Γουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς: "Ταξίδι στο Βυζάντιο"
Ένας συμβολικός προορισμός για μια νοηματισμένη, δηλαδή πνευματική , ζωή της "τρίτης ηλικίας"Ο Γουίλιαμ Μπάτλερ Γέιτς (1865-1939) έγραψε το "Ταξίδι στο Βυζάντιο" το 1927, στις αρχές δηλαδή της έκτης δεκαετίας της ζωής του , και το δημοσίευσε ένα χρόνο αργότερα στο περιοδικό The Tower.
1. Στην πρώτη στροφή ο αφηγητής ανακοινώνει ότι η χώρα που άφησε πίσω του «Δεν είναι τόπος για τους γέροντες» (η φράση ξαναγεννήθηκε χάρη στο θαυμάσιο μυθιστόρημα του Cormac McCarthy και στην έξοχη ομότιτλη ταινία που την ακολούθησε ). Συνειδητοποιώντας την προχωρημένη ηλικία του, ο αφηγητής αισθάνεται ξοφλημένος. Ο έρωτας των νέων, τα πουλιά που τραγουδούν και άλλα σημάδια χαράς και νιότης που βλέπει γύρω του δεν είναι πλέον ο τόπος των ηλικιωμένων. Το Πλέοντας προς το Βυζάντιο, στην πρώτη στροφή του αναφέρεται ανοιχτά στο πολυσυζητημένο και αιώνια καυτό θέμα της παραμέλησης των ηλικιωμένων από την υπόλοιπη κοινωνία.
2. Η δεύτερη στροφή περιγράφει τους ηλικιωμένους, όπως τον ίδιο τον αφηγητή, ως άχρηστα πράγματα, σαν ένα παλτό κρεμασμένο - εξίσου ελαφρύ και εξίσου άχρηστο στα μάτια της κοινωνίας. Αυτή είναι η θλιβερή πραγματικότητα , εκτός κι αν οι γέροντες καταφέρουν να μάθουν να είναι ευτυχισμένοι στο λυκόφως της ζωής τους . Για να το πετύχουν , πρέπει να μάθουν να απολαμβάνουν τα γεράματα και τη σοφία τους. Για να κάνουν την ψυχή τους να «τραγουδήσει» ξανά, πρέπει να μελετήσουν τις "δόξες" του πολιτισμού, μνημεία μεγάλης αξίας - με άλλα λόγια, όσα έχουν χτίσει και πραϋνουν την ψυχή του ανθρώπου. Και αυτός, εξηγεί ο αφηγητής , είναι ο λόγος του πλου προς το Βυζάντιο.
3. Στην τρίτη στροφή, ο ομιλητής παρακινεί τους σοφούς γέροντες ή τους «σοφούς» του Βυζαντίου να γίνουν «οι τραγουδιστές της ψυχής» του - να τον διδάξουν πώς να απολαμβάνει το γήρας του και να είναι ξανά ευτυχισμένος. Zητεί από τους πρεσβυτέρους να κάψουν , να «καταναλώσουν την καρδιά» του, για να απαλλαγεί από τους πόθους ενός νεαρού άνδρα, που ακόμα τον ταλαιπωρούν , και να συνάψει ειρήνη με την ηλικία του . Διότι είναι, τελικά, είναι ένα «ζώο που πεθαίνει».
4. Στην τελευταία στροφή, ο αφηγητής δηλώνει ότι, μόλις αποστασιοποιηθεί από τη φυσική του υπόσταση και στερηθεί τις επιθυμίες και την «καρδιά» του, δεν θα προσπαθήσει ποτέ να επιστρέψει στην σωματική του κατάσταση , αλλά σαν ένα χρυσό πουλί φτιαγμένο από Έλληνες χρυσοχόους ή ένα πουλί καθισμένο σε χρυσό κλαδί θα τραγουδά όσα πέρασαν, περνούν και μέλλεται να περάσουν.
Γιατί όμως ο ποιητής θεωρεί ιδανικό προορισμό το Βυζάντιο; Τι το ιδιαίτερο έχει μια αυτοκρατορία , που χάθηκε μέσα στη σκόνη της Ιστορίας και δεν έχει και πολλούς θαυμαστές στο χώρο της διανόησης ; Γιατί να αποτελεί τον τελικό προσωπικό προορισμό για τη ζωή του; Ο Γέιτς έκανε σαφή τη συμβολική σημασία του Βυζαντίου σε ένα κείμενό του για μια ραδιοφωνική εκπομπή του BBC το 1931:
« Προσπαθώ να γράψω για την ψυχική μου κατάσταση ως ηλικιωμένου . Μερικές από τις σκέψεις μου πάνω στο θέμα αυτό τις έχω βάλει σε ένα ποίημα που ονομάζεται «Ταξίδι στο Βυζάντιο». Το Βυζάντιο ήταν το κέντρο του ευρωπαϊκού πολιτισμού και η πηγή της πνευματικής του φιλοσοφίας, γι 'αυτό και η αναζήτηση της πνευματικής ζωής ταυτίζεται συμβολικά με το ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη.»
Sailing to
Byzantium
by W. B.
Yeats ( 1865-1939)
That is no
country for old men. The young
In one
another's arms, birds in the trees
—Those
dying generations—at their song,
The
salmon-falls, the mackerel-crowded seas,
Fish,
flesh, or fowl, commend all summer long
Whatever is
begotten, born, and dies.
Caught in
that sensual music all neglect
Monuments
of unageing intellect.
*
*
An aged man
is but a paltry thing,
A tattered
coat upon a stick, unless
Soul clap
its hands and sing, and louder sing
For every
tatter in its mortal dress,
Nor is
there singing school but studying
Monuments
of its own magnificence;
And
therefore I have sailed the seas and come
To the holy
city of Byzantium.
*
*
O sages
standing in God's holy fire
As in the
gold mosaic of a wall,
Come from
the holy fire, perne in a gyre,
And be the
singing-masters of my soul.
Consume my
heart away; sick with desire
And
fastened to a dying animal
It knows
not what it is; and gather me
Into the
artifice of eternity.
*
*
Once out of
nature I shall never take
My bodily
form from any natural thing,
But such a
form as Grecian goldsmiths make
Of hammered
gold and gold enamelling
To keep a
drowsy Emperor awake;
Or set upon
a golden bough to sing
To lords
and ladies of Byzantium
Of what is
past, or passing, or to come.
***********
ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ
Ι
Δεν είναι τόπος για τους γέροντες αυτός.Νέοι
Στην αγκαλιά ο ένας του άλλου, πουλιά στα δέντρα,
-Τούτες οι γενεές που πεθαίνουν- στο τραγούδι τους,
Ποτάμια σμάρια οι σολομοί, θάλασσες σμάρια τα σκουμπριά,
Το ψάρι, η σάρκα και το θήραμα, όσο βαστά το καλοκαίρι υμνούν
Το κάθε τι που σπέρνεται, γεννιέται, και πεθαίνει.
Παρμένοι από τη λάγνα τούτη μουσική όλοι αψηφούν
Του αγέραστου νου τα μνημεία.
ΙΙ
Ο γέρος είναι τιποτένιο πράγμα,
Κουρελιασμένο ρούχο απάνω σε μπαστούνι, εκτός
Αν η ψυχή χτυπήσει τις παλάμες της και τραγουδάει πιο δυνατά
πιο δυνατά
Στο κάθε ξέσκισμα της θνητής φορεσιάς της,
Και δεν είναι σχολειό του τραγουδιού παρά η μελέτη
Των μνημείων της δικής της μεγαλοπρέπειας.
Έτσι λοιπόν αρμένισα τις θάλασσες για να ΄ρθω
Στην άγια πολιτεία του Βυζαντίου.
ΙΙΙ
Σοφοί ορθωμένοι μέσα στην άγια φωτιά του Θεού
Λες στο χρυσό ψηφιδωτό ενός τοίχου
Βγείτε απ΄ την άγια τη φωτιά, στριφογυρίστε μες στο στρόβιλο
Γενείτε δάσκαλοι του τραγουδιού για την ψυχή μου.
Κάψετε την καρδιά μου κι αναλώστε την ΄άρρωστη του πόθου,
Δεμένη σ΄ένα ζώο που ξεψυχά,
Δεν ξέρει τώρα τι είναι΄και δεχτείτε με
Στην τεχνουργία της αιωνιότητας.
IV
Και μια φορά που θα βγω από τη φύση, ποτέ μου δε θ΄αποζητήσω
Για τη σωματική μορφή μου πράγμα φυσικό,
Αλλά τέτοια μορφή που οι Γραικοί χρυσοχόοι φτιάνουν
Από σφυρήλατο χρυσάφι και μαλαματένιο σμάλτο
Για να κρατήσουν ένα νυσταλέον Αυτοκράτορα ξυπνό
Ή στήνουν σε χρυσό κλωνάρι για να τραγουδά
Στους άρχοντες και στις αρχόντισσες του Βυζαντίου
Τα που πέρασαν ή που περνάν ή που θα ΄ρθουν.
Μετάφραση Γιώργος Σεφέρης (1900-1971), "Αντιγραφές". Εκδ. Οίκος Ίκαρος.
Κάψετε την καρδιά μου κι αναλώστε την ΄άρρωστη του πόθου,
Δεμένη σ΄ένα ζώο που ξεψυχά,
Δεν ξέρει τώρα τι είναι΄και δεχτείτε με
Στην τεχνουργία της αιωνιότητας.
IV
Και μια φορά που θα βγω από τη φύση, ποτέ μου δε θ΄αποζητήσω
Για τη σωματική μορφή μου πράγμα φυσικό,
Αλλά τέτοια μορφή που οι Γραικοί χρυσοχόοι φτιάνουν
Από σφυρήλατο χρυσάφι και μαλαματένιο σμάλτο
Για να κρατήσουν ένα νυσταλέον Αυτοκράτορα ξυπνό
Ή στήνουν σε χρυσό κλωνάρι για να τραγουδά
Στους άρχοντες και στις αρχόντισσες του Βυζαντίου
Τα που πέρασαν ή που περνάν ή που θα ΄ρθουν.
Μετάφραση Γιώργος Σεφέρης (1900-1971), "Αντιγραφές". Εκδ. Οίκος Ίκαρος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου