Ρόμπερτ ντε Νίρο προς μεγιστάνες του πλούτου: «Αν μπορείτε να ξοδέψετε δισεκατομμύρια για να φτιάξετε πυραύλους, εφαρμογές και εικονικούς κόσμους,
μπορείτε να ξοδέψετε ένα κλάσμα από αυτό για να ταΐσετε παιδιά και να ανοικοδομήσετε κοινότητες.
Θέλετε να αυτοαποκαλείστε οραματιστές;
Τότε αποδείξτε το με συμπόνια, όχι με δελτία τύπου»
Όταν γίνεται λόγος για «σωτηρία», «υπεύθυνη διακυβέρνηση» και «έξοδο
που χάθηκε», είναι αναπόφευκτο να θυμηθούμε τα συγκεκριμένα γεγονότα
Είναι
τουλάχιστον παράδοξο να εμφανίζεται ο Ευάγγελος Βενιζέλος ως σύμβολο
«σωτηρίας» της χώρας, όταν υπήρξε κεντρικός παράγοντας κυβερνήσεων που
οδήγησαν την Ελλάδα στη βαθύτερη οικονομική κρίση της μεταπολίτευσης.
Και επειδή η μνήμη συχνά «θολώνει», ας θυμηθούμε μερικά κομβικά
γεγονότα.
Πρώτα απ’ όλα, το PSI του 2012 (υπ. οικονομικών
Ευάγγελος Βενιζέλος), το οποίο παρουσιάστηκε ως εθνικός θρίαμβος.
Στην
πράξη: τα ασφαλιστικά ταμεία έχασαν πάνω από 12 δισ. € (με βάση την
τρέχουσα αξία των ομολόγων μετά το PSI) ** πανεπιστήμια, νοσοκομεία και
δημόσιοι φορείς είδαν τα αποθεματικά τους να εξαφανίζονται, ενώ χιλιάδες
μικροομολογιούχοι (περίπου 15.000), απλοί πολίτες βρέθηκαν ξαφνικά με
απολυμμένα ομόλογα χωρίς ουσιαστική αποζημίωση.
Παρά το «κούρεμα», το
δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ συνέχισε να ανεβαίνει, επειδή η
οικονομία βυθιζόταν.
Τι παρέλαβε η Ελλάδα το 2015
1. ΑΕΠ μειωμένο κατά 26% του της κατά την περίοδο 2010–2015 ( Τράπεζα της Ελλάδος)
2.Το
ποσοστό ανεργίας εκτοξεύθηκε από 10% το 2009 έφτασε στο 27,5% στο
αποκορύφωμα (2013),και παραμένει πολύ υψηλό στα μέσα του 2015
(25%).(ΤτΕ)
3.Χρέος από 127% του ΑΕΠ το 2009 σε 181% του ΑΕΠ το 2014.(ΤτΕ)
4. 2 στα 5 νοικοκυριά κάτω από το όριο της φτώχειας ή στο όριο αποστέρησης (ΚΕΠΕ)
5. Ασφαλιστικά ταμεία αποδεκατισμένα από το PSI.Ανοιχτή αξιολόγηση που έπρεπε να κλείσει με νέα μέτρα.
Τι σήμαινε αυτό
-
η μείωση σχεδόν 26% του ΑΕΠ σημαίνει ότι η παραγωγή, τα εισοδήματα, οι
αποταμιεύσεις, οι επενδύσεις, ό,τι στηρίζει μια οικονομία, βυθίστηκαν σε
βαθμό που μεταμόρφωσαν ραγδαία το επίπεδο ζωής.
- η ανεργία στο
27,28% σημαίνει μαζική αποσταθεροποίηση του εργατικού δυναμικού, αύξηση
ανασφάλειας, φτώχεια, μείωση κατανάλωσης, ένας φαύλος κύκλος που
“τραυμάτισε” κοινωνικά τη χώρα.
- το χρέος στο 180% του ΑΕΠ κάνει
εμφανές ότι το «κούρεμα» (PSI) + νέα δάνεια, αναχρηματοδότηση δεν
οδήγησαν σε βιώσιμη δημοσιονομική λύση αντιθέτως, όξυναν τη
μακροπρόθεσμη εξάρτηση και πίεση.
- η μείωση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ
και τα κοινωνικά αποτελέσματα(φτώχεια, ανισότητες) δείχνουν πως μεγάλο
μέρος των πολιτών όχι απλώς «έφαγε» την κρίση, αλλά υπέστη σοβαρό πλήγμα
στο βιοτικό επίπεδο και στην προοπτική για σταθερό εισόδημα.
Στη
συνέχεια, οι καταργήσεις του 13ου και 14ου μισθού στον ιδιωτικό τομέα το
2012, που μείωσαν δραστικά το εισόδημα εκατομμυρίων εργαζομένων. Ήταν
μέτρα σκληρά και άμεσα, με την υπογραφή της τότε πολιτικής ηγεσίας.
Η
πραγματικότητα είναι ότι δεν υπήρχε "success story" το 2014, αλλά μια
προσπάθεια παρουσίασης μιας μη ολοκληρωμένης διαπραγμάτευσης ως
«επιστροφή στην κανονικότητα».
Παρουσιάστηκε ως δήθεν
προδιαγεγραμμένη έξοδος από τα μνημόνια, ενώ στην πραγματικότητα η
τρόικα δεν είχε κλείσει την αξιολόγηση, το δημοσιονομικό κενό ήταν
υπαρκτό και σημαντικό, και οι εταίροι ζητούσαν νέα μέτρα. Όλα αυτά
αποτυπώνονταν καθαρά στο mail Χαρδούβελη το οποίο περιείχε αλλαγές στο
ασφαλιστικό, αυξήσεις φόρων, παρεμβάσεις στις συντάξεις και στα
δημοσιονομικά. Δηλαδή όχι έξοδος, αλλά νέες δεσμεύσεις.
Επομένως,
όταν γίνεται λόγος για «σωτηρία», «υπεύθυνη διακυβέρνηση» και «έξοδο που
χάθηκε», είναι αναπόφευκτο να θυμηθούμε τα συγκεκριμένα γεγονότα. Τις
απώλειες του PSI, τις μεγάλες περικοπές μισθών, τα μη ολοκληρωμένα
προγράμματα και τις εκκρεμείς αξιολογήσεις. Η πραγματικότητα
καταγράφεται στα στοιχεία, όχι στις αφηγήσεις.
**Σε τιμές
αγοράς (όχι διακανονισμένες υποχρεώσεις για μελλοντικές λήξεις), πολλοί
από αυτούς τους τίτλους είχαν αξία μόλις 4,7 δισ. € μετά το PSI,σημαία
πολύ βαθιάς απομείωσης.
Το αποτέλεσμα είναι ότι τα
ασφαλιστικά ταμεία έχασαν μεγάλο μέρος των αποθεματικών τους και η
βιωσιμότητά τους «χτυπήθηκε» σοβαρά.
*Η Ιωάννα Λιούτα είναι Πολιτική και Οικονομική Αναλύτρια
Εταιρεία. Co: Paramount Pictures Παραγωγός: Ernst Lubitsch Σκηνοθεσία: Ernst Lubitsch Scr: Samson Raphaelson Φωτογραφία: Charles Lang Mus: Friedrich Hollaender Επιμέλεια: William Shea Σκηνοθεσία: Hans Dreier, Robert Usher
Η Μαρία Μπάρκερ (Μαρλέν Ντίτριχ), σύζυγος του Βρετανού διπλωμάτη Φρέντερικ (Χέρμπερτ Μάρσαλ), αισθάνεται παραμελημένη. Ταξιδεύει κρυφά στο Παρίσι, όπου επισκέπτεται έναν κομψό χώρο διασκέδασης μιας παλιάς φίλης της. Εκεί συναντά τον Αμερικανό Άντονι Χάλτον (Μέλβιν Ντάγκλας). Περνώντας μια μαγική βραδιά μαζί, συμφωνούν να μην αποκαλύψουν τα ονόματά τους, και εκείνος την αποκαλεί «Άγγελο».
Η Μαρία επιστρέφει στο σπίτι, αποφασισμένη να ξεχάσει την περιπέτειά της. Ωστόσο, η μοίρα παρεμβαίνει: ο Φρέντερικ και ο Άντονι ανακαλύπτουν ότι ήταν συμπολεμιστές κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και γίνονται φίλοι.Η επόμενη συνάντηση μεταξύ του Άντονι και της Μαρίας στο σπίτι των Μπάρκερ είναι έντονη και γεμάτη υπονοούμενα, απειλώντας να αποκαλύψει το μυστικό τους...
Παρά τα φαινόμενα , η ταινία «Άγγελος» δεν είναι μια τυπική, ελαφριά κομεντί του Λούμπιτς. Είναι μια μελαγχολική και ψυχολογική εξερεύνηση του προσωπικού κόσμου, του παρελθόντος και των επιθυμιών μιας γυναίκας σ΄ένα κόσμο ανδροκρατούμενο, όπου είναι υποχρεωμένη να υποκρίνεται. Ο Λούμπιτς σκηνοθετεί με τέτοιο τρόπο την ταινία , ώστε ο θεατής να καταλαβαίνει πράγματα που δεν λέγονται ποτέ, ιδίως σχετικά με το παρελθόν και τις βαθύτερες επιθυμίες της Μαρίας.
Η ταινία είναι μια γιορτή της Art Deco αισθητικής. Ο σκηνοθέτης φωτογραφίας Τσαρλς Λανγκ χρησιμοποιεί απαλό φωτισμό και με προσεχτικές κινήσεις της κάμερας τονίζει τη γοητεία της Ντίτριχ μέσα σε ένα περιβάλλον εκπληκτικής πολυτέλειας. Πρόκειται επίσης για μια αξιοσημείωτη απόπειρα του Λούμπιτς να αμφισβητήσει με διακριτικό τρόπο τους αυστηρούς περιορισμούς του πουριτανικού
Τα 100 καλύτερα λογοτεχνικά βιβλία του 2025 – Mυθιστορήματα, νουβέλες, διηγήματα
Mυθιστορήματα,
νουβέλες, διηγήματα, ελληνικά και μεταφρασμένα. Σύγχρονη και κλασική
πεζογραφία. Αλλά και επιλογές από θεατρικά και συγκεντρωτικές εκδόσεις
ποίησης. Εκατό καλά λογοτεχνικά βιβλία που κυκλοφόρησαν το 2025 και
ξεχωρίσαμε οι συντάκτες της Book Press, από τα πολλά περισσότερα καλά
βιβλία που έπεσαν στα χέρια μας.
Γράφουν οι Κώστας Αγοραστός, Διονύσης Μαρίνος*
Mε τη μεταφρασμένη πεζογραφία να κατέχει
όπως κάθε χρόνο τη μερίδα του λέοντος, παρουσιάζουμε και φέτος εκατό
επιλογές από τα εκατοντάδες λογοτεχνικά έργα που έφτασαν στο γραφείο μας
ή στα χέρια των συνεργατών μας – ορισμένα από τα οποία είναι βιβλία
πρωτοεμφανιζόμενων συγγραφέων. Από το θέατρο και την ποίηση έχουν γίνει
μερικές ενδεικτικές επιλογές πολύ σημαντικών έργων (είναι από μόνα τους
τεράστια εκδοτικά πεδία), ενώ για τα αστυνομικά επιφυλάσσουμε ξεχωριστή μεταχείριση με τη φροντίδα της Χίλντας Παπαδημητρίου. Θα ακολουθήσουν επίσης ξεχωριστές προτάσεις με Βιβλία για Παιδιά από την Ελένη Κορόβηλα,
καθώς και άλλες λίστες με ιδιαίτερες κατηγορίες μεταφρασμένης, κυρίως,
πεζογραφίας με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά (θρίλερ, ποιοτικά ποπ
αναγνώσματα, rom-com κ.ά.), καθώς και Graphic Novels.
Το μυθιστόρημα του Κωνσταντίνου Τζαμιώτη Θα πέσει η νύχτα είναι
το μεγαλύτερο σε έκταση βιβλίο του συγγραφέα και πιθανώς το μεγαλύτερο
βιβλίο ελληνικής πεζογραφίας της φετινής μας λίστας. Όμως δεν είναι
αυτός ο λόγος που το ξεχωρίσαμε στα καλύτερα της χρονιάς. Ο Τζαμιώτης
φιλοτέχνησε μια τοιχογραφία προσώπων και αρχετυπικών χαρακτήρων, μέσα
από τους οποίους διαμορφώνεται (και ταυτόχρονα τους διαμορφώνει) η
ιστορία των μεταπολιτευτικών χρόνων. Ο Διονύσης Μαρίνος έγραψε:
«Ο πλούτος που δεν ορρωδεί προ ουδενός, οι σκαιές συμμαχίες του με τους
πολιτικούς ταγούς, η οικολογική καταστροφή, η αδιαφορία του σημερινού
κράτους να σκεφτεί με όρους παρελθόντος και μέλλοντος, η βία που
εκκολάπτεται για να καλύψει προσωπικά κενά, οι άμετρες φιλοδοξίες ενίων
που δεν διστάζουν να κάνουν ακραίες πράξεις για να πετύχουν τον σκοπό
τους. Όλοι οι ήρωες δεν καταφέρνουν, τελικά, να αρθούν πάνω από το
περιοριστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο ζουν. Δεν μπορούν να κάνουν το άλμα
προς τα μπρος, έτσι ώστε να αλλάξουν τη μοίρα τους. Κι όταν αυτό
συμβαίνει, τότε ένας εξωτερικός παράγοντας έρχεται να αλλάξει τις
συνθήκες με δραματικό τρόπο».
Ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της
γραφής της Σώτης Τριανταφύλλου είναι η πιστότητα με την οποία
ανασυνθέτει τους τόπους και τους χρόνους, μέσα στους οποίους τοποθετεί
τους ήρωες και την ιστορία τους. Στο τελευταίο της μυθιστόρημα
«επιστρέφει» στις Ηνωμένες Πολιτείες και συγκεκριμένα στο Μέμφις του
Τεννεσσί, στα χρόνια της ποτοαπαγόρευσης αλλά και μετά, μέχρι το τέλος
της δεκαετίας του '60. Έλληνες μετανάστες, μετακινήσεις από Πολιτεία σε
Πολιτεία διασχίζοντας την αμερικανική επαρχία, μουσική, ιστορία, Ελλάδα
και Ηνωμένες Πολιτείες είναι ορισμένα από τα συστατικά ενός ακόμη
απολαυστικού μυθιστορήματος της Σώτης Τριανταφύλλου. Ο Διονύσης Μαρίνος έγραψε:
«Η δράση κινείται μεταξύ αφηγηματικού παρόντος και παρελθόντος και
ανάμεσα σε Αθήνα και Μέμφις. Παρακινημένα από τον πατέρα τους, τα δίδυμα
αδέλφια, Ηλίας και Γιάννης, ταξίδευσαν το 1918 από τον Πειραιά με
προορισμό τη Νέα Υόρκη για να εργαστούν σε έναν γνωστό τους που διέπρεπε
στο Μεγάλο Μήλο. Μια απεργία, όμως, των τρένων στις ΗΠΑ θα τους
οδηγήσει στο Μέμφις, μέρος που θα ορίσει αξεδιάλυτα τη μοίρα τους. Αν
περιμένετε νεορεαλιστικές σκηνές μεταναστευτικού αγώνα τότε θα χρειαστεί
να διαβάσετε άλλο βιβλίο. Η αφήγηση της Τριανταφύλλου είναι γάργαρη,
ορισμένες φορές λαμπρά χιουμοριστική, αλλά και εντελώς ζωντανή». [..............................................................]
Στις αρχές του 20ού αιώνα, δύο σημαντικά καλλιτεχνικά κινήματα
ήρθαν στο προσκήνιο: η Art Deco και η Art Nouveau άφησαν το στίγμα τους
στον κόσμο της τέχνης και της αρχιτεκτονικής, ιδίως στο Παρίσι. Δείτε
πώς να αναγνωρίσετε και να διακρίνετε αυτά τα δύο κινήματα.
Η πισίνα Molitor, το ξενοδοχείο Lutetia, το Samaritaine, το θέατρο Champs-Elysées, ο θόλος των Galeries Lafayette Haussmann, το Grand Rex, το Palais de la Porte Dorée, το εστιατόριο Maxim's... Όλα αυτά τα κτίρια της πρωτεύουσας, και πολλά άλλα, είναι δημιουργήματα Art Deco ή Art Nouveau. Δύο καλλιτεχνικά κινήματα που συνέβαλαν στον εξωραϊσμό και την αλλαγή του προσώπου του Παρισιού στις αρχές του 20ού αιώνα.[.........................]ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ
Ο δημοφιλέστατος συγγραφέας αφηγείται τη συναρπαστική του ζωή με το μοναδικό του τρόπο στον Άρη Δημοκίδη.
Ο συγγραφέας Γιάννης Ξανθούλης ήρθε στο στούντιο της LiFO για μια «συνάντηση κορυφής», όπως λέει χιουμοριστικά, με τον δημοσιογράφο Άρη Δημοκίδη.
Μίλησε για τα πάντα: για τη ζωή του, για τους σπουδαίους (και λιγότερο) σπουδαίους ανθρώπους και καλλιτέχνες που γνώρισε, για τα βιβλία του, για την Ελλάδα των τελευταίων 70 ετών.
Μικρά αποσπάσματα όσων είπε είχαν αξιοποιηθεί στο podcast «Η σκληρή αλήθεια για τον Γιάννη Ξανθούλη», τώρα όμως ήρθε η ώρα για ολόκληρο το one-man show του, και μάλιστα με εικόνα.
«2.000 Μέτρα ως την Αντρίιφκα»: O Θεός του πολέμου και του χρήματος. Nτοκιμαντέρ που ακολουθεί μια διμοιρία της 3ης επίλεκτης
ταξιαρχίας της Ουκρανίας, της ταξιαρχίας στην οποία μετεξελίχθηκε το
τάγμα Αζόφ όταν «διαλύθηκε».
Όταν κανείς έρχεται σε επαφή με τις λεπτομέρειες της παραγωγής του
ντοκιμαντέρ «2.000 μέτρα ως την Αντρίιφκα», αποκομίζει την εντύπωση ότι
θα είναι ένα κομμάτι αμερικάνικης προπαγάνδας που στηρίζει το αφήγημα
της Ουκρανίας, μια εντύπωση δικαιολογημένη και εν μέρει αληθή. Στο κάτω
κάτω, το φιλμ το γύρισε ο (ταλαντούχος) πολεμικός ανταποκριτής του
Associated Press, ο Ουκρανός Mstyslav Chernov, που έχει πάρει και Όσκαρ
για την προηγούμενη ταινία του «20 μέρες στη Μαριούπολη», ενώ πρόκειται
για παραγωγή του PBS, του κρατικού αμερικάνικου καναλιού. Επιπλέον
καταγράφει γεγονότα όπως τα έζησε μια διμοιρία της 3ης επίλεκτης
ταξιαρχίας του Ουκρανικού στρατού, της ταξιαρχίας δηλαδή στην οποία
μετεξελίχθηκε το τάγμα Αζόφ όταν «διαλύθηκε» προκειμένου να
καθησυχαστούν όσοι είχαν κάπως ταραχτεί από την ναζιστική πολιτική του
τάγματος.
Παρενθετικά, το γεγονός ότι το τάγμα διαλύθηκε (όπου «διάλυση»
σημαίνει «μετονομασία και μετατροπή σε ταξιαρχία»), θα έπρεπε να εγείρει
κάποιες υποψίες. Ή και κάτι παραπάνω από υποψίες, αν λογαριάσουμε το
σκάνδαλο που ξέσπασε στην Γαλλία πέρσι. Οι στρατιώτες της ταξιαρχίας που
πήγαν για εκπαίδευση στη χώρα ήταν ναζίδια και δεν το έκρυβαν.
Υπάρχουν επομένως ως προς την ταινία αρκετοί λόγοι για καχυποψία -αλλά
αν και δικαιολογημένοι, αποδεικνύεται ότι η ταινία δεν παρουσιάζει
επαινετικά κανένα τεκμήριο του ναζιστικού παρελθόντος της ταξιαρχίας,
ενώ, ηθελημένα ή αθέλητα, μόνο προπαγάνδα για τους Αζόφ δεν κάνει.
Τα πρώτα λίγα λεπτά: Μια ομάδα εννέα στρατιωτών, με κάμερες go-pro
δεμένες στα κράνη, ξεκουράζονται κάπου στην κόλαση, μέσα σε χαρακώματα ή
σε κρατήρες σκαμμένους από βολές πυροβολικού· ξεριζωμένα δέντρα, κάτι
γυμνά κλαριά που ξεφυτρώνουν αδέξια από το γκρίζο έδαφος, οβίδες που
πέφτουν λίγο πιο κει, κανένα ίχνος ζωντανής βλάστησης. Αστειεύονται,
πειράζουν ο ένας τον άλλον. Φτάνει το APC (Τεθωρακισμένο όχημα μεταφοράς
προσωπικού, το κύριο μέσο διεξαγωγής του σύγχρονου πολέμου στην ξηρά)
το οποίο θα τους μεταφέρει στο σημείο από όπου θα ξεκινήσουν την πορεία
τους προς την Αντρίιφκα του τίτλου. Μπαίνουν μέσα κάτω από τις αγχωμένες
φωνές του οδηγού: κάθε δευτερόλεπτο που το όχημα είναι σταματημένο
γίνεται στόχος. Όταν όλη η ομάδα είναι μέσα, ο οδηγός διαπιστώνει ότι
το όχημα έχει κολλήσει. Οι φαντάροι πρέπει να βγουν έξω μέχρι να έρθει
άλλο όχημα να τους μαζέψει. Η ταινία κόβει εδώ απότομα και πηγαίνει στο
τακτικό Κέντρο Επιχειρήσεων (το αρχηγείο ας πούμε). Όταν ξαναγυρίσουμε
στο κολλημένο όχημα, βλέπουμε τους φαντάρους να πηδάνε έξω. Δεν ακούμε
πυροβολισμούς. Οι μόνοι ήχοι που ακούγονται είναι ο ανατριχιαστικός
ρουφηχτός ήχος που κάνουν οι σφαίρες σπάζοντας το φράγμα του ήχου (οι
σφαίρες στην πραγματικότητα δεν «σφυρίζουν»), μαζί με τις κραυγές των
τραυματιών και τον ξερό κρότο των βλημάτων πάνω στη θωράκιση. Βλέπουμε
ένα δεύτερο τεθωρακισμένο όχημα να πλησιάζει. Δεν έχει αρκετό χώρο.
Φεύγει. Οι στρατιώτες ψάχνουν κάλυψη δυο και τρεις μαζί σε ρηχούς
λάκκους στο χώμα (το οποίο είναι τακτικό λάθος: δεν πρέπει να μαζεύονται
πολλοί μαζί, αλλά αυτό το λάθος δείχνει το άγχος τους). Εκεί
προσπαθούν να δώσουν τις πρώτες βοήθειες ο ένας στον άλλον. Έχουν ήδη
εξουδετερωθεί (είτε σκοτωθεί ή τραυματιστεί σοβαρά) έξι από τους εννιά
άντρες της ομάδας, μιας ομάδας που ανήκει στον 2ο λόχο της πιο επίλεκτης
αυτοκινούμενης ταξιαρχίας του Ουκρανικού στρατού. Και όλα αυτά πριν
περάσουν τρία ή τέσσερα λεπτά από την ώρα που μπήκαν στο πρώτο APC, αυτό
που κόλλησε. Ο θεός του πολέμου είναι πολύ χαρούμενος.
Να σημειώσουμε ότι τον Σεπτέμβρη του 23, υπήρχαν μεν drones (βλέπουμε
μάλιστα τη δράση μερικών από αυτά), αλλά δεν ήταν ακόμα τόσο
διαδεδομένα όσο σήμερα. Τα drones έχουν πλέον αλλάξει τη μορφή του
πολέμου: Είναι βέβαιο ότι αν η ίδια επιχείρηση γινόταν σήμερα, θα είχαν
εξουδετερωθεί και οι εννέα μέσα σε δευτερόλεπτα και χωρίς να προλάβουν
να εγκαταλείψουν το APC. Οι επιχειρήσεις αυτές γίνονται πλέον πολύ
διαφορετικά. Το ντοκιμαντέρ δηλαδή είναι κιόλας ιστορικής αξίας,
περιγράφει ένα είδος πολέμου που ανήκει στο μακρινό παρελθόν.
Η υπόλοιπη ταινία περιγράφει την πορεία στρατιωτών αυτής και μια
ακόμα ομάδας, που τους συνοδεύουν ο σκηνοθέτης κι ένας ακόμα
ανταποκριτής, μέσα σε μια στενή λωρίδα βομβαρδισμένου δάσους, ένα είδος
κατάβασης στην κόλαση, κάτι σαν το «Αποκάλυψη τώρα» (την «Καρδιά του
κτήνους» δηλαδή), ή ίσως, ακόμα καλύτερα, το «Ταξίδι στην άκρη της
νύχτας» του Σελίν, μόνο που δεν είναι μυθοπλασία. Αυτή η λωρίδα
ξεριζωμένου δάσους είναι ο μόνος διαθέσιμος διάδρομος προς το χωριό: τα
πατατοχώραφα αριστερά και δεξιά είναι ναρκοπέδια. Είναι μια πορεία που
θα χρειαστεί τρεις μέρες, συμπυκνωμένες στις σκάρτες δύο ώρες της
ταινίας.
Υπάρχουν σαφώς κάποια σημεία προπαγάνδας, αλλά περιέργως εντάσσονται
οργανικά στο σύνολο. Λειτουργούν περισσότερο ως συμφραζόμενα που μας
βοηθούν να κατανοήσουμε την κατάσταση, παρά ως κουραστική προπαγάνδα.
Για παράδειγμα η Αντρίιφκα, ένα χωριουδάκι 10 χλμ νότια από το Μπαχμούτ,
αναγορεύεται σε «στρατηγικό κόμβο», πράγμα που δεν ήταν -το γεγονός ότι
ελάχιστους Ρώσους στρατιώτες βλέπουμε να υπερασπίζονται τη θέση και όχι
τις μεγάλες και επίλεκτες δυνάμεις που θα έπρεπε να έχουν διατεθεί για
έναν στρατηγικό κόμβο, δείχνει ότι κάτι δεν πάει καλά με το αφήγημα.
(Εδώ γεννιέται το ερώτημα γιατί αντίθετα οι Ουκρανοί είχαν τάξει για την
κατάληψή του την ελίτ τους). Η υποτιθέμενη στρατηγική σημασία του
χωριού θα καταρρεύσει ολικά αργότερα, όταν φτάσουμε σε αυτό.
Στις λίγες στιγμές ανάπαυλας, έχουμε προσωπικές εξομολογήσεις των
τριών κύριων προσώπων της ταινίας, για τα τσιγάρα που καπνίζουν
(Κοινωνική προσφορά του «Κ»: μην καπνίζετε αν είστε στο μέτωπο, το
κάπνισμα μπορεί να σας σκοτώσει), για το τι θα ήθελαν να κάνουν όταν
τελειώσει ο πόλεμος, συζητήσεις που μπερδεύονται με εντελώς «αυθόρμητες»
(και προφανώς προσχεδιασμένες) δημηγορίες για τους λόγους που πήραν τα
όπλα, την υπεράσπιση της πατρίδας, την απώθηση του εχθρού από τα χώματά
τους κλπ: ακόμα κι αν ο σκηνοθέτης δεν είχε γράψει το σενάριο εδώ, τα
μεγάλα λόγια στο στόμα των φαντάρων που ξέρουν ότι πάνε να πεθάνουν
είναι πάντα προσχεδιασμένα από τον ίδιο το στρατό και την ιδεολογία που
παράγει. Σε πολέμους σαν αυτόν εδώ, τα ίδια, με μικροπαραλλαγές, θα
ακούγαμε και από τους φαντάρους της άλλης πλευράς.
Η πορεία μέσα από τη λωρίδα του δάσους δίνεται με ένα πυκνό μοντάζ
που δεν παραλείπει να δείξει τους λίγους Ρώσους που έχουν ταμπουρωθεί
στη διαδρομή και οι οποίοι εξουδετερώνονται είτε βίαια, είτε ύστερα από
διαπραγματεύσεις. Οι διαπραγματεύσεις είναι εύκολες, αφού και οι δύο
πλευρές μιλάνε την ίδια γλώσσα: όπως μαθαίνουμε σε μια από τις
ανάπαυλες, οι Ουκρανοί ήρωές μας πρόσφατα έκαναν την «μετάβαση» στα
Ουκρανικά (αν και διατηρώντας την ρωσική προφορά), άρα καθόλου δύσκολο
δεν τους είναι να μιλήσουν με τους απέναντι.
Η ταινία μεταφέρει τον πόλεμο στις οθόνες σχεδόν μέσα από τα μάτια
των φαντάρων (η απόσταση των καμερών από τα μάτια είναι πολύ μικρή
εξάλλου). Μερικοί από αυτούς τραυματίζονται ή σκοτώνονται ενώ η κάμερά
τους συνεχίζει να καταγράφει. Αρχικά θα έλεγε κανείς ότι δεν μπορεί να
υπάρξει μεγαλύτερος ρεαλισμός, αλλά τελικά το αποτέλεσμα είναι εντελώς
αποσυνδεδεμένο από την πραγματικότητα. Με τη βοήθεια και του πυκνού και
επιδέξιου μοντάζ (που πηδάει όταν πρέπει από τον έναν στρατιώτη στον
άλλον με πολύ ομαλό τρόπο) οι σκηνές αυτές είναι σαν βιντεοπαιχνίδι, σαν
‘first person shooter’ όπως λέγονται τα βιντεοπαιχνίδια αυτά. Οι οθόνες
μας είναι ένα είδος βιντεοπαιχνιδιού όπου ακούμε τις διαρκείς
επικοινωνίες με το Κέντρο, που έχει σε πραγματικό χρόνο εικόνα του
πεδίου (από τα drones), δίνοντας ακριβείς οδηγίες: εχθρός στα πενήντα
μέτρα, εισερχόμενο ελικόπτερο κλπ. Αναρωτιέται κανείς σε τι χρειάζεται
πλέον η ιεραρχία στον πόλεμο, γιατί να υπάρχει ένας λοχίας που να δίνει
διαταγές στην ομάδα, αφού όλες οι εντολές έρχονται από τα ακουστικά.
Η αίσθηση αυτή της πλασματικής πραγματικότητας οξύνεται από τις
συμπεριφορές (παραλίγο να γράψω «ερμηνείες») των στρατιωτών που είναι
συμβατές με παιχνίδι, σχεδόν, αλλά όχι ακριβώς, αποστασιοποιημένες, σε
μερικά σημεία είναι όντως σαν να παίζουν ρόλο. βλέπουμε να αντιδρούν οι
αξιωματικοί στο αρχηγείο όταν ένα drone πετυχαίνει τον στόχο του
πανηγυρίζοντας σαν να παρακολουθούν την ομάδα τους να βάζει γκολ.
Υπάρχει η διαρκής αίσθηση ότι οι φαντάροι οι ίδιοι είναι αποσυνδεμένοι
από την πραγματικότητα, έχουν κλείσει τους διακόπτες, αισθάνονται και οι
ίδιοι σαν ηθοποιοί σε ταινία. Σε μερικά σημεία σκηνοθετούν τους εαυτούς
τους, παίρνουν ριψοκίνδυνες αποφάσεις ανάλογα με το πώς θα τους
καταγράψει η κάμερα. Και όχι μόνο αποφάσεις ως προς την καθαυτό δράση:
«Πάρε με από εδώ να είμαι όμορφος» λέει μισοαστεία μισοσοβαρά ένας
φαντάρος σε έναν άλλον που φοράει την κάμερα – δύο ή τρία δευτερόλεπτα
πριν πέσει οβίδα λίγα μέτρα πιο κει.
Αυτό όμως που κάνει την ταινία σημαντική, αυτό που εκ των υστέρων
δικαιώνει την αναγκαιότητα του ιδεολογικού λόγου, δεν είναι ο μοναδικός
(αντι)ρεαλισμός της περιγραφής του πολέμου από μέσα, αλλά το τέλος της
διαδρομής, η Αντρίιφκα. Ένας θλιβερός ερειπιώνας, χωρίς κατοίκους, με
ελάχιστους στρατιώτες να το υπερασπίζονται, χωρίς τίποτε άξιο λόγου να
το υπερασπιστεί κανείς. Κανένας ηρωισμός δεν συνδέεται με αυτήν. Ο
μοναδικός σκοπός όλης αυτής της πολυαίμακτης επιχείρησης ήταν να στηθεί
μια ουκρανική σημαία (και μάλιστα στήνεται ανάποδα, κάτι κάπως περίεργο
για ανθρώπους που αγαπούν τόσο πολύ την πατρίδα τους…) και ο λοχίας που
την έστησε να φωτογραφηθεί μαζί της, κρατώντας και το λάβαρο της
ταξιαρχίας του, φωνάζοντας «σλάβα νάτσιι», Δόξα στο έθνος. Βέβαια, στα
κάπως μεροληπτικά αυτιά μας μπορεί αυτό να ακουστεί και κάπως αλλιώς, αν
σκεφτούμε τις ναζιστικές τάσεις που λέγαμε πιο πριν, ή αν δούμε το
λάβαρο της 3ης ταξιαρχίας που είναι απλώς ένα στυλιζαρισμένο Wolfsangel
-ενώ και τα σύμβολα των υπομονάδων
της ταξιαρχίας βρίθουν ναζιστικών συμβόλων: από τον «Μαύρο ήλιο» και
διάφορες νεκροκεφαλές των SS, μέχρι το πολύ πιο αστείο σήμα του 2ου
Λόχου του 2ου τάγματος, ‘Hydra’, το χταπόδι: είναι το σήμα της σατανικής
οργάνωσης των SS την οποία αντιμάχεται ο Κάπτεν Αμέρικα στα κόμικς της
Marvel…
Αμέσως μετά από την τόσο αντιηρωική κατάληψή του, το στρατηγικό χωριό
εγκαταλείπεται βιαστικά. Όλη η επιχείρηση έγινε για να γίνει ένα ποστ
στο Telegram, να μπει στο βιβλίο των επιτυχιών της ουκρανικής
αντεπίθεσης, να πείσει τελικά τα δολάρια να συνεχίσουν να ρέουν. Επίσης
οι φαντάροι παίρνουν μαζί τους μια ύποπτα φιλική γάτα που βρίσκουν στα
επί καθημερινής βάσης βομβαρδισμένα ερείπια.
Η αντεπίθεση του καλοκαιριού του ’23 στο σύνολό της απέτυχε οικτρά.
Ήταν τόσο μεγάλες οι απώλειες και τόσο μικρά τα κέρδη επί του εδάφους
που τώρα πια ο ουκρανικός στρατός έχει σοβαρό πρόβλημα λειψανδρίας, Η
Αντρίιφκα έμεινε χωρίς να την διεκδικήσουν οι Ρώσοι για μήνες (τόσο
στρατηγική) και τελικά καταλήφθηκε ξανά από αυτούς γύρω στον ένα χρόνο
αργότερα· σήμερα είναι πάνω από 15 χλμ πίσω από την γραμμή πυρός.
Στο προσκλητήριο νεκρών της ταξιαρχίας στο τέλος της ταινίας μετράμε
είκοσι έναν νεκρούς, αλλά ανάμεσά τους δεν είναι οι τρεις κύριοι ήρωες.
Όπως έχουμε ήδη μάθει όταν τους γνωρίζαμε, αυτοί σκοτώθηκαν σε
επιχειρήσεις πέντε μήνες μετά τα γεγονότα της ταινίας. Δεν ξέρουμε πόσοι
είναι οι φαντάροι που έζησαν αλλά είναι πλέον ανάπηροι. Και δεν ξέρουμε
τις ρωσικές απώλειες, αλλά αν ισχύει ο κανόνας 1 αμυνόμενος για κάθε 3
επιτιθέμενους, τότε ήταν τουλάχιστον 7 νεκροί.
Η ταινία θέλει να μας δείξει την τραγωδία και την ψυχρή σκληρότητα
του πολέμου, προσπαθεί να μας δείξει τι ήταν αυτό που υπερασπίζονταν οι
στρατιώτες: άλλος πατρίδα, άλλος οικογένεια, άλλος το μέλλον,
ενδεχομένως, λέμε εμείς οι προκατειλημμένοι, κάποιοι λίγοι τα ναζιστικά
τους πιστεύω κλπ. Μέχρι το τέλος γίνεται επώδυνα φανερό ότι εδώ δεν
έχουμε μια τραγωδία, καθόλου, η βία αυτή δεν είναι τραγική, εδώ έχουμε
μια εξαχρειωμένη φάρσα, ένα αισχρό αστείο παιχνίδι με ανθρώπινες ζωές,
ένα παίγνιο που σχεδιάστηκε αλλού αλλά το έφεραν σε πέρας αληθινά
ανθρώπινα πιόνια, δίνοντας το αίμα τους εντελώς άσκοπα, στον βωμό μιας
μάταιης αλλά αδηφάγας απληστίας που δεν ήταν καν η δική τους.
Αξίζει 21 νεκρούς μια βόλτα δύο χιλιομέτρων σε ένα βομβαρδισμένο
δάσος με ξεριζωμένες βελανιδιές; Αξίζει 21 νεκρούς ένα ποστ με τη
φωτογραφία στο Telegram μιας σημαίας βαλμένης ανάποδα; Ο Θεός του
πολέμου και του χρήματος γελάει σαρδόνια: φυσικά και αξίζει. Μέχρι τον
τελευταίο.
[Η ταινία διατίθεται μεν δωρεάν από το PBS, αλλά με
γεωγραφικό προσδιορισμό, δηλαδή μπορείτε να την δείτε αν είστε στις ΗΠΑ ή
αν διαθέτετε VPN με αμερικάνικη IP. Ελεύθερα υπάρχει και στο youtube, με αγγλικούς υπότιτλους, αν και σε χαμηλότερη ανάλυση.]
2000 Meters to Andriivka full documentary FRONTLINE
Μια εκπληκτική απεικόνιση του πολέμου στα χαρακώματα από την βραβευμένη
με Όσκαρ ομάδα πίσω από την ταινία 20 Μέρες στη Μαριούπολη. Με το
Associated Press, πλάνα μάχης από κάμερες σώματος και δυνατές στιγμές
περισυλλογής, ακολουθώντας μια ουκρανική διμοιρία που προσπαθεί να
απελευθερώσει ένα χωριό...
Copyright Disclaimer Under Section 107 of the Copyright Act 1976, allowance is made for "fair use" for purposes such as criticism, comment, news reporting, teaching, scholarship, and research. Fair use is a use permitted by copyright statute that might otherwise be infringing. Non-profit, educational or personal use tips the balance in favor of fair use. No copyright infringement intended. ALL RIGHTS BELONG TO THEIR RESPECTIVE OWNERS