Ρένα Λούνα, γιατί κάνεις τόσο ενδελεχή έρευνα για να γράψεις ένα βιβλίο;
Οι Αλεπούδες του Περ-Λασαίζ, το μυθιστόρημα-ντεμπούτο της 32χρονης Ρένας Λούνα, διαβάζονται με λαχτάρα και ολοκληρώνονται με ικανοποίηση. Με γλαφυρές περιγραφές, σουρεαλιστικούς διαλόγους και ψυχαναλυτική διάθεση, η νεαρή συγγραφέας προσεγγίζει τον φόβο του θανάτου μέσα από το τέλος μιας ερωτικής ιστορίας, κάπου στη Γαλλία του ’50.
Ρένα, πες μου δυο λόγια για σένα.
Μου είναι δύσκολο να μιλάω για μένα, επιθυμώ να κρατάω ένα πέπλο μυστηρίου γύρω από τη βαρετή ζωή μου. Το Λούνα, ας πούμε, είναι ψευδώνυμο. Θα σου έλεγα ότι αγαπώ πολύ τις γάτες –συγκατοικώ με δύο–, ότι είμαι φανατική αναγνώστρια και ότι απολαμβάνω την ανεξαρτησία μου.
Δεν συστήνεσαι και ως συγγραφέας πλέον;
Δεν νιώθω άνετα να δηλώνω συγγραφέας. Έτσι κι αλλιώς, η αμοιβή του συγγραφέα είναι περισσότερο ηθική στην Ελλάδα.
Πώς αποφάσισες να κυκλοφορήσεις το πρώτο σου βιβλίο;
Από μια ανάγκη να με «δω» έξω στον κόσμο, να επικοινωνήσω, να βρω την «κοινότητά» μου ως ένα πολύ εσωστρεφές άτομο. Ξέρω ότι εκεί έξω υπάρχουν πολλοί, μοναχικοί άνθρωποι, σαν εμένα, κι ένα βιβλίο είναι πάντα ένα «χέρι» για να πιαστείς όταν νιώθεις μόνος, μια αφορμή για συζητήσεις με νόημα, μακριά από τυπικότητες.
Ποια βιβλία σε έχουν σημαδέψει;
Η Λολίτα του Ναμπόκοφ, η Σκακιστική Νουβέλα του Τσβάιχ, η Νανά του Ζολά, ο Πότης του Φάλαντα, το Έγκλημα και Τιμωρία του Ντοστογιέφσκι.
Γράφεις στο βιβλίο: «Γι’ αυτό έχουμε μάθει από μικρές να είμαστε πιο πνευματώδεις (οι γυναίκες), χωρίς απαραίτητα να είμαστε. Για να έχουμε τα εργαλεία να τους ξεγελάσουμε (τους άνδρες) με απώτερο σκοπό να μη μας σκοτώσουν». Θες να μου το αναλύσεις;
Έχει ένα νόημα αν σκεφτείς ότι η ηρωίδα μου, η Λουντμίλα, είναι εξαρχής νεκρή, μια γυναίκα που δεν μπορεί να ακουστεί. Ο μόνος που κουβαλάει τη φωνή της, το ημερολόγιό της δηλαδή, είναι ένας άνδρας. Πιστεύω ότι γενικώς οι θηλυκότητες, από μικρή ηλικία, διαμορφώνουν την προσωπικότητά τους με ένα μεγαλύτερο κοινωνικό βάρος. Δυστυχώς, έρχονται σε επαφή με μια πρώιμη και αχρείαστη ντροπή, εξαιτίας των κοινωνικών χαρακτηριστικών που τους προσδίδουμε.
Βρήκα άκρως εντυπωσιακές όλες αυτές τις λεπτομέρειες με τις οποίες περιγράφεις τα υφάσματα, τα έπιπλα, τους πίνακες, τα κτίρια…
Έκανα μεγάλη έρευνα. Μου πήρε τρία χρόνια να ολοκληρώσω το βιβλίο. Υπήρξαν φορές που έμεινα ξάγρυπνη δύο μέρες, νηστική, αναζητώντας ένα ιστορικό δεδομένο ή θέλοντας να βεβαιωθώ ότι περιγράφω με ακρίβεια ένα έπιπλο, μια γαλλική φράση, ένα στρατιωτικό καπέλο. Γενικώς διαβάζω πολύ, μου αρέσει να μαθαίνω πράγματα που δεν ξέρω και πιστεύω ότι και για τους αναγνώστες ίσως να έχει ενδιαφέρον να μάθουν, λόγου χάρη, ένα σύνθημα του γαλλικού ναυτικού ή την ιστορία ενός έργου τέχνης του Μεσαίωνα.
Διαβάζει, πιστεύεις, ο κόσμος σήμερα;
Όχι αρκετά. Αλλά δεν είναι και απαραίτητο. Δεν μπορείς να πεις σε κάποιον: «Πρέπει να διαβάσεις ένα βιβλίο». Ο καθένας ας κάνει ό,τι τον ευχαριστεί. Αν με ρωτήσεις «Γιατί να διαβάσω το βιβλίο σου;», θα σου πω «Από περιέργεια!». Ξέρεις, βρέθηκαν πολλοί που με αποθάρρυναν να το δημοσιεύσω. «Ποιος θα εκδώσει ή θα διαβάσει ένα τόσο πολυσέλιδο βιβλίο;» μου έλεγαν. Να, όμως, που τελικά όλα πήραν τον δρόμο τους και βρέθηκαν κάποιοι που τους άρεσε. Ευτυχώς, πάντα θα υπάρχει κάποιος που θα ενδιαφερθεί να σε ακούσει.
«Αν με ρωτήσεις “γιατί να διαβάσω το βιβλίο σου;”, θα σου πω “από περιέργεια!”. Ξέρεις, βρέθηκαν πολλοί που με αποθάρρυναν να το δημοσιεύσω».
Τώρα τι γράφεις;
Ένα νέο βιβλίο. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι –και πάλι– δεν αφορά την Ελλάδα και ότι υπάρχουν επιστολές ψυχαναλυτικού χαρακτήρα.
Το μυθιστόρημα Οι αλεπούδες του Περ-Λασαίζ της Ρένας Λούνα κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ο Μωβ Σκίουρος.
Ο Βλάσης Κωστούρος γεννήθηκε το 1993 στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Κόρινθο. Σπούδασε Πολιτικές Επιστήμες στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών αλλά γρήγορα τον κέρδισε η δημοσιογραφία. Από το 2018 είναι Culture Director της Vogue Greece και Guest Editor στο Περιοδικό Κ της Καθημερινής.
Τελευταία άρθρα:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου