χυδαίος -α -ο [iδéos] E4 : που τον χαρακτηρίζει η έλλειψη ηθικής και ευπρέπειας: ~ άνθρωπος. Xυδαία συμπεριφορά. Έχει κάτι το χυδαίο επάνω του. Xυδαίες λέξεις / εκφράσεις / χειρονομίες, κυρίως αυτές που αναφέρονται στο σεξουαλικό τομέα. Xυδαία γλώσσα, μειωτικός χαρακτηρισμός που χρησιμοποιούσαν οι οπαδοί της καθαρεύουσας για τη δημοτική γλώσσα. || ~ υλισμός, απλοποίηση της θεωρίας του υλισμού. χυδαία EΠIPP: Tον έβρισε ~. Φέρθηκε πολύ ~. [λόγ. < ελνστ. χυδαῖος `κοινός΄ σημδ. γαλλ. vulgaire και κατά τη σημ. του χυδαιολογία]
Λεξικό Τριανταφυλλίδη
Ισραήλ: κράτος ανελέητων δολοφόνων, που με τον πόλεμο και τη λιμοκτονία αφανίζουν το λαό της Παλαιστίνης
Σάββατο, Ιουνίου 16, 2007
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
-
Κι ήτανε τα στήθια σου άσπρα σαν τα γάλατα Γιώργος Σαραντάκος "Γαργάλατα", 50 χρόνια μετά Λέγοντας Αποστασία ή Ιουλιανά εν...
-
Χαραμοφάης (Με τον μαλάκα) ;Στίχοι: Γιάννης Μηλιώκας Μουσική: Franco Corliano Χαραμοφάης Με τον μαλάκα Γιάννης Μηλιώκας Έχω θυμό με...
-
῎ ΜΙΑ ΧΡΥΣΗ ΜΑΘΗΣΙΑΚΗ ΑΡΧΗ, ΠΟΥ ΑΓΝΟΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΓΧΩΤΙΚΟΥΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΕΣ ΓΟΝΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΗΛΙΘΙΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Ηδη δέ τινας ἐγὼ εἶδο...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου