Λεονάρντο Μπρούνι, Πανηγυρικός για την πόλη της Φλωρεντίας [2/2]
*
Μετάφραση-Σχόλια-Επιμέλεια στήλης
ΦΩΤΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
Kορυφαίο δείγμα αναγεννησιακής ρητορικής, και ταυτόχρονα ένα από τα σημαντικότερα σημεία αναφοράς του ρεπουμπλικανικού ανθρωπισμού, o Πανηγυρικός για την πόλη της Φλωρεντίας συντάσσεται περί το 1403, λίγο μετά τον θάνατο του φοβερού εχθρού της φλωρεντινής δημοκρατίας, Τζαν-Γκαλεάτσο Βισκόντι, δούκα του Μιλάνου. Για να τιμήσει τη συγκυρία, ο Λεονάρντο Μπρούνι, μαθητής του Μανουήλ Χρυσολωρά μα και ευνοούμενος και –μετέπειτα– διάδοχος του Κολούτσιο Σαλουτάτι στην Καγκελαρία, συντάσσει τον περίφημο Πανηγυρικό ακολουθώντας συνειδητά ένα αρχαιοελληνικό υπόδειγμα εγκωμιαστικού λόγου: τον Παναθηναϊκό του Αίλιου Αριστείδη. Αν και η μίμηση είναι πιστή, ο Μπρούνι καταλήγει να συντάξει ένα κείμενο που ξεπερνά από κάθε άποψη το υπόδειγμά του.
Για μια εισαγωγική ανάλυση του έργου, ο αναγνώστης παραπέμπεται στη χθεσινή ανάρτηση της 1ης Ιουλίου.
~.~
ΛΕΟΝΑΡΝΤΟ ΜΠΡΟΥΝΙ
Πανηγυρικός για την πόλη της Φλωρεντίας
§§ 47-93
[47] Έχουν ειπωθεί αρκετά για τη λαμπρότητα της καταγωγής των Φλωρεντινών – ίσως περισσότερα από όσο χρειάζεται για πράγματα αυτόδηλα. Μένει τώρα να μιλήσουμε για την αρετή της πόλης, και πώς αυτή εκδηλώθηκε στις εξωτερικές και τις εσωτερικές υποθέσεις. Και τούτο θα το κάνω πολύ συνοπτικά, γιατί η σημερινή μου ομιλία δεν επιτρέπει μεγάλη συζήτηση για ιστορικά θέματα. Θα περιοριστώ αποκλειστικά σε διάσημα γεγονότα. Αλλά πριν ξεκινήσω, μου φαίνεται καλό και απαραίτητο να δηλώσω προκαταβολικά και να προειδοποιήσω να μην με κατηγορήσει κανείς, επηρεασμένος από μια ψευδή εντύπωση, για αναίδεια ή άγνοια. Η πρώτη οφείλεται στη μωρία και η δεύτερη στην ελαφρομυαλιά, αλλά και οι δύο πρέπει εξίσου να αποφεύγονται.
[48] Δεν έχω, όμως, καμία αμφιβολία ότι θα προκαλέσω σε κάποιους ανόητους την υποψία ότι με αυτόν τον έπαινό μου θέλω να εξασφαλίσω δημοφιλία ή καλοβουλία και να καταιχμαλωτίσω τον νου των ανθρώπων, ξεπερνώντας κατά πολύ τα όρια της αλήθειας, και κοσμώντας τον λόγο μου ανακατεύοντας την αλήθεια με το ψέμα. Και τώρα πρέπει εγώ να τους βοηθήσω να μάθουν –ή, μάλλον, να ξεμάθουν– πώς να σταματήσουν να τα σκέφτονται όλα αυτά και να εγκαταλείψουν κάθε τέτοια υποψία. Παρόλο που θέλω να είμαι αγαπητός και αποδεκτός από όλους –και ομολογώ ότι αυτό το επιθυμώ και το λαχταρώ πολύ–, ποτέ δεν πίεσα τον εαυτό μου να το κατορθώσει αυτό με καλοπιάσματα και κολακείες. Πάντα πίστευα ότι πρέπει κανείς να αγαπά τους ανθρώπους με αρετή, και όχι με κακία: και από αυτόν τον έπαινο δεν περιμένω ούτε αξιώνω καμία χάρη. Θα ήμουν πραγματικά ανεγκέφαλος αν πίστευα ότι από ένα τόσο μικρό έργο θα μπορούσα ποτέ να κερδίσω την εύνοια ενός τόσο μεγάλου πληθυσμού. Εγώ, βλέποντας αυτή την πανέμορφη πόλη, θαυμάζοντας πολύ την ανωτερότητά της, την αρχιτεκτονική της, την ευγένειά της, τα κάλλη, τη δόξα της, θέλησα να δοκιμάσω αν μπορώ με τα λόγια μου να περιγράψω όλη αυτήν την ομορφιά και τη λαμπρότητα.
[49] Αυτός ήταν ο λόγος που με παρακίνησε να γράψω· ούτε το κυνήγι της υπόληψης ούτε η εξασφάλιση της λαϊκής εύνοιας. Απέχω πολύ από το να έχω αναλάβει αυτό το έργο έχοντας σαν στόχο να κερδίσω την ευμένεια του κόσμου. Στην πραγματικότητα, έβαζα με τον νου μου ότι θα ήμουν τυχερός αν ο πανηγυρικός αυτός λόγος δεν συνέτεινε μάλλον στην κακοφημία μου. Φοβόμουν, δηλαδή, ότι, όλοι όσοι ενοχλούνται από την άνθιση της Φλωρεντίας μας, θα με μισούσαν για το έργο που ανέλαβα: και ακόμη και τώρα δεν παύω να το φοβάμαι αυτό. Όλοι όσοι μας φθονούν, όλοι οι εχθροί μας, όλοι όσοι δυσαρεστήθηκαν, συνετρίβησαν ή νικήθηκαν από αυτή την πόλη, είτε αυτοί προσωπικά είτε οι πρόγονοί τους, όλους αυτούς –λέω εγώ– ο έπαινός μου θα τους καταστήσει εχθρούς μου. Και έτσι, φοβάμαι πολύ ότι θα χρειαστεί να επωμισθώ το βαρύ φορτίο της κακοφημίας. Αλλά θα θέσω έναν όρο που κανείς δεν μπορεί δίκαια να αρνηθεί: αν μιλήσω παραπειστικά, προπετώς ή απρεπώς, τότε με το δίκιο του θα σταθεί κάποιος εχθρικά ή δυσμενώς απέναντί μου. Αν, όμως, αυτά που λέω είναι αληθινά, και ο λόγος μου συντάσσεται με αίσθηση του μέτρου, τότε κανείς δεν πρέπει να οργιστεί μαζί μου. Δεν είναι απολύτως δίκαιος ο όρος αυτός; Ποιος είναι τόσο διεστραμμένος και μεροληπτικός ώστε να πιστεύει ότι οφείλει να αγανακτήσει μαζί μου αν μεγαλύνω την πόλη με δίκαιο και ακριβή έπαινο;
[50] Επομένως, από όλα όσα ειπώθηκαν μέχρι τώρα γίνεται κατανοητό ότι δεν οδηγήθηκα στο γράψιμο επιζητώντας την εύνοια, και ότι, από την άλλη, δεν υπάρχει κανένας που δικαιούται να αγανακτήσει μαζί μου. Επειδή, όμως, οι χαρακτήρες των ανθρώπων είναι τόσο διαφορετικοί, δεν έχω καμία αμφιβολία ότι θα βρεθούν πολλοί να θεωρήσουν τα επιχειρήματά μου μικρής αξίας. Για κάποιους άλλους, η ίδια η αλήθεια είναι μισητή και ενοχλητική. Άλλοι, είτε επειδή είναι φύσει κακόγνωμοι είτε επειδή τους διακατέχει άγνοια, δεν παραδέχονται ως αληθές τίποτε άλλο από αυτό τους συμφέρει: τούτοι θα με κατηγορήσουν για ματαιοδοξία ή θα προσπαθήσουν να με διαβάλουν ισχυριζόμενοι ότι δεν έγραψα τίποτε με ειλικρίνεια. Εγώ όμως προειδοποιώ όλους αυτούς να μην μου το παίζουν έξυπνοι, ούτε να σπεύσουν να με κατηγορήσουν για προπέτεια, αλλά να αναλογιστούν, ξανά και ξανά, τι είναι αυτό που θεωρούν επιτημητέο, και, κυρίως, να θυμηθούν ότι εγώ δεν κάνω εδώ λόγο για την αρετή και την υπεροχή μεμονωμένων πολιτών, αλλά για ολόκληρη τη πολιτεία μας. Το να έχουν αποδειχθεί μερικά άτομα στη Φλωρεντία αμφιβόλου ηθικής, δεν δικαιολογεί να γενικεύεται η κριτική προς αυτά σε καυτηριασμό ολόκληρης της πολιτείας. Η τελευταία, άλλωστε, έχει συνήθειο όχι μόνον να μην περιβάλλει τις φαυλότητες που αυτά διαπράττουν με συμπάθεια, αλλά να εκδηλώνει την απόλυτη αντιπάθεια και καταδίκη της.
[51] Άλλωστε, καμία πόλη δεν είναι ποτέ τόσο πολιτισμένη και καλά θεσμισμένη ώστε να είναι εντελώς απαλλαγμένη από φαύλους ανθρώπους. Ωστόσο, όπως η χρηστή συμπεριφορά λίγων ανθρώπων δεν μπορεί να απαλλάξει τους ανόητους και διεστραμμένους πολλούς από την ανυποληψία, έτσι και η διαστροφή και η ανήθικη συμπεριφορά των λίγων δεν είναι θεμιτό να σιγάσει τον δίκαιο έπαινο για τα χρηστά επιτεύγματα που έχει κατορθώσει σύσσωμη η πολιτεία. Άλλωστε, από τη μια πλευρά υπάρχουν ολισθήματα που είναι δημόσια, και από την άλλη ολισθήματα που είναι ιδιωτικά. Και διαφέρουν πάρα πολύ. Στα ιδιωτικά εστιάζεις στην πρόθεση του δράστη, ενώ στα δημόσια εστιάζεις στη θέληση ολόκληρης της πολιτείας. Στην τελευταία περίπτωση δεν δίνουμε ιδιαίτερη σημασία στην πρόθεση του ενός ή του άλλου πολίτη. Σε ό,τι αφορά τους νόμους και τα ήθη, αυτό που επιθυμεί η πλειονότητα του κόσμου φαίνεται να το υιοθετεί όλη η πόλη. Αν σε άλλους λαούς η πλειονότητα κατισχύει επί αυτού που είναι αληθινά καλύτερο, στη Φλωρεντία, πάντως, φαίνεται ότι η πλειονότητα επιλέγει πάντα το καλύτερο.
[52] Για αυτό, ας μη μου αντιπαρατεθεί κανείς άσκοπα υποδεικνύοντάς μου αξιόμεμπτες πράξεις ιδιωτών, αφού ούτε οι ανομίες του Βέρρη συνυφαίνονται με την εγκράτεια των Ρωμαίων, ούτε η δειλία του Κυρσίλου με την ανδρεία των Αθηναίων. Αν θέλουν να συνειδητοποιήσουν πόσο μεγάλη είναι η αριστεία αυτής της πόλης και ότι εγώ την επαινώ δικαιολογημένα, ας ρίξουν μια ματιά σε όλη τη Γη, ας επιλέξουν όποια πόλη επιθυμούν, και ας τη συγκρίνουν με τη δική μας· όχι σε ακτινοβολία και ομορφιά, αφού όμοιά της δεν υπάρχει στη γη, ούτε σε ευγένεια, αφού όλοι παραδέχονται ότι και ως προς αυτό ξεχωρίζει από όλες. Αλλά να τη συγκρίνουν ως προς τα επιτεύγματα και την αρετή. Εάν το κάνουν αυτό, τότε θα αρχίσουν να συνειδητοποιούν πόση διαφορά υπάρχει μεταξύ της Φλωρεντίας και όλων των άλλων πόλεων. Δεν θα βρουν ούτε μία που να της αξίζει ο έπαινος σε όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά.
[53] Είπα «σε όλα». Και τούτο θέλω να το καταστήσω απολύτως σαφές. Αν μπορούν να βρουν μια πόλη που, κατά γενική ομολογία, υπερέχει σε οποιοδήποτε είδος αρετής, ας τολμήσουν να κάνουν τη σχετική σύγκριση. Δεν πρόκειται να βρεθεί ούτε μία η οποία, ακόμα και σε ιδιότητα που τη χαρακτηρίζει ιδιαιτέρως, δεν θα αποδειχθεί υποδεέστερη της Φλωρεντίας. Σε απολύτως καμία δεν αξίζει ο έπαινος, όποιο και αν είναι το επίμαχο χαρακτηριστικό: ούτε στην αξιοπιστία, ούτε στην προκοπή, ούτε στην ανθρωπιά, ούτε στο μεγαλείο του πνεύματος. Ας φέρουν την πόλη που θέλουν στη διαμάχη: η Φλωρεντία δεν φοβάται τη σύγκριση με καμία. Ας ψάξουν σε όλο τον κόσμο για μια πολιτεία που σε κάποιο είδος αρετής αξιώνει τη μεγαλύτερη δόξα. Ας συγκρίνουμε τα λαμπρά τους χαρακτηριστικά – ακόμη και εκείνα στα οποία η αντίπαλη πόλη θαρρεί πως ξεχωρίζει: εκτός και αν προτιμούν να εθελοτυφλούν, δεν θα μπορέσουν να βρουν ούτε ένα στο οποίο η Φλωρεντία δεν είναι ανώτερη κατά πολύ. Η αρετή αυτής της πόλης είναι θαυμαστή και αποτελεί το αξεπέραστο πρότυπο σε καθετί που αποτελεί αφορμή επαίνου.
[54] Δεν θα μιλήσω για τη σύνεση η οποία, κατά την κρίση όλων, διέπει αυτήν την πολιτεία στον ύψιστο βαθμό, και για την οποία παρατηρούμε ότι η πολιτεία μερίμνησε σε όλες τις εποχές με ιδιαίτερη σπουδή, μα θα σταθώ στη φιλανθρωπία και θα ρωτήσω: ποια άλλη πόλη έχετε ακούσει να έχει ξεχωρίσει και να συνεχίζει να ξεχωρίζει σε φιλανθρωπία; Τούτη η πόλη φαίνεται ότι είχε πάντοτε κατά νου να ωφελεί όσο το δυνατόν περισσότερους, και επομένως όλοι ήταν σε θέση να απολαύσουν τη γενναιοδωρία της, ειδικά εκείνοι που την είχαν μεγαλύτερη ανάγκη. Έτσι, όλοι όσοι οδηγήθηκαν μακριά από τον τόπο τους εξαιτίας εμφύλιων σπαραγμών, ή βρέθηκαν εξόριστοι από την πατρίδα τους κατατρεγμένοι από τον φθόνο, συγκεντρώνονται στη Φλωρεντία, που αποτελεί τη μοναδική τους προστασία και καταφυγή. Επομένως, δεν υπάρχει πλέον κανείς σε όλη την Ιταλία που να μην πιστεύει ότι έχει δύο πατρίδες: ιδιωτικά ο καθένας τη δική του, δημόσια, όμως, την πόλη της Φλωρεντίας[1].
[55] Τούτο συνεπάγεται ότι, υπό κάποια έννοια, η Φλωρεντία αποτελεί την κοινή πατρίδα και το ασφαλέστερο άσυλο ολόκληρης της Ιταλίας, όπου μπορεί να καταφύγει ο καθένας από παντού και όποτε το χρειάζεται, και στο οποίο θα γίνει δεκτός από τους κατοίκους με τη μεγαλύτερη δυνατή ευμένεια και καλοσύνη. Η φιλανθρωπία και η ανθρωπιά είναι τόσο διαδεδομένες σε αυτή την πόλη, που φαίνεται να ανακραυγάζουν πεντακάθαρα και να διαμηνύουν ανοιχτά σε όλους ότι, κανείς δεν πρέπει να θεωρεί τον εαυτό του άπατρι όσο υπάρχει η πόλη των Φλωρεντινών[2].[.....................................................]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου