Δευτέρα, Αυγούστου 22, 2022

Ένα νουάρ για την Ελλάδα της παρακμής

 

https://im1.7job.gr/sites/default/files/imagecache/1200x675/article/2022/33/370423-s.jpg

Αποστόλης Καπαρουδάκης: Το σύστημα εξουσίας είναι κλαυσίγελος

Φωτεινή Λαμπρίδη

Το Περφορατέρ, το πρώτο μυθιστόρημα του δημοσιογράφου Αποστόλη Καπαρουδάκη περιγράφει την πολιτική και δημοσιογραφική ζωή της χώρας με άφθονο κυνισμό και χιούμορ, κάνοντας μοιραία ένα πέρασμα στη σύγχρονη ιστορία της χώρας.

Η αδιαφάνεια, η παντελής έλλειψη σεβασμού στη δεοντολογία, η ανυποληψία, η συνεξάρτηση πολιτικών - καναλαρχών, η λούμπεν αισθητική  που κάνει την ελληνική πραγματικότητα να μοιάζει όλο και περισσότερο με κακοφτιαγμένη παρωδία, ο μπάρμπας στην Κορώνη που ζει και βασιλεύει, τα καγιέν που περνούν σαν οδοστρωτήρες πάνω από τον κόσμο της ανέχειας, οι ξιπασμένοι νεοχρισμένοι διευθυντές και επικεφαλής σε κάθε πόστο και η ατέρμονη ηλιθιότητα ενός συστήματος γνήσιας παρακμής και διαπλοκής, ξετυλίγονται με  αφορμή μια φάρσα που σκαρώνει πάνω στην απελπισία του ένας  άνεργος δημοσιογράφος. Την ίδια στιγμή στο παραβάν, ο φτωχός νεοέλληνας που αρνείται να απενδυθεί τον τίτλο του μεσοαστού, μπλέκεται στα γρανάζια, προβάρει ακροδεξιά ρητορική και πιάνεται σαν τον πνιγμένο από τα μαλλιά του καταναλώνοντας ένα ψέμα.

Κι αν το πρώτο πράγμα που αντιλαμβάνεται ο αναγνώστης είναι το έντονο σουρεαλιστικό στοιχείο που δεν τσιγκουνεύεται ο συγγραφέας όσο περιβάλλει με συμπάθεια τους ήρωες του, καταλήγει να διαπιστώνει πως αυτό δεν αφορά απαραίτητα την οπτική του Καπαρουδάκη, αφού το νουάρ του είναι μια ρεαλιστική απεικόνιση της ελληνικής πραγματικότητας.

Ποιος άλλωστε δεν έχει παρακολουθήσει την ελληνική τηλεόραση, ποιος δεν έχει τρίψει τα μάτια του στα παράλογα της πολιτικής εξουσίας και ποιος θα μπορούσε να πει ότι δεν έχει συναντήσει στ’αλήθεια τους ήρωές του απολαυστικότατου βιβλίου, που ζουν όντως ανάμεσα μας; Ο Απ. Καπαρουδάκης απαντά στις ερωτήσεις του tvxs στο ίδιο ύφος που μας αφηγείται την ιστορία των ηρώων του και αδυνατεί να μιλήσει για τους απλους πολίτες «Για τους απλούς πολίτες πάλι, τι να σας πω, δεν έχω πλέον την εμπειρία γιατί είμαι χρόνια βαθμοφόρος της ελληνικής δημοσιογραφίας κι έχω χάσει την επαφή μου μαζί τους...».

-Πως προέκυψε η ιδέα του βιβλίου. Κατά πόσο είναι ορμώμενο από όσα έχεις ζήσει ως δημοσιογράφος και από αυτοβιογραφικά ίσως στοιχεία;


-Χαρακτηρίζεις το «Περφορατέρ» «το νουάρ της Αθήνας του Β’ Μεσοπολέμου» γιατί;

 

Ένα μεσοδιάστημα πριν τον Γ' Παγκόσμιο είναι αυτό που ζούμε, έχει όλα τα χαρακτηριστικά του μεσοπολέμου: την πείνα, την απαξίωση της ανθρώπινης ζωής, την ανατριχιαστική άνοδο του ρατσισμού και του φασισμού, τη βίαιη επαναχάραξη των συνόρων, την πολτοποίηση ολόκληρων λαών, την σαλατοποίηση των ιδεολογιών, την απροκάλυπτη απώλεια κάθε είδους λογικής, την οπισθοχώρηση σε ό,τι μέχρι σήμερα θεωρούσαμε ως δεδομένη κατάκτηση του πολιτισμού.

-Ο ήρωας σου άνεργος μεσήλικας δημοσιογράφος προχωράει σε μια πολύ πρωτότυπη  ενέργεια διαμαρτυρίας που παρουσιάζεται ως τρομοκρατική από το σύστημα αν και τα όπλα του είναι κατσαρίδες. Το σύστημα εξουσίας τελικά είναι περισσότερο για γέλια παρά για κλάματα και θυμό;

Υπάρχει η λέξη κλαυσίγελος που ίσως τα λέει όλα. Τι να σας πω όμως, ξέρω ότι είναι λέξη ελληνική αλλά έχω και μια ανησυχία· αν είχα τελειώσει το Αρσάκειο θα είχα τη χαρά να μου είχε διδάξει την ετυμολογία της ο κ. Μπαμπινιώτης, τώρα, καθώς τελείωσα το σχολείο στην Καισαριανή τα αντιλαμβάνομαι μάλλον με λάθος τρόπο τα πράγματα. Έπειτα, τα δικά μου ινδάλματα του θεάτρου ποτέ δεν πρόσφεραν γονυπετή στον πρωθυπουργό ομοίωμα του Παρθενώνα που να θυμίζει παρωδία τούρτας γενεθλίων, οπότε δεν είμαι άριστος. Και όπως ξέρετε, τους άριστους, μόνο οι άριστοι έχουν δικαίωμα να τους κρίνουν.

-Ο αναγνώστης βλέπει τον καθρέφτη του συχνά ακόμα και στους θύτες της ιστορίας αν εξαιρέσουμε τον καναλάρχη-μεγαλομέτοχο, καθώς περιγράφεις ανάγλυφα τον κοινωνικό ιστό. Για παράδειγμα ο μπάτσος δεν είναι η ενσάρκωση του απόλυτου κακού είναι ένα γρανάζι της αλυσίδας, ίσως κι ο μακρινός μας ξάδερφος. Ήταν ένας από τους στόχους σου να φωτίσεις τη συνενοχή και την ανοχή της κοινωνίας στα όσα ζούμε τα τελευταία χρόνια;

Στόχος μου δεν ήταν, στην προσπάθειά μου όμως η ιστορία του βιβλίου «να πατήσει» στην πραγματικότητα, οι χαρακτήρες πήραν υπόσταση μέσα από τις αντιφάσεις τους. Μια μεγάλη αντίφαση είμαστε άλλωστε, πλεγμένη από αντιφάσεις μικρότερες. Πιάνουν οι γιαγιάδες τα βελονάκια να κάνουν ένα σεμεδάκι για την τηλεόραση κι όσο το πλέκουν εγκλωβίζουν εντός του τα πρόσωπα των παρουσιαστών· και τα κρόσια απ' το σεμεδάκι μοιάζουν δάκρυα στο πρόσωπο του Ευαγγελάτου. Μετά, αυτό το παρουσιάζουν τα δελτία ειδήσεων ως θαύμα που έκανε η Παναγιά η καμεραμάνα που δάκρυσε με τη λίστα Πέτσα· και χιλιάδες θεατές προστρέχουν να προσκυνήσουν την lcd οθόνη. Oι τηλεοράσεις σύντομα θα αποκτήσουν κουμπί που αναστρέφει την κάμερα σαν αυτό που έχουν τα κινητά για τις selfie, θα βλέπουμε έτσι τον εαυτό μας μέσα από το σεμεδάκι να εκφωνεί τις ειδήσεις και θα αισθανόμαστε μια οικειότητα, σαν να κάνουμε live στο facebook ένα πράμα.

-Το έντονο σουρεαλιστικό στοιχείο στη γραφή σου υπάρχει γιατί πιστεύεις ότι όσα ζούμε είναι σουρεαλιστικά ή γιατί πιστεύεις πως με λίγο περισσότερο σουρεαλισμό και χιούμορ θα μπορούσε ενδεχομένως ένα νέο δυναμικό κίνημα να δημιουργήσει ρωγμές στο σύστημα φωτίζοντας την γκροτέσκο πλευρά του; H αλλιώς: είναι η γελοιοποίηση του συστήματος που παρουσιάζεις ένας τρόπος αντίστασης ή πάλης;

Όσοι διάβασαν το βιβλίο, γνωρίζουν καλύτερα από εμένα την απάντηση. Αν γέλασαν, καλά πήγε. Αν στεναχωρήθηκαν και τους έπιασαν και τα νεύρα σας, πήγε ακόμη καλύτερα. Αν απ' το φθινόπωρο δούμε επιθέσεις ανάλογες με αυτήν που διέπραξε ο ήρωας του βιβλίου, θα μιλάμε σίγουρα για μια καλή αρχή...

-Γιατί διάλεξες ένα νουάρ για να μιλήσεις μεταξύ άλλων και για την αλληλουχία γεγονότων της σύγχρονης ιστορίας που μας οδήγησαν ως εδώ;

Δεν έγιναν με αυτή τη σειρά τα πράγματα. Απ' το νουάρ ξεκίνησα και τα τελευταία σαράντα χρόνια της ελληνικής ιστορίας εισέβαλαν στις σελίδες του μυθιστορήματος άθελά μου. Έπειτα, ξεφυλλιζοντας το, ανακάλυπτα, έκπληκτος κι εγώ, τρίχες από μαδημένα μουστάκια πασόκων των πρώτων χρόνων της Αλλαγής.

-Το βιβλίο μιλάει απόλυτα ευθύβολα σε εμάς τους δημοσιογράφους, αφού περιγράφει την κατάντια της δημοσιογραφίας. Με δεδομένο όμως ότι τα ΜΜΕ είναι πλέον το υπερόπλο της εξουσίας αφορά τους πάντες. Άρα ποια είναι κατά τη γνώμη σου η γενναία στάση, η γενναία πράξη για έναν πολίτη -δημοσιογράφο ή μη- σήμερα και τι είδους συλλογικότητες χρειαζόμαστε;

Οι δημοσιογράφοι καλά θα κάνουμε να ακούμε τι μας λένε οι εργοδότες μας, μιας και αυτοί  γνωρίζουν τις ανάγκες του έθνους καλύτερα από τον πάσα ένα που δεν έχει πρόσβαση στα ελικοδρόμια των εθνικών ευεργετών. Αν ως δημοσιογράφοι επιθυμούμε ανατρεπτικές συλλογικότητες ας πείσουμε την ΕΣΗΕΑ να γίνει ΜΚΟ ειδικευμένη στο γυάλισμα του καταστρώματος των Ελλήνων πλοιοκτητών που μεταφέρουν το πετρέλαιο του Πούτιν. Για τους απλούς πολίτες πάλι, τι να σας πω, δεν έχω πλέον την εμπειρία γιατί είμαι χρόνια βαθμοφόρος της ελληνικής δημοσιογραφίας κι έχω χάσει την επαφή μου μαζί τους...

Φωτογραφίες: Σπύρος Τσακίρης

Πληροφορίες για το βιβλίο:

Youmaysayiamadreamer.com

Facebook: perforater.thebook

Κεντρική διάθεση για τα βιβλιοπωλεία: Εκδόσεις των Συναδέλφων

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Ουζερί Τσιτσάνης (2004): Μνήμη Μανούσου Μανουσάκη, του σκηνοθέτη που έκανε καλό λαϊκό κινηματογράφο και απολαυστικές τηλεταινίες (1)

Μανούσος Μανουσάκης Το Ουζερί Τσιτσάνης είναι ελληνική ταινία παραγωγής του 2015 σε σκηνοθεσία Μανούσου Μανουσάκη. Το σενάριο είναι βασ...