Εθνική μνήμη
ή
«Δερβενάκια ΑΕ». ;
«Στεφάνια και φανφάρες και σημαίες και μεγάλες στολές», Δήμος Μούτσης*
Κωστής Παπαϊωάνου
Πρώην Γενικός Γραμματέας Υπουργείου Δικαιοσύνης
Πηγή: antiphono.wordpress.com
Η επέτειος των 200 ετών από την επανάσταση του 1821 είναι πολλαπλά σημαντική. Το ελληνικό κράτος έχει για πρώτη φορά την ευκαιρία να τιμήσει τη δημιουργία του. Στα πρώτα του γενέθλια, πριν 100 χρόνια, οι άφρονες επιλογές που οδήγησαν στην Μικρασιατική καταστροφή δεν επέτρεπαν εορτασμούς. Τα 150 χρόνια «έπεσαν» στη χούντα. Ήρθε η ώρα της δημοκρατίας να αναμετρηθεί με την ιστορική μνήμη.
Η επέτειος συμπίπτει με την τελική ή εξόδιο φάση από την οικονομική και πολιτική περιπέτεια της επιτροπείας και των μνημονίων. Τα τραύματα στο κοινωνικό σώμα, στο πολιτικό μας σύστημα και στο θεσμικό οικοδόμημα είναι βαθιά. Οι συμβολισμοί μιας τέτοιας επετείου μπορούν να έχουν ιαματικές επιδράσεις εάν είναι συμβολισμοί αυτοσυνειδησίας, μέτρου και ιστορικής αλήθειας. Οι επέτειοι είναι ευκαιρίες μνήμης. Πολύτιμες και υπό όρους αναγεννητικές και αναζωογονητικές. Η διαχείριση του συμβολικού είναι βαθιά πολιτική πράξη.
Στη διαδρομή αυτών των 200 ετών έχουμε πολλά βάλει στην άκρη. Το μερίδιό μας από τον πυρετό της γέννησης εθνικών κρατών δεν το έχουμε χωνέψει. Δεν αντιλαμβανόμαστε συνήθως τη γέννηση του ελληνικού κράτους ως τμήμα της ευρύτερης συγκρότησης των εθνικών κρατών αλλά το προσεγγίζουμε με όρους γεγονότος μοναδικού στην παγκόσμια ιστορία. Αλλά και την ίδια την επανάσταση, με τις υπερβάσεις και τις αντιφάσεις της, τον ηρωισμό και τη μικρότητα, τους κοινωνικούς ανταγωνισμούς, τις αποκλίνουσες επιδιώξεις, την παρέμβαση του ξένου παράγοντα, το όραμα για την επόμενη μέρα που διόλου ενιαίο δεν ήταν. Το πολύτιμο φορτίο της εθνικής συγκρότησης και της δημιουργίας ενός κράτους από τα ερείπια. Τη διαδρομή ενός κράτους που συνέχισε για δεκαετίες να προσαρτά εδάφη στο πλαίσιο μιας εκτεταμένης ρευστότητας εθνοτικών ορίων και ταυτοτήτων.
Επέτειος του 21 σημαίνει να δούμε το ταξίδι αυτών των δυο αιώνων. Να δούμε αυτή τη διαδικασία που εξελίσσεται. Την κοινή ταυτότητα που λανθάνει κι αφυπνίζεται, που διαρκώς επαναπροσδιορίζεται. Να δούμε τους γενέθλιους αρμούς μας. Τι έγινε στο μεταξύ; Πώς αυτός ο λαός μεγάλωνε ραγδαία εντάσσοντας νέους πληθυσμούς; Πώς βρισκόταν αντιμέτωπος με την ανάγκη συνεκτικού εθνικού ταυτοτικού ιστού; Πώς εξοβέλιζε όσα στοιχεία (κρινόταν ότι) περίσσευαν, συχνά βίαια, άλλοτε όχι; Ενός λαού που τα τελευταία χρόνια υποδέχεται και πάλι νέα μέλη αλλά στέλνει και πολλούς νέους του μακριά. Μια συνετή και ουσιαστική προσέγγιση του 21 θα μπορούσε να είναι πολύτιμη και για αυτούς που φεύγουν και αυτούς που έρχονται, ως στοιχείο συμμετοχής και πρόσληψης του σημερινού συλλογικού μας εαυτού. Μια συνετή και ουσιαστική προσέγγιση του 21 σημαίνει να δούμε τι σημαίνει γεννιέμαι αλλά και γίνομαι Έλληνας και Ελληνίδα σήμερα.
Οι εθνικές αλήθειες αλλά και οι εθνικοί μύθοι είναι εδώ. Μπορούμε να πάμε προς την επέτειο δίνοντας τον πρώτο λόγο στους ιστορικούς. Να τεθούν ερωτήματα, να κινηθεί η έρευνα, να γίνει η επέτειος αφορμή για να ξανασκεφτούμε την ιστορική παιδεία, να γίνουν πρωτότυπα πράγματα στα σχολεία.
Μπορούμε κυρίως να συζητήσουμε για την τρίτη εκατονταετία του ελληνικού κράτους. Ποια θα είναι η Χάρτα μας για τον επόμενο αιώνα ζωής αυτής της χώρας; Με ποια προτάγματα, ποιες θεμελιακές παραδοχές προχωράμε; Οι επέτειοι τέμνουν το χρόνο, είναι εκείνες οι στιγμές που μπορούμε να κοιτάμε μπροστά και πίσω ταυτόχρονα.
Μπορούμε όμως κάλλιστα να πάμε προς την επέτειο μόνο με τις βεβαιότητές μας. Να κάνουμε πολλές ομιλίες και να τις ξεκινάμε με το γνωστό «Οι Έλληνες από αρχαιοτάτων χρόνων…». Να σταθούμε μπροστά σε σημαίες και αγήματα για να τιμήσουμε το έθνος των Ελλήνων που διατρέχει μια πορεία αδιάσπαστη μέσα στον χρόνο, σχεδόν «υπερίπταται» της Ιστορίας ως αιώνια συλλογική παρουσία. Να καμαρώσουμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη.
Οι επέτειοι μπορούν να είναι και ευκαιρία για μεγάλα εθνικά πάρτι με πολλά πυροτεχνήματα. Πάρτι κυριολεκτικά, φιέστες, έχουμε δα μνήμες τέτοιες. Αλλά και πάρτι μεταφορικά: ευκαιρία για τη δημιουργία μηχανισμού αναθέσεων έργων και μάλιστα μη υποκείμενου σε κριτική «εις το όνομα του ιερού σκοπού του». Κι από τέτοια έχουμε μνήμες.
Δυστυχώς εν προκειμένω για τρεις λόγους είναι σχεδόν βέβαιο ότι πάμε για μεγάλα λόγια με μεγάλα πυροτεχνήματα. Ο πρώτος είναι η ταχύτητα της κυβέρνησης που δείχνει πόσο επενδύει στην επικοινωνιακή εξαργύρωση του συμβολισμού. Θέλει επικοινωνιακά με το «είκοσι-εικοσιένα 2021» να κάνει ένα συλλογικό flash back στα ένδοξα βράδια του 2004 και να προσθέσει μια άκοπη αίσθηση ιστορικού βάθους σε αυτό που διαφημίζεται ως γαλάζια επιστροφή στην κανονικότητα.
Δεύτερον, η γνωστή διατύπωση για την «ανάπτυξη του εθνικού αφηγήματος της Ελλάδας, με σκοπό την δημιουργία ενιαίας εικόνας και ταυτότητας της χώρας και των φορέων του ελληνικού κράτους» δεν επιτρέπει και πολλή αισιοδοξία για το περιεχόμενο της προσπάθειας. Δεν είναι μόνο ακραία συντηρητική η προσέγγιση. Είναι σχεδόν ωμή και η διατύπωση. Και τρίτον, η επιλογή της κ. Αγγελοπούλου δείχνει με τρόπο εμβληματικό το εύρος, το στίγμα αλλά –φευ- και τα μέσα και τους πόρους που ίσως χρησιμοποιηθούν για τη νέα επιχείρηση «Δερβενάκια ΑΕ». Με την έννοια αυτή, δύσκολα μπορώ να φανταστώ πιο εύστοχη επιλογή.
******************************
*Δήμος Μούτσης, Τέσσερις στίχοι
Να!
Ιδού λοιπόν η εποχή των συμπλεγμάτων.
Ο απέναντι με ακούει με απορία και μετά,
«Να κι αν είναι κι αν δεν είναι» μου απαντά.
«Να, να , να!…»
Ιδού λοιπόν η εποχή των συμπλεγμάτων.
Είναι τα οράματα που λείπουν
«διότι», «δεν» και τα λοιπά,
είν’ ο φόβος, όχι τίποτα σπουδαίο φυσικά,
μα που μας κάνει ξαφνικά,
για ό,τι υπάρχει ένα γύρω να μη δίνουμε μια
και «Να, να , να!…»
Για τα παιδιά που περιμένουν κι ελπίζουν
νύχτα μέρα με παυσίπονα και ηρεμιστικά,
μήπως έχουμε κάτι να πούμε; Ε, όχι δα!
Εμείς «Να, να , να!…»
Για τους φαντάρους που ονειρεύονται τις νύχτες
κι έναν ύπνο ανεξύπνητο κοιμούνται στη σκοπιά,
μήπως έχουμε κάτι να πούμε; Ε, όχι δα!
Εμείς «Να, να , να!…»
Κάθε φορά που η ζωή μας ακριβαίνει.
Τι περίεργη λιτότης! Δύο μέτρα, δύο σταθμά.
Nα!
«Η Ελλάδα μας πληγώνει»* (Σεφέρης). Ε, καλά!
Εμείς «Να, να , να!…»
Εμένα πάντως η Ελλάδα με μουντζώνει,
όμως εσένα, πονηρούλη, σε πληρώνει τελικά,
μου αγοράζεις ένα ύφος ακριβά ή φτηνά
και «Να, να , να!…»
Αυτοκράτορας σκοτώνει τη μαμά του – λέει –
διαγράφονται οι λέξεις ʼγιος – Μέγας και τα λοιπά.
Ιστορίες θα λέμε τώρα; Ε, όχι δα!
Εμείς «Να, να , να!…»
Τετρακόσια χρόνια φάγαμε τους Τούρκους.
Συνηθίσαμε και τρώμε και τους Έλληνες μετά.
Τέτοιες ώρες, τέτοια λόγια. Ε, καλά!
Εμείς «Να, να , να!…»
Όλα αλλάζουν, ξαναλλάζουν κι αλαλάζουν.
Ένας κόσμος σαν κοπάδι αλαφιασμένο τριγυρνά.
Οι κερκίδες τι σημαίνουν; Ε, καλά.
Εμείς «Να, να , να!…»
«Το μυαλό μου είναι σε φάση να σαλτάρει».
Τούτ’ η φράση μου ‘χει μείνει από τα Νέα Ελληνικά.
«Πολυτέλειες» θα μου πείτε. Ε, καλά!
Εμείς «Να, να , να!…»
Ιδού λοιπόν η εποχή των συμπλεγμάτων.
Ο απέναντι με ακούει, με κοιτάζει και μετά
«Πόση αλήθεια κρύβει τούτ’ η ιστορία μου απαντά».
Κι εκεί τελείως ξαφνικά,
Μου θυμίζει κάτι λόγια – κάτι λόγια γνωστά –
ωραία κι αληθινά.
Το λουλουδάκι αυτό δεν ήταν για μας.
Το κόψαμε, το φάγαμε και το φτύσαμε μετά».
αλλά για τέτοια θα λέμε τώρα; Ε, όχι δα!
Εμείς «Να, να , να!…»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου