Τετάρτη, Ιανουαρίου 15, 2025

Ένα άρθρο για τον "εκσυγχρονιστή" Κώστα Σημίτη, που άνοιξε διάπλατα τις πύλες του νεοφιλελευθερισμού στην οικονομία

 https://www.militaire.gr/wp-content/uploads/2025/01/simitis-1-849x550.jpg

Το γεφύρι του σημιτισμού


Τούτες τις μέρες, με τον θάνατο του Κώστα Σημίτη, κλείνει ο 50χρονος απολογισμός της μεταπολίτευσης και η σχετική συζήτηση. Δηλαδή γράφονται πολλές σελίδες και λέγονται πολλά για την εποχή Σημίτη (1996-2004) και τον σημιτισμό (αφού «ο εκσυγχρονισμός δεν έχει ημερομηνία λήξης», όπως τόνιζε ο ίδιος), το «γερό αποτύπωμα» που άφησε στην ελληνική κοινωνία, την «πολιτική κληρονομιά» που κληροδότησε στους επιγόνους του πολιτικού συστήματος.

Τα εύσημα που του αποδίδονται από την Πολιτεία, την κυβέρνηση Μητσοτάκη, το σημερινό ΠΑΣΟΚ και όλους τους θιασώτες του «εκσυγχρονισμού» και της «σύγκλισης με την Ευρώπη» είναι εντελώς δικαιολογημένα: Η σημερινή επίσημη Ελλάδα, αυτό που είναι δηλαδή το πολιτικό σύστημα και η οικονομία της χώρας μετά το φτιασίδωμα-σιδέρωμα που υπέστη από τη Χρεοκοπία και τα Μνημόνια, αισθάνεται την ανάγκη να τιμήσει τον Σημίτη, επειδή όντως υπήρξε η πραγματική γέφυρα ανάμεσα σε δύο Ελλάδες της εξάρτησης. Ο σημιτισμός, χωρίς να κάνει καμία ουσιαστική τομή, άνοιξε διάπλατα τις πύλες του νεοφιλελευθερισμού στην οικονομία, έδεσε όλο το οικονομικό πιλοτήριο της χώρας στις δομές και τους μηχανισμούς της Ε.Ε., έβαλε τις βάσεις μιας διαφορετικής εξωτερικής πολιτικής (ιδιαίτερα στα ελληνοτουρκικά).

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αρχικά και μετέπειτα ο Ανδρέας Παπανδρέου διαχειρίστηκαν την οικονομική κρίση στην Ελλάδα με δόσεις κρατισμού, προστατευτισμού, λιτότητας και δημαγωγίας, χωρίς να προχωρήσουν σε καμία ουσιαστική οικονομική αναδιάρθρωση, ενώ από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 το γενικό διεθνές κλίμα άλλαζε διαρκώς (ρηγκανισμός, θατσερισμός, γκορμπατσοφισμός, νεοφιλελευθερισμός και γενικές αναδιαρθρώσεις). Η κορύφωση των διεργασιών αυτών οδήγησε στα γεωπολιτικά γεγονότα του 1989-91, και στη χώρα μας προκάλεσε μια πρωτοφανή πολιτική κρίση που γέννησε δύο κυβερνήσεις συνεργασίας: η πρώτη ανάμεσα σε Ν.Δ. και Αριστερά (ενιαίος ΣΥΝ, δηλαδή ΚΚΕ και ΕΑΡ), η δεύτερη με συμμετοχή Ν.Δ., ενιαίου ΣΥΝ και ΠΑΣΟΚ. Ακολούθησε ένα τρίχρονο διάλειμμα διακυβέρνησης Μητσοτάκη, όπου επιχειρήθηκαν μεγάλα νεοφιλελεύθερα ανοίγματα που όμως συνάντησαν σθεναρή αντίσταση από την κοινωνία· το ΠΑΣΟΚ θα ξαναπάρει τη διακυβέρνηση, αλλά με έναν Α. Παπανδρέου ταλαιπωρημένο και μια κρίση που κάλπαζε.

Ο Κώστας Σημίτης αναδεικνύεται λοιπόν εκφραστής μιας αναγκαίας αλλαγής πολιτικής, μιας αποκατάστασης, ενός συγχρονισμού με διεθνείς και ελλαδικές αλλαγές που είχαν ήδη συμβεί ή πίεζαν για να συμβούν. Ονόμασε δε ο ίδιος την πολιτική του ως «εκσυγχρονισμό και ανάπτυξη», ανοίγοντας έτσι έναν δρόμο προσαρμογής και πρόσδεσης της χώρας στις νέες εξελίξεις αναδιαρθρώσεων που είχαν δρομολογηθεί μετά το 1991 με την ενοποίηση της Γερμανίας και τη συνθήκη του Μάαστριχτ. Ο Σημίτης μπορούσε να ισχυριστεί ότι με την πολιτική του έβαλε την Ελλάδα στην ΟΝΕ, στον σκληρό πυρήνα της Ευρώπης, στη συνέχεια στο ευρώ, πήρε τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, προώθησε μια σειρά από μεγάλα έργα. Δεν μπόρεσε όμως να δικαιολογήσει το πού οδήγησαν όλα αυτά, γιατί φθάσαμε στη Χρεοκοπία λίγα μόλις χρόνια μετά, πώς και γιατί το βασικό του δυναμικό στελεχώνει και υπηρετεί τη μνημονιακή Ελλάδα από καίριες θέσεις, και πιο ειδικά στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Η συνέχιση του σημιτισμού στη σημερινή Ελλάδα είναι εμφανής, ακόμα κι αν εφαρμόζεται με πιο ακραία μέσα από τον Μητσοτάκη.

Το εκσυγχρονιστικό πιστεύω του Κ. Σημίτη

Αλλά ας δούμε το πιστεύω του Κώστα Σημίτη πιο συγκεκριμένα και με δικά του λόγια*:

  • «Η Ελλά­δα να πάψει να είναι μια χώρα με πολιτικές που προκαλούν προβλη­ματισμό για την αντιφατικότητα και την ασυνέχειά τους, και να ακολουθήσει την κατεύθυνση της ένταξης στις αναπτυγ­μένες χώρες, και ιδίως στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με συνέπεια και συνέχεια. Οι απόψεις μου αυτές ήταν γνωστές, είχαν δη­μοσιευτεί σε διάφορα βιβλία, όπου περιέγραφα το στόχο μου με την έκφραση “ανάπτυξη και εκσυγχρονισμός”».
  • «Κεντρικός στόχος της εθνικής στρατηγικής όφειλε λοιπόν να είναι η ένταξη στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση».
  • «Κυρίως όμως χρειαζόμασταν μια διαφορετική κοινωνική πολιτική. Η στρεβλή ανάπτυξη του κοινωνικού κράτους ως μηχανισμού παροχών προς ομάδες πολιτικών πελατών είχε φέρει την κοινωνική πολιτική σε αδιέξοδο».
  • «Η πολιτική του ΠΑΣΟΚ δεν έπρεπε να ακολουθήσει νοοτροπίες που καθή­λωναν την ελληνική οικονομία σε ένα επίπεδο ημιανάπτυξης, αλλά αντίθετα να προωθήσει αποφασιστικά μεταρρυθμίσεις και διαρθρωτικές αλλαγές. Να καταργήσει συντεχνιακές ρυθ­μίσεις, πρακτικές που συντηρούσαν ολιγοπώλια, να επιτρέ­ψει τη δραστηριοποίηση ιδιωτικών επιχειρήσεων σε τομείς όπου υπήρχαν κρατικά μονοπώλια».
  • «Τα μέσα που διαθέταμε ήταν η απελευθέρωση των αγορών, οι αποκρατικοποιήσεις, τα Κοι­νοτικά Πλαίσια Στήριξης και οι δημόσιες επενδύσεις. Με σχέ­διο και ιεράρχηση στόχων μπορούσαμε να βελτιώσουμε θε­αματικά τις θεσμικές και φυσικές υποδομές της οικονομίας».
  • «Οι εσωτερικές δυσκολίες της χώρας μας δεν ήταν αποτέλεσμα εξωτερικών επιβουλών και επεμβάσεων, προέκυπταν κυρίως από τη δικιά μας κοινωνική δομή και λει­τουργία. Από τις μακροοικονομικές ανισορροπίες, την έλλει­ψη υποδομών, τον κατακερματισμό της κοινωνίας σε ομάδες με ειδικές σχέσεις με το κράτος, τον πελατειακό χαρακτήρα της πολιτικής και της διοίκησης… Ο εκσυγχρονισμός ήταν για μένα σύνθημα που μας καλούσε σε αναγκαίες αντιπαραθέσεις και επιβεβλημένες ρήξεις».
  • «Πολιτι­κές που μας φέρνουν αντιμέτωπους με τους γείτονές μας δεν μας ωφελούν. Η Ελλάδα έπρεπε πάνω απ’ όλα να τοποθε­τήσει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις σε άλλη βάση».

Με δυο λόγια, ο Κ. Σημίτης πίστευε ότι οι κακοδαιμονίες της χώρας πηγάζουν από τις ιδιαίτερες σχέσεις κράτους και πολιτών, συντεχνιών και κύκλων συμφερόντων που στηρίζονται σε πελατειακές σχέσεις· ενστερνιζόταν ολόκληρο το νεοφιλελεύθερο οπλοστάσιο (ιδιωτικοποιήσεις, απελευθέρωση αγοράς εργασίας, κάμψη όλων των «συντεχνιών», αναδιαρθρώσεις παντού). Ο φίλος του και συνεργάτης του Αντώνης Λιάκος θα ισχυριστεί πως ο Σημίτης «πίστευε ότι η ελληνική οικονομία, με τον ισχυρό εξωτερικό καταναγκασμό των ενωσιακών ρυθμίσεων, αλλά και την πρόσβαση σε φθηνά δάνεια και χρηματοδοτήσεις, θα τα κατάφερνε να προσαρμοστεί και να επιπλεύσει. Μερικοί τομείς όπως ο τουρισμός και οι υπηρεσίες τα κατάφεραν, η βιομηχανία και η γεωργία όχι. Πάντως παρά την ευημερία, η Ελλάδα έχανε σε θέσεις διεθνούς ανταγωνιστικότητας» (Α. Λιάκος, συνέντευξη στον Β. Σκουρή, 7/1/2025).

Τι ωραία φράση από έναν υποστηρικτή του «εκσυγχρονισμού»: «Ο τουρισμός και οι υπηρεσίες τα κατάφεραν, η βιομηχανία και η γεωργία όχι»! Μικρή λεπτομέρεια, που ξεχνά βασικά ότι η τριτοποίηση της ελληνικής οικονομίας, δηλαδή η κυριάρχηση του τομέα των υπηρεσιών σε βάρος της πραγματικής οικονομίας, ήταν το βασικό χαρακτηριστικό και τάση του εκσυγχρονισμένου μεταπρατισμού στη χώρα μας. Αυτό προσέδιδε νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά στην εξάρτηση και τη βάθαινε, στερώντας όλες τις αναγκαίες οικονομικές βάσεις μιας ανασυγκρότησης και ενός πραγματικού εκσυγχρονισμού (χώρα χωρίς βιομηχανία και πρωτογενή τομέα…), και φυσικά στερώντας ένα από τα βασικά εργαλεία οικονομικής διαχείρισης (το νόμισμα και τη νομισματική πολιτική).

Στην πράξη, αυτό που έκτισε ο σημιτισμός ήταν ένα διακομματικό πάρτι εργολάβων και διαπλεκόμενων συμφερόντων που, με την αμέριστη βοήθεια των ΜΜΕ τα οποία έλεγχαν οι ίδιοι, αποθέωναν την πολιτική της ιδιωτικοποίησης και απελευθέρωσης. Πλάι σε όλα αυτά, στήθηκε και αναπτύχθηκε περαιτέρω ένα τεράστιο δίκτυο διαφθοράς και διαπλοκής, δεν έγινε καμία ουσιαστική εξυγίανση σε υποδομές και τρόπο λειτουργίας της διοίκησης· κι αυτά με τόσο εμφανή τρόπο που ο ίδιος ο Σημίτης προχώρησε σε δύο εμβληματικές εκφράσεις: «Αυτή είναι η Ελλάδα…» (αμέσως μετά το ναυάγιο του Σάμινα, Σεπτέμβριος 2000), και «όποιος έχει στοιχεία να πάει στον εισαγγελέα». Στη θητεία του –είναι πλέον γνωστό και αποδεδειγμένο– η μίζα ήταν καθεστώς σε όλα τα μεγάλα έργα, η Siemens χρηματοδοτούσε το ΠΑΣΟΚ (βλ. υποθέσεις Τσουκάτου και Μαντέλη), στα εξοπλιστικά οι μίζες απογειώθηκαν, και με το σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου (Σεπτέμβριος 1999) έγινε μια από τις μεγαλύτερες αναδιανομές πλούτου στην ελληνική κοινωνία. Στο σκάνδαλο αυτό αναμίχθηκε η κυβέρνηση Σημίτη-Παπαντωνίου, που προέτρεπαν τον κόσμο να παίζει χρηματιστήριο, ενώ οι πιο μυημένοι έβγαλαν δισεκατομμύρια από την κατάρρευσή του. Μετά ειπώθηκε, πάλι από τον Σημίτη, το «Ας πρόσεχαν»…

Προεκλογική αφίσα ΠΑΣΟΚ (ευρωεκλογές 1999) για το «θαύμα» του Χρηματιστηρίου…

Η αμφίπλευρη γοητεία του Σημίτη και του σημιτισμού

Η ανανεωτική αριστερά έλκονταν από το λόγο και την πολιτική του Σημίτη. Έβλεπε σ’ αυτόν έναν πολιτικό απαλλαγμένο από τον «λαϊκισμό», «βαθιά ευρωπαϊστή» και φυσικά εντελώς κοντρολαρισμένο στα εθνικά ζητήματα. Επί της ουσίας, η ανανεωτική αριστερά πίστευε στον «εκσυγχρονισμό» χωρίς να αμφισβητεί διόλου τα έντονα μεταπρατικά χαρακτηριστικά του. Ο Σημίτης, σαν άνθρωπος, σαν ιστορία και διαδρομή προέρχονταν από την Αριστερά, είχε αντιδικτατορική δράση, ήταν διανοούμενος, απλός στη ζωή του. Το πρόγραμμά του σαφές και πολύ κοντινό σε αυτά που πίστευαν η ανανεωτική αριστερά και οι κύκλοι διανοούμενων αυτής της κοπής. Επομένως δεν ήσαν λίγοι όσοι ενστερνίστηκαν ή και συμβάδισαν με την πολιτική Σημίτη (π.χ. Α. Λιάκος, Γ. Βούλγαρης, Κ. Τσουκαλάς).

Θα πει σχετικά ο Αντώνης Λιάκος: «Υπήρχε μια αμοιβαία έλξη ανάμεσα στον Σημίτη και στους διανοούμενους της ανανεωτικής αριστεράς, πολύ ισχυρή και με αθρόες προσχωρήσεις. Γιατί; Πρώτο για το στυλ Σημίτη. Ο άνθρωπος χωρίς πόζα, που διάβαζε, καταλάβαινε και μιλούσε ως πανεπιστημιακός και όχι με τα στερεότυπα του πολιτικού των μπαλκονιών. Δεύτερο γιατί όλοι πίσω μας είχαμε το διεθνές και το ελληνικό 1989. Δηλαδή την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού και τον πραγματικό και αισθητικό εκφυλισμό του παπανδρεϊσμού. Τρίτο γιατί η ενιαία Ευρώπη μας φαινόταν η νέα ρεαλιστική ουτοπία. Θέλαμε την αντικατάσταση του εθνοπατριωτισμού από τον συνταγματικό πατριωτισμό και τη συμμετοχή σε μια κουλτούρα δικαιωμάτων και ανεκτικότητας» (Α. Λιάκος, συνέντευξη στον Β. Σκουρή, 7/1/2025).

Από την άλλη ο Σημίτης και ο σημιτισμός αποτέλεσαν φυτώριο τεχνοκρατικών στελεχών, οπαδών του νεοφιλελευθερισμού και της Ε.Ε. Δεν είναι διόλου τυχαίο που στελέχη του επάνδρωσαν τις μνημονιακές κυβερνήσεις, το ΕΛΙΑΜΕΠ, τη Ν.Δ. και τις κυβερνήσεις Μητσοτάκη (2019-σήμερα) προέρχονται από αυτό το φυτώριο. Οι Στουρνάρας και Παπαδήμας ήταν βασικοί συνεργάτες του Σημίτη επί πρωθυπουργίας του. Πιερρακάκης, Μενδώνη, Σκέρτσος, Γεραπετρίτης, Χρυσοχοΐδης, Λιβάνιος, Τσακλόγλου, Πελώνη, Θεοδωρικάκος, Θεοχάρης κ.ο.κ. είχαν όλοι περάσει από το ΠΑΣΟΚ ή κατείχαν καίριες θέσεις επί ΠΑΣΟΚ. Ακόμα, δεν είναι μυστικό πως στελέχη του ΠΑΣΟΚ όπως ο Λοβέρδος και η Διαμαντοπούλου είχαν στενές επαφές με το Μαξίμου και πριμοδοτούσαν μια συνεργασία με τη Ν.Δ.

Ο Μ. Κοττάκης έχει αποκαλύψει πώς στήθηκε το 2019 ο διοικητικός μηχανισμός από μεριάς της Ν.Δ. Γράφει συγκεκριμένα: «Δύο εβδομάδες πριν από τις εθνικές εκλογές του 2019, στενοί συνεργάτες του πρωθυπουργού εξαφανίστηκαν από το προσκήνιο και κλείστηκαν σε σκοτεινά δωμάτια εκτός των γραφείων της οδού Πειραιώς… Στις μυστικές συσκέψεις εκείνης της περιόδου αποφασίστηκε ότι το 30% έως 40% των θέσεων του κρατικού μηχανισμού θα καταληφθεί από πρώην στελέχη του ΠΑΣΟΚ, κυρίως του εκσυγχρονιστικού πυρήνα, με απευθείας αναφορές στον Κώστα Σημίτη και τον Ευάγγελο Βενιζέλο. Λιγότερο στον Γιώργο Παπανδρέου» (Μ. Κοττάκης, NewsBreak 18/8/2022). Ακόμα και ο Κατρούγκαλος έχει διορισθεί από την κυβέρνηση Μητσοτάκη σε θέση ειδικού εμπειρογνώμονα στον ΟΗΕ (Απρίλιος 2024)!

Ο σημιτισμός αποτέλεσε ιστορικά ένα «γεφύρι»: πέρασμα και κατοχύρωση του νεοφιλελευθερισμού στην οικονομία, πρόσδεση και περαιτέρω εξάρτηση της χώρας στην Ε.Ε., απελευθέρωση των όρων για την κυριαρχία της οικονομίας επί της πολιτικής. Από δεξιά μεριά τον αποκάλεσαν «αρχιερέα της διαπλοκής»: στην ουσία υπήρξε ο μεγάλος εισαγωγέας της επιχειρηματικής πολιτικής, της σύμφυσης των οικονομικών κέντρων με την κομματική εκπροσώπηση. Και επειδή αυτά συνέβαιναν στην Ελλάδα («αυτή είναι η Ελλάδα») η διαπλοκή και η μίζα φούντωσαν επί των ημερών του, και συνεχίζουν να μακροημερεύουν…

Ορισμένα σοβαρά πολιτικά συμπεράσματα

Σήμερα γίνεται πολύς λόγος για κεντροαριστερά, για κεντροδεξιά, για ακραίο κέντρο, για κέντρο γενικώς. Θολούρα περί κέντρου; Αλλά τι είναι το κέντρο γενικώς; Δεν θα απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα. Θα κάνουμε λόγο για τη «δημοκρατική παράταξη» γενικώς και τον ρόλο της ή, πιο καλά διατυπωμένο με σημερινούς όρους, για τον κεντροαριστερό χώρο. Η Ελλάδα είναι χώρα που η πολιτική ζωή γενικά είχε ένα πιο κεντροαριστερό πρόσημο· τα βασικά συνθήματα, ο πολιτισμός, ο πολιτικός λόγος έρρεπαν σε ιδέες της Αριστεράς: ισότητα, δημοκρατία, ελευθερία, ανεξαρτησία κ.λπ. Το πολιτικό σύστημα και η εξουσία ήταν βέβαια αγκυρωμένα σε μια δεξιά στην ουσία, φιλοδυτική, εξαρτημένη δομή. Ο κεντροαριστερός λόγος και η δημοκρατική παράταξη μπορούσαν να συνομιλούν αλλά και να χειρίζονται καλύτερα μια λαϊκή δυσαρέσκεια και ορισμένες λαϊκές προσδοκίες.

Ιστορικά, αυτό που αποκαλούμε «δημοκρατική παράταξη», δηλαδή η αστική πολιτική έκφραση πέραν της Δεξιάς, έχει σοβαρές ευθύνες για τη σημερινή κατάσταση (όπως ευθύνεται και για άλλες ιστορικές στιγμές). Όποτε βρέθηκε στη διακυβέρνηση της χώρας δεν συγκρούστηκε με το καθεστώς της εξάρτησης, του μεταπρατισμού-υποτέλειας. Αντίθετα, με τις παλινωδίες της και την ασυνέπειά της άνοιγε τον δρόμο σε πιο δεξιές και «ορίτζιναλ» εκφράσεις της αστικής πολιτικής. Επί των ημερών της έγιναν μεγάλες παραχωρήσεις, υποθηκεύτηκε η εθνική ανεξαρτησία και καταστρατηγήθηκαν δημοκρατικές και κοινωνικές κατακτήσεις. Και οι δύο εκδοχές της Αριστεράς στην εξουσία (πρώτα η Πασοκική και μετά η Συριζική) δεν έκαναν τομές, δεν εμπιστεύτηκαν τον λαϊκό παράγοντα, και υπηρέτησαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο το κατεστημένο και το καθεστώς της εξάρτησης.

Σήμερα προβάλλεται η ιδέα πως μια σύμπραξη όλων των κεντροαριστερών δυνάμεων είναι η μόνη προοπτική για την ανατροπή του Μητσοτάκη. Την ίδια στιγμή ο Μητσοτάκης, παρ’ όλη την πίεση που έχει από τα δεξιά, προσπαθεί να «δέσει» το ΠΑΣΟΚ ή και άλλους κύκλους από τον κεντροαριστερό χώρο στην πολιτική που εφαρμόζει (ακόμα και με κάποιες παραχωρήσεις). Οι επευφημίες για τον Σημίτη είναι δικαιολογημένες από όλες τις πλευρές, και ιδιαίτερα από όσους βρίσκονται στο συστημικό στρατόπεδο. Το «γεφύρι» του εξυπηρετεί και τις δύο συγκλίνουσες όχθες.

Οι διαφορές που υπήρχαν κάποτε ανάμεσα σε Δημοκρατική παράταξη και Δεξιά δεν υπάρχουν πλέον. Ακόμα και μεγάλο μέρος της υπαρκτής αριστεράς έχει συγκλίνει στον συστημισμό (άσχετα τι λέει ή διακηρύσσει). Το μεγάλο συμβόλαιο της συστημικής συμπολίτευσης επισημοποιήθηκε όταν στην Βουλή, την 14η Αυγούστου 2015, τα κόμματα ΣΥΡΙΖΑ, Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ ψήφιζαν από κοινού το τρίτο μνημόνιο με 220 ψήφους! Όλοι μαζί «έσωσαν» τότε την Ελλάδα…

«Γερό αποτύπωμα»

Τα «ευχαριστούμε τις ΗΠΑ» που είπε στη Βουλή το 1996 μια μέρα μετά τα Ίμια ο Σημίτης, οι συμφωνίες Μαδρίτης και Ελσίνκι (1997) που νομιμοποιούσαν το γκριζάρισμα του Αιγαίου και τα «ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας» σε αυτό, η παράδοση Οτσαλάν (Φεβρουάριος 1999), η διευκόλυνση και συμμετοχή στους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας (Μάρτιος-Ιούνιος 1999), όλα αυτά, δεν διαφέρουν ποιοτικά καθόλου από όσα συνεχίζουν να εφαρμόζουν με υποτέλεια, ντροπιαστικά, κυνικά όλες οι κυβερνήσεις που ακολούθησαν (με ελάχιστες διαφοροποιήσεις επί πρωθυπουργίας Κώστα Καραμανλή). Ο νεοφιλελευθερισμός δεν προχώρησε και προχωρά στη χώρα μας μόνο με μανδύα Ε.Ε. και μνημόνια, αλλά και με ΝΑΤΟφροσύνη, με αμερικανοποίηση, με Πρέσπες, με ενδοτισμό προς την επεκτατική Τουρκία. Με τη μετατροπή της χώρας σε μετανεωτερική αποικία, με πράσινη ανάπτυξη, ως ορμητήριο ΗΠΑ και Ισραήλ, με πολεμικό ανεφοδιασμό της Ουκρανίας, με άπλωμα της φτωχοποίησης, με ξήλωμα όλων των δημοκρατικών δικαιωμάτων, με σφοδρή επίθεση στον κόσμο της εργασίας.

Όντως, ο σημιτισμός έχει αφήσει «γερό αποτύπωμα». Αυτό τιμά το σύστημα τούτες τις μέρες… Η χώρα βουλιάζει σε ένα υπαρξιακό πρόβλημα και όσοι τη σπρώχνουν σε αυτή τη δίνη καμώνονται ότι την έσωσαν και συνεχίζουν να τη σώζουν στο όνομα του «εκσυγχρονισμού». Πάντα στη «σωστή πλευρά» της γνωστής ιστορίας του ελληνικού μεταπρατισμού!

* Αποσπάσματα από το βιβλίο του Κ. Σημίτη «Πολιτική για μια δημιουργική Ελλάδα», σσ. 38-45, εκδ. ΠΟΛΙΣ, 2005.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Σοβαρά ερωτήματα για να μην επαναληφθεί το τρισάθλιο «φαινόμενο Κασσελάκη» στον ΣΥΡΙΖΑ

  Πόθεν η... στεφανιαία του ΣΥΡΙΖΑ; Το «γιατί» έχει εδώ πολύ μεγαλύτερη σημασία από το ποιοι ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΡΤΕΡΟΣ  avgi.gr Στέφανος ο κατακτητ...