"Θα μας ξεκάνουν όλους!"
Μένει με την υπερήλικη μητέρα του στη διπλανή πολυκατοικία. Στο σχολείο ήταν δυο τάξεις πιο μικρός. Το διαμέρισμά τους είναι λίγο πιο χαμηλά από το δικό μας καθώς η δική μας πολυκατοικία έχει μαγαζί στο ισόγειο.
Θυμάμαι τη συγχωρεμένη τη μάνα μου να στέκεται στο μπαλκόνι και να συζητάει με τη δική του μάνα. Βάζανε τις καρέκλες στις άκρες των δύο μπαλκονιών πίνοντας τον καφέ τους τα απογεύματα. Η δική μου έφυγε πριν από αρκετά χρόνια, ανακαινίσαμε το σπίτι και ήρθαμε να μείνουμε με τα παιδιά. Ο Πέτρος εκεί, και η μάνα του όλο και λιγότερο να βγαίνει στο μπαλκόνι.
Ποτέ δεν κάναμε παρέα. Δεν ξέρω πού δουλεύει. Φαντάζομαι σε κάποια δημόσια υπηρεσία, καθώς τον βλέπω να φεύγει πρωί εφτά παρά τέταρτο και να γυρίζει πάντα στις τρεις και δέκα το μεσημέρι. Δεν ξέρω αν σπούδασε, κάτι κάποτε μου είχε πει η μάνα μου, αλλά ποτέ δεν έδωσα σημασία. Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι που κάθεται στο μπαλκόνι και διαβάζει αυτά τα περίεργα περιοδικά που βλέπω κρεμασμένα στο περίπτερο για υπερφυσικά φαινόμενα, διαλογισμό και μάχες. Πρέπει να είναι ο καλύτερος πελάτης του περιπτερά στη γωνία.
Από την πρώτη μέρα που κλειστήκαμε τον βλέπω κάθε μέρα. Βγαίνει στο μπαλκόνι ντυμένος σχεδόν σαν αστροναύτης, έχει πάρει ένα ψεκαστικό από αυτά που έχουν στο χωριό για τα δέντρα και ψεκάζει τα πάντα. Ρούχα, σακούλες από τον Σκλαβενίτη. Ούτε εγώ ούτε η γυναίκα μου, για να πω την αλήθεια, δείξαμε τέτοια σχολαστικότητα. Μία μέρα από αυτές τις ατέλειωτες μέρες, που τον είδα να κάθεται στο μπαλκόνι και να διαβάζει με βουλιμία το «Ανεξήγητο», δεν άντεξα και σχολίασα. Γύρισε, μου χαμογέλασε και είπε:
«Θέλουν να μας πεθάνουν όλους. Θα ξεκινήσουν από τους μεγαλύτερους και μετά θα έρθουν σε εμάς. Για να μείνουν στο τέλος μόνο τα παιδιά, που θα τα ελέγχουν με το Ίντερνετ και το Φέισμπουκ. Φέρνουν τον ιό με φορτηγά από τη Γερμανία που γράφουν Covid-19 και τα μισθώνει ο Σόρος με λεφτά του Μπιλ Γκέιτς. Τον σκορπάνε μέσα από τις κεραίες. Πρέπει να αντισταθούμε».
Έκανα έναν μορφασμό λέγοντάς του ότι δεν είναι σοβαρά πράγματα αυτά. Τότε σηκώθηκε όρθιος, ήρθε στα κάγκελα του μπαλκονιού και συνέχισε:
«Εσένα σε ξέρω από παιδί. Και ξέρω ότι δεν είσαι μαζί τους. Πιστεύεις τώρα τα παραμύθια για πογκολίνους και νυχτερίδες; Δες τον χάρτη με τα μέρη που έχουν πολλές κεραίες και τους θανάτους από ιό. Θα δεις ότι είναι ακριβώς τα ίδια. Γιατί έχει η βόρεια Ιταλία και όχι η νότια; Γιατί η Αθήνα και όχι το Καρπενήσι; Γιατί το Λονδίνο και όχι η Ουαλλία; Γιατί έχουν πολλές κεραίες. Και μας βάζουν να δηλώνουμε πού θα πάμε και μας παρακολουθούν από το κινητό. Το πέταξα το κινητό. Μέσα από αυτό θα μας βάλουν το τσιπάκι».
Από εκείνο το απόγευμα προσπάθησα να αποφεύγω το μέρος εκείνο του μπαλκονιού, γιατί λες και είχε στήσει καραούλι και, όποτε έβγαινα προς τα εκεί, λες και με περίμενε με καινούργια θεωρία συνωμοσίας. Μετά από αρκετές μέρες με πέτυχε, καθώς ο γιόκας μου ήθελε να παίξουμε μπάλα. Έξω έβρεχε και είχαμε βγει στο μπαλκόνι και αλλάζαμε πασούλες προσεκτικά όσο γίνεται για να μην χαλάσουμε τα λουλούδια.
«Μην μου πεις ότι πίστεψες ποτέ πως ο Βγενόπουλος έχει πεθάνει. Είδες;» και μου έδειχνε ένα χαρτί, μια εκτύπωση. «Στη Βραζιλία είναι και την πάτησε κι εκείνος από τον ιό. Το γράφουν σε ένα σάιτ κρητικό. Αυτό τους ξέφυγε, δεν μπόρεσαν να το ελέγξουν. Δεν με πιστεύεις, ε; Με κοιτάς περίεργα.
Ώρα είναι να μου πεις ότι πιστεύεις πως τον Κέννεντυ τον σκότωσε ο Όσβαλντ. Πρέπει να ξέρεις ότι τέσσερις πρόεδροι της Αμερικής δολοφονήθηκαν: Λίνκολν, Γκάρφιλντ, Μακ Κίνλεϊ και Κέννεντυ. Όλοι ήθελαν να ελέγξουν την έκδοση των δολαρίων, να την πάρουν από τους Ρότσιλντ. Το ξέρεις ότι ο Κέννεντυ ήταν που έδωσε το αποκλειστικό δικαίωμα τυπώματος δολαρίων στη FED; Για αυτό δολοφονήθηκε. Μην με κοιτάς έτσι. Αν το ψάξεις θα δεις ότι έτσι ακριβώς είναι.
Τώρα πραγματικά πιστεύεις ότι ο Βγενόπουλος πέθανε από καρδιακή προσβολή το 2016; Ή ότι τις μολότοφ στη Marfin τις πέταξαν αναρχικοί; Γιατί δεν βρέθηκε κανένας ένοχος για τις φωτιές στον Κάπα Μαρούση, στο Μινιόν και τον Λαμπρόπουλο; Τις ξέχασες αυτές τις φωτιές; Κι εκεί κάηκαν άνθρωποι. Και χάθηκαν περιουσίες και διαλύθηκε μέσα σε ένα χρόνο όλο το εμπόριο της Αθήνας. Και βγήκαν τα καινούργια τζάκια.
Δεν είναι τυχαίο που ένα κράτος, έστω μισή μερίδα κράτος, πτώχευσε από τον Βγενόπουλο. Ποιος άλλος κατάφερε μόνος του να πτωχεύσει ένα κράτος;».
Πήρα το παιδί και πήγαμε μέσα. Έκλεισα και την μπαλκονόπορτα. Φώναζε. Φαινόταν ότι βρίσκεται σε υπερδιέγερση.
Είχαν περάσει δυο εβδομάδες και δεν τον είδα. Ξαφνικά ένα πρωί, την ημέρα που έληξε η καραντίνα, είδαμε μια νεκροφόρα να σταματάει στην είσοδο της πολυκατοικίας. Βγήκαμε όλοι στα μπαλκόνια. Σε λίγο τα κοράκια έβγαζαν από τη διπλανή πολυκατοικία ένα φέρετρο και ο Πέτρος το ακολουθούσε ντυμένος στα μαύρα. Γύρισε, κοίταξε ψηλά προς το μπαλκόνι όπου στεκόμουν και φώναξε:
«Τη φάγανε την κυρα-Μαρίκα. Θα μας ξεκάνουν όλους».
* Ο Αντώνης Γιαννακός είναι συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου