Ρόμπερτ ντε Νίρο προς μεγιστάνες του πλούτου: «Αν μπορείτε να ξοδέψετε δισεκατομμύρια για να φτιάξετε πυραύλους, εφαρμογές και εικονικούς κόσμους,
μπορείτε να ξοδέψετε ένα κλάσμα από αυτό για να ταΐσετε παιδιά και να ανοικοδομήσετε κοινότητες.
Θέλετε να αυτοαποκαλείστε οραματιστές;
Τότε αποδείξτε το με συμπόνια, όχι με δελτία τύπου»
«Ο σύντροφός μου είναι Εβραίος, ο ένας
γιός μου γκέι, ο άλλος αναρχικός κι εγώ αριστερή φεμινίστρια,
κόρη μεταναστών. Αν η Χρυσή Αυγή έρθει στα πράγματα το μόνο μας
πρόβλημα θα είναι σε ποιό βαγόνι θα μας βάλουν.»
Μια
δημοσιογράφος ερευνά για χρόνια την οργάνωση του ελληνικού
νεοναζιστικού κόμματος «Χρυσή Αυγή». Η οικονομική κατάρρευση, η
πολιτική αστάθεια και οι οικογενειακές σχέσεις έρχονται σε πρώτο
πλάνο καθώς το ντοκυμανταίρ της Αγγελικής Κουρούνη Χρυσή Αυγή:
Προσωπική Υπόθεση” προσπαθεί να ανακαλύψει «τί έχουν στο κεφάλι
τους οι Χρυσαυγίτες που παρουσιάζονται ως θύματα» του συστήματος.
Το
ντοκυμανταίρ αποτελεί την τρίτη ταινία της σκηνοθέτριας με θέμα
το ελληνικό νεοναζιστικό κόμμα «Χρυσή Αυγή» και αποτελεί την
προσωπική της ματιά σ' αυτό καθώς, όπως η ίδια αφηγείται «μπορεί κανείς να μείνει αμερόληπτος στη θέση μου"; Το
εκτενές υλικό που αγγίζει τις 100 ώρες και στο οποίο βασίζεται η
ταινία είναι προϊόν της πενταετούς έρευνας της Angélique
Kourounis. Στο υλικό που επιλέχθηκε αναδεικνύονται, για πρώτη φορά
σε ντοκυμανταίρ, θέματα όπως: η συμβατότητα κάποιων από τις γερά
παγιωμένες αντιλήψεις της ελληνικής κοινωνίας με την ρατσιστική
ιδεολογία του εθνικοσοσιαλισμού (ναζισμού), η ιεραρχική δομή
οργάνωσης του κόμματος σε κάθε δραστηριότητά του, η χρήση των
κλασικών γκαιμπελικών τακτικών παραπλάνησης στον δημόσιο λόγο,
καθώς και οι διαχρονικές σχέσεις με την αστυνομία και η
παρατεταμένη συγκάλυψη της δραστηριότητας της Χρυσής Αυγής από τις
πολιτικές και δικαστικές αρχές.
Παράλληλα, θίγονται μια σειρά από άλλα ζητήματα: οι σχέσεις
«συγκοινωνούντων δοχείων» της Χρυσής Αυγής με την κεντροδεξιά Νέα
Δημοκρατία και άλλα κόμματα του «συνταγματικού τόξου, η ένθερμη
υποστήριξη μερίδας του κλήρου προς το νεοναζιστικό κόμμα, καθώς
αυτό υιοθετεί – βολικά – ένα «ελληνορθόδοξο» προφίλ, αλλά και η
εναντίωση άλλων κληρικών προς τα δημόσια κηρύγματα μίσους και τις
επιθέσεις κατά μειονοτήτων.
“Πώς
ένα ρατσιστικό κόμμα, που για χρόνια έπαιρνε λιγότερο από 0,2%
των ψήφων, μπορεί να βρεθεί στη βουλή με 18 βουλευτές;” λέει η Αγγελική Κουρούνη. “Πώς
ένα κόμμα που προωθεί τη βία, το μίσος, τον σεξισμό και τις
δολοφονίες, μπορεί να αυξάνει την απήχησή του μετά από κάθε
πογκρόμ; Πώς, ενώ δεν θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει έτσι ως
έχει στη Γαλλία, η Χρυσή Αυγή μπορεί να παραμένει στην Ελλάδα
τρίτη πολιτική δύναμη επί τέσσερα χρόνια; Τί έχει μέσα στο μυαλό του ένας Χρυσαυγίτης;
Μ' αυτά τα ερωτήματα ξεκίνησα τα γυρίσματα, τέλη 2009 με αρχές
2010. Αλλά, όσο πιο πολύ προχωρούσα στην έρευνα, τόσο πιο πολύ
συνειδητοποιούσα ότι το κίνητρό μου ήταν ο φόβος. Με έναν
πεθερό και μια γιαγιά στην αντίσταση, με μια πεθερά που έβγαζε το
κίτρινο αστέρι της για να περάσει από τις γραμμές του εχθρού ώστε
να φέρει τρόφιμα στην οικογένειά της, μ' έναν θείο και μια θεία
που γύρισαν απ' το Άουσβιτς, μεγάλωσα με ιστορίες του πολέμου.
Ενός κόσμου που, όπως μου έλεγαν, δεν θα υπήρχε ποτέ ξανά. Είναι όμως έτσι; Όσο συγκέντρωνα εικόνες, τόσο είχα την αίσθηση πως όχι.
Αυτοί οι άντρες με τα μαύρα μού έγιναν εμμονή: «Πώς μπορεί
κανείς να είναι σήμερα Χρυσαυγίτης;» Η ερώτηση αυτή μου ερχόταν
καθημερινά. Και τώρα ακόμα, μετά από πέντε χρόνια έρευνας, η
ερώτηση αυτή παραμένει. Δεν έχω απάντηση. Η κρίση δεν είναι η
μόνη εξήγηση. Όσοι επιλέγουν και ψηφίζουν την Χρυσή Αυγή, το
κάνουν για πολλούς, διαφορετικούς λόγους. Αυτό που ξέρω όμως, είναι ότι είναι εξαιρετικά επικίνδυνοι. Ειδικά επειδή λίγοι τους παίρνουν στα σοβαρά.
Αυτή η ταινία δεν δίνει απαντήσεις στα ερωτήματα που είχα και
έχω ακόμα. Ελπίζω όμως ότι φέρνει στο φως αρκετά στοιχεία για να
μπορεί κανείς να συνειδητοποιήσει την επικινδυνότητα της Χρυσής
Αυγής. Διότι, τελικά, δεν υπάρχει καμμία απολύτως διαφορά
ανάμεσα στο χρυσαυγίτικο «Η Ελλάδα στους Έλληνες» και την ναζιστική
επιγραφή «J ude» στα μαγαζιά των Εβραίων. Και στις δυο περιπτώσεις, η κοινωνία δεν αντέδρασε”.
Η
Χρυσή Αυγή «ποτέ δεν κρύφτηκε», όσον αφορά στην ιδεολογία της. Η
απήχησή της στις κάλπες μπορεί παλιότερα να ήταν απειροελάχιστη,
όμως η συμβατότητα αυτής της ιδεολογίας με γερά παγιωμένες
αντιλήψεις στην Ελλάδα που καλλιεργούν πολλοί κληρικοί, τα
περισσότερα ΜΜΕ και το πολιτικό σύστημα αποτελεί το εύφορο
έδαφος στο οποίο ανθεί η οργάνωση. Η σκηνοθέτρια εξετάζει το
θέμα μέσα από τις προσωπικές της εμμονές, τις ανησυχίες και τους
φόβους της, έχοντας ήδη αφιερώσει αρκετά χρόνια και άλλες δύο
τηλεοπτικές παραγωγές στην προσέγγιση του νεοναζιστικού κόμματος,
που κατέλαβε την τρίτη θέση στο πολιτικό σύστημα της Ελλάδας
ύστερα από τρεις δεκαετίες περιθωριακής, αλλά αιματηρής,
δραστηριότητας.
Η ταινία της Αγγελικής Κουρούνη «Χρυσή
Αυγή: Προσωπική Υπόθεση» συνεχίζει τον κύκλο συμμετοχών σε φεστιβάλ, με
μια νέα διάκριση,
αυτή τη φορά στο πλαίσιο του 20ού Φεστιβάλ Μεσογειακού ντοκυμανταίρ και ρεπορτάζ PriMed, που έλαβε χώρα στη Μασσαλία.
Η ταινία έλαβε το βραβείο MPM Averroès Junior, κατόπιν ψηφοφορίας 1000
μαθητών λυκείου από σχολεία χωρών της Μεσογείου (Αίγυπτος, Αλγερία,
Ιταλία) και της Ελβετίας. Η Angélique Kourounis
είναι δημοσιογράφος, έκτακτη και μόνιμη ανταποκρίτρια στην Ελλάδα
και τα Βαλκάνια, από το 1985 για διάφορα γαλλόφωνα μέσα: εντυπα: Charlie Hebdo, La Libre Belgique, Politis, Ouest France, Les DNA Sud – Ouest, Econostrum
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου