Δευτέρα, Νοεμβρίου 30, 2020

Τα προσωπικά μας δεδομένα; "Στο στόχαστρο"!

 


Τα δεδομένα στο στόχαστρο


Τα δεδομένα στο στόχαστρο

Μπρίτανι Κάιζερ: Στο στόχαστρο, Μτφρ: Μαρία Βαρδοπούλου, Εκδόσεις Καστανιώτης, 2020

Η μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος Μπρίτανι Κάιζερ, πρώην στέλεχος της Cambridge Analytica, αποκαλύπτει το πώς τα Μαζικά Δεδομένα, ο Τραμπ και το Facebook κατέλυσαν τη δημοκρατία και πώς η ιστορία μπορεί να επαναληφθεί

Οι αμερικανικές εκλογές τελείωσαν, ο Τραμπ έχασε αλλά ακόμα αντιστέκεται και τα παρασκήνια που τις καθόρισαν κάποια στιγμή θα βγουν και αυτά στο φως με τη μια ή την άλλη αφορμή. Ωστόσο, το μέγα σκάνδαλο των προηγούμενων εκλογών, που για πολλούς συνέβαλε αποφασιστικά στη νίκη του Τραμπ το 2016, εξακολουθεί να παραμένει ανατριχιαστικά επίκαιρο.

Οταν η Μπρίτανι Κάιζερ άρχισε να εργάζεται στην Cambridge Analytica -τη βρετανική συμβουλευτική εταιρεία που ίδρυσε ο Ρόμπερτ Μέρσερ, συντηρητικός δισεκατομμυριούχος και ευεργέτης του Ντόναλντ Τραμπ- ήταν μια νεαρή επαγγελματίας η οποία συνέχιζε τις ιδεαλιστικές σπουδές της πάνω στα ανθρώπινα δικαιώματα και στις διεθνείς σχέσεις. Εχοντας ήδη συμμετάσχει στην προεκλογική εκστρατεία του Μπαράκ Ομπάμα το 2008, η ίδια φιλοδοξούσε να αξιοποιήσει τα ψηφιακά δεδομένα με σκοπό το κοινό καλό. Ομως η εμπειρία που είχε από την Cambridge Analytica της άνοιξε τα μάτια.

Το «Στο στόχαστρο» (μόλις κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Καστανιώτη) είναι ένα εκρηκτικό αφήγημα που ξεσκεπάζει τον τρόπο με τον οποίο η Cambridge Analytica εκμεταλλεύτηκε τα νομικά κενά του δικαίου περί προστασίας της ιδιωτικής ζωής προκειμένου να εξασφαλίσει την πρώτη εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ το 2016. Περιλαμβάνει αναρίθμητες αποκαλύψεις και ιστορίες που βλέπουν για πρώτη φορά το φως της δημοσιότητας. Μέσα από την καταγραφή αυτών των γεγονότων, η ίδια επιχειρηματολογεί υπέρ της ανάγκης να επιβληθούν περισσότεροι περιορισμοί στη χρήση των προσωπικών δεδομένων, υποστηρίζοντας ότι ο νομικός έλεγχος των εταιρειών οι οποίες τα επεξεργάζονται δεν είναι μονάχα δικαιολογημένος αλλά και απαραίτητος για τη μακροπρόθεσμη ακεραιότητα των δημοκρατικών θεσμών.

Οι «Νησίδες της Εφ.Συν.» δημοσιεύουν ολόκληρο τον πρόλογο του βιβλίου.
Φ.Λ.


Τίποτα δεν σε κάνει να αμφισβητείς τις επιλογές στη ζωή σου τόσο όσο μια διαδρομή σ’ ένα αμάξι γεμάτο με ομοσπονδιακούς πράκτορες. Σε αυτήν ακριβώς την κατάσταση βρισκόμουν το πρωί της 18ης Ιουλίου 2018, διασχίζοντας τους ελικοειδείς δρόμους της Ουάσινγκτον προκειμένου να καταθέσω ενώπιον των ανακριτών του ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μιούλερ.

Στην πραγματικότητα η διαδρομή μου εκείνο το πρωινό είχε λάβει χώρα με δύο διαφορετικά αμάξια - το πρώτο με άφησε σε μια καφετέρια που είχε επιλέξει τυχαία το υπουργείο Δικαιοσύνης. Οι οδηγίες που μου έδωσε ο σοφέρ όταν μπήκα στο πίσω κάθισμα είχαν ως εξής: Είχαν διαλέξει ένα μέρος χωρίς να το έχουν σχεδιάσει από πριν και χωρίς να το έχουν πει σε κανέναν. Επειτα, όσο θα ήμασταν καθ’ οδόν, ο οδηγός θα ενημέρωνε τα κεντρικά για τον προορισμό μας. Ο δεύτερος οδηγός μάς περίμενε στην καφετέρια. Φορούσε σκούρο κοστούμι και μαύρα γυαλιά ηλίου, ακριβώς όπως και ο πρώτος, αλλά συνοδευόταν από έναν ακόμη άνδρα. Από το δεύτερο αυτοκίνητο -που είχε φιμέ τζάμια, σαν και το πρώτο- έβλεπα τα αστραφτερά μνημεία της πόλης να περνούν αστραπιαία από δίπλα μας, λαμπερά και ολόλευκα, σαν φλας φωτογραφικής μηχανής.

Βολεμένη πια στο πίσω κάθισμα ανάμεσα στους δύο δικηγόρους μου, δεν μπορούσα να μην αναλογιστώ πώς είχα φτάσει σ’ αυτό το σημείο, σ’ ένα αμάξι που θα με έφερνε μπροστά σε ομοσπονδιακούς εισαγγελείς με σκοπό να τους μιλήσω για τον ρόλο μου στην περιβόητη πλέον εταιρεία πολιτικής επικοινωνίας Cambridge Analytica. Πώς μια κατάσταση στην οποία είχα συμμετάσχει με τις καλύτερες προθέσεις για μένα και την οικογένειά μου είχε τόσο φριχτά και ανεπανόρθωτα διεστραμμένη κατάληξη. Πώς, ενώ αποζητούσα να μάθω πώς να χρησιμοποιώ δεδομένα για καλό σκοπό, βοηθώντας και την οικογένειά μου σε μια δύσκολη οικονομικά στιγμή, έφτασα να προδώσω τις πολιτικές και προσωπικές μου αξίες. Πώς ένας συνδυασμός αφέλειας και φιλοδοξίας με είχε οδηγήσει με τόσο ανησυχητική ακρίβεια στη λάθος πλευρά της ιστορίας.

Κάτι παραπάνω από τριάμισι χρόνια νωρίτερα είχα αρχίσει να εργάζομαι στη μητρική εταιρεία της Cambridge Analytica, την SCL Group, και πιο συγκεκριμένα στο ανθρωπιστικό της τμήμα, την SCL Social, υπό την καθοδήγηση του διευθύνοντα συμβούλου της Αλεξάντερ Νιξ. Στα χρόνια που ακολούθησαν το μεγάλο εκείνο ρίσκο, τίποτα δεν πήγε όπως το είχα φανταστεί.

Εχοντας υπάρξει Δημοκρατική και αφοσιωμένη ακτιβίστρια όλη μου τη ζωή, είχα αρχίσει να δουλεύω για την Cambridge Analytica με το πρόσχημα ότι δεν θα συσχετιζόμουν με τους Ρεπουμπλικανούς πελάτες και τη δραστηριότητα της εταιρείας. Η δυσκολία ωστόσο της εξασφάλισης χρηματοδότησης για ανθρωπιστικά προγράμματα και η γοητεία της επιτυχίας στο απέναντι στρατόπεδο δεν άργησαν να με απομακρύνουν σιγά σιγά από τις αρχές μου. Η Cambridge Analytica μου προσέφερε για πρώτη φορά στην καριέρα μου την προοπτική ενός ουσιαστικού εισοδήματος και την ψευδαίσθηση ότι συμμετείχα στο όραμα της οικοδόμησης μιας επαναστατικής εταιρείας πολιτικής επικοινωνίας από το μηδέν.

Στο μεταξύ είχα παρακολουθήσει τις σαρωτικές προσπάθειες της Cambridge Analytica να αποκτήσει δεδομένα για όσο το δυνατόν περισσότερους Αμερικανούς πολίτες και να τα αξιοποιήσει με σκοπό να επηρεάσει την εκλογική τους συμπεριφορά. Είχα επίσης δει πώς η αμελής πολιτική απορρήτου του Facebook και η παντελής έλλειψη ελέγχου επί των προσωπικών δεδομένων από την αμερικανική ομοσπονδιακή κυβέρνηση είχαν διευκολύνει το έργο της Cambridge Analytica. Πάνω απ’ όλα όμως είχα αντιληφθεί πώς η Cambridge Analytica είχε εκμεταλλευτεί τις δυνάμεις αυτές για να συμβάλει στην εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ.

Καθώς το αμάξι συνέχιζε την πορεία του, τόσο οι δικηγόροι μου όσο κι εγώ καθόμασταν αμίλητοι και προετοιμαζόμασταν για ό,τι επρόκειτο να ακολουθήσει. Ξέραμε όλοι ότι σκόπευα να μοιραστώ την ιστορία μου με κάθε λεπτομέρεια· το ερώτημα ήταν τι ήθελε ο κόσμος να μάθει. Κατά κύριο λόγο έμοιαζε να αποζητά απαντήσεις για το πώς μπόρεσε να μου συμβεί κάτι τέτοιο, τόσο σε επαγγελματικό όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Ηταν πολλοί οι λόγοι για τους οποίους είχα επιτρέψει να διαστρεβλωθούν σε τέτοιο βαθμό οι αξίες μου - από την οικονομική κατάσταση της οικογένειάς μου έως την ψευδαίσθηση ότι η Χίλαρι θα κέρδιζε ανεξαρτήτως των προσπαθειών των δικών μου και της εταιρείας για την οποία εργαζόμουν.

Ολα αυτά ωστόσο δεν ήταν παρά μονάχα ένα κομμάτι της ιστορίας. Ισως ο πραγματικός λόγος να ήταν ότι κάπου στην πορεία έχασα τον δρόμο μου, κι έπειτα τον εαυτό μου. Ανέλαβα αυτή τη δουλειά πιστεύοντας ότι ήμουν μια επαγγελματίας που ήξερε πόσο κυνικός και βρόμικος ήταν ο χώρος της πολιτικής - στην πορεία ωστόσο έμελλε να ανακαλύψω ξανά και ξανά πόσο αφελής είχα υπάρξει.

Και τώρα ήταν χρέος μου να επανορθώσω. Ενώ το αμάξι συνέχιζε να κινείται απρόσκοπτα στους δρόμους της πρωτεύουσας, άρχισα να διαισθάνομαι ότι πλησιάζαμε στον προορισμό μας. Η ομάδα του ειδικού εισαγγελέα με είχε προειδοποιήσει να μην τρομάξω ούτε να ξαφνιαστώ αν, κατά την άφιξή μου στο υψηλής ασφαλείας κτίριο όπου επρόκειτο να καταθέσω, έβρισκα ορδές από δημοσιογράφους να με περιμένουν. Η τοποθεσία αυτή, μου είπαν, δεν ήταν πλέον απόρρητη. Είχε μαθευτεί ότι χρησιμοποιούνταν για τις καταθέσεις των μαρτύρων.

Ο οδηγός μου εντόπισε μια ρεπόρτερ κρυμμένη πίσω από ένα γραμματοκιβώτιο. Θυμόταν να την παρακολουθεί στο CNN. Την είχε δει να περιφέρεται γύρω από το κτίριο για οκτώ συνεχόμενες ώρες. Φορώντας τακούνια, πρόσθεσε. «Δεν κολλάνε πουθενά!»

Φτάνοντας σχεδόν στον προορισμό μας, κι ενώ στρίβαμε για να μπούμε σ’ ένα πάρκινγκ στην πίσω πλευρά του κτιρίου, ο οδηγός μου μού είπε να γυρίσω το πρόσωπό μου από την άλλη, μακριά από τα παράθυρα, κι ας ήταν φιμέ. Στο πλαίσιο της προετοιμασίας μου για τη συνάντησή μου με τον ειδικό εισαγγελέα, μου είχαν ζητήσει να ακυρώσω ό,τι άλλες υποχρεώσεις είχα εκείνη την ημέρα. Να τα ακυρώσω όλα. Με είχαν ενημερώσει ότι κανείς δεν ήξερε πόσο θα διαρκούσε η κατάθεσή μου, ούτε η κατ’ αντιπαράσταση εξέταση που θα ακολουθούσε. Οσην ώρα και να έπαιρνε, εγώ ήμουν έτοιμη. Αλλωστε ήταν δική μου επιλογή να παρουσιαστώ εκεί.

Εναν χρόνο νωρίτερα είχα πάρει την απόφαση να μιλήσω ανοιχτά, να ρίξω φως στις σκοτεινές γωνιές που είχα ανακαλύψει και να γίνω μάρτυρας δημοσίου συμφέροντος. Το έκανα γιατί, ερχόμενη αντιμέτωπη με την πραγματικότητα των όσων είχε διαπράξει η Cambridge Analytica, έβλεπα πια ξεκάθαρα πόσο είχα εξαπατηθεί. Το έκανα γιατί ήταν ο μόνος τρόπος να επανορθώσω για όλα όσα είχα βοηθήσει να συμβούν. Πάνω απ’ όλα ωστόσο το έκανα γιατί μονάχα αν μοιραζόμουν την ιστορία μου με όσους ήταν διατεθειμένοι να με ακούσουν θα μπορούσαμε να ενημερωθούμε και, ει δυνατόν, να προετοιμαστούμε για ό,τι πρόκειται να ακολουθήσει. Αυτή ήταν πλέον η αποστολή μου - να κρούσω τον κώδωνα του κινδύνου σχετικά με τον τρόπο δράσης της Cambridge Analytica και τις επίφοβες προοπτικές των Μαζικών Δεδομένων, έτσι ώστε την επόμενη φορά όλοι οι ψηφοφόροι, ανεξαρτήτως πεποιθήσεως, να κατανοούν πλήρως όλα όσα διακυβεύονται στον πόλεμο των δεδομένων που έχει κηρυχθεί κατά της δημοκρατίας μας.

Το αμάξι συνέχιζε να κατηφορίζει κυκλικά στα βάθη του γκαράζ.
Γιατί πρέπει να πάμε τόσο βαθιά; αναρωτήθηκα. Αλλά φυσικά ήξερα ήδη την απάντηση: Είναι δύσκολο να προστατεύσει κανείς την ιδιωτικότητά του στις μέρες μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: