Τρίτη, Οκτωβρίου 06, 2015

Τι συμβαίνει στη Συρία;

  • Γράφτηκε από τον  Σωτήρη  Ρούσσο
  • Πηγή : Η Εποχή 


Ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία θα πρέπει να κατανοηθεί από δύο πλευρές: την εσωτερική και τη διεθνή/περιφερειακή. Παρά το γεγονός ότι οι δύο αυτές οπτικές διαχέονται μεταξύ τους θα ήταν λάθος να παραβλέψουμε κάποια από αυτές. Στο εσωτερικό μέτωπο, η κατάσταση γίνεται όλο και πιο χαώδης με την πάροδο του χρόνου. Μπορεί να φανεί απίστευτο, αλλά η μοναδική δύναμη που ελέγχει μια μεγάλη περιοχή συνεχόμενου εδάφους (μεγαλύτερη από την Ελλάδα) με σχετικό μονοπώλιο ένοπλης βίας και στοιχειώδεις υπηρεσίες είναι το Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ). Όλες οι άλλες δυνάμεις, συμπεριλαμβανόμενου του ασαντικού καθεστώτος, ελέγχουν μικρούς ή μεγαλύτερους θύλακες και περιοχές, όπου (με εξαίρεση την κεντρική Δαμασκό και τη λωρίδα της Λατάκειας στην μεσογειακή ακτή) η εξουσία μοιράζεται σε δεκάδες πολιτοφυλακές που έχουν σχετική ή απόλυτη αυτονομία κινήσεων σε τοπικό επίπεδο. Ακόμη και οι Κούρδοι δεν έχουν καταφέρει να ενοποιήσουν πλήρως τις κουρδικές περιοχές στα βόρεια και βορειοανατολικά της χώρας.

Η εσωτερική πλευρά
Για να έχουμε μια εικόνα των αντιμαχόμενων ομάδων θα αναφέραμε από τη μια πλευρά το καθεστώς του Άσαντ και τις φιλοκαθεστωτικές συριακές δυνάμεις, που προέρχονται από τις μειονότητες των Αλαουϊτών και των Χριστιανών και τους συμμάχους τους, την Χεζμπολλά και ιρανικές δυνάμεις. Από την άλλη πλευρά, οι αντικαθεστωτικοί περιλαμβάνουν το ΙΚ, άλλες τζιχαντιστικές οργανώσεις τύπου αλ-Κάιντα, όπως το Τζαμπχάτ αλ-Νούσρα (Κίνημα Υποστήριξης του Συριακού Λαού), τη συριακή αντιπολίτευση που υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ και τους συμμάχους τους και δεκάδες διάσπαρτες πολιτοφυλακές χαλαρά συνδεδεμένες με την αντιπολίτευση. Τέλος, σημαντικός είναι ο ρόλος των Κούρδων της Συρίας που έχουν μέτωπο κατά των τζιχαντιστών και κρατούν μια μάλλον ουδέτερη στάση έναντι του Άσαντ.

Η διεθνής - περιφερειακή πλευρά
Σε μα τέτοια περίπλοκη εσωτερική κατάσταση έρχονται να προστεθούν τα συμφέροντα και οι οξύτατοι ανταγωνισμοί μεταξύ των περιφερειακών δυνάμεων. Η Συρία αποτέλεσε και αποτελεί το πεδίο ανταγωνισμού μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ιράν. Το καθεστώς Άσαντ ήταν και παραμένει πιστός σύμμαχος της Τεχεράνης και η ανατροπή του θα αποτελούσε σοβαρότατο πλήγμα για την ιρανική επιρροή στην περιοχή. Την αποδυνάμωση της ιρανικής επιρροής με την διάρρηξη του άξονα Τεχεράνης-Δαμασκού-Χεζμπολλά επιζητούσαν επίσης η Ουάσιγκτον και το Τελ Αβίβ και ιδιαίτερα η πρώτη έβλεπε στην αρχική φάση του εμφυλίου θετικά μια εμπλοκή των μοναρχιών του Περσικού Κόλπου κατά του Άσαντ. Η εμπλοκή, όμως, αυτή εξέθρεψε το ΙΚ, είχε  δηλαδή τα ίδια ακριβώς αποτελέσματα με την εμπλοκή των Σαουδαράβων στο Αφγανιστάν κατά των Σοβιετικών πριν από τριάντα περίπου χρόνια, με την εκκόλαψη των Μουτζαχεντίν και τελικά της αλ-Κάιντα. Η Τουρκία είδε στη συριακή κρίση δύο σημαντικές ευκαιρίες: πρώτον, για να τελειώνει μια και καλή με τη σημαντική αλληλοϋποστήριξη μεταξύ των Κούρδων της Συρίας και του ΡΚΚ και δεύτερον για την επικράτηση στην Συρία μιας μετριοπαθούς ισλαμιστικής κυβέρνησης Σουνιτών Μουσουλμάνων (που είναι η πλειονότητα του πληθυσμού της Συρίας) υπό την επιρροή της Άγκυρας. Προς το παρόν φαίνεται να αποτυγχάνει και στους δύο στόχους.
Θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι  καμία από τις περιφερειακές δυνάμεις δεν φαίνεται να επιτυγχάνει τους στόχους της. Το Ιράν και η Χεζμπολλά  βρίσκονται στο όριο υπερέκτασης των δυνάμεων και των πόρων τους αφού πρέπει να στηρίζουν όχι μόνο τον Άσαντ στη Συρία, αλλά και την σιιτική κυβέρνηση του Ιράκ εναντίον της επέκτασης του ΙΚ και σε αυτήν την χώρα. Η παγίωση μάλιστα των θέσεων του ΙΚ και το ενδεχόμενο να αναγνωριστεί de facto από κάποια μουσουλμανικά κράτη, όπως συνέβη με το καθεστώς των Ταλιμπάν στο Αφγανιστάν, δημιουργεί μεγάλη ανασφάλεια στην Τεχεράνη, αλλά και σε άλλες χώρες της περιοχής, όπως για παράδειγμα η Ιορδανία. Η Σαουδική Αραβία δεν έχει επιτύχει την ανατροπή του ασαντικού καθεστώτος και οι τζιχαντιστές που έθρεφε είναι δυνατόν να αποτελέσουν σοβαρή απειλή για τη σταθερότητα των μοναρχιών του Κόλπου, κυρίως ως πολιτικό υπόδειγμα.

Η στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας
Η συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν άνοιξε χωρίς αμφιβολία το δρόμο για μια συνεννόηση των ΗΠΑ με το Ιράν, την Τουρκία και τη Σαουδική Αραβία για την εξουδετέρωση του ΙΚ, κίνηση που θα μπορούσε να είναι η αφετηρία για συνολική λύση του συριακού προβλήματος. Σε αυτήν την στιγμή έρχεται η στρατιωτική επέμβαση της Ρωσίας η οποία επιθυμεί να αποτελέσει ισχυρό μέρος αυτής της περιφερειακής συνεννόησης. Η Μόσχα γνωρίζει από τα προηγούμενα της γιουγκοσλαβικής κρίσης και της Λιβύης ότι αν δεν έχει ισχυρή στρατιωτική παρουσία στο πεδίο η διαπραγματευτική της δύναμη θα είναι μικρή. Στην αύξηση αυτής της διαπραγματευτικής δύναμης και της υποχρεωτικής συμπερίληψής της σε οποιαδήποτε συμφωνία για τη Συρία αποσκοπεί η Ρωσία. Την ίδια στιγμή, η έμμεση ενδυνάμωση του Άσαντ δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ένταξη μέρους του ασαντικού καθεστώτος στην επόμενη μετεμφυλιακή μέρα στη Συρία. Η Μόσχα κατανοεί ότι για να θεωρείται ένα κράτος παγκόσμια δύναμη (όχι υπερδύναμη) δεν θα πρέπει να εγκαταλείπει του συμμάχους του στο έλεος των αντιπάλων, όπως συνέβη με τον Μιλόσεβιτς και τον Καντάφι.

Το προσφυγικό ήρθε για να μείνει
Όλα αυτά προδικάζουν μια έντονη διπλωματική δραστηριότητα μεταξύ Ουάσιγκτον, Τεχεράνης, Μόσχας, Άγκυρας και Ριάντ τους επόμενους μήνες, η οποία μπορεί να αποδώσει καρπούς. Καμία δύναμη από μόνη της δεν μπορεί να επιβάλει μια λύση στη Συρία ακόμη και αν εμπλακεί και με χερσαίες δυνάμεις στην χώρα αυτή. Άλλωστε, η συριακή κρίση είναι αλληλένδετη με την κατάρρευση του κράτους στο Ιράκ, αλλά και την ανακίνηση του κουρδικού ζητήματος και τη δημιουργία de facto κουρδικής οντότητας στην βορειοανατολική Συρία.
Βέβαια, οι αεροπορικές επιδρομές είτε των Ρώσων, είτε των Αμερικανών και των συμμάχων τους θα διογκώσουν το ρεύμα των προσφύγων. Πληθυσμοί που χωρίς να είναι ευτυχείς έχουν σήμερα βρει ένα modus vivendi υπό το ΙΚ θα αναζητήσουν καταφύγιο στην προσφυγιά, αν οι περιοχές τους γίνουν στόχος εκτεταμένων βομβαρδισμών. Ας μην υπάρχουν επίσης αυταπάτες ότι αυτοί οι άνθρωποι που έχουν βιώσει τόση φρίκη και πόνο θα επιστρέψουν σε μια ισοπεδωμένη Συρία απλά και μόνο με την υπογραφή μιας συμφωνίας όσο πειστική κι αν είναι κι όσες εγγυήσεις κι αν περιλαμβάνει. Η διεθνής εμπειρία δείχνει ότι μεγάλα προσφυγικά ρεύματα χρειάζονται πολύ χρόνο για να αναστραφούν και να έχουμε ένα σοβαρό ρεύμα επαναπατρισμού. Το προσφυγικό ζήτημα ήρθε για να μείνει.


* Ο Σ. Ρούσσος είναι αναπληρωτής καθηγητής του πανεπιστημίου Πελοποννήσου και υπεύθυνος του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών, www.cemmis.edu.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: