Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 10, 2020

Έντβαρντ Μουνκ : Βασανισμένη ψυχή -Μεγάλος ζωγράφος



Who was Edvard Munch?Έντβαρτ Μουνκ - Βικιπαίδεια

Έντβαρτ Μουνκ - ΒικιπαίδειαΤασούλα Επτακοίλη: "Ο Μουνκ πέρα από την «Κραυγή» "| Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Edvard Munch (TV Movie 1974) - IMDbEdvard Munch (film) - Wikipedia

 

Peter Watkins :«Εντβαρντ Μουνκ» (Edvard Munch, 1974)

Το "κλασικό" για την αξιοπιστία του δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ για τη ζωή και το έργο του μεγάλου καλλιτέχνη 

https://upload.wikimedia.org/wikipedia/en/4/45/EdvardMunch_DVD_cover.jpg

*******************

 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
 Ένα βιβλίο για τον ΜουνκΕΝΤΒΑΡΝΤ ΜΟΥΝΚ (1863-1944), Ζωγραφική με το αίμα της καρδιάς, της Ντόρας  Ηλιοπούλου-Ρογκάν

ΕΝΤΒΑΡΝΤ ΜΟΥΝΚ (1863-1944),

 ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ ΜΕ ΤΟ ΑΙΜΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ

Η Ντόρα Ηλιοπούλου-Ρογκάν στη Λαμογιολάνδη - Κουρδιστό ΠορτοκάλιΤΗΣ ΝΤΟΡΑΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΥ-ΡΟΓΚΑΝ

Εκδόσεις Λιβάνη

 

Τελευταία έχει αναζωπυρωθεί το ενδιαφέρον για το Νορβηγό καλλιτέχνη ΄Εντβαρντ Μουνκ, η προσφορά του οποίου στα εικαστικά τεκταινόμενα του 20ού αιώνα αποδείχτηκε όχι μόνο κατεξοχήν σημαντική, αλλά και σημαίνουσα. Όντως, μετά την περσινή έκθεση έργων του στο Ινστιτούτο Τέχνης του Σικάγου, οργανώθηκε φέτος στην Πινακοθήκη των Παρισίων αναδρομική έκθεση του ζωγράφου, με τίτλο «Έντβαρντ Μουνκ» ή «Η αντί-κραυγή» (19 Φεβρουαρίου-18 Ιουλίου2010) και με έργα από ιδιωτικές συλλογές, στα οποία το ευρύ κοινό δεν είχε μέχρι τώρα πρόσβαση. Ακόμη, στη National Gallery της Ουάσιγκτον παρουσιάζεται μέχρι τις 31 Οκτωβρίου η έκθεση «Edvard Munch: Master Prints». Έκθεση επικεντρωμένη στο πλουσιότατο χαρακτικό έργο του καλλιτέχνη με χαρακτικά προερχόμενα από δύο ιδιωτικές συλλογές και από το Μουσείο Μουνκ στο Όσλο. Τέλος, θα δούμε κι εμείς εδώ έργα του δημιουργού στην έκθεση που οργανώνει τον ερχόμενο Νοέμβριο το Μουσείο Ηρακλειδών σε συνεργασία με το Μουσείο του Τελ Αβίβ.
Έχοντας από τη νηπιακή του, κιόλας, ηλικία γνωρίσει –στο στενό οικογενειακό του περιβάλλον– την αρρώστια, το θάνατο και κάθε λογής κακουχίες, ο Μουνκ είχε γίνει, κατά κάποιο τρόπο, εμβληματικά πασίγνωστος ακόμη και στους λιγότερο εξοικειωμένους με την τέχνη θεατές μέσ’ από δύο κατεξοχήν επικοινωνιακά έργα του: την «Κραυγή» (1893) και τη «Μαντόνα» (1894) που φιλοτεχνήθηκαν σε διάφορες παραλλαγές, έργα που αξιοποιήθηκαν κατά κόρον από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, τις διάφορες εκδόσεις τέχνης κ.λπ. Όμως ευτυχώς, πρώτα με τον εγκαινιασμό του Μουσείου Μουνκ στο Όσλο το 1963, που στέγασε πάνω από 1.000 πίνακες, 18.000 χαρακτικά και περί τις 5.000 ακουαρέλες και σχέδια, που ο ζωγράφος άφησε με διαθήκη στο Δήμο του Όσλο, και ύστερα με την παρουσίαση έργων του που ανήκουν σε ιδιωτικές συλλογές, έγινε εφικτό να σφυγμομετρηθεί η δυναμική του ταλέντου του και, κυρίως, να εντοπιστούν εκείνες οι ιδιαιτερότητες που ενεργοποιούνται από τη διπολικότητα της μανιοκαταθλιπτικής ιδιοσυγκρασίας του. O ίδιος, μάλιστα, είχε ομολογήσει σε ένα από τα πολλά κείμενά του: «Δεν θα μπορούσα να αποβάλλω την αρρώστια μου, γιατί ένα μεγάλο μέρος της τέχνης μου το οφείλω σε αυτήν».
Έχει όντως διαπιστωθεί και από ειδικούς, αλλά και μέσ’ από τα κείμενα του ίδιου του Μουνκ, ότι τα δυστυχισμένα παιδικά του χρόνια είχαν ένα σημαντικό αντίκτυπο στη ζωγραφική του, τουλάχιστον τα πρώτα τριάντα χρόνια. Φυματικός και αργότερα και αλκοολικός, είχε σημειώσει χαρακτηριστικά: «H αρρώστια, η τρέλα και ο θάνατος ήταν οι άγγελοι που παραστάθηκαν στην κούνια μου». Και πράγματι, η μητέρα του ζωγράφου πέθανε από φυματίωση, όταν ο Μουνκ ήταν μόλις 5 χρονών. Ο πατέρας του, στρατιωτικός γιατρός και εξαιρετικά πουριτανός, υπέφερε συχνά από κατάθλιψη που ενισχυόταν από το ότι η εγκατεστημένη από το 1864 στο Όσλο οικογένεια είχε και οικονομικά προβλήματα. Ακόμη, η κατά ένα χρόνο μεγαλύτερη από τον Μουνκ αδελφή του, Σοφία, με την οποία ο Έντβαρντ είχε ισχυρό δεσμό, πέθανε κι αυτή από φυματίωση όπως και ο μικρότερος αδελφός του, Ανδρέας. Τέλος, η μικρότερη αδελφή, Λώρα-Αικατερίνη, ήταν σχιζοφρενής. Ο ζωγράφος, ευαισθητοποιημένος από μικρός στο διαταραγμένο συναισθηματικό κόσμο του εαυτού του και των συγγενών του, έδινε πάντοτε στη ζωγραφική του το προβάδισμα στην ένταση των προσωπικών του συναισθημάτων και όχι στην ακριβή νατουραλιστική περιγραφή του περιβάλλοντός του, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά ο Ντέιβιντ Λι.
Μεγάλη επίδραση άσκησε στον Μουνκ ο μποέμ και μηδενιστής Χανς Γιέγκερ που είχε ενστερνιστεί την ιδέα ότι « η καταστροφική μανία δηλώνει συγχρόνως ένα πάθος για δημιουργία» και που, επίσης, πρέσβευε ότι η αυτοκτονία είναι ο ύστατος δρόμος για την ελευθερία. Ο ίδιος ο Μουνκ ομολογεί αυτή την επίδραση, σημειώνοντας: «Οι ιδέες μου αναπτύχθηκαν κάτω από την επίδραση του Χανς Γιέγκερ και των μποέμ και όχι κάτω από εκείνη του Στρίντμπεργκ και των Γερμανών…».
Ταγμένος στην επιθυμία του να γίνει ζωγράφος, εγκατέλειψε το 1881 τις σπουδές αρχιτεκτονικής για να γραφτεί στη Βασιλική Σχολή Σχεδίου του Όσλο όπου ασκήθηκε στις «νεκρές φύσεις», στις σκηνές της καθημερινής ζωής και στα αστικά τοπία. Την επόμενη χρονιά και παράλληλα με τη φοίτησή του στη Βασιλική Σχολή Σχεδίου, νοίκιασε με έξι συναδέλφους ένα ατελιέ στο Όσλο, δίπλα σε εκείνο του πολύ γνωστού νατουραλιστή ζωγράφου και συγγραφέα Κρ. Κροχγκ που διόρθωνε δωρεάν τα έργα τους.
Βασικό μέλημα αυτού του σημαντικού καλλιτέχνη, που κατέχει ηγετική θέση ανάμεσα στους προφήτες-πρωτεργάτες του εξπρεσιονισμού, ήταν, ανεξάρτητα από τη χρονική περίοδο στην οποία δημιουργούσε, να ζωγραφίσει τη ζωή του, αποκρυπτογραφώντας ξανά και ξανά όχι αυτό που έβλεπε, αλλά αυτό που βίωνε τη στιγμή που το φιλοτεχνούσε. Βιώνοντας, πράγματι, ξανά τη μεγάλη του θλίψη για το θάνατο της μεγάλης του αδελφής, ζωγράφισε το 1886 το εμπνευσμένο από την αρρώστια της έργο «Το άρρωστο παιδί», έργο που απέκοψε το ζωγράφο από τον εμπρεσιονισμό και προκάλεσε σκάνδαλο με την παρουσίασή του στο Σαλόνι του Φθινοπώρου του Όσλο (1886), καθώς ο Μουνκ διοχέτευσε σε αυτό όσο γίνεται πιο έντονα και υποβλητικά τη νοσηρότητα της κατάστασης και την όλη πένθιμη ατμόσφαιρα. Υποστηρίζοντάς τον, ο Kροχγκ σημειώνει: «Ζωγραφίζει, ή καλύτερα βλέπει τα πράγματα, με έναν τρόπο που διαφέρει από εκείνον άλλων καλλιτεχνών. Βλέπει μόνο το ουσιαστικό και αυτό αποκλειστικά ζωγραφίζει, γι’ αυτό και τα έργα του δεν μοιάζουν ολοκληρωμένα».
Ακολούθησε ένα δεύτερο ακόμη μεγαλύτερο σκάνδαλο από τη χρωματικά και σχεδιαστικά προκλητική γραφή του στα έργα που παρουσίασε ως προσκεκλημένος της Ένωσης Καλλιτεχνών στο Βερολίνο (1892), όπου, μάλιστα, χρειάστηκε να μεσολαβήσει ο ίδιος ο Κάιζερ. Σκάνδαλο που διεύρυνε τη φήμη του καλλιτέχνη και που ενεργοποίησε τη Βερολινέζικη Απόσχιση. Στη διάρκεια της τετράχρονης διαμονής του στο Βερολίνο, ο ζωγράφος άρχισε να φιλοτεχνεί το μνημειακό του έργο «Η Ζωφόρος της ζωής» -ένα ποίημα αφιερωμένο στη ζωή, στον έρωτα και στον θάνατο- που ολοκλήρωσε το 1900, ζωγραφίζοντας πρώτα την «Κραυγή» (1893) και αμέσως μετά τη «Μαντόνα». Έργα που επανέλαβε σε παραλλαγές το 1894 και 1895 και που κλάπηκαν το 2004 για να βρεθούν ξανά το 2006.
Διεθνώς γνωστό έργο, η «Κραυγή» υπερσκελίζει κάθε χαρακτηρισμό αναφορικά με την τεχνοτροπία: εξπρεσιονισμός, συμβολισμός κ.λπ. για να εστιάσει το ενδιαφέρον στο ότι αποτελεί μια προσπάθεια μελέτης της ίδιας της ψυχής, του ίδιου του εαυτού του Μουνκ, όπως σημειώνει ο ίδιος. Όπως χαρακτηριστικά υπογράμμισε η Μ. Τεντέσι: «Υπάρχουν μερικά έργα όπως η “Μητέρα” του Whistler,η “Μόνα Λίζα” του Λεονάρντο Ντα Βίντσι και Η “Κραυγή” του Μουνκ που έχουν πετύχει κάτι που η μεγάλη πλειοψηφία των έργων, ανεξάρτητα από τη σπουδαιότητά τους σε ό,τι αφορά στην ιστορία της τέχνης, την ομορφιά κ.λπ., δεν έχουν. Kι αυτό, γιατί μεταδίδουν άμεσα ένα συγκεκριμένο μήνυμα σε όλους σχεδόν τους θεατές».
Σκάνδαλο προκάλεσε και η «Μαντόνα» (1894-1895) αφού, ο νορβηγικός Τύπος ήταν έτοιμος να φωνάξει την αστυνομία εξαιτίας του συνειρμού του καλλιτέχνη να υπονοήσει την Παναγία μέσ’ από την απεικόνιση μιας αισθησιακής γυμνής γυναίκας σε έκσταση. Την ίδια χρονιά φιλοτέχνησε τον «Βρικόλακα» και το επίσης γεμάτο μελαγχολία έργο «Στάχτες»/
Μεγάλος δεξιοτέχνης σε ό,τι αφορά τη χαρακτική με την οποία επαναλάμβανε μερικά λάδια του, όπως την «Κραυγή» και τη «Μαντόνα», ο Μουνκ στη διάρκεια ενός ταξιδιού στο Παρίσι, το 1896, όπου πήρε μέρος στο Σαλόνι των Ανεξαρτήτων, δημιουργεί τις πρώτες του έγχρωμες λιθογραφίες και ανακαλύπτει την τεχνική της ξυλογραφίας. Μετά από ένα ταξίδι ανά την Ευρώπη, νοσηλεύτηκε σε σανατόριο για τον αλκοολισμό του (1899) και ανανεωμένος συμμετείχε σε έκθεση με τους εξπρεσιονιστές καλλιτέχνες της ομάδας Die Brücke που είχαν γοητευτεί από τη δουλειά του (1906). Άλλωστε, και ο σύγχρονος Γερμανός καλλιτέχνης G. Baselitz ομολογεί ότι χρωστά πολλά στη γραφή του Μουνκ.
Με την πάροδο του χρόνου, τα έργα του καλλιτέχνη χαρακτηρίζονται από πιο φωτεινά χρώματα, περίοδος που φτάνει σε αποκορύφωμα γύρω στο 1920. Πρόκειται για ένα ανανεωτικό πνεύμα στη δουλειά του μετά τον εγκλεισμό του σε μια ψυχιατρική κλινική της Κοπεγχάγης, πνεύμα που εκτιμήθηκε δεόντως στην έκθεση που οργάνωσε το 1912 στη Βιέννη. Τα χαρούμενα χρώματα, η αγάπη για τη φύση εντάθηκαν μετά την αγορά του αγροκτήματος στο Έκελι, όπου έζησε και ζωγράφισε τα τριάντα τελευταία χρόνια της ζωής του. Υποφέροντας από το 1930 κι έπειτα από σταδιακή απώλεια της όρασης, άρχισε να φιλοτεχνεί πολλά φωτογραφικά πορτρέτα του εαυτού του, ενώ οι Ναζί δήμευσαν το 1937 τα έργα του επειδή τα θεώρησαν εκφυλισμένα. Ένα χρόνο πριν από το θάνατό του το 1944, οι Νορβηγοί τον τίμησαν πολλαπλά με την ευκαιρία των ογδοηκοστών γενεθλίων του.
