Γιατί τα βρετανικά μέσα λένε τη μισή αλήθεια για το δράμα της Λιβύης
Του Τζόναθαν Κουκ για το Declassified UKJONATHAN COOK, Author at Declassified Media Ltd
Η πραγματικότητα πίσω από την τρέχουσα εξωτερική πολιτική της Δύσης, το σήμα κατατεθέν της οποίας είναι τις τελευταίες δύο δεκαετίες η «Ευθύνη Προστασίας», είναι δυστυχώς εξαιρετικά εμφανής στην καταστροφή που προκάλεσαν οι πλημμύρες στη Λιβύη.
Πολλές χιλιάδες έχουν σκοτωθεί ή αγνοούνται στο λιμάνι της Ντέρνα, αφότου δύο φράγματα που προστάτευαν την πόλη σπάσαν υπό το σφυροκόπημα της Καταιγίδας Daniel. Τεράστιες οικιστικές εκτάσεις στην περιοχή, ακόμα και στη Βεγγάζη έχουν συντριβεί.
Η ίδια η καταιγίδα θεωρείται μια ακόμα απόδειξη μιας κλιμακούμενης κλιματικής κρίσης, που αλλάζει ταχέως τα καιρικά μοτίβα σε όλο τον κόσμο και κάνει καταστροφές σαν την πλημμύρα της Ντέρνα πιθανότερες.
Όμως η έκταση της καταστροφής δεν μπορεί απλά να αποδοθεί στην κλιματική αλλαγή. αν και η μιντιακή κάλυψη των γεγονότων αποκρύπτει προσεκτικά αυτό το σημείο, οι ενέργειες της Βρετανίας 12 χρόνια πριν -τότε που διαλαλούσε την ανθρωπιστική της ανησυχία για τη Λιβύη- είναι στενα συνδεδεμένες με το τωρινό μαρτύριο της Ντέρνα.
Τα φράγματα που καταρρέουν και οι παραπαίουσες προσπάθειες αρωγής, επισημαίνουν ορθά οι παρατηρητές, είναι το αποτέλεσμα ενός κενού εξουσίας στη Λιβύη: Δεν υπάρχει κεντρική αρχή ικανή για την διακυβέρνηση της χώρας.
Αλλά υπάρχουν λόγοι που η Λιβύη είναι τόσο ανεπαρκώς προετοιμασμένη για να αντιμετωπίσει μια καταστροφή. Και η Δύση είναι βαθιά αναμεμειγμένη σε αυτό.
Το να αποφεύγεις να αναφερθείς σε αυτούς τους λόγους, όπως κάνει η δυτική δημοσιογραφική κάλυψη, αφήνει το κοινό με μια ψευδή και επικίνδυνη εντύπωση: πως κάτι λείπει από τους Λίβυους, ή ίσως από τους Άραβες και τους Αφρικανούς, που τους καθιστά εγγενώς ανίκανους να χειριστούν καταλλήλως τα ζητήματά τους.
«Δυσλειτουργικές πολιτικές»
Η Λιβύη είναι πράγματι άνω κάτ, γεμάτη αντιμαχόμενες πολιτοφυλακές και με δύο αντίπαλες κυβερνήσεις να διαγκωνίζονται για τη εξουσία εν μέσω μιας γενικής ατμόσφαιρας ανομίας. Ακόμα και πριν από αυτή την τελευταία καταστροφή, οι διαγωνιζόμενοι ηγέτες της χώρας δυσκολεύονταν να αντιμετωπίσουν την από μέρα σε μέρα διαχείριση των ζωών των πολιτών τους.
Αλλιώς, όπως σχολίασε ο ανταποκριτής του BBC για θέματα Ασφάλειας Φρανκ Γκάρντνερ, η κρίση «επιδεινώθηκε από τις δυσλειτουργικές πολιτικές της Λιβύης, μιας χώρας τόσο πλούσιας σε φυσικούς πόρους κι ωστόσο τόσο απελπισμένα στερούμενης της ασφάλειας και της σταθερότητας που οι άνθρωποί της λαχταρούν».
Τα μέσα, εξαπολύουν αυτούς τους χαρακτηρισμούς κατά ριπάς
Παράλληλα, ο Κουέντιν Σόμερβιλ, ο ανταποκριτής του BBC για τη Μέση Ανατολή, εξέφερε την άποψη πως «υπάρχουν πολλές χώρες που θα μπορούσαν να διαχειριστούν μια τέτοιας έκτασης πλημμύρα, αλλά καμία με τα προβλήματα της Λιβύης. Πέρασε μια μακρά και επώδυνη δεκαετία: εμφύλιοι, τοπικές συγκρούσεις, η ίδια η Ντάρνα να καταλαμβάνεται από το Ισλαμικό Κράτος και την πόλη να βομβαρδίζεται για να απομακρυνθούν από εκεί».
Σύμφωνα με τον Σόμερβιλ, ειδικοί είχαν εκ των προτέρων προειδοποιήσει πως τα φράγματα βρίσκονταν σε κακή κατάσταση. «Μέσα στο χάος της Λιβύης αυτές οι προειδοποιήσεις δεν εισακούστηκαν», πρόσθεσε.
«Δυσλειτουργία», «χάος», «αντιμετωπίζουσα προβλήματα», «ασταθής», «διαιρεμένη». Το BBC και τα υπόλοιπα κατεστημένα μέσα, εξαπολύουν αυτούς τους όρους κατά ριπάς.
Η Λιβύη εμπίπτει σε αυτό που οι αναλυτές αρέσκονται να αποκαλούν failed state. Όμως, αυτό που το BBC και τα υπόλοιπα δυτικά μίντια έχουν προσεκτικά αποφύγει να αναφέρουν είναι το γιατί.
Αλλαγή καθεστώτος
Πάνω από μια δεκαετία πριν, η Λιβύη είχε μια ισχυρή, επαρκή, αν και πολύ καταπιεστική, κεντρική κυβέρνηση υπό τον δικτάτορα Μουαμάρ Καντάφι. Τα έσοδα της χώρας από το πετρέλαιο χρησιμοποιούνταν για την παροχή δωρεάν εκπαίδευσης και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Ως εκ τούτου, η Λιβύη είχε ένα από τα υψηλότερα ποσοστά εγγραμματοσύνης και ένα από τα υψηλότερα κατά κεφαλήν εισοδήματα στην Αφρική.
Όλα αυτά αλλάξαν του 2011, όταν το ΝΑΤΟ επιδίωξε να αξιοποιήσει το δόγμα «Ευθύνη Προστασίας» (“Responsibility to Protect”), ή εν συντομία R2P, για να δικαιολογήσει την πραγματοποίηση ενεργειών που ισοδυναμούσαν με μια παράνομη επιχείρηση αλλαγής καθεστώτος υπό την κάλυψη μιας εξέγερσης.
Η υποτιθέμενη «ανθρωπιστική επέμβαση» στη Λιβύη αποτέλεσε μια περισσότερο εκλεπτυσμένη εκδοχή της ομοίως παράνομης εισβολής «Σοκ και Δέος» στο Ιράκ οκτώ χρόνια νωρίτερα.
Τότε, οι ΗΠΑ και η Βρετανία ξεκίνησαν έναν επιθετικό πόλεμο χωρίς εξουσιοδότηση από τα Ηνωμένα Έθνη, βασιζόμενες στην εντελώς κίβδηλη υπόθεση πως ο ηγέτης του Ιράκ, Σαντάμ Χουσεΐν, κατείχει κρυφά αποθέματα όπλων μαζικής καταστροφής.
Η Δύση κατασκεύασε ένα πρόσχημα για να εμπλακεί άμεσα στη Λιβύη
Στην περίπτωση της Λιβύης, αντίθετα, η Βρετανία και η Γαλλία, υποστηριζόμενες από τις ΗΠΑ, αναδείχθηκαν περισσότερο επιτυχείς στο να πάρουν ένα ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, το οποίο προέβλεπε ένα περιορισμένο εύρος καθηκόντων να προστατεύσουν άμαχους πληθυσμούς από την απειλή επίθεσης και να επιβάλλουν μια ζώνη απαγόρευσης πτήσεων.
Οπλισμένη με το ψήφισμα, η Δύση κατασκεύασε ένα πρόσχημα για να εμπλακεί άμεσα στη Λιβύη. Ισχυρίστηκαν πως ο Καντάφι προετοιμάζει μια σφαγή αμάχων στο προπύργιο των ανταρτών, τη Βεγγάζη. Στο ανατριχιαστικό παραμύθι προστέθηκε ακόμα και ότι ο Καντάφι εξόπλιζε στρατιώτες με Viagra προκειμένου να τους ενθαρρύνει να πραγματοποιήσουν μαζικούς βιασμούς.
Όπως και στην περίπτωση των όπλων μαζικής καταστροφής του Ιράκ, οι ισχυρισμοί ήταν εντελώς ατεκμηρίωτοι, όπως συμπέρανε και μια επιτροπή διεθνών σχέσεων του βρετανικού κοινοβουλίου πέντε χρόνια μετά, το 2016. Η έρευνα της επιτροπής κατέληξε στο ότι «η υπόθεση πως ο Μουαμάρ Καντάφι θα μπορούσε να έχει διατάξει τη σφαγή αμάχων στη Βεγγάζη δεν υποστηριζόταν από τα διαθέσιμα στοιχεία».
Η έκθεση συμπλήρωνε πως «το τεσσαρακονταετές ιστορικό απαίσιων παραβιάσεων ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Καντάφι δεν περιελάμβανε μεγάλης κλίμακας επιθέσεις σε Λίβυους πολίτες».
Εκστρατείες βομβαρδισμών
Αυτή, ωστόσο, δεν ήταν και η άποψη που ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον και τα μέσα ενημέρωσης διέχεαν στην κοινή γνώμη όταν οι Βρετανοί βουλευτές ψήφισαν υπέρ της υποστήριξης ενός πολέμου στη Λιβύη τον Μάρτιο του 2011. Μόνο 13 βουλευτές εναντιώθηκαν.
Ανάμεσά τους, ο απλός βουλευτής τότε, Τζέρεμι Κόρμπιν, που τέσσερα χρόνια μετά θα εκλεγόταν ηγέτης της αντιπολίτευσης των Εργατικών, πυροδοτώντας μια εκτεταμένη καμπάνια σπίλωσης του από το βρετανικό κατεστημένο.
Όταν το ΝΑΤΟ ξεκίνησε την «ανθρωπιστική επέμβασή», ο αριθμός των
νεκρών από τη σύγκρουση στη Λιβύη υπολογιζόταν από τον ΟΗΕ σε όχι πάνω
από 2.000. Έξι μήνες μετά υπολογιζόταν πιο κοντά στις 50.000, με αμάχους
να αποτελούν ένα σημαντικό μέρος των θυμάτων. [................................]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου