις σειρήνες, στους καλοβαλμένους και εύπορους νεαρούς, τους βουτηγμένους στα ναρκωτικά και το αλκοόλ, που θα τη βοηθούσαν να πραγματοποιήσει τις φιλοδοξίες της στο χώρο της μόδας. Και επιπλέον είναι η αφέλεια με την οποία διαχειρίζεται την απόρριψη, όπως νομίζει, από τη φίλη της μαζί με τις αυταπάτες της για το πώς θα κινηθεί κι αυτή σε γκλάμορους περιβάλλοντα. Μπήκε σε έναν κόσμο που δεν γνώριζε και πληγώθηκε ανεπανόρθωτα. Το ενδιαφέρον είναι ότι η συγγραφέας δεν γράφει με τυπικό διδακτισμό, παρόλο που ολόκληρο το μυθιστόρημα είναι κατά βάση διδακτικό, αφού πραγματεύεται την πιθανή εμπλοκή κοριτσιών σε δυσάρεστες κι επικίνδυνες καταστάσεις.

Ο Πάνος Τσερόλας, συγγράφει για τρεις ηλικιακές ομάδες: για ενηλίκους, για μικρότερα παιδιά μυθιστορήματα με δεινοσαύρους και πολιτικά /οικολογικά νεανικά θρίλερ.
Το νεανικό μυθιστόρημα Λόκι:  η απόπειρα δολοφονίας μιας δολοφόνου φάλαινας, είναι η δεύτερη περιπέτεια του κυνηγού Μυθικών Πλασμάτων, Αντώνη Δελή. Στο προηγούμενο βιβλίο, η δράση εκτυλισσόταν κάπου στις εμπόλεμες περιοχές της Ασίας και δουλειά του Δελή ήταν να πιστοποιήσει την ύπαρξη του μυθικού ζώου ντουκουζούρι.  Στο Λόκι, μεταφερόμαστε στον Ειρηνικό, στα νησιά κοντά στη Νέα Ζηλανδία. Υποχρέωση του επιστήμονα βιολόγου και κυνηγού είναι η σύλληψη μιας όρκας δολοφόνου, η οποία εμποδίζει τη λειτουργία μιας μεγάλης τουριστικής επένδυσης σε ένα παραδεισένιο νησί. Παρακάμπτω τη δράση, πού ούτως η άλλως είναι καταιγιστική, και στέκομαι στα άλλα χαρίσματα του μυθιστορήματος. Ο Τσερόλας εισάγει μια σειρά ζητήματα τα οποία αφορούν έρευνες σε επιστημονικά πεδία που σπανιότατα εμφανίζονται στη νεανική λογοτεχνία. Επισημαίνω από την επιστήμη της Ανθρωπολογίας την αναφορά στην κοινωνική δομή πολλών ‘πρωτόγονων’ φυλών, τις σχέσεις συγγενείας όπως τις μελέτησαν μεγάλοι ανθρωπολόγοι (π.χ. Κλωντ Λέβι-Στρως), την ηθολογία, δηλ. τις μελέτες για τη συμπεριφορά των ζώων συγκεκριμένα των φαλαινών και τη δεοντολογία που ορίζει τη συνύπαρξη των ζωντανών πλασμάτων στο παγκόσμιο οικοσύστημα. Επίσης κάνει νύξεις περί της διαπλοκής οικονομικών συμφερόντων με διεθνείς (φανταστικούς στην προκειμένη περίπτωση) οργανισμούς προστασίας του περιβάλλοντος.
Κέρδισε το στοίχημα στο δεύτερο βιβλίο του!

Το στοίχημα κέρδισε και ο Γιώργος Παναγιωτάκης στο δεύτερο βιβλίο της σειράς Λέσχη Αλλόκοτων πλασμάτων, με τίτλο Όταν ήρθαν για εμένα.
Η δεύτερη χρονιά στο σχολείο, στο Μυστικό Καταφύγιο, είναι συναρπαστική από πολλές απόψεις. Οι μαθητές έχουν συμβιβαστεί με τις ιδιαιτερότητές τους, έχουν δέσει φιλίες και παρέες, συγκρούονται με συμμαθητές με τους οποίους δεν συμφωνούν. Είναι δηλαδή μια ‘κανονική’ σχολική κοινωνία όπως την ξέρουμε, με τα καλά και τα κακά της, αγάπες, θυμούς, πλάκες.
Ωστόσο, ο συγγραφές εισάγει στην πλοκή πολλά σύγχρονα κοινωνικά φαινόμενα που διαρρηγνύουν τα στεγανά του σχολείου όπου φοιτούν οι αλλόκοτοι μαθητές και τους φέρνουν σ’ επαφή με τον πραγματικό κόσμο. Το διαδίκτυο, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι κίνδυνοι από τη χρήση τους, η ξενοφοβία και οι ακραίες πολιτικές αντιλήψεις, η λειτουργία της προπαγάνδας είναι μερικά από τα ζητήματα που πραγματεύεται αυτό το μυθιστόρημα που κινείται μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας και έχει, αυτή τη φορά, σαφείς πολιτικές προεκτάσεις που αφορούν όλους.
Προσωπικά το διάβασα ως σχόλιο στην απατηλή εντύπωση των ενηλίκων ότι έχουν τη δύναμη να περιορίζουν τα παιδιά για να τα προστατέψουν από αντιλήψεις που μπορούν να τα δηλητηριάσουν. Όμως τα παιδιά είναι πάντα παιδιά, που δεν διστάζουν να παραβαίνουν τους κανόνες, να ριψοκινδυνεύουν και να διοχετεύουν την ορμή τους σε ό,τι θεωρούν καλό και δίκαιο. Κανένας και ποτέ δεν μπορεί να μείνει έξω από τη ζωή όσο προστατευμένος κι αν είναι.


INFO

Kimberly Brubeker Bradley, Ο πόλεμος που έσωσε τη ζωή μου, μτφρ. Στέλλα Κάσδαγλη, Παπαδόπουλος, 2018.

Αν Κάσιντι, Δε θέλω, μτφρ. Αναστασία Δεληγιάννη, Ψυχογιός, 2017.

Γιώργος Παναγιωτάκης, Λέσχη Αλλόκοτων πλασμάτων: Όταν ήρθαν για εμένα, εικ. Μυρτώ Δεληβοριά, Πατάκης, 2017.

Πάνος Τσερόλας, Λόκι: η απόπειρα δολοφονίας μιας δολοφόνου φάλαινας, εικ. Αποστόλης Ιωάννου, Κέδρος, 2017.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Armand Guillaumin (1841-1927) - Της μεγάλης των Γάλλων ιμπρεσιονιστών σχολής

Αρμάν Γκιγιομέν(1841-1927) ****************************************   Μορέ – Αρμάν Γκιγιομέν Κατερίνα Βασιλείου ...