Φυσιογνωμία βασανισμένη από τη ζωή, ο Μουνκ κατόρθωσε να μετουσιώσει τα τραύματα του συναισθηματικού του κόσμου σε κατεξοχήν σημαντικά για τον 20ό αιώνα έργα, προλογίζοντας ευρηματικά τον εξπρεσιονισμό και συγχρόνως κατορθώνοντας να μείνει ανένταχτος σε κάθε συγκεκριμένο καλλιτεχνικό ρεύμα, συμβολισμό, εξπρεσιονισμό, εμπρεσιονισμό κ.λπ. Έχοντας προχωρήσει πολύ περισσότερο από πολλούς από τους σύγχρονούς του καλλιτέχνες, κατόρθωσε να καταστεί διαχρονικός με τον τρόπο που ερμήνευε τα ψυχικά συναισθήματα και το φυσικό περιβάλλον.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΕΝΤΒΑΡΝΤ ΜΟΥΝΚ
1863 Γεννιέται στο Άνταλσμπρουκ, κοντά στο Λέτεν, στη Νορβηγία.
1864 Εγκαθίσταται με την οικογένειά του στο Όσλο.
1868 Πεθαίνει η μητέρα του από φυματίωση. Η θεία του Κάρεν-Μαρία Μπγόλσταντ, ζωγράφος η ίδια, συνδράμει την οικογένεια και ενθαρρύνει το ταλέντο των παιδιών.
1877 Πεθαίνει η αδελφή του Σοφία από φυματίωση. Ο πατέρας του πέφτει σε κατάθλιψη.
1881 Εγγράφεται στη Βασιλική Σχολή Σχεδίου του Όσλο.
1882 Νοικιάζει μαζί με άλλους έξι καλλιτέχνες ένα ατελιέ στο Όσλο, δίπλα στον γνωστό ζωγράφο Κρ. Κροχγκ.
1886 Συμμετέχει στο Σαλόνι του Φθινοπώρου του Όσλο με 4 έργα. Το «Άρρωστο παιδί» προκαλεί σκάνδαλο.
1889 Πρώτη ατομική έκθεση στο Όσλο. Νοικιάζει ένα σπίτι στο Άσγκαρντστραντ όπου για 20 χρόνια περνά τα καλοκαίρια του. Πεθαίνει ο πατέρας του.
1889-1892 Υπότροφος, ταξιδεύει επί τρία χρόνια ανά την Ευρώπη, με επίκεντρο το Παρίσι.
1892 Εκθέτει στο Βερολίνο όπου προκαλεί σκάνδαλο καθώς και τη Βερολινέζικη Απόσχιση.
1893 Ζει στο Βερολίνο και αρχίζει τη «Ζωφόρο της Ζωής», με πρώτο έργο την «Κραυγή».
1899 Ταξιδεύει ανά την Ευρώπη με την Τ. Λάρσεν. Μελετά το έργο του Ραφαήλου και εισάγεται σε σανατόριο ως αλκοολικός.
1902 Εκθέτει στο Βερολίνο τη «Ζωφόρο της Ζωής». Τραυματίζεται με ρεβόλβερ στο αριστερό χέρι.
1906 Συνεκθέτει με τους καλλιτέχνες της ομάδας Die Brücke.
1908 Εισάγεται σε ψυχιατρική κλινική της Κοπεγχάγης για θεραπεία.
1909 Σημαντική αναδρομική έκθεση στην γκαλερί «Μπλόμκβιστ» του Όσλο.
1912 Ατομική έκθεση στη Βιέννη.
1916 Αγοράζει ένα κτήμα στο ΄Εκελι, κοντά στο Όσλο, όπου θα περάσει τα 30 τελευταία χρόνια της ζωής του.
1927 Αναδρομικές εκθέσεις στο Βερολίνο και στο Όσλο.
1930 Υποφέρει από σοβαρή ασθένεια των ματιών.
1933 Τιμάται με το Μεγάλο Σταυρό της Βασιλικής Τάξης του Αγίου Όλαφ.
1937 Οι Ναζί δημεύουν 82 πίνακές του στη Γερμανία.
1943 Τιμάται με πολλές διακρίσεις για τα 80 του χρόνια.
1944 Πεθαίνει στις 23 Ιανουαρίου, στο σπίτι του στο Έκελι.
1963 Εγκαινιάζεται το Μουσείο Μουνκ με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 100 χρόνων από τη γέννηση του καλλιτέχνη.

ΤΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΕΝΤΡΟ ΤΩΝ ΜΟΥΝΚ Η εικόνα ίσως περιέχει: 14 άτομα, άτομα που χαμογελούν, κείμενο

Δεν υπάρχουν σχόλια: