Σάββατο, Μαρτίου 07, 2020

ΖΩΗ  ΤΟΙΣ ΜΕΤΡΗΤΟΙΣ

[Διήγημα] 

Gerontakos
Ήταν Απρίλης γεματούτσικος, καιρός άστατος με αλεξιβρόχιο μονίμως κατοικοεδρεύον στην αριστερή μασχάλη. Μόλις είχαμε καβατζάρει το Πάσχα των αφορεσμένων και οδεύαμε ακάθεκτοι προς το δικό μας Πάσχα, το σωστό, με τα αρνάκια του και τις μαγειρίτσες του, με τις κουλούρες και τ’ αβγουλάκια τους. Αλλά μας είχε πάρει αμπάριζα η βιοζάλη , φιδοσερνόμασταν στο λούκι, λίγο αέρα , ρε παιδιά , θα σκάσουμε, μέρα έμπαινε μέρα έβγαινε κι εμείς τις χαζομάρες μας...
Και είπα στην Κούλα μου: «Δεν πεταγόμαστε στη Γερμανία να δούμε τους φίλους του εξωτερικού, μπας και τους χάσουμε οριστικά;»
« Συμφωνώ ως προς το πρώτο. Ως προς το δεύτερο όμως , ουδείς λόγος ανησυχίας.Οι φίλοι μας είναι σταθεροί, παλαιόθεν προοδευτικοί, έχουν μεγάλη κατανόηση.»
«Προοδευτικοί;», λέω, « και σταθεροί; Πού τη βλέπεις αυτήν την προοδευτική σταθερότητα; Όλο πληγές θέλεις να ξύνεις τώρα τελευταία, ρε Κούλα…».
Μου λέει: «Δεν μπορεί να ξέχασαν . Οι παλαιοί προοδευτικοί όλο ενοχές είναι τη σήμερον ημέρα, γιατί ποτέ δεν ξεχνούν. Εγώ, επί παραδείγματι, έχω ένα βάρος μόνιμο στη γαστέρα. Είναι τα σταλινικά σουτζουκάκια που έτρωγα στη Δόμνα και δεν μπορώ να ησυχάσω ακόμη.»
«Να πιεις κάνα ελληνορθόδοξο φλισκούνι.» , την πείραξα , « είναι ένα κι ένα, όλα τα χωνεύει! Δε βλέπεις τι γίνεται με τους επωνύμους εδώ πέρα; Σαν την Αφροδίτη Μάνου και τον Χωμενίδη έχουν γίνει. Ρουφούν τoν  πατριωτικό πρωινό  καφέ και ξερνοβολούν   στα φατσαμπούκια  τους  τα κατάλοιπα  της νεανικής ιδεολογίας  τους.Τι λες όμως για μας τους δυο;»
« Tι να πω, αγάπη μου; Ότι  τσέπη έχουμε και φράγκο δε σταυρώνουμε ; Μια δασκαλίτσα με  μνημονιακό  μισθό εγώ κι εσύ ο επί πιστώσει δικηγόρος πάντων των ταπεινών  και των καταφρονεμένων; Που  ποτέ δε θα αξιωθούμε ένα καθώς πρέπει βίο , ένα σπιτάκι με ένα κηπουλάκι τοσοδά ; Α  propos , τώρα που είναι ζεστό το πράμα, τι λες, να ξηγηθούμε  εδώ και τώρα,   κάνοντας μια χαλαρωτική ντισκάσιον , να ξεσκάσουμε λιγάκι, να μας φύγουν τα σώψυχα.; Διότι έχουμε πατήσει τα πενήντα , δεν έχει πλοίο για μας, δεν έχει οδό και όλο τ’ άλογο, τ’ άλογο, Ομέρ Βρυώνη, λέμε , αλλά πού  είναι το το άλογο μέσα σε τούτον τον κόσμο τον παράλογο; ».
Συμφώνησα μετά πολλών ενστάσεων , αναστεναγμών  και  ενίων   βρυχηθμών . Σε λίγα λεπτά όμως αχός βαρύς άρχισε να ακούγεται  , πολλά τουφέκια  έπεφταν    στα περήφανα  όρη  και τους αδούλωτους κάμπους μας. Αντάρτικες ιαχές  μαίνονταν ώρα πολλή ,  χρησιμοποιήσαμε και τις εφεδρείες των απωθημένων, εν ολίγοις έγινε το έλα να δεις , όπως ταιριάζει σε μια πολιτισμένη συζυγική εκ βαθέων συζήτηση του στιλ τσίγκλα με να σε τσιγκλώ , πόνα με να σε πονώ, τελικά  ο καθείς έπαιξε τέλεια τη δική του εκδοχή σολάροντας το καπρίτσιο του Παγκανίνι.


« Θυμάμαι πώς ξεκινήσαμε τη ζωή και κλαίω τα νιάτα μας...», είπε  στο τέλος μαλακωμένη η συντρόφισσα. «...Τα φουσκωμένα ρεύματα των ιδεών και τα ονειροπαρμένα που μας παράσερναν, τα αμέτρητα  κλασικά  βιβλία που ρουφήξαμε ,  οι κινηματογράφοι και τα θέατρα που μπαινοβγαίναμε  , Εμείς θα φτιάξουμε τον κόσμο το σωστό, λέγαμε, ενώ οι Άλλοι θα μείνουν στην αντιπέρα λασπωμένη όχθη,  να στήνουν μηχανές και να αφρίζουν με τις ουτοπίες και τα όνειρά μας. Τι καταφέραμε, Μανόλη;Πες μου τι καταφέραμε, γιατί εγώ δε ξέρω τι μου γίνεται...»
«Για όλα φταίει η εποχή!», άρχισα να αμπελοφιλοσοφώ «… Η  εποχή , που δε μας έδωσε να καταλάβουμε τη φύση του ανθρώπου, ενός ζώου μοναχικού και ανήμερου   , που ζει εξ ανάγκης στο κοπάδι . Το θέμα είναι η Ελευθερία της κάθε του πλευράς . Γέρνει η πλάστιγγα στη μια μεριά; Τότε περνά  καλά. Αν όμως γύρει η πλάστιγγα στην άλλη, τότε την έβαψε , το δόλιο! Σε τελική ανάλυση , μας πήρε σβάρνα ο Καπιταλισμός ,  μας παρέσυρε στα πανίσχυρα κύματά του. Όμως το υπαρξιακό ερώτημα για τον καθένα ξεχωριστά παραμένει: "Θέλεις να  τα 'χεις καλά με το εαυτό σου; Αν , ναι , τότε οφείλεις να  διαχωρίσεις την ευτυχία σου από την  κατοχή των υλικών αγαθών! Αυτό είναι το Θέμα.Αν  ήταν μόνο τα ντουβάρια και τα όβολα που αξίζουν στη ζωή , τότε έχουμε πάρει λάθος δρόμο . Εξ αρχής έπρεπε να πούμε ότι μου αρέσει ο μικροαστικός τρόπος  ζωής . Αυτόν θέλω να ακολουθήσω , όπως κάνουν εκατομμύρια συνάνθρωποί μου. Αυτό θέλεις να μου πεις;»
« Πολύ αφορισμό  διακρίνω στο αντικαταναλωτικό λογίδριό σου  , καλέ μου . Το ζήτημα που βάζω εγώ συνοψίζεται σε μια μόνο ερώτηση : "Τι καταφέραμε εμείς στη ζωή μας;".  Σπίτι δεν έχουμε , λεφτά δεν έχουμε , χρόνο για τον εαυτό μας δεν έχουμε. Τι στο διάολο κάνουμε;...»
 «Κανένα ζήτημα δεν μπαινοβγαίνει, Κούλα μου, έτσι όπως το θέτεις τόσο απλοϊκά...», ετοιμάστηκα να συνεχίσω με ύφος χιλίων καρδιναλίων...
« Ου με πείσεις καν με πείσεις, Μανόλη.» , με διέκοψε αυτή. «  Καλύτερα όμως να βάλουμε εδώ μια άνω τελεία στη συζήτησή μας. Προτείνω  να κάνουμε το  ταξιδάκι μας στη Γερμανία  και να τη συνεχίσουμε όταν επιστρέψουμε με το καλό»
Συμφώνησα ενθουσιωδώς . Την επομένη κιόλας έκλεισα  θέσεις για τη Στουτγάρδη σε μία οικονομική αεροπορική εταιρεία, απ΄αυτές που, όταν είσαι πάνω από 1.70, σε συμπιέζουν στη θέση και σε  βγάζουν από το αεροπλάνο στο σχήμα της ημισελήνου .
Και επισκεφθήκαμε με τη σειρά τους φίλους μας  στη Γερμανία . Που όλοι τους  έφυγαν από την Ελλάδα γραμμένοι σε κάποιο αριστερό γκρουπούσκουλο και κατέληξαν να ψηφίζουν Χριστιανοδημοκράτες. Εμείς κατεστραμμένοι οικονομικά , να ζέχνουμε από την πείνα,  αυτοί  χεσμένοι στα ευρώπουλα  και με  προγούλια να φτάνουν ως το στομάχι. Το τέλειο κοντράστ . Μας  δείξανε τα επιβλητικά ακίνητά  τους , ζηλέψαμε τα πανάκριβα κινητά  τους και τα υβριδικά αυτοκίνητά τους ,  μας πήγανε  στα Bad Τάδε και στα Berg Δείνα , μας κέρασαν  σε γκουρμέ εστιατόρια πιάτα των εκατό ευρώ, στιγμές στιγμές διασκεδάζαμε  , βοηθούσαν και  οι μέρες που παραδόξως  έμοιαζαν με  τις κροκάτες γάζες του Βάρναλη, μέσα όμως έβραζε η αγανάκτηση βλέποντας τον  χυδαίο νεοπλουτισμό τους , Aχ, πού σαι, νιότη, πού δειχνες, πως θα γινόμουν άλλος !...
«Πολλή γκλαμουριά διακρίνω στους φίλους μας», είπε κάποια στιγμή που παίρναμε το πρωινό μας  μόνοι στο Cafe Journal   του Μανχάιμ η γυναικα μου. 
«Είναι απλό, καλή μου. Στα νιάτα τους  φώναζαν το τσιτάτο της Ρόζας Λούξεμπουργκ "Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα". Μεγαλώνοντας ανακάλυψαν τη γοητεία της καπιταλιστικής Βαρβαρότητας και πέταξαν στα σκουπίδια το Σοσιαλισμό .»
«Μανόλη, λέω να του δίνουμε το γρηγορότερο από δω. Να γυρίσουμε στην Ελλάδα , περνώντας πρώτα από τη Βαυαρία , για ένα προσκύνημα στα μουσεία .¬
Ήρθε λοιπόν η ώρα της πόλης των μοναχών, ήτοι του Μονάχου, και καταλύσαμε στο Hotel Italia. Κατεβαίνω στο μπαρ και πίνω δυο σφηνάκια ρώσικα εκ Δανίας , παρεπιμπτόντως ρωτώ τον πανδοχέα με το χρυσό κυνόδοντα και το ρουμπινάτο δαχτυλίδι στο δεξί:«Si parla italiano?»« Νein ich bin aus Turkei!», μου λέει αυτός 
« Όμως στην επιγραφή γράφετε Italia…»
« Η Ιταλία είναι ένα απωθημένο που είχα από παιδί, ζώντας σε μια φτωχογειτονιά του Βοσπόρου» είπε ο Τούρκος πανδοχεύς πιάνοντας την μπουκάλα με το ουίσκι. 
« Ήθελα να πάω στη  Βενετία , με τους δόγηδες και τα καρναβάλια, αλλά κατέληξα στη χώρα των ξενέρωτων, τη Γερμανία. Ποτέ δε μου άρεσε  η Ισταμπούλ, χίλια διακόσια χρόνια χέσιμο οι βυζαντινοί συν άλλα εξακόσια  οι πισινοί οι δικοί μας, πολλή σκατίλα, αδερφέ μου, έχει μαζέψει ο Βόσπορος κι εγώ γουστάρω ψάρια πελαγίσια , δε γίνεται να σκουπίζω με χαρτί υγείας τη μαρίδα πριν τη βάλω στο τηγάνι, γι’ αυτό έγινα μετανάστης και με τον κόπο μου αγόρασα αυτό το ριμάδι από ένα μαφιόζο, που τον πιάσανε για ηρωίνη.»

«Μπράβο , έχεις μυαλό Ρωμιού, εσύ θα πας μπροστά!», του χτύπησα την πλάτη. «Βάλε τώρα και κανά ουισκάκι για να συσφίξουμε τις σχέσεις μας, κερνώ εγώ. »
Ξημέρωσε η  άλλη μέρα του δικού μας του Θεού, του καλού και σπλαχνικού,  κατεβήκαμε  για πρωινό στην τραπεζαρία. Πολύ το χαρήκαμε αυτό το πρωινό , έχοντας στη δούλεψή μας  τους δύο Τούρκους  του υπηρετικού προσωπικού. Τον ένα τον έλεγαν Κεμάλ, τον άλλο Χαϊκάν, και δώστου Κεμάλ φέρε μας τον καφέ , Χαϊκάν δώσε μας το μέλι, βγάλαμε όλα μας τα απωθημένα σε παραγγελιές, φλεγότανε ακόμα η Σμύρνη του Στρατή Δούκα  και κάπνιζε το Αϊβαλί του Φώτη Κόντογλου εντός μας, βλέπετε...

Αυτή η μικρή εκδίκηση επί των νεοοθωμανών μάς έφτιαξε το κέφι και πήραμε σβάρνα τα μουσεία. Πρώτα σαρώσαμε έμπλεοι εθνικής υπερηφάνειας  την περίφημη Glyptothek  με τα ελληνορωμαϊκά αγάλματα .https://www.abendzeitung-muenchen.de/media.media.a21abb0c-0a92-4c08-9458-6b8a9266e07d.original1024.jpgκι ύστερα φύγαμε σφαίρα για την  Alte Pinakothek, ρυθμίζοντας το κοντέρ του βηματομετρητή στο κινητό μας . Τα ποδάρια μας  πήραν φωτιά  διατρέχοντας τις  αίθουσες του γηραιού κτιρίου  ! Όλο στάσου, ρε γυναίκα, μούγκριζα ασθμαίνων εγώ , να πιούμε κάνα καφέ, να ξαποστάσουμε λιγάκι σε κάνα παγκάκι, αλλά αυτή σαν τρεχαντήρι Μυκονιάτικο φούσκωνε τα πανιά της στους διαδρόμους κι εγώ να την ακολουθώ σαν  ταπεινή  βαρκούλα, ώσπου ξαφνικά , ω θαύμα θαυμάτων, με παρέσυρε κι εμένα ο οίστρος της και εσχίσθην εις τα δύο, αλλού πήγε το σώμα αλλού το πνεύμα. Η  δόνηση των καλλιτεχνικών ερεθισμών σαν  ένας οργασμός διαρκής ήταν συγκλονιστική. Τι βασιλιάδες βλοσυρούς διέτρεξα μαζί της, τι βασίλισσες  με χλεμπονιάρικο πρόσωπο  , τι Ρούμπενς  και Φλαμανδικές Σχολές , τι μαντόνες και Χριστούς, αμέτρητους Χριστούς, βρεφάκια , νταγλαράδες, ανφάς, προφίλ, γκρο πλαν, εσταυρωμένους , μυστικοδειπνούντες ή ξαπλωτούς,  με ολόχρυσα ή κατάμαυρα μαλλάκια , που μας κοιτούσανε ασκαρδαμυκτί με τα καταγάλανά τους μάτια (άλλο μυστήριο κι αυτό) κι εμείς μπροστά τους  στήλες άλατος  μ' ανοιχτό το στόμα.https://www.fulcrumgallery.com/product-images/P827841-10/the-holy-family.jpg
 Βγήκαμε πεθαμένοι απ’ την πινακοθήκη και καταλύσαμε προσωρινώς σε μία μπιραρία, όπου βάλαμε κατά μέρος τα υγιεινιστικά μας must  και ντερλικώσαμε μέχρι σκασμού  ένα βουνό από βουρστ, στην κορυφή του οποίου ήταν θρονιασμένο  ένα βαρέλι μπίρα .https://agenda.journaldujura.ch/sites/default/files/pictures/Wurst-und-Bier_Web.jpg
Οι συνέπειες του γαστροοισοφαγικού οργίου ήταν άμεσες. Εκείνο το βράδυ με επισκέφθηκε για πρώτη φορά σε όνειρο του εξωτερικού η  μάνα μου και μ' έπιασε το παράπονο . Σαν πιο σκυφτή μού φάνηκε από τα όνειρα του εσωτερικού κι όλο κλαυθμύριζε, "Παιδάκι μου, τι θα απογίνεις στη ζωή, ακόμα σπιτάκι δεν απέκτησες"  και τα παρόμοια όλων  των μανάδων του κόσμου.
Σώπα , ρε μάνα!" , της έλεγα καταπραϋντικά  εγώ". ...Ο  Μανόλης σου θα σώσει τον κόσμο, έχει ιδέες αυτός", αλλά αυτή όλο μουρμούριζε "Να βράσω τις ιδέες σου , ρε Μανόλη, να βράσω τις ιδέες σου!", κι εγώ έκλαιγα από το κακό μου , που δε συμμεριζόταν το  γιο της , όλο σκεφτόμουν "Τι σόι μάνα είναι αυτή , δική μου   ή του Τούρκου ξενοδόχου;".


 ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Ξυπνώντας ο Μανόλης Βασιλειάδης από το όνειρο,  επέστρεψε με τη συμβία του στη Θεσσαλονίκη. Εκεί προέβη επειγόντως στις εξής ενέργειες:
1ο: Παράγγειλε και
κρέμασε στον τοίχο πίσω από την καρέκλα του γραφείου το γνωστό κάδρο
Αποτέλεσμα εικόνας για ο πωλων επι πιστωσει
 


συνοδευόμενο από τις ταμπέλες 

ΕΦΕΞΗΣ ΟΛΕΣ ΟΙ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ ΠΛΗΡΩΝΟΝΤΑΙ ΤΟΙΣ ΜΕΤΡΗΤΟΙΣ!
ΠΙΣΤΩΣΗ ΔΕΝ ΔΙΔΕΤΑΙ!

ΔΙΑΘΕΤΟΥΜΕ  POS-ΔΕΧΟΜΕΘΑ ΠΙΣΤΩΤΙΚΕΣ ΚΑΡΤΕΣ 

* 
H ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΗ
ΧΡΕΩΝΕΤΑΙ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ
ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΑ ΜΕ ΤΗ ΒΑΡΥΤΗΤΑ ΤΗΣ!
* 
2ο: Πέρασε απ' το γνωστό  μεσίτη Ηρακλή Κουιμτζίδη και ζήτησε να του βρει  για αγορά   μία μεζονέτα στην Περαία, τώρα που είναι πεσμένες λόγω κρίσης οι τιμές.

Gerontakos , Θεσσαλονίκη, 7/3/2020
  • Add to Phrasebook
    • No word lists for Greek -> Greek...
    • Create a new word list...
  • Copy

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Γάλλοι σεφ μαγειρικής: εκπαιδευτές και συνεργάτες ή σαδιστές που κάνουν εφιαλτική τη ζωή των εκπαιδευομένων και των υφισταμένων τους;

  Εφιάλτες στην κουζίνα Από τα μικρά μπιστρό ώς τα φημισμένα πολυτελή εστιατόρια, οι...