Φθινοπωρινή πεζογραφική σοδειά
Με το παρόν Ανοιχτό Βιβλίο
ολοκληρώνεται το κλιμακωτό αφιέρωμα στην επικείμενη λογοτεχνική
παραγωγή, ελληνικής και ξένης πεζογραφίας (57 συνολικά τίτλοι), που
επιμερίστηκε σε πέντε διαδοχικά Σάββατα (από τις 24 Σεπτεμβρίου κι
εντεύθεν).
Στόχος μας ήταν να προσφέρουμε στους αναγνώστες μας, μέσα από επιλεγμένα βιβλία, παρουσιασμένα από τους μεταφραστές τους ή τους συγγραφείς τους, μια μεστή πρόγευση πριν το τυπωθήτω, μια προκαταβολική πυξίδα ανάγνωσης.
Σήμερα, διακρίνουμε 17 τίτλους (κάποιοι έχουν μόλις κυκλοφορήσει) από τη φθινοπωρινή σοδειά των εκδοτών και σας παρουσιάζουμε ένα πολυφωνικό πεζογραφικό ψηφιδωτό από μυθιστορήματα, νουβέλες, αφηγήματα και συλλογές διηγημάτων.
Γραφές ανοιχτές στα συλλογικά πάθη, στην ιστορική μνήμη ή στη μυθολογία, στην κοινωνική σάτιρα ή παρωδία, στην αστική περιπλάνηση, στο παραμύθι ή στο αφηγηματικό παιχνίδι, στην υπαρξιακή καταβύθιση, με αυτοβιογραφικό προσωπείο ή όχι, με πλάγιες ή μετωπικές ιστορικές, παραβολικές ή πολιτικές ανησυχίες· γραφές παραδοσιακότερες ή νεωτερικότερες, ρέουσες, στιβαρές, πληθωρικές, παραστατικές, μινιμαλιστικές ή θρυμματισμένες.
Η αγωνία και το αξιοθαύμαστο πείσμα εκδοτών και βιβλιοπωλών (καθώς το τοπίο της βιβλιαγοράς μόνο ανησυχία προκαλεί) να επιμένουν στην καλή λογοτεχνία, η αδημονία των συγγραφέων για την τύχη των νέων τους βιβλίων, αλλά και οι προσδοκίες των αναγνωστών για απαιτητική γραφή συνθέτουν ένα ερεθιστικό μείγμα ― αυτό ακριβώς το άρωμα αποπνέουν και οι νέοι πεζογραφικοί τίτλοι που σας προτείνουμε.
Μυθιστόρημα
Μεταίχμιο
Του Κώστα Ακρίβου
Το 1975 ο Ιωάννης Κακριδής δίνει διάλεξη στο Γαλλικό Ινστιτούτο Βόλου για την Οδύσσεια και την Ιλιάδα. Ανάμεσα στα πολλά και θαυμαστά, τα μαθητικά μου αυτιά συγκρατούν πως «μόνον ογδόντα οχτώ παππούδες μάς χωρίζουν από τον Ομηρο». Αυτό το «μόνον» με προβλημάτισε καιρό· ώστε τόσο κοντά είμαστε στην εποχή του Ομήρου; Πράγματι, αν σκεφτούμε ότι κάθε «παππούς»-γενιά αριθμεί 25 με 30 έτη, τότε η απόσταση από το σήμερα στο ομηρικό χτες είναι αναλογικά όση απόσταση χωρίζει έναν ασπρομάλλη από την παιδική του ηλικία. Αυτή ήταν η πρώτη σπίθα για ό,τι θα ακολουθούσε.
Χρόνια μετά ο Δ. Ν. Μαρωνίτης διαβάζει στο Αρχαίο Ωδείο Πάτρας την Οδυσσέως Σχεδία, σε δική του μετάφραση. Συνειδητοποιώ πλέον οριστικά ότι οι ήρωες ή οι λιγότερο ήρωες των ομηρικών επών μάς μιλούν για το τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος, να αγαπάς, να χάνεις, να πεθαίνεις. Για πατεράδες, γιους, γυναίκες, τη βία, την ειρήνη, τον πόλεμο, για τα νιάτα και τον έρωτα. Παράλληλα με τα βιβλία λοιπόν που έγραφα όλα αυτά τα χρόνια, έπαιρνα τα πρόσωπα της Οδύσσειας και τα ταξίδευα στα νερά της νεότερης Ιστορίας. Ετσι, Τηλέμαχος είναι ένα τσιγγανάκι που νοσταλγεί το σπίτι του· Λαέρτης γίνεται ο Κολοκοτρώνης όταν σπαράζει για τον αδικοχαμένο γιο του· ο Πέτρος Κόκκαλης είναι η γενναιόδωρη Λευκοθέα της Αντίστασης· η Καλυψώ γητεύει έναν πατέρα φοιτητή κτλ. κτλ. Το βιβλίο διαβάζεται και σαν συνέχεια από τα δύο προηγούμενα, γιατί, όπως σε εκείνα, έτσι και εδώ αυτό που με απασχολεί δεν είναι άλλο από το σε ποια πατρίδα, δηλαδή σε ποια γλώσσα κατοικούμε.
Διηγήματα
Καλέντης
Της Ελένης Γκίκα
Θα μπορούσε να είναι ένα κατακερματισμένο, σπονδυλωτό μυθιστόρημα με γυναίκες που ξεπέρασαν τα όρια. Και σχεδόν ό,τι πιο αυτοβιογραφικό έχω τολμήσει. Τα 23 διηγήματα της συλλογής (καθόλου τυχαίος αριθμός, στα 23 πήγα να πεθάνω, ήμουν μια άλλη και αποφάσισα να αλλάξω ζωή) ανήκουν σε ό,τι κατά καιρούς έχω υπάρξει: Ρόζα που είναι κάκτος και ονειρεύεται ιβίσκους, νεραγκούλες και καμέλια ιαπωνική, Ζέλντα που εξακολουθεί ν’ αγαπά ακόμα κι όταν ο εαυτός της χαθεί, Λόλα «έξω ψυγείο, μάρμαρο, πάγος» και μέσα «σκαντζόχοιρος που αιμορραγεί», γυναίκα που έγινε αυτί, Χανελόρε που γίνεται άλλη, αναλόγως του πώς την βλέπει κανείς, νεραϊδούλα των flower fairies η αυτοκαταστροφική, εργασιομανής και εμμονική, σύζυγος-Πηνελόπη πιστή, έγκλειστη ευτυχής, μια που επιστρέφει, μια που φοβάται, μια που τραυλίζει.
Ο εαυτός μου πάντα, ωστόσο «Ιδεολογικά ύποπτη». Με τις βασικές εμμονές μου: επιθυμία, τύψεις, θάνατος, χρόνος, παραπλάνηση, θαύμα, θητεία, ποινή πάντοτε εκεί. Με ό,τι πειραματίστηκα για ν’ αντέξω τον χρόνο και τη ζωή: παράλληλους μονολόγους και υστερόγραφα, ιστορίες άλλοτε θρίλερ και άλλοτε κομεντί, όλα τους κύκλοι με αμφισβητούμενο τέλος κι αρχή˙ 23 στιγμιότυπα για το πρόσωπο και το προσωπείο με όλους τους αφηγηματικούς τρόπους, σαν παραμύθι, θεατρικός μονόλογος, εγκιβωτισμένη ιστορία, κινηματογραφική σκηνή και με «το αίνιγμα του άλλου» να παραμένουμε εμείς.
Αφήγημα
Καστανιώτης
Του Κωστή Γκιμοσούλη
Ηταν η στιγμή. Κάτι τέτοιες στιγμές, όταν έχει κάτι να πει κανείς, γράφει. Τον έβλεπα συχνά στη γειτονιά τον Κυναίγειρο κι έδειχνε ψαρωτικός. Το κοφτερό μάτι του με μάτιαζε. Με τη γυναίκα του, μετά μόνος του. Πιάσαμε κουβέντα. Εγινε αυτός ο έξω κι εγώ ο μέσα. Εξω απ' το παράθυρό μου. Παρότι αρκετά μεγαλύτερός μου, ήταν πιο «τρελός» και πιο ανθρώπινος από μένα. Εγινε δάσκαλός μου.
Με δίδαξε, μακριά από κάθε θεό, ν' αγαπάω τα θεία. Αυτός ο μισάνθρωπος μ' έμαθε ν' αγαπάω τους ανθρώπους. Πήγα για μπάνιο μαζί του, γιατί λατρεύει τη θάλασσα, και μ' έμαθε να βάζω το κεφάλι μου στο νερό. Αυτή είναι η ιστορία τού «Ο μέσα και ο έξω». Δεν είναι συμβολική (μόνο), είναι και κυριολεκτική.
Αλφα όπως Αφοβο, Β όπως Βλέμμα... Χ όπως χάδι, Ψ όπως Ψάξε, Ω όπως Ωρολογοποιός. Ενα παιχνίδι. Να παίρνεις πάντα το πρόβλημά σου μαζί σου, μου είπε, να μην ντρέπεσαι τους άλλους ανθρώπους. Κι όταν κάνεις δυο βήματα παραπέρα, να το ξεχνάς. Αυτός, ο πιο άπιστος, ήταν ο πιο πιστός. Αυτός με το πάθος για τις γυναίκες. Μοιάζει με θεατρικό. Με μυθιστόρημα. Με είκοσι τέσσερα μικρά γέλια που γίνονται ένα μεγάλο. Επειδή καμιά φορά οι τελείως ξένοι είναι πιο κοντινοί απ' τους στενότερους συγγενείς μας.
Μυθιστόρημα
Πατάκης
Του Νίκου Δαββέτα
Η ρητορική ερώτηση του Χάινριχ Μπελ «Μα τι θα γίνει επιτέλους αυτό το αγόρι;», θα μπορούσε και να ήταν το εναλλακτικό μότο του μυθιστορήματος. Ο ανυποψίαστος αναγνώστης ας προστρέξει στο οπισθόφυλλο για να γνωρίσει την εκκίνηση της ιστορίας, από την πιο δραματική στιγμή του κεντρικού ήρωα και της μητέρας του:
«Η Δέσποινα θα πληροφορηθεί από τα δελτία ειδήσεων το αποτρόπαιο γεγονός ότι ο γιος της που σπούδαζε στην Αγγλία συγκαταλέγεται ανάμεσα στα θύματα μιας νέας βομβιστικής επίθεσης φανατικών ισλαμιστών στο μετρό του Λονδίνου. Το ταξίδι της στη βρετανική πρωτεύουσα θα κρατήσει λίγες μονάχα ώρες. Σύντομα θα επιστρέψει στο σπίτι της με την τραγική υποψία ότι το ωστικό κύμα των τρομοκρατικών χτυπημάτων έχει σαρώσει όχι μονάχα το μέλλον αλλά και το παρελθόν της οικογένειάς της…»
Εκ των υστέρων, νομίζω πως αν θα ήθελα να εντοπίσω το συγγραφικό έναυσμα θα ήταν ακριβώς η εμμονή μου με το τραυματικό παρελθόν μιας τυπικής μικροαστικής οικογένειας, που προσπαθεί στις μέρες μας να μεγαλώσει ένα αγόρι, τηρώντας τον κανόνα του «πολιτικά ορθού». Η μητέρα του σταδιακά θα συνειδητοποιήσει πως με τις ιδεοληψίες της συνετέλεσε κι αυτή στο να βρεθεί το μοναχοπαίδι της τη λάθος ώρα στον λάθος τόπο. Ο θάνατός του από την τρομοκρατική επίθεση δεν ήταν «η μοίρα του», ούτε «η κακιά στιγμή».
Οσο και να φανεί παράξενο, στις προθέσεις μου δεν ήταν η διερεύνηση του φαινομένου της τρομοκρατίας, όπως θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει, αλλά η διαχείριση του πένθους, της ξαφνικής απώλειας, η συμφιλίωση με τη θέα ενός παιδικού δωμάτιου απελπιστικά άδειου και σκοτεινού.
Μυθιστορίες για την Αθήνα
Μελάνι
Του Γιάννη Ευσταθιάδη
Το Κλεινόν είναι ένα βιβλίο για την Αθήνα με πολλαπλούς θεματικούς άξονες. Δεν με ενδιέφερε μόνο μια εικαστική εικόνα της πρωτεύουσας με αξιοθέατα και μνημεία, πολύ περισσότερο, μια τουριστική άποψη. Με έθελξε το πολυεπίπεδο: ιστορία, πολιτική, τέχνη, καθημερινή ζωή, εμφύλιες συγκρούσεις, πραξικοπήματα, αλλά, παράλληλα, και συνήθειες Αθηναίων, γνωστά στέκια (καφενεία, ζαχαροπλαστεία, καμπαρέ), καταναλωτικά προϊόντα, μόδες κ.λπ.
Γι’ αυτό επιστράτευσα πραγματικά πρόσωπα σε φανταστικές μαρτυρίες. Πρόσωπα με διαφορετικές ιδιότητες, κάτι που διευκόλυνε την πλουραλιστική πρόθεση. Εβαλα να μιλούν ο Παλαμάς, ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο Πικιώνης, ο Τσαρούχης, ο Αιγινήτης, η Ελένη Παπαδάκη, αλλά και ο Χατζηχρήστος, ο Τσελεμεντές, ο Λινοξυλάκης, η Ζωζώ Νταλμάς. Τριάντα γνωστά πρόσωπα, τριάντα διαφορετικές οπτικές (αλλά και εποχές) της Αθήνας.
Απαραίτητη διευκρίνιση: μολονότι οι μαρτυρίες είναι φανταστικές, ακόμα και με στοιχεία παραλόγου –κάποιοι περιγράφουν και τον θάνατό τους ή μιλούν μετά από αυτόν–, όλα τα παρατιθέμενα στοιχεία (χρονολογίες, συμβάντα, βιογραφικές λεπτομέρειες) είναι πραγματικά και διασταυρωμένα. Θα έλεγα πως το βιβλίο αυτό διαφέρει από τα περισσότερα προηγούμενά μου, τα οποία εσωστρεφώς κινούνται γύρω από τον μικρόκοσμο του συγγραφέα. Εδώ η αφήγηση ανήκει σε τρίτους και ο συγγραφέας, ως αόρατος ηχολήπτης, την καταγράφει. Βέβαια, σε πολλά εμφιλοχωρεί και η μεροληψία της δικής μου μνήμης, κυρίως της παιδικής.
Μυθιστόρημα
Ψυχογιός
Του Στέφανου Δάνδολου
Οι περισσότεροι συγγραφείς έχουν μέσα τους δύο τρία μεγάλα βιβλία, μεγάλα υπό το πρίσμα της σκόπευσης και σημαντικά για τους ίδιους. Δεν είναι σίγουρο ότι θα τα γράψουν. Εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Ομως το «Οταν θα δεις τη θάλασσα» είναι για μένα ένα τέτοιο βιβλίο. Ερχεται ακριβώς είκοσι χρόνια από την πρώτη μου εμφάνιση στη λογοτεχνία και σηματοδοτεί το βύθισμά μου στην κλασική τριτοπρόσωπη αφήγηση, έτσι όπως αυτή αναδείχτηκε από το λαϊκό μυθιστόρημα στο δεύτερο μισό του δεκάτου ενάτου αιώνα. Δεν είναι απλώς μια ερωτική ιστορία.
Είναι μια κοινωνική τοιχογραφία της Ελλάδας του Τρικούπη, χτισμένη μέσα από το πνεύμα των βιβλίων περιπέτειας που διάβαζε τότε ο κόσμος πρώτα σε συνέχειες από τις εφημερίδες κι έπειςτα σε τόμους με σκληρά δερματόδετα εξώφυλλα και γκραβούρες εντός των σελίδων. Είναι επίσης μια ανατομία της κρίσης που βιώνουμε σήμερα μέσα από παραλληλισμούς. Η ανάλγητη πολιτική. Οι ιδιωτικές συμπεριφορές των δημοσίων προσώπων.
Ο ρόλος της ελίτ στο πεπρωμένο της φτωχολογιάς. Και είναι, τέλος, ένα γράμμα αγάπης προς τους τιτάνες της λογοτεχνίας, τον Ζολά, τον Φλομπέρ, τον Ντοστογιέφσκι και τη βρετανική σχολή από την οποία είμαι τόσο επηρεασμένος. Τρία χρόνια εξαντλητικής εργασίας χρειάστηκαν για να γράψω το «Οταν θα δεις τη θάλασσα». Και θα ένιωθα πολύ τυχερός εάν ήξερα ότι υπάρχουν μέσα μου ένα δύο ακόμα τέτοια βιβλία που θα καταφέρουν να γραφτούν.
Ποταμός
Του Δημήτρης Καρακίτσος
Θα ήθελα να είχε διαβάσει το βιβλίο μου ο Ηλίας Πετρόπουλος. Ισως το εκτιμούσε. Το έγραψα χρησιμοποιώντας πολλά από το ιδιαίτερο ύφος του. Ο Ουνγκαρέτι λέει πως «η μορφή βασανίζει τον συγγραφέα μόνο επειδή απαιτεί να συμβαδίζει αυτή με τις μεταβολές της ψυχής του. Κι αν ως καλλιτέχνης προόδευσε κάπως, θα ήθελε η πρόοδός του να φανερώνει επίσης την τελείωση που πέτυχε ως άνθρωπος».
Ο κόσμος των περιπλανώμενων παλαιστών, η Ελλάδα του 1930, οι παραστάσεις τους στις πλατείες των πόλεων και των χωριών, ο θαυμασμός ή η χλεύη που εισέπραξαν, οι επικές τους προσφωνήσεις και οι υπερφίαλοι ηρωισμοί, όλα αυτά εν τέλει που καθιστούν τη ζωή τους μια αντεστραμμένη, ψεύτικη και φτωχική Ιλιάδα του Μεσοπολέμου, έπρεπε να αποτυπωθούν σε συνάρτηση με τη γραφή ενός ανθρώπου που όλη του τη ζωή τον απασχόλησε κυρίως αυτό: το γεγονός ότι η πραγματικά μεγάλη ιστορία είναι η μικρο-ιστορία. Δεν ξέρω τι μπορεί να πει στους αναγνώστες ο παλαιστής Αποστολάρας. Υποθέτω ότι ο τρόπος του να είσαι ένας αληθινά ελεύθερος άνθρωπος έχει εκλείψει.
Διηγήματα
Καστανιώτης
Της Μαρίας Κουγιουμτζή
Πρόκειται για τριάντα δύο διηγήματα με ποικιλία θεμάτων που αφορούν αγγίγματα όλων των ειδών, ερωτικά, σεξουαλικά, κοινωνικά, πολιτικά, μυστήρια, σχέσεις τρυφερές, άγριες, παθιασμένες, σε καιρό ειρήνης και σε καιρό πολέμου, κυρίως ο άνθρωπος που αφήνεται στην ακατανίκητη γοητεία της αμαρτίας, στον ανεξάντλητο έρωτα της ζωής.
Αυτό προσπαθώ να πω στα διηγήματα αυτά, μέσα από τη γλώσσα και τον μύθο. Νομίζω πως η ζωή και ο θάνατος, η δικαιοσύνη και το άδικο, τα άλυτα αυτά προβλήματα που μας βασανίζουν, μόνο με τη μυθική τους διάσταση τα αντέχουμε.
Πιστεύω πως η γλώσσα φανερώνει το υλικό που συσσώρευσε ο χρόνος στο κορμί και στο πνεύμα του δημιουργού, ερήμην του. Είναι η άγλωσση μνήμη της ύπαρξης που χρησιμοποιεί τους μύθους για να χωρέσει στη γλώσσα αυτού που γράφει.
Είναι οι Ιδέες της ομορφιάς, της αλήθειας, της δικαιοσύνης που προσπαθούν να υλοποιηθούν. Ετσι, μέσα από ένα συμβάν, ξεπηδά όλο το παρελθόν και δηλώνεται το μέλλον, δηλαδή η γλώσσα καταγράφει κατά κάποιο τρόπο το δραματικό dna των προσώπων ενός βιβλίου.
Είναι το έσω όραμα του κόσμου που ρίχνει τη σκιά του στον γράφοντα.
Ετσι είναι γραμμένα όλα μου τα διηγήματα. Προσπαθούν μέσα από τις αδυναμίες, την αμαρτία και τα πάθη, να προβάλλουν τον έρωτα του υπάρχειν. Την ηδονική γεύση της Ζωής πέρα από το καλό και το κακό. Αυτό το «γευόμαστε» είναι που μας δίνει η Τέχνη, χωρίς να το υπερασπίζεται σαν σωστό ή λάθος, να αναβιώσει την παρουσία του ως ένα δίκαιο πέρα από τη δικαιοσύνη. Το δίκαιο της μοναδικότητας και το ανεπανάληπτο του προσώπου.
Νουβέλα
Κίχλη
Του Μιχάλη Μακρόπουλου
Η νουβέλα Τσότσηγια, σαν το Δέντρο του Ιούδα, «μιλά» πάλι ηπειρώτικα, πωγωνήσια, μα είναι ολότελα διαφορετική και ως μύθος και στον τρόπο που ’ναι καμωμένη, γιατί «τσότσηγια» πα να πει «τοσοδούλα», και με το ένα πόδι η ιστορία εδώ πατά στον ωμό ρεαλισμό, μιλά για μια φοβισμένη και κακοποιημένη γυναίκα, και με το άλλο πόδι πατά στο παραδοσιακό παραμύθι, παίρνει από τα παραμύθια την ποιητική τους γλώσσα, τα πετάγματα της φαντασίας, τη μαγεία, την περιπέτεια, το λυτρωτικό τέλος.
Και μια περιπέτεια, καθώς και μύθος ακόμα βαθύτερος απ’ του παραδοσιακού παραμυθιού στην Τσότσηγια, είναι η δεύτερη νουβέλα με τίτλο Ω’μ και μ' ήρωα έναν κυνηγό σαράντα χιλιάδες χρόνια πριν.
Μόνος σε μια σπηλιά μες στο καταχείμωνο, ο Ω’μ αγωνίζεται να επιβιώσει, παλεύει με ζώα και με την πείνα, δίνει μάχη με τον θάνατο κι αποτυπώνει με ζωγραφιές στην πέτρα αυτόν του τον αγώνα για επιβίωση. Και οι δύο ιστορίες εδώ είναι γραμμένες λιτά, χωρίς καμία ερμηνεία ψυχολογική ή άλλου είδους, παρά μόνο με αγάπη για τον ατόφιο μύθο και μ’ αναζήτηση αυτής της «καθαρής» γλώσσας που θα μπορέσει να υπηρετήσει το μύθο με παραστατικότητα και ποιητικότητα – μ’ ομορφιά.
Μυθιστόρημα
Τόπος
Του Αρη Μαραγκόπουλου
Το παθιασμένο ζεύγος των ανταρτών πόλης (Φλώρα - Αντώνης, στo Μανία με την Άνοιξη 2006), το πεισμωμένο ζεύγος των κομμουνιστών (Μπέτι - Τόνι, στο Χαστουκόδεντρο 2012) και το ορκισμένο στην Ουτοπία ζεύγος των ρομαντικών επαναστατών (Λόρα Μαρξ - Πολ Λαφάργκ, 2016) εικονογραφούν το ίδιο θέμα που ανέκαθεν με στοιχειώνει: τη συντροφική ζωή που ασφυκτικά πολιορκείται από την εποχή της και απεγνωσμένα της αντιστέκεται.
Διόλου τυχαία, επομένως, το ζεύγος Λαφάργκ ανιχνεύεται σε όλη την ώς τώρα μυθοπλασία μου ως κυρτό κάτοπτρο μιας ολόκληρης εποχής: εκείνης που έθεσε τα θεμέλια για τις ανθρωπιστικές αξίες της Ευρώπης που τώρα σβήνει· εκείνης που, παράλληλα με την ανάπτυξη του καπιταλισμού, γέννησε τις πρώτες θανάσιμες συγκρούσεις ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψέμα, στη βαρβαρότητα και στον ανθρωπισμό.
Ομως, προσοχή, εδώ ο λόγος αφορά ένα μυθιστόρημα, όχι μια βιογραφία εποχής. Γι' αυτό και η περιπετειώδης ζωή των «δικών μου» Λαφάργκ, ηρώων μυθοπλασίας, πιθανότατα ζωγραφίζεται πιο συναρπαστική από την ιστορικά τεκμηριωμένη ζωή τους.
Αυτό είναι το στοίχημα του βιβλίου, αφού συχνά η τέχνη με το ψέμα της αρθρώνει την ιστορική αλήθεια πειστικότερα. Ανάλογη η φιλοδοξία του συγγραφέα: το Πολ και Λόρα, ζωγραφική εκ του φυσικού να βρει το νόημά του στον ανήσυχο αναγνώστη, εκείνον που επίσης πολιορκείται από το ψέμα της εποχής του και αντιστέκεται.
Μελάνι
Της Καρολίνας Μέρμηγκα
Ο Ελληνας γιατρός είναι η ιστορία ενός άντρα που γεννήθηκε το 1874 και πέθανε το 1941 και η ιστορία της Ελλάδας την περίοδο αυτή μέσα από τη ματιά του. Είναι επίσης η ιστορία μιας δικής μου νοσταλγίας: για μια ξεχασμένη γενιά Ελλήνων, μια χαμένη σειρά αξιών, μια παραγνωρισμένη επιδίωξη ιδανικών.
Και για έναν τρόπο γραφής ευθύγραμμο, γρήγορο· μια αφήγηση. Ετσι όπως γράφονταν παλιά τα μυθιστορήματα με τα οποία μεγάλωσα. Ο ήρωας είναι ένας άντρας που με την αξία και φιλοδοξία του ανέρχεται στην κορυφή του ολοκαίνουργιου αθηναϊκού αστικού ιστού αλλά δεν παύει να παλεύει, πότε νικητής και πότε ηττημένος, με τη συνείδησή του.
Η πορεία του βίου του διασταυρώνεται με τη ζωή διάσημων (όπως ο βασιλιάς Κωνσταντίνος κι ο Βενιζέλος, ο βασιλιάς Αλέξανδρος κι η Ασπασία Μάνου, η Δέλτα, ο Σαραντάρης, ο Παλαμάς), λιγότερο διάσημων (όπως ο Εϊσα Τζένιγκς, ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, η Αννα Μελά-Παπαδοπούλου) και άσημων.
Στο τέλος θα αναμετρηθεί με την πανάρχαια αγωνία τού τι αξίζει ν’ αφήνουν οι άνθρωποι πίσω τους, κι αυτό είναι ίσως και το ερώτημα, από την ανάποδη, που υφαίνεται με την ιστορία μου: Τι αξίζει να κρατάμε στη μνήμη μας απ’ όλα όσα ονομάζουμε «Ιστορία»; Οι απαντήσεις είναι φυσικά τόσο διαφορετικές όσο κι εκείνοι που αναρωτιούνται.
Μυθιστόρημα
Καστανιώτης
Του Μιχάλη Μοδινού
Στον ύστερο 19ο αιώνα μια ουτοπία στήνεται στην καρδιά της Αφρικής, στη μυθική περιοχή των Μεγάλων Λιμνών, την επονομαζόμενη Εκουατόρια. Υπό τον φυσιοδίφη και εξερευνητή Εντουαρντ Σνίτσερ, ένα άγημα Αιγυπτίων, Σουδανών και Ευρωπαίων αποκόπτεται από τον πολιτισμό, ενώ μια τζιχαντιστική επανάσταση μαίνεται στο Σουδάν.
Μια νέα αυτάρκης κοινωνία, αποκομμένη από τον πολιτισμό και τα ιστορικά βαρίδια, κτίζεται εκ του μηδενός εκεί όπου οι εξερευνητές αναζητούν και ερίζουν για τις πηγές του Νείλου. Πολιτισμοί και φυλές συντήκονται, οι έποικοι φτιάχνουν οικογένειες με τους γηγενείς, οι Αραβες δουλέμποροι απωθούνται.
Ωσπου η Ευρώπη αποφασίζει να σώσει τα ξεχασμένα παιδιά της. Επειτα από ποικίλες διαμάχες, μια μακρά θλιβερή πομπή θα πάρει τον δρόμο προς τον Ινδικό Ωκεανό όπου ο Σνίτσερ, εν μέσω τιμών και δόξας, θα επιχειρήσει να αυτοκτονήσει για τη συντριβή του ονείρου του.
Οι απαρχές της αποικιοκρατίας, οι πολιτισμικές διαμάχες, η σύγκρουση επιστήμης και πρωτογονισμού, οι σχέσεις φύσης και κοινωνίας, οι ανταγωνισμοί για τις πηγές του Λευκού Νείλου και ο έρωτας της περιπέτειας περιγράφονται εδώ από έναν Αλεξανδρινό βαμβακέμπορο. Η τραγική ιστορία μιας εντέλει ανέφικτης ουτοπίας και η σωτηρία ανθρώπων που δεν ήθελαν να σωθούν, συνιστούν τον καμβά για τη λογοτεχνική πραγμάτευση των ζητημάτων που ταλανίζουν τον κόσμο μας ώς σήμερα.
Μυθιστόρημα
Μεταίχμιο
Της Ευγενίας Μπογιάνου
Οταν καταπιάνεσαι με μια συλλογή διηγημάτων, προσπαθείς να διηγηθείς τις ιστορίες σου με τον πιο αποτελεσματικό, κάθε φορά, τρόπο.
Δεν σε ενδιαφέρει τόσο το θέμα όσο το πώς θα αποτυπώσεις τις ιδέες σου πάνω στο χαρτί. Το μικρό μέγεθος έχει δεσμεύσεις. Δεν επιτρέπονται πλατειασμοί, το περιττό «βγάζει μάτι», το ζητούμενο είναι η πυκνότητα και η ακρίβεια, χτυπάς ακαριαία και αποχωρείς, προσπαθώντας να αφήσεις ένα ευδιάκριτο στίγμα της προσωπικής σου ματιάς.
Πολλές φορές οι διηγήσεις απέχουν χρονικά η μία από την άλλη. Τα θέματα είναι ποικίλα, τα υφολογικά πειράματα επίσης, τα εκφραστικά μέσα διαφέρουν κι αυτά. Κοιτώντας, εκ των υστέρων, τα διηγήματα του «Μόνο ο αέρας ακουγόταν», βλέπω πως, δίχως συνειδητά να το επιδιώξω, η κοινή συνισταμένη τους είναι η απώλεια.
Προσφιλές θέμα της πεζογραφίας μου και της πεζογραφίας γενικότερα. Ανθρωποι που υπομένουν και προσπαθούν να διαχειριστούν την απώλεια, είτε πρόκειται για πράγματα απτά που αναποδογυρίζουν τη ζωή τους από τη μια στιγμή στην άλλη, είτε για τη βίαιη απώλεια μιας πατρίδας, είτε για την απώλεια του Αλλου, είτε του ίδιου του εαυτού τους τελικά.
Θέλω να πιστεύω πως υπηρετώ μια λογοτεχνία που δεν σταματά να απορεί και να αναρωτιέται, που συμπάσχει, που, χωρίς ναρκισσισμό, αλλά με ευαίσθητη κοινωνική ματιά, παλεύει να δει καταπρόσωπο τη σύγχρονη πραγματικότητα και να κατανοήσει την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης ψυχής.
Πόλις
Της Ξένιας Κουναλάκη
To βιβλίο μου είναι ένα ημερολόγιο. Ή μια δημόσια ψυχανάλυση χωρίς ειρμό. Γράφω, σε προφορικό σχεδόν λόγο, σαν να μιλάω σε κάποιο φίλο μου για όλα όσα με απασχολούν: για τη ζωή στην εφημερίδα, την ιδιαίτερη σχέση μου με το κρεβάτι μου, το φαγητό, τα ρούχα και τα αδιάβαστα βιβλία στο δωμάτιό μου, που σχηματίζουν ένα προστατευτικό τείχος γύρω μου.
Για τη ρουτίνα που ακολουθώ στα μουσεία της Ευρώπης, τα οικογενειακά τραπέζια που με τρομοκρατούν και την απέχθειά μου προς μέρη του λόγου και σημεία στίξης, όπως τα επίθετα και τα αποσιωπητικά. Για τη μανία μου να παρατηρώ πτώματα νεκρών ζώων στην άσφαλτο, την αγάπη μου για τον Μπαχ και τον Καραβάτζιο, το θέατρο του Πίτερ Μπρουκ, αλλά και τις ταινίες του Μπρους Λι.
Γράφω επίσης για την κρίση, τους έρωτες, την αμφίθυμη σχέση μου με την Ελλάδα και τη Γερμανία. Για την Αριστερά και τους πολιτικούς, που σέβομαι και νοσταλγώ, τον Κώστα Σημίτη, τον Χέλμουτ Σμιτ και τον Λεωνίδα Κύρκο για παράδειγμα. Για την Ευρώπη και την αμηχανία που μου προκαλεί η προσπάθεια να πω κάτι θετικό για τη σημερινή Ε.Ε. Για τους πάγκους με φρούτα κατά μήκος της εθνικής οδού, που ίσως και να είναι το νόημα της ζωής.
Και, τέλος, για τις ταινίες που με κάνουν να κλαίω – συνήθως στις πιο άσχετες σκηνές.
Μυθιστόρημα
Κέδρος
Του Αρη Σφακιανάκη
Πριν από πέντε περίπου χρόνια –κι ενώ ταξίδευα στην Ελλάδα για να ξεχάσω έναν έρωτα που με ταλάνιζε– βρέθηκα στο Μεσολόγγι. Εκεί, μπροστά στον Κήπο των Ηρώων, διάβασα το σχέδιο που είχαν εκπονήσει οι οπλαρχηγοί το 1826 για την Εξοδό τους από την πολιορκούμενη πόλη. Το σχέδιο εκείνο με συγκίνησε βαθιά, κι έτσι –αφού περιπλανήθηκα στον κήπο αναστατωμένος– αποφάσισα να γράψω ένα μυθιστόρημα για εκείνη την εποχή. Θα περιοριζόμουν στις τελευταίες μέρες του Μεσολογγίου πριν από την Εξοδο.
Οταν κάποτε επέστρεψα στο σπίτι μου –χωρίς να έχω καταφέρει να ξεχάσω τον έρωτά μου– άρχισα να διαβάζω για την πολιορκία εκείνη του Μεσολογγίου. Πολλοί σύγχρονοι –αλλά και άνθρωποι που είχαν βρεθεί στην πολιορκία– είχαν γράψει για τη συγκεκριμένη περίοδο που καθόρισε εν μέρει την έκβαση του Αγώνα. Διαβάζοντας τα βιβλία τους συγκλονίστηκα για όσα βίωσαν οι πολιορκημένοι (Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, κατά τον αγαπημένο Σολωμό).
Μετά από καιρό κι ύστερα από δεκάδες βιβλία που μελέτησα, άρχισα επιτέλους να γράφω αυτό που θεωρώ το πρώτο μου ιστορικό μυθιστόρημα –και λέω το πρώτο γιατί ετοιμάζω άλλα δυο που αφορούν τη γένεση του Νέου Ελληνικού κράτους.
Καθώς ο ήρωας είναι ένας συγκαιρινός μας άνθρωπος, που βρίσκεται εγκλωβισμένος στο Μεσολόγγι, οι αναφορές και η συγκρίσεις με το σήμερα είναι αναπόφευκτες. Και τότε έτσι και τώρα, ο ήρωας αναζητά την έξοδό του.
Εξ ου και ο τίτλος του βιβλίου: Εξοδος.
Νουβέλα
Εστία
Του Δημήτρη Φύσσα
Είναι μια επιστολική νουβέλα που διαδραματίζεται το καλοκαίρι του 2015 σ' ένα πρωτόγονο χωριό της Πίνδου, στο «τριεθνές» ανάμεσα σε Θεσσαλία - Μακεδονία - Ηπειρο.
Αποτελείται από 23 γράμματα (σε φάκελο με γραμματόσημο) που στέλνει ένας νεαρός ζωγράφος ονόματι Λέων σε μια γυναίκα ονόματι Μάρθα, η οποία ζει σε μια μεγάλη πόλη.
Ο Λέων έχει πάρει μια σπουδαία παραγγελία, με γενναία προκαταβολή, για να ζωγραφίσει τον τεράστιο πολυπρόσωπο πίνακα «Ο μυστικός δείπνος του κοινοτισμού», που θα βασίζεται στον «Μυστικό δείπνο» του Ντα Βίντσι, θ' απεικονίζει 23 διαχρονικούς ήρωες της Αριστεράς και θα εκτεθεί το 2017, στα 100 χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης. Εχοντας μαζί του ένα σπαστό καβαλέτο, ζωγραφικά μέσα και υλικό για το κάθε πρόσωπο της σύνθεσης, απομονώνεται στο χωριό και ξεκινάει να φτιάχνει προκαταρκτικές σπουδές. Ταυτόχρονα γράφει στη Μάρθα για την πρόοδο της δουλειάς και τη ζωή του εκεί –που τη βρίσκει υπέροχα απλή, αγνή κι ελληνοπρεπή– ελπίζοντας να τη συγκινήσει και να τα ξαναβρεί μαζί της. Αλλά σταδιακά καταλαβαίνει ότι κάτι πολύ σκοτεινό ενυπάρχει στο χωριό, με επίκεντρο τις γυναίκες.
Διαβάζουμε μόνο τα (αναπάντητα) γράμματα του ζωγράφου. Μοναδική συγγραφική παρέμβαση είναι η τιτλοφόρησή τους με τη σειρά των προσώπων του πίνακα.
Μυθιστόρημα
Πατάκης
Της Ελενας Χουζούρη
Τρεις φωτογραφίες κι ένα χειρόγραφο με τις χρονολογίες 1931, 1939,1941-1944, κληρονομιά της Θεσσαλονικιάς γιαγιάς της, ωθούν την 27χρονη Αλίζα, μεταπτυχιακή φοιτήτρια Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ, και γέννημα-θρέμμα της μεσογειακής, ισραηλινής πόλης, να επισκεφτεί την Θεσσαλονίκη, τον Σεπτέμβριο του 2012.
Επίσημη αιτιολογία, για να κάμψει τις έντονες αντιρρήσεις της μητέρας της, η έρευνα για το μεταπτυχιακό της, «Ο βίος και η εποχή του Αβραάμ Μπεναρόγια». Στη Θεσσαλονίκη, η Αλίζα περπατά, αναρωτιέται, απορεί, ψάχνει και με δυσκολία τελικά ανακαλύπτει την άλλη ζωή της γιαγιάς της και της οικογένειάς της, στη Σαλονίκη μέχρι το 1941, το καθοριστικής σημασίας για τον προπάππο της Ιακώβ, αλλά και για την ίδια την πόλη, πογκρόμ του Κάμπελ, τον αιρετικό τρόπο διάσωσης της γιαγιάς της από το Ολοκαύτωμα και την περιπέτειά της μέχρι να φτάσει στην Παλαιστίνη, το 1947. Ταυτόχρονα η Αλίζα ψάχνει και προβληματίζεται για τον Αβραάμ Μπεναρόγια και την εποχή του.
Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα πολυφωνικό, πολυεπίπεδο και διαχρονικό, με βασικό ζητούμενο την παραδοχή και τη συμφιλίωση με τα τραύματα της Μνήμης, συλλογικά και ατομικά. Ουσιαστικά, με αυτό το μυθιστόρημα κλείνω έναν μυθιστορηματικό κύκλο, με κοινό παρανομαστή, την Μνήμη. Υιοθετώ, εξάλλου, πλήρως τη ρήση του Μαξ Ζέμπαλντ, ότι «η μνήμη είναι η ηθική ραχοκοκαλιά της λογοτεχνίας».
Οσο για τους αφηγηματικούς μου τρόπους, σίγουρα κι εδώ, απέχουν από το να ακολουθούν τα κλασικά αφηγηματικά μονοπάτια.
Στόχος μας ήταν να προσφέρουμε στους αναγνώστες μας, μέσα από επιλεγμένα βιβλία, παρουσιασμένα από τους μεταφραστές τους ή τους συγγραφείς τους, μια μεστή πρόγευση πριν το τυπωθήτω, μια προκαταβολική πυξίδα ανάγνωσης.
Σήμερα, διακρίνουμε 17 τίτλους (κάποιοι έχουν μόλις κυκλοφορήσει) από τη φθινοπωρινή σοδειά των εκδοτών και σας παρουσιάζουμε ένα πολυφωνικό πεζογραφικό ψηφιδωτό από μυθιστορήματα, νουβέλες, αφηγήματα και συλλογές διηγημάτων.
Γραφές ανοιχτές στα συλλογικά πάθη, στην ιστορική μνήμη ή στη μυθολογία, στην κοινωνική σάτιρα ή παρωδία, στην αστική περιπλάνηση, στο παραμύθι ή στο αφηγηματικό παιχνίδι, στην υπαρξιακή καταβύθιση, με αυτοβιογραφικό προσωπείο ή όχι, με πλάγιες ή μετωπικές ιστορικές, παραβολικές ή πολιτικές ανησυχίες· γραφές παραδοσιακότερες ή νεωτερικότερες, ρέουσες, στιβαρές, πληθωρικές, παραστατικές, μινιμαλιστικές ή θρυμματισμένες.
Η αγωνία και το αξιοθαύμαστο πείσμα εκδοτών και βιβλιοπωλών (καθώς το τοπίο της βιβλιαγοράς μόνο ανησυχία προκαλεί) να επιμένουν στην καλή λογοτεχνία, η αδημονία των συγγραφέων για την τύχη των νέων τους βιβλίων, αλλά και οι προσδοκίες των αναγνωστών για απαιτητική γραφή συνθέτουν ένα ερεθιστικό μείγμα ― αυτό ακριβώς το άρωμα αποπνέουν και οι νέοι πεζογραφικοί τίτλοι που σας προτείνουμε.
Σε ποια γλώσσα κατοικούμε
«Τελευταία νέα από την Ιθάκη»
ΜυθιστόρημαΜεταίχμιο
Του Κώστα Ακρίβου
Το 1975 ο Ιωάννης Κακριδής δίνει διάλεξη στο Γαλλικό Ινστιτούτο Βόλου για την Οδύσσεια και την Ιλιάδα. Ανάμεσα στα πολλά και θαυμαστά, τα μαθητικά μου αυτιά συγκρατούν πως «μόνον ογδόντα οχτώ παππούδες μάς χωρίζουν από τον Ομηρο». Αυτό το «μόνον» με προβλημάτισε καιρό· ώστε τόσο κοντά είμαστε στην εποχή του Ομήρου; Πράγματι, αν σκεφτούμε ότι κάθε «παππούς»-γενιά αριθμεί 25 με 30 έτη, τότε η απόσταση από το σήμερα στο ομηρικό χτες είναι αναλογικά όση απόσταση χωρίζει έναν ασπρομάλλη από την παιδική του ηλικία. Αυτή ήταν η πρώτη σπίθα για ό,τι θα ακολουθούσε.
Χρόνια μετά ο Δ. Ν. Μαρωνίτης διαβάζει στο Αρχαίο Ωδείο Πάτρας την Οδυσσέως Σχεδία, σε δική του μετάφραση. Συνειδητοποιώ πλέον οριστικά ότι οι ήρωες ή οι λιγότερο ήρωες των ομηρικών επών μάς μιλούν για το τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος, να αγαπάς, να χάνεις, να πεθαίνεις. Για πατεράδες, γιους, γυναίκες, τη βία, την ειρήνη, τον πόλεμο, για τα νιάτα και τον έρωτα. Παράλληλα με τα βιβλία λοιπόν που έγραφα όλα αυτά τα χρόνια, έπαιρνα τα πρόσωπα της Οδύσσειας και τα ταξίδευα στα νερά της νεότερης Ιστορίας. Ετσι, Τηλέμαχος είναι ένα τσιγγανάκι που νοσταλγεί το σπίτι του· Λαέρτης γίνεται ο Κολοκοτρώνης όταν σπαράζει για τον αδικοχαμένο γιο του· ο Πέτρος Κόκκαλης είναι η γενναιόδωρη Λευκοθέα της Αντίστασης· η Καλυψώ γητεύει έναν πατέρα φοιτητή κτλ. κτλ. Το βιβλίο διαβάζεται και σαν συνέχεια από τα δύο προηγούμενα, γιατί, όπως σε εκείνα, έτσι και εδώ αυτό που με απασχολεί δεν είναι άλλο από το σε ποια πατρίδα, δηλαδή σε ποια γλώσσα κατοικούμε.
Με το αίνιγμα του άλλου
«Ιδεολογικά ύποπτη»
ΔιηγήματαΚαλέντης
Της Ελένης Γκίκα
Θα μπορούσε να είναι ένα κατακερματισμένο, σπονδυλωτό μυθιστόρημα με γυναίκες που ξεπέρασαν τα όρια. Και σχεδόν ό,τι πιο αυτοβιογραφικό έχω τολμήσει. Τα 23 διηγήματα της συλλογής (καθόλου τυχαίος αριθμός, στα 23 πήγα να πεθάνω, ήμουν μια άλλη και αποφάσισα να αλλάξω ζωή) ανήκουν σε ό,τι κατά καιρούς έχω υπάρξει: Ρόζα που είναι κάκτος και ονειρεύεται ιβίσκους, νεραγκούλες και καμέλια ιαπωνική, Ζέλντα που εξακολουθεί ν’ αγαπά ακόμα κι όταν ο εαυτός της χαθεί, Λόλα «έξω ψυγείο, μάρμαρο, πάγος» και μέσα «σκαντζόχοιρος που αιμορραγεί», γυναίκα που έγινε αυτί, Χανελόρε που γίνεται άλλη, αναλόγως του πώς την βλέπει κανείς, νεραϊδούλα των flower fairies η αυτοκαταστροφική, εργασιομανής και εμμονική, σύζυγος-Πηνελόπη πιστή, έγκλειστη ευτυχής, μια που επιστρέφει, μια που φοβάται, μια που τραυλίζει.
Ο εαυτός μου πάντα, ωστόσο «Ιδεολογικά ύποπτη». Με τις βασικές εμμονές μου: επιθυμία, τύψεις, θάνατος, χρόνος, παραπλάνηση, θαύμα, θητεία, ποινή πάντοτε εκεί. Με ό,τι πειραματίστηκα για ν’ αντέξω τον χρόνο και τη ζωή: παράλληλους μονολόγους και υστερόγραφα, ιστορίες άλλοτε θρίλερ και άλλοτε κομεντί, όλα τους κύκλοι με αμφισβητούμενο τέλος κι αρχή˙ 23 στιγμιότυπα για το πρόσωπο και το προσωπείο με όλους τους αφηγηματικούς τρόπους, σαν παραμύθι, θεατρικός μονόλογος, εγκιβωτισμένη ιστορία, κινηματογραφική σκηνή και με «το αίνιγμα του άλλου» να παραμένουμε εμείς.
Ενα παιχνίδι
«Ο μέσα και ο έξω»
ΑφήγημαΚαστανιώτης
Του Κωστή Γκιμοσούλη
Ηταν η στιγμή. Κάτι τέτοιες στιγμές, όταν έχει κάτι να πει κανείς, γράφει. Τον έβλεπα συχνά στη γειτονιά τον Κυναίγειρο κι έδειχνε ψαρωτικός. Το κοφτερό μάτι του με μάτιαζε. Με τη γυναίκα του, μετά μόνος του. Πιάσαμε κουβέντα. Εγινε αυτός ο έξω κι εγώ ο μέσα. Εξω απ' το παράθυρό μου. Παρότι αρκετά μεγαλύτερός μου, ήταν πιο «τρελός» και πιο ανθρώπινος από μένα. Εγινε δάσκαλός μου.
Με δίδαξε, μακριά από κάθε θεό, ν' αγαπάω τα θεία. Αυτός ο μισάνθρωπος μ' έμαθε ν' αγαπάω τους ανθρώπους. Πήγα για μπάνιο μαζί του, γιατί λατρεύει τη θάλασσα, και μ' έμαθε να βάζω το κεφάλι μου στο νερό. Αυτή είναι η ιστορία τού «Ο μέσα και ο έξω». Δεν είναι συμβολική (μόνο), είναι και κυριολεκτική.
Αλφα όπως Αφοβο, Β όπως Βλέμμα... Χ όπως χάδι, Ψ όπως Ψάξε, Ω όπως Ωρολογοποιός. Ενα παιχνίδι. Να παίρνεις πάντα το πρόβλημά σου μαζί σου, μου είπε, να μην ντρέπεσαι τους άλλους ανθρώπους. Κι όταν κάνεις δυο βήματα παραπέρα, να το ξεχνάς. Αυτός, ο πιο άπιστος, ήταν ο πιο πιστός. Αυτός με το πάθος για τις γυναίκες. Μοιάζει με θεατρικό. Με μυθιστόρημα. Με είκοσι τέσσερα μικρά γέλια που γίνονται ένα μεγάλο. Επειδή καμιά φορά οι τελείως ξένοι είναι πιο κοντινοί απ' τους στενότερους συγγενείς μας.
Ενα άδειο παιδικό δωμάτιο
«Ωστικό κύμα»
ΜυθιστόρημαΠατάκης
Του Νίκου Δαββέτα
Η ρητορική ερώτηση του Χάινριχ Μπελ «Μα τι θα γίνει επιτέλους αυτό το αγόρι;», θα μπορούσε και να ήταν το εναλλακτικό μότο του μυθιστορήματος. Ο ανυποψίαστος αναγνώστης ας προστρέξει στο οπισθόφυλλο για να γνωρίσει την εκκίνηση της ιστορίας, από την πιο δραματική στιγμή του κεντρικού ήρωα και της μητέρας του:
«Η Δέσποινα θα πληροφορηθεί από τα δελτία ειδήσεων το αποτρόπαιο γεγονός ότι ο γιος της που σπούδαζε στην Αγγλία συγκαταλέγεται ανάμεσα στα θύματα μιας νέας βομβιστικής επίθεσης φανατικών ισλαμιστών στο μετρό του Λονδίνου. Το ταξίδι της στη βρετανική πρωτεύουσα θα κρατήσει λίγες μονάχα ώρες. Σύντομα θα επιστρέψει στο σπίτι της με την τραγική υποψία ότι το ωστικό κύμα των τρομοκρατικών χτυπημάτων έχει σαρώσει όχι μονάχα το μέλλον αλλά και το παρελθόν της οικογένειάς της…»
Εκ των υστέρων, νομίζω πως αν θα ήθελα να εντοπίσω το συγγραφικό έναυσμα θα ήταν ακριβώς η εμμονή μου με το τραυματικό παρελθόν μιας τυπικής μικροαστικής οικογένειας, που προσπαθεί στις μέρες μας να μεγαλώσει ένα αγόρι, τηρώντας τον κανόνα του «πολιτικά ορθού». Η μητέρα του σταδιακά θα συνειδητοποιήσει πως με τις ιδεοληψίες της συνετέλεσε κι αυτή στο να βρεθεί το μοναχοπαίδι της τη λάθος ώρα στον λάθος τόπο. Ο θάνατός του από την τρομοκρατική επίθεση δεν ήταν «η μοίρα του», ούτε «η κακιά στιγμή».
Οσο και να φανεί παράξενο, στις προθέσεις μου δεν ήταν η διερεύνηση του φαινομένου της τρομοκρατίας, όπως θα μπορούσε κάποιος να υποθέσει, αλλά η διαχείριση του πένθους, της ξαφνικής απώλειας, η συμφιλίωση με τη θέα ενός παιδικού δωμάτιου απελπιστικά άδειου και σκοτεινού.
Ο συγγραφέας ως αόρατος ηχολήπτης
«Κλεινόν»
Μυθιστορίες για την ΑθήναΜελάνι
Του Γιάννη Ευσταθιάδη
Το Κλεινόν είναι ένα βιβλίο για την Αθήνα με πολλαπλούς θεματικούς άξονες. Δεν με ενδιέφερε μόνο μια εικαστική εικόνα της πρωτεύουσας με αξιοθέατα και μνημεία, πολύ περισσότερο, μια τουριστική άποψη. Με έθελξε το πολυεπίπεδο: ιστορία, πολιτική, τέχνη, καθημερινή ζωή, εμφύλιες συγκρούσεις, πραξικοπήματα, αλλά, παράλληλα, και συνήθειες Αθηναίων, γνωστά στέκια (καφενεία, ζαχαροπλαστεία, καμπαρέ), καταναλωτικά προϊόντα, μόδες κ.λπ.
Γι’ αυτό επιστράτευσα πραγματικά πρόσωπα σε φανταστικές μαρτυρίες. Πρόσωπα με διαφορετικές ιδιότητες, κάτι που διευκόλυνε την πλουραλιστική πρόθεση. Εβαλα να μιλούν ο Παλαμάς, ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο Πικιώνης, ο Τσαρούχης, ο Αιγινήτης, η Ελένη Παπαδάκη, αλλά και ο Χατζηχρήστος, ο Τσελεμεντές, ο Λινοξυλάκης, η Ζωζώ Νταλμάς. Τριάντα γνωστά πρόσωπα, τριάντα διαφορετικές οπτικές (αλλά και εποχές) της Αθήνας.
Απαραίτητη διευκρίνιση: μολονότι οι μαρτυρίες είναι φανταστικές, ακόμα και με στοιχεία παραλόγου –κάποιοι περιγράφουν και τον θάνατό τους ή μιλούν μετά από αυτόν–, όλα τα παρατιθέμενα στοιχεία (χρονολογίες, συμβάντα, βιογραφικές λεπτομέρειες) είναι πραγματικά και διασταυρωμένα. Θα έλεγα πως το βιβλίο αυτό διαφέρει από τα περισσότερα προηγούμενά μου, τα οποία εσωστρεφώς κινούνται γύρω από τον μικρόκοσμο του συγγραφέα. Εδώ η αφήγηση ανήκει σε τρίτους και ο συγγραφέας, ως αόρατος ηχολήπτης, την καταγράφει. Βέβαια, σε πολλά εμφιλοχωρεί και η μεροληψία της δικής μου μνήμης, κυρίως της παιδικής.
Τρία χρόνια εξαντλητικής εργασίας
«Οταν θα δεις τη θάλασσα»
ΜυθιστόρημαΨυχογιός
Του Στέφανου Δάνδολου
Οι περισσότεροι συγγραφείς έχουν μέσα τους δύο τρία μεγάλα βιβλία, μεγάλα υπό το πρίσμα της σκόπευσης και σημαντικά για τους ίδιους. Δεν είναι σίγουρο ότι θα τα γράψουν. Εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Ομως το «Οταν θα δεις τη θάλασσα» είναι για μένα ένα τέτοιο βιβλίο. Ερχεται ακριβώς είκοσι χρόνια από την πρώτη μου εμφάνιση στη λογοτεχνία και σηματοδοτεί το βύθισμά μου στην κλασική τριτοπρόσωπη αφήγηση, έτσι όπως αυτή αναδείχτηκε από το λαϊκό μυθιστόρημα στο δεύτερο μισό του δεκάτου ενάτου αιώνα. Δεν είναι απλώς μια ερωτική ιστορία.
Είναι μια κοινωνική τοιχογραφία της Ελλάδας του Τρικούπη, χτισμένη μέσα από το πνεύμα των βιβλίων περιπέτειας που διάβαζε τότε ο κόσμος πρώτα σε συνέχειες από τις εφημερίδες κι έπειςτα σε τόμους με σκληρά δερματόδετα εξώφυλλα και γκραβούρες εντός των σελίδων. Είναι επίσης μια ανατομία της κρίσης που βιώνουμε σήμερα μέσα από παραλληλισμούς. Η ανάλγητη πολιτική. Οι ιδιωτικές συμπεριφορές των δημοσίων προσώπων.
Ο ρόλος της ελίτ στο πεπρωμένο της φτωχολογιάς. Και είναι, τέλος, ένα γράμμα αγάπης προς τους τιτάνες της λογοτεχνίας, τον Ζολά, τον Φλομπέρ, τον Ντοστογιέφσκι και τη βρετανική σχολή από την οποία είμαι τόσο επηρεασμένος. Τρία χρόνια εξαντλητικής εργασίας χρειάστηκαν για να γράψω το «Οταν θα δεις τη θάλασσα». Και θα ένιωθα πολύ τυχερός εάν ήξερα ότι υπάρχουν μέσα μου ένα δύο ακόμα τέτοια βιβλία που θα καταφέρουν να γραφτούν.
Η μεγάλη ιστορία είναι η μικρο-ιστορία
«Παλαιστές»
ΠοταμόςΤου Δημήτρης Καρακίτσος
Θα ήθελα να είχε διαβάσει το βιβλίο μου ο Ηλίας Πετρόπουλος. Ισως το εκτιμούσε. Το έγραψα χρησιμοποιώντας πολλά από το ιδιαίτερο ύφος του. Ο Ουνγκαρέτι λέει πως «η μορφή βασανίζει τον συγγραφέα μόνο επειδή απαιτεί να συμβαδίζει αυτή με τις μεταβολές της ψυχής του. Κι αν ως καλλιτέχνης προόδευσε κάπως, θα ήθελε η πρόοδός του να φανερώνει επίσης την τελείωση που πέτυχε ως άνθρωπος».
Ο κόσμος των περιπλανώμενων παλαιστών, η Ελλάδα του 1930, οι παραστάσεις τους στις πλατείες των πόλεων και των χωριών, ο θαυμασμός ή η χλεύη που εισέπραξαν, οι επικές τους προσφωνήσεις και οι υπερφίαλοι ηρωισμοί, όλα αυτά εν τέλει που καθιστούν τη ζωή τους μια αντεστραμμένη, ψεύτικη και φτωχική Ιλιάδα του Μεσοπολέμου, έπρεπε να αποτυπωθούν σε συνάρτηση με τη γραφή ενός ανθρώπου που όλη του τη ζωή τον απασχόλησε κυρίως αυτό: το γεγονός ότι η πραγματικά μεγάλη ιστορία είναι η μικρο-ιστορία. Δεν ξέρω τι μπορεί να πει στους αναγνώστες ο παλαιστής Αποστολάρας. Υποθέτω ότι ο τρόπος του να είσαι ένας αληθινά ελεύθερος άνθρωπος έχει εκλείψει.
Ο έρωτας του υπάρχειν
«Ολα μπορούν να συμβούν μ' ένα άγγιγμα»
ΔιηγήματαΚαστανιώτης
Της Μαρίας Κουγιουμτζή
Πρόκειται για τριάντα δύο διηγήματα με ποικιλία θεμάτων που αφορούν αγγίγματα όλων των ειδών, ερωτικά, σεξουαλικά, κοινωνικά, πολιτικά, μυστήρια, σχέσεις τρυφερές, άγριες, παθιασμένες, σε καιρό ειρήνης και σε καιρό πολέμου, κυρίως ο άνθρωπος που αφήνεται στην ακατανίκητη γοητεία της αμαρτίας, στον ανεξάντλητο έρωτα της ζωής.
Αυτό προσπαθώ να πω στα διηγήματα αυτά, μέσα από τη γλώσσα και τον μύθο. Νομίζω πως η ζωή και ο θάνατος, η δικαιοσύνη και το άδικο, τα άλυτα αυτά προβλήματα που μας βασανίζουν, μόνο με τη μυθική τους διάσταση τα αντέχουμε.
Πιστεύω πως η γλώσσα φανερώνει το υλικό που συσσώρευσε ο χρόνος στο κορμί και στο πνεύμα του δημιουργού, ερήμην του. Είναι η άγλωσση μνήμη της ύπαρξης που χρησιμοποιεί τους μύθους για να χωρέσει στη γλώσσα αυτού που γράφει.
Είναι οι Ιδέες της ομορφιάς, της αλήθειας, της δικαιοσύνης που προσπαθούν να υλοποιηθούν. Ετσι, μέσα από ένα συμβάν, ξεπηδά όλο το παρελθόν και δηλώνεται το μέλλον, δηλαδή η γλώσσα καταγράφει κατά κάποιο τρόπο το δραματικό dna των προσώπων ενός βιβλίου.
Είναι το έσω όραμα του κόσμου που ρίχνει τη σκιά του στον γράφοντα.
Ετσι είναι γραμμένα όλα μου τα διηγήματα. Προσπαθούν μέσα από τις αδυναμίες, την αμαρτία και τα πάθη, να προβάλλουν τον έρωτα του υπάρχειν. Την ηδονική γεύση της Ζωής πέρα από το καλό και το κακό. Αυτό το «γευόμαστε» είναι που μας δίνει η Τέχνη, χωρίς να το υπερασπίζεται σαν σωστό ή λάθος, να αναβιώσει την παρουσία του ως ένα δίκαιο πέρα από τη δικαιοσύνη. Το δίκαιο της μοναδικότητας και το ανεπανάληπτο του προσώπου.
Αναζήτηση «καθαρής» γλώσσας
«Τσότσηγια»
ΝουβέλαΚίχλη
Του Μιχάλη Μακρόπουλου
Η νουβέλα Τσότσηγια, σαν το Δέντρο του Ιούδα, «μιλά» πάλι ηπειρώτικα, πωγωνήσια, μα είναι ολότελα διαφορετική και ως μύθος και στον τρόπο που ’ναι καμωμένη, γιατί «τσότσηγια» πα να πει «τοσοδούλα», και με το ένα πόδι η ιστορία εδώ πατά στον ωμό ρεαλισμό, μιλά για μια φοβισμένη και κακοποιημένη γυναίκα, και με το άλλο πόδι πατά στο παραδοσιακό παραμύθι, παίρνει από τα παραμύθια την ποιητική τους γλώσσα, τα πετάγματα της φαντασίας, τη μαγεία, την περιπέτεια, το λυτρωτικό τέλος.
Και μια περιπέτεια, καθώς και μύθος ακόμα βαθύτερος απ’ του παραδοσιακού παραμυθιού στην Τσότσηγια, είναι η δεύτερη νουβέλα με τίτλο Ω’μ και μ' ήρωα έναν κυνηγό σαράντα χιλιάδες χρόνια πριν.
Μόνος σε μια σπηλιά μες στο καταχείμωνο, ο Ω’μ αγωνίζεται να επιβιώσει, παλεύει με ζώα και με την πείνα, δίνει μάχη με τον θάνατο κι αποτυπώνει με ζωγραφιές στην πέτρα αυτόν του τον αγώνα για επιβίωση. Και οι δύο ιστορίες εδώ είναι γραμμένες λιτά, χωρίς καμία ερμηνεία ψυχολογική ή άλλου είδους, παρά μόνο με αγάπη για τον ατόφιο μύθο και μ’ αναζήτηση αυτής της «καθαρής» γλώσσας που θα μπορέσει να υπηρετήσει το μύθο με παραστατικότητα και ποιητικότητα – μ’ ομορφιά.
Να βρει το νόημά του στον ανήσυχο αναγνώστη
«Πολ και Λόρα, ζωγραφική εκ του φυσικού»
ΜυθιστόρημαΤόπος
Του Αρη Μαραγκόπουλου
Το παθιασμένο ζεύγος των ανταρτών πόλης (Φλώρα - Αντώνης, στo Μανία με την Άνοιξη 2006), το πεισμωμένο ζεύγος των κομμουνιστών (Μπέτι - Τόνι, στο Χαστουκόδεντρο 2012) και το ορκισμένο στην Ουτοπία ζεύγος των ρομαντικών επαναστατών (Λόρα Μαρξ - Πολ Λαφάργκ, 2016) εικονογραφούν το ίδιο θέμα που ανέκαθεν με στοιχειώνει: τη συντροφική ζωή που ασφυκτικά πολιορκείται από την εποχή της και απεγνωσμένα της αντιστέκεται.
Διόλου τυχαία, επομένως, το ζεύγος Λαφάργκ ανιχνεύεται σε όλη την ώς τώρα μυθοπλασία μου ως κυρτό κάτοπτρο μιας ολόκληρης εποχής: εκείνης που έθεσε τα θεμέλια για τις ανθρωπιστικές αξίες της Ευρώπης που τώρα σβήνει· εκείνης που, παράλληλα με την ανάπτυξη του καπιταλισμού, γέννησε τις πρώτες θανάσιμες συγκρούσεις ανάμεσα στην αλήθεια και στο ψέμα, στη βαρβαρότητα και στον ανθρωπισμό.
Ομως, προσοχή, εδώ ο λόγος αφορά ένα μυθιστόρημα, όχι μια βιογραφία εποχής. Γι' αυτό και η περιπετειώδης ζωή των «δικών μου» Λαφάργκ, ηρώων μυθοπλασίας, πιθανότατα ζωγραφίζεται πιο συναρπαστική από την ιστορικά τεκμηριωμένη ζωή τους.
Αυτό είναι το στοίχημα του βιβλίου, αφού συχνά η τέχνη με το ψέμα της αρθρώνει την ιστορική αλήθεια πειστικότερα. Ανάλογη η φιλοδοξία του συγγραφέα: το Πολ και Λόρα, ζωγραφική εκ του φυσικού να βρει το νόημά του στον ανήσυχο αναγνώστη, εκείνον που επίσης πολιορκείται από το ψέμα της εποχής του και αντιστέκεται.
Πανάρχαια αγωνία
«Ο Ελληνας γιατρός»
ΜελάνιΤης Καρολίνας Μέρμηγκα
Ο Ελληνας γιατρός είναι η ιστορία ενός άντρα που γεννήθηκε το 1874 και πέθανε το 1941 και η ιστορία της Ελλάδας την περίοδο αυτή μέσα από τη ματιά του. Είναι επίσης η ιστορία μιας δικής μου νοσταλγίας: για μια ξεχασμένη γενιά Ελλήνων, μια χαμένη σειρά αξιών, μια παραγνωρισμένη επιδίωξη ιδανικών.
Και για έναν τρόπο γραφής ευθύγραμμο, γρήγορο· μια αφήγηση. Ετσι όπως γράφονταν παλιά τα μυθιστορήματα με τα οποία μεγάλωσα. Ο ήρωας είναι ένας άντρας που με την αξία και φιλοδοξία του ανέρχεται στην κορυφή του ολοκαίνουργιου αθηναϊκού αστικού ιστού αλλά δεν παύει να παλεύει, πότε νικητής και πότε ηττημένος, με τη συνείδησή του.
Η πορεία του βίου του διασταυρώνεται με τη ζωή διάσημων (όπως ο βασιλιάς Κωνσταντίνος κι ο Βενιζέλος, ο βασιλιάς Αλέξανδρος κι η Ασπασία Μάνου, η Δέλτα, ο Σαραντάρης, ο Παλαμάς), λιγότερο διάσημων (όπως ο Εϊσα Τζένιγκς, ο Πέτρος Πρωτοπαπαδάκης, η Αννα Μελά-Παπαδοπούλου) και άσημων.
Στο τέλος θα αναμετρηθεί με την πανάρχαια αγωνία τού τι αξίζει ν’ αφήνουν οι άνθρωποι πίσω τους, κι αυτό είναι ίσως και το ερώτημα, από την ανάποδη, που υφαίνεται με την ιστορία μου: Τι αξίζει να κρατάμε στη μνήμη μας απ’ όλα όσα ονομάζουμε «Ιστορία»; Οι απαντήσεις είναι φυσικά τόσο διαφορετικές όσο κι εκείνοι που αναρωτιούνται.
Η τραγική ιστορία μιας ανέφικτης ουτοπίας
«Εκουατόρια»
ΜυθιστόρημαΚαστανιώτης
Του Μιχάλη Μοδινού
Στον ύστερο 19ο αιώνα μια ουτοπία στήνεται στην καρδιά της Αφρικής, στη μυθική περιοχή των Μεγάλων Λιμνών, την επονομαζόμενη Εκουατόρια. Υπό τον φυσιοδίφη και εξερευνητή Εντουαρντ Σνίτσερ, ένα άγημα Αιγυπτίων, Σουδανών και Ευρωπαίων αποκόπτεται από τον πολιτισμό, ενώ μια τζιχαντιστική επανάσταση μαίνεται στο Σουδάν.
Μια νέα αυτάρκης κοινωνία, αποκομμένη από τον πολιτισμό και τα ιστορικά βαρίδια, κτίζεται εκ του μηδενός εκεί όπου οι εξερευνητές αναζητούν και ερίζουν για τις πηγές του Νείλου. Πολιτισμοί και φυλές συντήκονται, οι έποικοι φτιάχνουν οικογένειες με τους γηγενείς, οι Αραβες δουλέμποροι απωθούνται.
Ωσπου η Ευρώπη αποφασίζει να σώσει τα ξεχασμένα παιδιά της. Επειτα από ποικίλες διαμάχες, μια μακρά θλιβερή πομπή θα πάρει τον δρόμο προς τον Ινδικό Ωκεανό όπου ο Σνίτσερ, εν μέσω τιμών και δόξας, θα επιχειρήσει να αυτοκτονήσει για τη συντριβή του ονείρου του.
Οι απαρχές της αποικιοκρατίας, οι πολιτισμικές διαμάχες, η σύγκρουση επιστήμης και πρωτογονισμού, οι σχέσεις φύσης και κοινωνίας, οι ανταγωνισμοί για τις πηγές του Λευκού Νείλου και ο έρωτας της περιπέτειας περιγράφονται εδώ από έναν Αλεξανδρινό βαμβακέμπορο. Η τραγική ιστορία μιας εντέλει ανέφικτης ουτοπίας και η σωτηρία ανθρώπων που δεν ήθελαν να σωθούν, συνιστούν τον καμβά για τη λογοτεχνική πραγμάτευση των ζητημάτων που ταλανίζουν τον κόσμο μας ώς σήμερα.
Πολυπλοκότητα της ανθρώπινης ψυχής
«Μόνο ο αέρας ακουγόταν»
ΜυθιστόρημαΜεταίχμιο
Της Ευγενίας Μπογιάνου
Οταν καταπιάνεσαι με μια συλλογή διηγημάτων, προσπαθείς να διηγηθείς τις ιστορίες σου με τον πιο αποτελεσματικό, κάθε φορά, τρόπο.
Δεν σε ενδιαφέρει τόσο το θέμα όσο το πώς θα αποτυπώσεις τις ιδέες σου πάνω στο χαρτί. Το μικρό μέγεθος έχει δεσμεύσεις. Δεν επιτρέπονται πλατειασμοί, το περιττό «βγάζει μάτι», το ζητούμενο είναι η πυκνότητα και η ακρίβεια, χτυπάς ακαριαία και αποχωρείς, προσπαθώντας να αφήσεις ένα ευδιάκριτο στίγμα της προσωπικής σου ματιάς.
Πολλές φορές οι διηγήσεις απέχουν χρονικά η μία από την άλλη. Τα θέματα είναι ποικίλα, τα υφολογικά πειράματα επίσης, τα εκφραστικά μέσα διαφέρουν κι αυτά. Κοιτώντας, εκ των υστέρων, τα διηγήματα του «Μόνο ο αέρας ακουγόταν», βλέπω πως, δίχως συνειδητά να το επιδιώξω, η κοινή συνισταμένη τους είναι η απώλεια.
Προσφιλές θέμα της πεζογραφίας μου και της πεζογραφίας γενικότερα. Ανθρωποι που υπομένουν και προσπαθούν να διαχειριστούν την απώλεια, είτε πρόκειται για πράγματα απτά που αναποδογυρίζουν τη ζωή τους από τη μια στιγμή στην άλλη, είτε για τη βίαιη απώλεια μιας πατρίδας, είτε για την απώλεια του Αλλου, είτε του ίδιου του εαυτού τους τελικά.
Θέλω να πιστεύω πως υπηρετώ μια λογοτεχνία που δεν σταματά να απορεί και να αναρωτιέται, που συμπάσχει, που, χωρίς ναρκισσισμό, αλλά με ευαίσθητη κοινωνική ματιά, παλεύει να δει καταπρόσωπο τη σύγχρονη πραγματικότητα και να κατανοήσει την πολυπλοκότητα της ανθρώπινης ψυχής.
Γράφω σαν να μιλάω σε κάποιο φίλο μου
«Στις ταινίες κλαίω στις πιο άσχετες σκηνές»
ΠόλιςΤης Ξένιας Κουναλάκη
To βιβλίο μου είναι ένα ημερολόγιο. Ή μια δημόσια ψυχανάλυση χωρίς ειρμό. Γράφω, σε προφορικό σχεδόν λόγο, σαν να μιλάω σε κάποιο φίλο μου για όλα όσα με απασχολούν: για τη ζωή στην εφημερίδα, την ιδιαίτερη σχέση μου με το κρεβάτι μου, το φαγητό, τα ρούχα και τα αδιάβαστα βιβλία στο δωμάτιό μου, που σχηματίζουν ένα προστατευτικό τείχος γύρω μου.
Για τη ρουτίνα που ακολουθώ στα μουσεία της Ευρώπης, τα οικογενειακά τραπέζια που με τρομοκρατούν και την απέχθειά μου προς μέρη του λόγου και σημεία στίξης, όπως τα επίθετα και τα αποσιωπητικά. Για τη μανία μου να παρατηρώ πτώματα νεκρών ζώων στην άσφαλτο, την αγάπη μου για τον Μπαχ και τον Καραβάτζιο, το θέατρο του Πίτερ Μπρουκ, αλλά και τις ταινίες του Μπρους Λι.
Γράφω επίσης για την κρίση, τους έρωτες, την αμφίθυμη σχέση μου με την Ελλάδα και τη Γερμανία. Για την Αριστερά και τους πολιτικούς, που σέβομαι και νοσταλγώ, τον Κώστα Σημίτη, τον Χέλμουτ Σμιτ και τον Λεωνίδα Κύρκο για παράδειγμα. Για την Ευρώπη και την αμηχανία που μου προκαλεί η προσπάθεια να πω κάτι θετικό για τη σημερινή Ε.Ε. Για τους πάγκους με φρούτα κατά μήκος της εθνικής οδού, που ίσως και να είναι το νόημα της ζωής.
Και, τέλος, για τις ταινίες που με κάνουν να κλαίω – συνήθως στις πιο άσχετες σκηνές.
Το πρώτο μου ιστορικό μυθιστόρημα
«Εξοδος»
ΜυθιστόρημαΚέδρος
Του Αρη Σφακιανάκη
Πριν από πέντε περίπου χρόνια –κι ενώ ταξίδευα στην Ελλάδα για να ξεχάσω έναν έρωτα που με ταλάνιζε– βρέθηκα στο Μεσολόγγι. Εκεί, μπροστά στον Κήπο των Ηρώων, διάβασα το σχέδιο που είχαν εκπονήσει οι οπλαρχηγοί το 1826 για την Εξοδό τους από την πολιορκούμενη πόλη. Το σχέδιο εκείνο με συγκίνησε βαθιά, κι έτσι –αφού περιπλανήθηκα στον κήπο αναστατωμένος– αποφάσισα να γράψω ένα μυθιστόρημα για εκείνη την εποχή. Θα περιοριζόμουν στις τελευταίες μέρες του Μεσολογγίου πριν από την Εξοδο.
Οταν κάποτε επέστρεψα στο σπίτι μου –χωρίς να έχω καταφέρει να ξεχάσω τον έρωτά μου– άρχισα να διαβάζω για την πολιορκία εκείνη του Μεσολογγίου. Πολλοί σύγχρονοι –αλλά και άνθρωποι που είχαν βρεθεί στην πολιορκία– είχαν γράψει για τη συγκεκριμένη περίοδο που καθόρισε εν μέρει την έκβαση του Αγώνα. Διαβάζοντας τα βιβλία τους συγκλονίστηκα για όσα βίωσαν οι πολιορκημένοι (Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, κατά τον αγαπημένο Σολωμό).
Μετά από καιρό κι ύστερα από δεκάδες βιβλία που μελέτησα, άρχισα επιτέλους να γράφω αυτό που θεωρώ το πρώτο μου ιστορικό μυθιστόρημα –και λέω το πρώτο γιατί ετοιμάζω άλλα δυο που αφορούν τη γένεση του Νέου Ελληνικού κράτους.
Καθώς ο ήρωας είναι ένας συγκαιρινός μας άνθρωπος, που βρίσκεται εγκλωβισμένος στο Μεσολόγγι, οι αναφορές και η συγκρίσεις με το σήμερα είναι αναπόφευκτες. Και τότε έτσι και τώρα, ο ήρωας αναζητά την έξοδό του.
Εξ ου και ο τίτλος του βιβλίου: Εξοδος.
Μια επιστολική νουβέλα το καλοκαίρι του 2015
«Μουσείο Λαογραφίας»
ΝουβέλαΕστία
Του Δημήτρη Φύσσα
Είναι μια επιστολική νουβέλα που διαδραματίζεται το καλοκαίρι του 2015 σ' ένα πρωτόγονο χωριό της Πίνδου, στο «τριεθνές» ανάμεσα σε Θεσσαλία - Μακεδονία - Ηπειρο.
Αποτελείται από 23 γράμματα (σε φάκελο με γραμματόσημο) που στέλνει ένας νεαρός ζωγράφος ονόματι Λέων σε μια γυναίκα ονόματι Μάρθα, η οποία ζει σε μια μεγάλη πόλη.
Ο Λέων έχει πάρει μια σπουδαία παραγγελία, με γενναία προκαταβολή, για να ζωγραφίσει τον τεράστιο πολυπρόσωπο πίνακα «Ο μυστικός δείπνος του κοινοτισμού», που θα βασίζεται στον «Μυστικό δείπνο» του Ντα Βίντσι, θ' απεικονίζει 23 διαχρονικούς ήρωες της Αριστεράς και θα εκτεθεί το 2017, στα 100 χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης. Εχοντας μαζί του ένα σπαστό καβαλέτο, ζωγραφικά μέσα και υλικό για το κάθε πρόσωπο της σύνθεσης, απομονώνεται στο χωριό και ξεκινάει να φτιάχνει προκαταρκτικές σπουδές. Ταυτόχρονα γράφει στη Μάρθα για την πρόοδο της δουλειάς και τη ζωή του εκεί –που τη βρίσκει υπέροχα απλή, αγνή κι ελληνοπρεπή– ελπίζοντας να τη συγκινήσει και να τα ξαναβρεί μαζί της. Αλλά σταδιακά καταλαβαίνει ότι κάτι πολύ σκοτεινό ενυπάρχει στο χωριό, με επίκεντρο τις γυναίκες.
Διαβάζουμε μόνο τα (αναπάντητα) γράμματα του ζωγράφου. Μοναδική συγγραφική παρέμβαση είναι η τιτλοφόρησή τους με τη σειρά των προσώπων του πίνακα.
Πολυφωνικό μυθιστόρημα
«Ο βίος και η εποχή του Αβραάμ Μπεναρόγια»
ΜυθιστόρημαΠατάκης
Της Ελενας Χουζούρη
Τρεις φωτογραφίες κι ένα χειρόγραφο με τις χρονολογίες 1931, 1939,1941-1944, κληρονομιά της Θεσσαλονικιάς γιαγιάς της, ωθούν την 27χρονη Αλίζα, μεταπτυχιακή φοιτήτρια Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Τελ Αβίβ, και γέννημα-θρέμμα της μεσογειακής, ισραηλινής πόλης, να επισκεφτεί την Θεσσαλονίκη, τον Σεπτέμβριο του 2012.
Επίσημη αιτιολογία, για να κάμψει τις έντονες αντιρρήσεις της μητέρας της, η έρευνα για το μεταπτυχιακό της, «Ο βίος και η εποχή του Αβραάμ Μπεναρόγια». Στη Θεσσαλονίκη, η Αλίζα περπατά, αναρωτιέται, απορεί, ψάχνει και με δυσκολία τελικά ανακαλύπτει την άλλη ζωή της γιαγιάς της και της οικογένειάς της, στη Σαλονίκη μέχρι το 1941, το καθοριστικής σημασίας για τον προπάππο της Ιακώβ, αλλά και για την ίδια την πόλη, πογκρόμ του Κάμπελ, τον αιρετικό τρόπο διάσωσης της γιαγιάς της από το Ολοκαύτωμα και την περιπέτειά της μέχρι να φτάσει στην Παλαιστίνη, το 1947. Ταυτόχρονα η Αλίζα ψάχνει και προβληματίζεται για τον Αβραάμ Μπεναρόγια και την εποχή του.
Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα πολυφωνικό, πολυεπίπεδο και διαχρονικό, με βασικό ζητούμενο την παραδοχή και τη συμφιλίωση με τα τραύματα της Μνήμης, συλλογικά και ατομικά. Ουσιαστικά, με αυτό το μυθιστόρημα κλείνω έναν μυθιστορηματικό κύκλο, με κοινό παρανομαστή, την Μνήμη. Υιοθετώ, εξάλλου, πλήρως τη ρήση του Μαξ Ζέμπαλντ, ότι «η μνήμη είναι η ηθική ραχοκοκαλιά της λογοτεχνίας».
Οσο για τους αφηγηματικούς μου τρόπους, σίγουρα κι εδώ, απέχουν από το να ακολουθούν τα κλασικά αφηγηματικά μονοπάτια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου