Καταγωγή του Λαούτου
Μουσικά Όργανα Φραγκιαδάκης
Το λαούτο είναι κατ’ εξοχήν όργανο συνοδείας και συγκαταλέγεται μεταξύ όλων των συνδυασμών των λαϊκών μουσικών συγκροτημάτων. Στην οικογένεια του λαούτου, σύμφωνα με την εθνομουσικολογία ανήκει κάθε χορδόφωνο που έχει ηχείο καπάκι και χορδές τεντωμένες παράλληλα προς το καπάκι του ηχείου και το χέρι και παίζονται με τα δάχτυλα ή με πένα. Χωρίζονται σε δυο κατηγορίες: στα μακριά λαούτα και στα κοντά λαούτα. Στα τέλη του 19ου αιώνα το λαούτο κατασκευαζόταν σε τρία μεγέθη. Σήμερα έχει επικρατήσει το μεσαίο μέγεθος. Και αυτό διαφέρει στις διαστάσεις του από κατασκευαστή σε κατασκευαστή, αν και οι διαφορές είναι μικρές και χωρίς σημασία για την όλη λειτουργία του οργάνου. Πρώτου μεγέθους λαγούτο, μεγαλύτερο στο μάκρος, το φάρδος και το πλάτος σε σύγκριση με τα’ άλλα που παίζονται και κατασκευάζονται στην Ελλάδα είναι σήμερα το κρητικό λαούτο.
Αρχαιότητα
Μακριά λαούτα, με μικρό ηχείο και μακρύ χέρι, είναι τα αρχαιότερα της οικογένειας του λαούτου(3η χιλιετία π.Χ, Μεσοποταμία). Σ’ αυτή τον τύπο ανήκει και το αρχαιοελληνικό τρίχορδο ή πανδούρα. Κοντά λαούτα ανιχνεύονται ήδη από τον 8ο αιών. π.Χ στην ελαμιτική τέχνη. Όργανα παρόμοια με το λαούτο απαντώνται σε πολλές αρχαίες και σύγχρονες κοινωνίες. Το σημερινό ελληνικό λαούτο είναι μια σχετικά νεότερη παραλλαγή που διαμορφώνεται το 17ο αιών. πιθανό στο ελλαδικό χώρο και ουσιαστικά αποτελεί ένα είδος ταμπουρά, που είναι ίσως το κοντινότερο όργανο στην αρχαία ελληνική πανδούρα.
Στον ελλαδικό χώρο (4ος αι. π.Χ) το πρώτο όργανο αυτού του τύπου, είναι το αρχαιοελληνικό τρίχορδο, η πανδούρα όπως την έλεγαν. Από την πανδούρα προήλθε ο ταμπουράς και μια μεταγενέστερη παραλλαγή αυτού είναι το ελληνικό λαούτο. Την χαρακτήριζε ο μακρύς βραχίονας, το μικρό σώμα, τα τάστα και οι τρείς χορδές χωρίς κλειδιά.
Αναγέννηση
Το λαούτο της αναγέννησης έλκει την καταγωγή του από την Μέση Ανατολή και συγκεκριμένα από ένα αραβικό όργανο με το όνομα al ud (το ud, το ξύλο). Το όργανο αυτό είχε μεγάλο, καμπύλο αντηχείο, βραχύ λαιμό χωρίς τάστα, που κατέληγε σε με κεφαλή που έφερε κλειδιά, στα οποία δένονταν οι χορδές. Γενικά θεωρείται ότι το ευρωπαϊκό λαούτο δημιουργήθηκε στην Ιβηρική Χερσόνησο, από τους Άραβες που το έφεραν μαζί τους και κατοίκησαν επί μακρών την Ισπανία. Έτσι το λαούτο απέκτησε σιγά σιγά μετακινούμενα τάστα και πήρε την μορφή που περιγράφεται παραπάνω. Παράλληλες μορφές εξελίχθηκαν από το al – ud στις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου. Στη χώρα μας έχουμε τουλάχιστον δυο παραλλαγές, το κρητικό – νησιώτικο και το πολίτικο (λάφτα).
Στο αναγεννησιακό λαούτο το μπροστινό μέρος του ηχείου ήταν επίπεδο, ενώ η πλάτη του, κατασκευασμένη από λωρίδες ξύλου, κυρτή. Οι οπές στο μπροστινό μέρος του ηχείου κατασκευάζονταν έτσι ώστε να σχηματίζουν διάφορα διακοσμητικά σχέδια. Το μπράτσο του οργάνου ήταν κολλημένο στο πάνω μέρος του ηχείου του. Οι χορδές ήταν στερεωμένες στο κάτω μέρος, περνούσαν από τον καβαλάρη και έδεναν στα κλειδιά της κεφαλής, η οποία ήταν κεκλιμένη σε σχέση με τον άξονα του μπράτσου του οργάνου. Η ταστιέρα είχε δεσμούς που φτιάχνονταν από χορδές. Ο εκτελεστής χτυπούσε τις χορδές με τα δάχτυλα του δεξιού χεριού κοντά στις τρύπες του ηχείου, ενώ με το αριστερό κανόνιζε τον παραγόμενο φθόγγο, αυξομειώνοντας το μήκος της χορδής που παλλόταν. Συχνά οι χορδές δεν ήταν μονές αλλά ζεύγη – δυο ίσου μήκους χορδές που παίζονταν ταυτόχρονα παράγοντας κάθε φορά τον ίδιο φθόγγο. Το λαούτο του 16ου αιώνα είχε συνήθως 11 χορδές, πέντε ζεύγη και μια μονή. Στη συνέχεια οι χορδές αυξήθηκαν, φτάνοντας στην εποχή του μπαρόκ ακόμα και τα 13 ζεύγη. Η μουσική για λαούτο γραφόταν αρχικά σε ταμπλατούρα, η οποία στη συνέχεια εξελίχθηκε σε μια εμπειρική γραφή που περιλάμβανε μια ομάδα παράλληλων γραμμών, μια για κάθε χορδή (ή ζεύγος χορδών αντίστοιχα). Με μικρά γράμματα ή αριθμούς ανάμεσα στις γραμμές σημειώνονταν το τάστο που θα χρησιμοποιούσε ο εκτελεστής, ενώ άλλα σημάδια έδειχναν τη διάρκεια της κάθε νότας.
Το λαούτο εξακολουθεί κατά τη διάρκεια της εποχής του Μπαρόκ να παίζει σημαντικό ρόλο ως ανεξάρτητο όργανο και ως όργανο συνοδείας. Υπό την επίδραση κυρίως των Γάλλων λαουτιστών έγιναν προσθήκες που βελτίωσαν αρκετά την ένταση και την καθαρότητα του στις χαμηλές νότες, σε συνδυασμό με τις αλλαγές στο κούρδισμα του που το κατέστησαν πιο ευέλικτο μελωδικά. Ωστόσο, παρέμεινε δυσκολότερο στην εκτέλεση από την ανερχόμενη κιθάρα. Επίσης, η χρήση του στο κοντινό περιορίστηκε λόγω της σημαντικής τεχνικής βελτίωσης του τσέμπαλου, το οποίο άρχισε να προτιμάται.[................................]
Καταγωγή του Λαούτου - Μουσικά Όργανα Φραγκιαδάκης .
______________________________
Σύγχρονη εποχήVieux Gautier
00:00:00 Allemande « Le tombeau de Mezangeau »
00:04:01 Gigue « Le testament de Mézangeau »
00:06:05 Courante
00:07:25 Canaries
00:09:02 Sarabande
Jacques Gallot
00:11:16 Prélude
00:13:13 Allemande « Le bout de l'an de Monsieur Gautier »
Vieux Gautier
00:16:31 Chaconne
Dufaut
00:18:32 Prélude
00:20:07 Allemande « Le tombeau de Blanrocher »
00:23:47 Courante
00:25:18 Sarabande
00:28:01 Gigue
Marin Marais
00:29:37 Les voix humaines
Louis Couperin
00:34:18 Chaconne
Charles Mouton
00:37:12 Prélude
00:37:56 Courante « Les cabrioles »
00:39:16 Courante « La belle homicide » de Gautier et Double de Mouton
00:42:12 Sarabande
00:43:47 Gavotte
Denis Gautier
00:44:44 Gigue « Le toxcin »
00:46:55 Prélude
00:48:29 Gigue
00:50:11 Courante
00:51:52 Canaries
00:53:59 Sarabande
François Couperin
00:57:41 « Les Sylvains »
Champion de Chambonnières.
01:01:45 Sarabande
Claire Antonini, luth Baroque.
Claire Antonini / Artists / AEOLUS
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου