Μανόλης Αναγνωστάκης / H άγνωστη «Λευτεριά»
Ένα άγνωστο έως τώρα πεζό του Μανόλη Αναγνωστάκη, το διήγημα με τίτλο «Λευτεριά», που δημοσιεύτηκε στις 21 Μαΐου του 1945 στην εαμική εφημερίδα Λαοκρατία, δημοσιεύει στο τελευταίο του τεύχος το θεσσαλονικιό περιοδικό Εντευκτήριο, επιφυλάσσοντας μια σπουδαία έκπληξη στους αναγνώστες, αλλά και στην έρευνα για το έργο του κορυφαίου ποιητή. Όταν δημοσιεύεται η «Λευτεριά», ο Αναγνωστάκης είναι μόλις 20 χρόνων, έχει όμως κάνει ήδη την επίσημη εμφάνισή του στα γράμματα τρία χρόνια νωρίτερα με το «1870-1942», ένα ποίημα δέκα στίχων όλων κι όλων, που φιλοξενούν τα Πειραϊκά Γράμματα (1942). Αυτό το πρώιμο κείμενο αποτυπώνει τα ίχνη ενός νέου ανθρώπου που η πολιτική αλλά και η λογοτεχνία έχουν το δικό τους μερίδιο στη ζωή του. Και η τελευταία, όπως αποδείχτηκε, θα σφραγίσει τα ελληνικά γράμματα.
«Είναι έκπληξη αυτό το πεζό», λέει ο Γιώργος Κορδομενίδης, συγγραφέας και εκδότης του Εντευκτηρίου, «γιατί αποκαλύπτει τον τρόπο με τον οποίο σκεφτόταν ο ποιητής τον καιρό εκείνο, με τον Εμφύλιο να έχει ήδη ουσιαστικά ξεκινήσει». Υπογραμμίζει, μάλιστα, ότι την ύπαρξή του «αγνοούσαν τόσο ο συλλέκτης και φίλος του Γιώργος Ζεβελάκης όσο και ο ποιητής, δοκιμιογράφος και βιβλιογράφος του Δημήτρης Δασκαλόπουλος, επίσης φίλος του ποιητή».
Ο Αναγνωστάκης, επονίτης στα χρόνια της Κατοχής, με έντονη πολιτική δραστηριότητα, αλλά και αρχισυντάκτης του περιοδικού Ξεκίνημα, που έβγαζε ο εκπολιτιστικός όμιλος του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, σ’ αυτό το κείμενο αποτυπώνει την εποχή του. «Το πεζό αυτό δείχνει τη σχέση εγκαρδιότητας του Αναγνωστάκη με τους συναγωνιστές του, φανερώνει την απογοήτευσή του για τη διάψευση των προσδοκιών που είχαν οι άνθρωποι της γενιάς του για έναν καλύτερο και δικαιότερο κόσμο» λέει ο Γ. Κορδομενίδης, υπογραμμίζοντας ότι «είναι γραμμένο πριν από την καθοριστική για τον ποιητή εμπειρία του Έκτακτου Στρατοδικείου το 1949 και της καταδίκης του εις θάνατον, καταδίκη που ευτυχώς δεν εκτελέστηκε». «Αν και το θεωρώ ένα πρώιμο κείμενο, λογικό για έναν εικοσάχρονο νέο, ωστόσο είναι ένα καθ’ όλα άρτιο πεζό, που προοιωνίζεται έναν άνθρωπο που θα ασχοληθεί με τη λογοτεχνία. Αξίζει να το διαβάσουμε σήμερα όχι μόνο ως ψηφίδα του έργου του κορυφαίου ποιητή, αλλά και γιατί αυτό το κείμενο φέρει επάνω του τα ίχνη της εποχής, αλλά και τον τρόπο σκέψης του Αναγνωστάκη» επισημαίνει ο εκδότης του Εντευκτηρίου. «Πέρα από τον πειραματικό χαρακτήρα του κειμένου, επιμένω ότι γράφει εξ επαφής για την εμπειρία της Αντίστασης, της Κατοχής και τον τρόπο με τον οποίο η περίοδος αυτή τερματίστηκε, και του Εμφυλίου που μόλις ξεκινάει. Γράφει μέσα σχεδόν στη δίνη των γεγονότων» υπογραμμίζει και ταυτόχρονα τονίζει ότι «Η λευτεριά» αξίζει να διαβαστεί παράλληλα με το άρθρο του Κώστα Χατζηκυριάκου, που πρώτη φορά φέρνει στη δημοσιότητα χαρακτηριστικά αποσπάσματα από τα πρακτικά της δίκης του Αναγνωστάκη και των συντρόφων του στο Στρατοδικείο στη Θεσσαλονίκη, όπου είχε παραπεμφθεί για συνωμοτική δράση της ΕΠΟΝ.
Το τεύχος συνοδεύεται από ένα CD με την τελευταία ραδιοφωνική συνέντευξη του ποιητή στον Κώστα Λογαρά, πριν πάθει το εγκεφαλικό που αλλοίωσε την ομιλία του, η απομαγνητοφώνηση του οποίου περιλαμβάνεται επίσης στο αφιέρωμα για τον Αναγνωστάκη. Στο ίδιο τεύχος ακόμα μία έκπληξη περιμένει τον αναγνώστη, καθώς δημοσιεύεται μία ομιλία του Βασίλη Βασιλικού στη Θεσσαλονίκη το 1984 με αφορμή την εκδήλωση που του είχε αφιερώσει το ιστορικό σωματείο Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία «Τέχνη», με πρόεδρο τότε την Άλκη Κυριακίδου-Νέστορος, για τα τριάντα χρόνια του στη λογοτεχνία. Ο Βασιλικός μιλάει χωρίς χειρόγραφο και ένα από τα ζητήματα που βάζει στο επίκεντρο της ομιλίας του «είναι η εμμονή που είχε από πολύ νέος να ζήσει ως συγγραφέας», όπως επισημαίνει ο Γ. Κορδομενίδης. «Αναφέρεται, δηλαδή, στην τέχνη του και μάλιστα περηφανεύεται για το γεγονός ότι μετά από πολλές προσπάθειες στη διάρκεια αρκετών χρόνων κατάφερε να καταχωριστεί στον τηλεφωνικό κατάλογο δίπλα στο ονοματεπώνυμό του η ιδιότητα συγγραφέας». Είναι μια «σπαρταριστή ομιλία, στην οποία τόνιζε ότι δεν τον ενδιαφέρουν οι λίγοι βιβλιόφιλοι του κέντρου της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, αλλά τον ενδιέφερε να διαβάζεται από ευρύτερο λαϊκό κοινό. Τον Βασιλικό δεν τον ενδιέφερε το χρήμα, νοιαζόταν για την ευρύτερη κυκλοφορία του έργου του», τονίζει ο Γ. Κορδομενίδης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου