Διάκριση των εξουσιών α λα καρτ [από τον "εκσυγχρονιστή" κύριο καθηγητή]
Κατεξοχήν πολιτικό θέμα χαρακτήρισε ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος το ζήτημα του νόμου για τις τηλεοπτικές άδειες, επισημαίνοντας ότι τελικά είναι δικαίωμα της εκτελεστικής εξουσίας να παρεμβαίνει όταν αδρανεί κάποια υπηρεσία, όπως συμβαίνει σήμερα με το ΕΣΡ.Αυτό εξηγεί απόλυτα και το γεγονός ότι διαφορετική άποψη διατύπωσε ο ίδιος και μάλιστα εγγράφως την περασμένη άνοιξη και διαφορετική τώρα. Οι πολιτικές συγκυρίες έχουν αλλάξει, οι πιέσεις έχουν ενταθεί, με αποκορύφωμα την αθλιότητα σε βάρος του δικαστή.
Ο Ν. Αλιβιζάτος εξηγεί παρακάτω με εξαιρετικό τρόπο το πώς, σε έκτακτες και επείγουσες περιπτώσεις, μόνος αρμόδιος να κρίνει είναι η κυβέρνηση και όχι οι δικαστικές αρχές. Τις θέσεις αυτές, οι οποίες δικαιώνουν την πλευρά του Δημοσίου στην υπόθεση, τις στήριζε ο κ. Αλιβιζάτος στη σχετική ελληνική και ευρωπαϊκή νομολογία και νομική βιβλιογραφία.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει λοιπόν το περιεχόμενο γνωμοδότησης του Νίκου Αλιβιζάτου, ο οποίος κλήθηκε από όμιλο υποψήφιων επενδυτών να απαντήσει στο ζήτημα της συνταγματικότητας του Ν. 4367/2016 (Νόμος Παππά).
Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου στη γνωμοδότησή του, η οποία φέρει ημερομηνία 2.3.2016, εξετάζει μεταξύ άλλων το επιχείρημα της κυβέρνησης ότι το κράτος δεν μπορεί να παραμείνει αδρανές μπροστά στη μη λειτουργία του ΕΣΡ. Οι απόψεις που περιλαμβάνονται στη γνωμοδότηση έχουν εξαιρετικό ενδιαφέρον διότι βρίσκονται στον αντίποδα όσων υποστηρίζει ο κ. Αλιβιζάτος τις τελευταίες ημέρες:
«Το επιχείρημα της Κυβέρνησης αναμφίβολα ενισχύεται από το γεγονός ότι το ΣτΕ έχει κρίνει ως παράνομη την επ’ αόριστον παράταση της θητείας των μελών του Ε.Σ.Ρ., με διαδοχικούς νόμους, και, επομένως έχει ακυρώσει τις πράξεις της αρχής αυτής (βλ. ΣτΕ, Δ’ τμήμα, 1926/2012).
Αναμφίβολα, το Κράτος δεν μπορεί να απέχει από την ενάσκηση των αρμοδιοτήτων που το Σύνταγμα του αναθέτει. Οπως έχει παγίως νομολογηθεί για μεγάλη ποικιλία θεμάτων η αρχή της συνεχούς λειτουργίας των δημόσιων υπηρεσιών επιβάλλει στο Κράτος να λειτουργεί αδιαλείπτως, προκειμένου να εκπληρώνει τις βασικές του υποχρεώσεις. Οπως μάλιστα έχει κριθεί, η αρχή αυτή βρίσκει έρεισμα στο ίδιο το Σύνταγμα.
Σύμφωνα με αυτή, όταν η φύση των παρεχομένων υπηρεσιών εκ μέρους μιας δημόσιας υπηρεσίας ή δημόσιας επιχείρησης είναι ζωτικής σημασίας για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, η λειτουργία δεν μπορεί να διακοπεί. Στις περιπτώσεις αυτές, η «συνέχεια» διασφαλίζεται είτε μέσω μιας minimum λειτουργίας της δημόσιας υπηρεσίας ή επιχείρησης είτε μέσω ιεραρχικής υποκατάστασης».
Αυτή την «ιεραρχική υποκατάσταση» επιχειρεί με την επίμαχη διάταξη η κυβέρνηση. Ο κ. Αλιβιζάτος συνεχίζει: «Σε αυτό το πλαίσιο, ύστερα από την άρνηση της αντιπολίτευσης να συναινέσει στην ανάδειξη των νέων μελών του ΕΣΡ, η κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι δεν θα μπορούσε να ανεχθεί μια επ’ αόριστον διακοπή του άμεσου κρατικού ελέγχου στη ραδιοτηλεόραση. Κάτι τέτοιο ισχύει σε κάθε περίπτωση που η δράση μιας ανεξάρτητης αρχής κρίνεται απολύτως αναγκαία. Τότε, στην περίπτωση αυτή, αν ο αρμόδιος υπουργός απείχε από την επιτέλεση των καθηκόντων του επικαλούμενος έλλειψη αρμοδιότητας, θα μπορούσε να βρεθεί υπόλογος ενώπιον της Βουλής, αν όχι ενώπιον των δικαστηρίων, για απιστία ή ενδεχομένως και για παράβαση καθήκοντος».
Η γνωμοδότηση αναφέρει «δεν μπορεί να προβληθεί σοβαρά η ύπαρξη μιας τέτοιας άμεσης ανάγκης ως δικαιολογητικός λόγος για τη μεταφορά της συνταγματικά κατοχυρωμένης αρμοδιότητας του Ε.Σ.Ρ. στον αρμόδιο υπουργό». Ομως στη συνέχεια επισημαίνεται το γεγονός ότι δεν είναι τα δικαστήρια εκείνα που θα κρίνουν αν υπάρχει ή όχι παρόμοια επείγουσα ανάγκη:
Σύμφωνα με την πάγια νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων, η επίκληση της συνδρομής έκτακτων περιστάσεων ή εξαιρετικώς επείγουσας και απρόβλεπτης ανάγκης εκ μέρους της εκτελεστικής εξουσίας ως δικαιολογητικού λόγου για τη λήψη έκτακτων μέτρων, δεν ελέγχεται δικαστικά. Και αυτό γιατί η σχετική εκτίμηση θεωρείται ότι ανάγεται στη σφαίρα της πολιτικής ευθύνης των οργάνων που κατά το Σύνταγμα ασκούν την εκτελεστική και νομοθετική εξουσία, σύμφωνα με τη θεωρία του αποκαλούμενου «δικαίου της ανάγκης»Κατά συνέπεια, η γνωμάτευση θεωρεί ότι πρόκειται για «ένα κατεξοχήν πολιτικό ζήτημα» και συμπεραίνει ότι «αν ληφθεί υπόψη η πάγια νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων να μην ελέγχουν τη συνδρομή των λόγων της ανάγκης, τα ένδικα βοηθήματα που θα υποβληθούν είναι μάλλον απίθανο να γίνουν δεκτά από το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Για τις τέσσερις άδειες
Ως προς τον περιορισμό των αδειών σε τέσσερις, η ίδια γνωμάτευση θεωρεί ότι «αυτός ο λόγος ακυρώσεως θα είχε πιθανότητες να ευδοκιμήσει μόνο κατά το διαγωνισμό για την τέταρτη άδεια».
[ΤΙ ΛΕΕΙ Ο ΑΝΕΡΥΘΡΙΑΣΤΟΣ ΤΩΡΑ]
Σήμερα όμως ο Νίκος Αλιβιζάτος υποστηρίζει ότι στην απόφαση που θα ληφθεί από το ΣτΕ κατά την εξέταση της ουσίας της συνταγματικότητας ή μη του νόμου, η πλειοψηφία θα είναι πολύ μεγαλύτερη γιατί οι παραβιάσεις του Συντάγματος είναι κραυγαλέες. Συμπλήρωσε δε ότι αν βγει αντισυνταγματικός ο Νόμος Παππά, θα πρέπει να συγκροτηθεί το ΕΣΡ για να ρυθμίσει το καθεστώς στα κανάλια, συμπεριλαμβανομένου και του αριθμού τους.
***************************************
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
Δύο διασκέψεις την άλλη βδομάδα
Δύο νέες διασκέψεις μέσα στην επόμενη εβδομάδα όρισε ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας για την υπόθεση των τηλεοπτικών αδειών. Σύμφωνα με πληροφορίες, η μία θα διεξαχθεί το απόγευμα της Δευτέρας και η άλλη το απόγευμα της Τετάρτης, 24 και 26 Οκτωβρίου αντίστοιχα.Στην τέταρτη κατά σειρά διάσκεψη των ανώτατων δικαστών θα ολοκληρώσει την εισήγησή του ο σύμβουλος Επικρατείας Γεώργιος Παπαγεωργίου, ο οποίος -κατά τις ίδιες πληροφορίες- το βράδυ της Τρίτης τάχθηκε υπέρ της συνταγματικότητας του νόμου Παππά (4339/2015) για τη διαδικασία χορήγησης των τηλεοπτικών αδειών, αλλά και υπέρ της νομιμότητας των υπουργικών κ.λπ. αποφάσεων που εκδόθηκαν σε επιταγή του εν λόγω νόμου.
Οργανωμένη επίθεση κατά του υπουργού Δικαιοσύνης
Στον απόηχο της διαπόμπευσης του ανώτατου δικαστικού και των εύλογων σφοδρών αντιδράσεων των Δικαστικών Ενώσεων έγινε απολύτως ξεκάθαρη η προσπάθεια της αντιπολίτευσης και των ΜΜΕ να υποδείξουν ως ενόχους της μεθόδευσης αυτής το σύνολο της κυβέρνησης και ειδικά τον υπουργό Δικαιοσύνης.Ο ίδιος ο πρόεδρος της Ν.Δ. με ξαφνική ομιλία του στη Βουλή, στο όνομα της υπεράσπισης του κράτους δικαίου, αποσιώπησε την αναφορά της ανακοίνωσης των Δικαστικών Ενώσεων για τη σύμφωνη γνώμη τους στην ανάγκη ελέγχου προκειμένου να μην υπάρχει οποιαδήποτε σκιά:
Εν συνεχεία της χθεσινής παραγγελίας του Υπουργού Δικαιοσύνης, σχετικά με την έρευνα της υπόθεσης, που βεβαίως δεν άπτεται στην έτσι και αλλιώς συνταγματικά κατοχυρωμένη απαραβίαστη σφαίρα της ιδιωτικής ζωής, πιστεύουμε ότι με την πρέπουσα αμεροληψία, νηφαλιότητα και μυστικότητα, όπως άλλωστε αρμόζει και ο νόμος ορίζει, θα ενεργοποιηθούν τα αρμόδια όργανα της δικαιοσύνηςΕνώ λοιπόν, σύμφωνα και με τις χθεσινές πρωινές δηλώσεις σε ραδιοσταθμό της Eιρήνης Γιανναδάκη εκ μέρους της Ενωσης Διοικητικών Δικαστών και παρά την ισχυρή πίεση των δημοσιογράφων, η δικαστικός είπε ότι ο υπουργός όφειλε να προχωρήσει σε πειθαρχική έρευνα εφόσον το θέμα δημοσιοποιήθηκε και με αναφορά στη Βουλή, ο αρχηγός της Ν.Δ. και όλα τα στελέχη της έσπευσαν να επιτεθούν με βαρύτατους χαρακτηρισμούς στον υπουργό για τη διενέργεια ελέγχου.
Δεν δίστασαν δε να υπονοήσουν ότι ακόμα και η αθλιότητα σε βάρος του δικαστή ήταν προσχεδιασμένη με «διατεταγμένη υπηρεσία» του Ν. Νικολόπουλου.
«Η ενέργεια του Υπουργού να ζητήσει πειθαρχική έρευνα είναι δείγμα γραφής μιας εξουσίας χωρίς καμιά αναστολή. Εμείς θα προστατέψουμε το κύρος της δικαιοσύνης», δήλωσε ο Κυρ. Μητσοτάκης, ερμηνεύοντας ως σύμφωνη με την άποψη της Ν.Δ. την απόφαση του ΣτΕ να συζητήσει επί της ουσίας το θέμα της αντισυνταγματικότητας ως προάγγελο της απόφασης.
Μάλιστα ο Κ. Μητσοτάκης είπε συγκεκριμένα ότι «δεν μπορούν οι αποφάσεις της κυβέρνησης να προηγούνται των αποφάσεων της δικαιοσύνης» αναφερόμενος στον Νόμο Παππά και ξεχνώντας βέβαια την απόφαση Σαμαρά για το «μαύρο» στη δημόσια τηλεόραση που επιβλήθηκε σε μια νύχτα.
Το ξέχασαν αυτό και όλα τα στελέχη της αντιπολίτευσης που κατέκλυσαν με δηλώσεις τους τα ΜΜΕ, με αποκορύφωμα την αναφορά του Γ. Πρετεντέρη που έφτασε να συγκρίνει τον Αλέξη Τσίπρα με τον Χίτλερ, κάνοντας τη γάτα των Ιμαλαΐων να γουργουρίζει από ευτυχία και ξεχνώντας ο ίδιος ότι η βασική αρχή προπαγάνδας του Γκέμπελς ήταν να επαναλαμβάνεται μέσω των ελεγχόμενων ΜΜΕ διαρκώς ένα ψέμα έως ότου ο κόσμος το πιστέψει.
Πολύ προσεκτικοί στις δηλώσεις τους εμφανίστηκαν οι ίδιοι οι δικαστικοί παρά τη δικαιολογημένη οργή τους. Συνομιλήσαμε με τον επίτιμο αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Βασίλη Μαρκή και τον ρωτήσαμε αν θεωρεί ότι έπραξε σωστά ή λάθος ο Νίκος Παρασκευόπουλος ζητώντας πειθαρχική έρευνα.
Ο Β. Μαρκής απάντησε ότι ναι μεν είναι σωστή η παραγγελία αλλά ενδεχομένως ο χρόνος που έγινε, λίγο πριν από την προγραμματισμένη συνεδρίαση του ΣτΕ, αφήνει περιθώρια για διαφορετικές ερμηνείες. Τον ρωτήσαμε στη συνέχεια για τις αντιδράσεις που θα είχαν προκληθεί αν αυτή την παραγγελία ο υπουργός την έκανε μετά τη συνεδρίαση και κυρίως μετά τη χθεσινή απόφαση του ΣτΕ.
Προς τιμήν του ο κ. Μαρκής κατανόησε ότι ίσως στην περίπτωση αυτή όλοι θα μιλούσαν για εκδικητική πράξη. Ωστόσο ο ίδιος παρατήρησε ότι θα ήταν ορθότερο να είχε προβεί ταυτόχρονα ο υπουργός και στην πειθαρχική έρευνα και στη διαβίβαση στον Αρειο Πάγο των δημοσιευμάτων που έθιγαν τα προσωπικά δεδομένα του δικαστή για τη διερεύνηση ενδεχόμενων ποινικών εγκλημάτων.
Τέλος, απευθυνθήκαμε στον βασικό αποδέκτη τής άνευ προηγουμένου και ταυτόχρονα μιντιακής και πολιτικής επίθεσης υπουργό Νίκο Παρασκευόπουλο και του ζητήσαμε να εξηγήσει το πώς και το γιατί έφτασε στην απόφασή του. «Είναι αλήθεια ότι συγκεκριμένο κείμενο είχε τεθεί υπόψη μου από δικαστική αρχή τον Νοέμβριο του 2015 κι ενώ είχε ήδη γνωστοποιηθεί σε μεγάλο αριθμό δικαστών.
»Αμέσως απάντησα ενημερώνοντας τους προέδρους των δύο ανωτάτων δικαστηρίων ότι πρόκειται για ανώνυμες επιστολές με το περιεχόμενο που σήμερα έχει αποκαλυφθεί. Τους ενημέρωσα εγγράφως ότι τα συγκεκριμένα έγγραφα φέρονται να είναι παράνομα αποκτημένα και ότι αυτό δεν ενθαρρύνει πειθαρχική παρέμβαση του υπουργού.
»Σημείωνα δευτερευόντως ότι μια τέτοια παρέμβαση θα μπορούσε να πολλαπλασιάσει τους κινδύνους μιας αρνητικής δημοσιότητας και μιας προσβολής προσωπικών δεδομένων. Προσέθετα, τέλος, ότι θα παρακολουθώ διαρκώς την υπόθεση ώστε αν χρειαστεί να παρέμβω.
»Στην αρχή της εβδομάδας μου έγινε σαφές ότι τα περιστατικά που αναφέρονται στο υποκλαπέν κείμενο έχουν ήδη γίνει ευρύτερα γνωστά. Τότε για πρώτη φορά θεώρησα ότι η πειθαρχική διερεύνηση είναι οφειλόμενη αφού ήδη είχαν δημοσιοποιηθεί στο ευρύτερο κοινό τα σχετικά γεγονότα και μάλιστα από πολλές πηγές.
»Στη συνέχεια βέβαια, με την παρατήρηση του συνόλου των συμπεριφορών που σχετίζονται με το θέμα, μου έγινε σαφές ότι υπάρχουν ενδείξεις για τέλεση διαφόρων εγκλημάτων και για τον λόγο αυτό διαβίβασα τα σχετικά κείμενα στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου».
Τελικά χθες το απόγευμα, στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών διαβιβάστηκε από την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ξένη Δημητρίου η εντολή του υπουργού Δικαιοσύνης Νίκου Παρασκευόπουλου για τη διενέργεια έρευνας σχετικά με τη διαρροή προσωπικών δεδομένων δικαστή του Συμβουλίου της Επικρατείας.
ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΜΙΛΟΥΝ ΓΙΑ "ΑΠΕΙΛΗ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ" ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΙΔΙΟΙ ΠΟΥ ΤΗΝ ΕΓΡΑΨΑΝ ΣΤΑ ΠΑΛΑΙΑ ΤΩΝ ΥΠΟΔΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥΣ ΚΛΕΙΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΡΤ
Μαύρο και αποφάσεις ΣτΕ
Η Ν.Δ. "ξέχασε" την ΕΡΤ
Κυριάκος Μητσοτάκης: «Δεν έπρεπε, σε καμία περίπτωση, η κυβέρνηση να προχωρήσει στη διαδικασία αδειοδότησης των τηλεοπτικών σταθμών πριν το δικαστήριο κρίνει την ουσία του Νόμου Παππά. Οι αποφάσεις της κυβέρνησης σε καμία περίπτωση δεν μπορούν και δεν πρέπει να προκαταλαμβάνουν τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης».Εμείς απλά του θυμίζουμε ότι στις 11 Ιουνίου του 2013 έπεσε από την κυβέρνησή του το «μαύρο» στην ΕΡΤ χωρίς προαναγγελία, με 3.000 εργαζόμενους στον δρόμο, με τα ιδιωτικά κανάλια να πανηγυρίζουν στα «κρυφά» και με τη Δικαιοσύνη να αποφασίζει έναν ολόκληρο χρόνο μετά ότι ο νόμος είναι συνταγματικός.
Συγκεκριμένα: Με πλειοψηφία 15 υπέρ και 10 κατά, η Ολομέλεια του ΣτΕ (Μάιος 2014) έκρινε συνταγματικό, νόμιμο και μη αντίθετο στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) το «μαύρο» στην ΕΡΤ, ενώ παράλληλα οι σύμβουλοι Επικρατείας αποφάνθηκαν ότι οι απολύσεις των 2.915 εργαζομένων δεν υπάγονται στον νόμο για τις ομαδικές απολύσεις. Η Ολομέλεια του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου δύο ημέρες πριν από τις ευρωεκλογές δημοσίευσε την απόφασή της με την οποία απέρριπτε την αίτηση της ΠΟΣΠΕΡΤ και του πρόεδρου της.
Από τους δικαστές απορρίφθηκαν όλοι οι ισχυρισμοί ως αβάσιμοι. Οι σύμβουλοι Επικρατείας αποφάνθηκαν ότι από τις συνταγματικές επιταγές (άρθρο 15) «δεν προκύπτει ότι επιβάλλεται η λειτουργία δημόσιου φορέα ραδιοτηλεόρασης». Ο νομοθέτης, σημειώνεται στη δικαστική απόφαση, «έχει την ευχέρεια, συνεκτιμώντας την οικονομική δυνατότητα του κράτους σε κάθε συγκεκριμένη χρονική περίοδο, να επιλέξει αν, με κριτήριο την αποτελεσματική εφαρμογή των συνταγματικών επιταγών για τη ραδιοτηλεόραση, είναι αναγκαίο και δυνατό να ιδρυθεί δημόσιος φορέας ραδιοτηλεόρασης».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου