Μεταπτυχιακές Σπουδές: επιχείρηση ή δημόσια δωρεάν παιδεία;
Τα περισσότερα σχόλια στη δημόσια
διαβούλευση για το σ/ν σχετικά με τον δεύτερο και τον τρίτο κύκλο
σπουδών (μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές) στα ΑΕΙ εστιάζουν στα
τέλη εγγραφής των Προγραμμάτων Μεταπτυχιακών Σπουδών (ΠΜΣ)
Της Σίας ΑναγνωστοπούλουΤα σχόλια αυτά, με τις όποιες διαφοροποιήσεις τους, μοιράζονται μια κοινή αφετηρία. Αποδέχονται άκριτα το άναρχο τοπίο των ΠΜΣ ως τη «φυσική κατάσταση των πραγμάτων», την οποία οι υποστηρικτές της επιχειρούν να επενδύσουν με έναν οιονεί δεοντικό χαρακτήρα.
Η «νόθευσή» της από τις παρεμβάσεις που σχεδιάζονται από το ΥΠΠΕΘ συνεπάγεται την κατάρρευση του συστήματος του δεύτερου κύκλου σπουδών στα ΑΕΙ.
Με αφορμή την κριτική σύμφωνα με την οποία οι παρεμβάσεις του ΥΠΠΕΘ συνιστούν «νόθευση της φυσικής κατάστασης», καθώς και ότι αυτές οδηγούν στην υπονόμευση του αυτοδιοίκητου των ΑΕΙ, ας ξαναθέσουμε επί τάπητος κάποιες θεμελιώδεις παραδοχές.
Αν συμφωνήσουμε σε αυτές, τότε ίσως μπορέσουμε να μιλήσουμε για τις σημαντικές τομές και μεταρρυθμίσεις που φέρνει το σ/ν: ενιαίος χώρος έρευνας-εκπαίδευσης (όχι διακηρυκτικά αλλά στην πράξη), ποιοτική ανταγωνιστικότητα, κινητικότητα κ.λπ.
Πρώτη παραδοχή: ο δεύτερος και ο τρίτος κύκλος σπουδών (μεταπτυχιακές και διδακτορικές) αποτελούν βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Επομένως δεν νοείται η παρεμβολή ανάμεσα στον πρώτο (πτυχίο) και τον τρίτο κύκλο (διδακτορικό) μιας ζώνης του λυκόφωτος -δεύτερος κύκλος, ΠΜΣ- απολύτως ανεξέλεγκτης, χωρίς κανόνες, και στην οποία επιπλέον αίρεται η συνταγματική επιταγή (άρθρο 16, παρ. 4 του Συντάγματος), σύμφωνα με την οποία το δικαίωμα στην παιδεία παρέχεται δωρεάν σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.
Η Πολιτεία λοιπόν οφείλει, σύμφωνα με αυτά που έχουν συνταγματικά συνομολογηθεί, να εξασφαλίζει, κατά το μάλλον ή ήττον, συνθήκες ακώλυτης άσκησης του δικαιώματος πρόσβασης στην εκπαίδευση και να θεσπίζει κανόνες προς τούτο.
Δεύτερη: σε περίπτωση επιβολής, κατά παρέκκλιση του Συντάγματος, διδάκτρων, η Πολιτεία επιβάλλεται να ελέγχει το ύψος τους.
Πράγματι, σύμφωνα με απόφαση του ΣτΕ, έτσι όπως αυτή εκφράστηκε κατά πλειοψηφία στην υπ’ αρ. 2411/2012 απόφαση της Ολομέλειάς του, εναπόκειται στον κοινό νομοθέτη η επιβολή διδάκτρων στους μεταπτυχιακούς φοιτητές για την κάλυψη των ΠΜΣ, το ύψος των οποίων δεν θα πρέπει να είναι τέτοιο «ώστε να καθίσταται αδύνατη ή δυσχερής η συμμετοχή σε ΠΜΣ φοιτητών περιορισμένης εισοδηματικής ικανότητας, διότι ένα τέτοιο μέτρο θα παραβίαζε τη γενική ελευθερία προσβάσεως στην παιδεία».
Αυτοδιοίκητα ΑΕΙ δεν σημαίνει αυτόνομα ΑΕΙ, ως εκ τούτου η Πολιτεία έχει καθήκον να εποπτεύει τα Ιδρύματα και να προστατεύει τη γενική ελευθερία.
Τρίτη: τα ελληνικά ΑΕΙ μοιράζονται μια μεγάλη παράδοση -αυτή της ηπειρωτικής Ευρώπης- και στο πλαίσιο αυτής της παράδοσης έχουν αναδειχθεί σε πεδία γνώσης, έρευνας αλλά και δημοκρατίας. Στις ευρωπαϊκές χώρες λοιπόν, όπως η Γαλλία, η Γερμανία, το Βέλγιο, ακόμη και σε πιο σκληρά «νεοφιλελεύθερες» όπως η Ολλανδία, τα δίδακτρα ή τα τέλη εγγραφής -όπου υπάρχουν- καθορίζονται από την Πολιτεία.
Το ύψος των διδάκτρων στα ολλανδικά Πανεπιστήμια καθορίζεται κάθε χρόνο με υπουργική απόφαση και αναπροσαρμόζεται βάσει του δείκτη τιμών καταναλωτή (για φοιτητές εντός Ε.Ε. 1.984 ευρώ για το ακαδημαϊκό έτος 2016-2017, στην πλούσια Ολλανδία και όχι 10.000 ή 7.000 ευρώ στη -σε κρίση- Ελλάδα).
Η «νεοφιλελεύθερη» επίσης Φινλανδία δεν έχει καθόλου δίδακτρα για τους Φινλανδούς ή τους Ευρωπαίους πολίτες (κι ας γνώρισαν τα ΑΕΙ τον τρέχοντα χρόνο περικοπή 40% του προϋπολογισμού τους). Η Γερμανία απαγόρευσε τα δίδακτρα και μάλιστα εν μέσω κρίσης, ενώ η Γαλλία έχει εξαιρετικά χαμηλά τέλη εγγραφής (περίπου 400 ευρώ), όπως άλλωστε και το Βέλγιο.
Σε κάποιες από αυτές τις χώρες προβλέπονται υψηλά δίδακτρα μόνο για τους φοιτητές που προέρχονται από χώρες εκτός Ε.Ε. Ακόμα όμως και σε αυτές τις περιπτώσεις η Πολιτεία έχει λόγο: το 2006 τέθηκε στην Ολλανδία σε ισχύ Κώδικας Δεοντολογίας Ανώτατης Εκπαίδευσης, ο οποίος καθορίστηκε από κοινού από την ολλανδική κυβέρνηση και τα ΑΕΙ της χώρας και βάσει αυτού οργανώνονται οι σχέσεις των τελευταίων με τους ξένους φοιτητές.
Η Πολιτεία δηλαδή είναι πανταχού παρούσα, γιατί αυτή είναι ο τελικός υπόλογος απέναντι στον λαό για την υπεράσπιση των δημόσιων αγαθών.
Τέταρτη: τα ακαδημαϊκά κριτήρια είναι αυτά που επιβάλλουν τον αριθμό των ΠΜΣ σε ένα Ιδρυμα και όχι η επίκληση μιας αγοράς της οποίας τα κριτήρια είναι σκοτεινά και αδιευκρίνιστα. Μεγάλα Πανεπιστήμια, όπως αυτά του Στρασβούργου ή του Μπορντό, της Ολλανδίας ή του Βελγίου, έχουν περιορισμένο αριθμό ΠΜΣ (11, 14, μέχρι 20) και όχι 37 όπως κάποια μικρά δικά μας ΑΕΙ.
Για την υπεράσπιση, όχι μόνιμων διεκδικήσεων της Αριστεράς αλλά της συνταγματικής νομιμότητας και για τη διασφάλιση του δημόσιου αγαθού της παιδείας, δεν υπάρχουν «ρευστές και μεταβατικές περίοδοι», «λιγότερο ή περισσότερο αποτελεσματικές πιέσεις και ανασχηματισμοί».
Υπάρχει μια μη διαπραγματεύσιμη παραδοχή: τα ΑΕΙ δεν είναι αυτόνομες επιχειρήσεις χρηματοδοτούμενες από τον ελληνικό λαό, αλλά δημόσια αγαθά υπέρ του ελληνικού λαού και υπό την εποπτεία της Πολιτείας.
ΠΗΓΗ: Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου