Κοινωνία και ισότητα
«Δεν
τρέφω αυταπάτες για μια κοινωνία χωρίς ανισότητες. Κάτι τέτοιο είναι
αντίθετο στην ανθρώπινη φύση και όσοι το επιχείρησαν καταστρατήγησαν
τελικά την ίδια τη Δημοκρατία και τα ατομικά δικαιώματα».
Κυριάκος Μητσοτάκης, αρχηγός της αντιπολίτευσης, ΔΕΘ 16-17/9/2017.
Δεν πρέπει όμως να παραγνωρίζεται ότι τα συστήματα αυτά, του υπαρκτού παρελθόντος αλλά και του υπαρκτού παρόντος, απέδωσαν στους λαούς τους, ως επί το πλείστον, εθνική ανεξαρτησία και αξιοπρέπεια.
Όμως, στην ίδια αναφορά, λησμονείται περιέργως ότι η θεσμική δημοκρατία και τα δικαιώματα καταλύθηκαν με βάρβαρες και ανθρωποκαταστροφικές μεθόδους κυρίως και πρωτίστως από τους πολλαπλούς ολοκληρωτισμούς της στρατοκρατικής φιλελεύθερης οικονομικής ολιγαρχίας αλλά και τις αυταρχικές εκτροπές του αστικού κράτους.
Η ανάπτυξη του σύγχρονου συνταγματισμού, στο πλαίσιο των ιστορικών και πολιτικών συγκυριών του 19ου, του 20ού και της αρχής του 21ου αιώνα, αναδεικνύουν τη σημασία της σχέσης του δικαίου, υπό την ευρεία τυπική και ουσιαστική έννοια, με το εκάστοτε σύστημα δημόσιας διακυβέρνησης.
Η συζήτηση για το κράτος δικαίου και το κοινωνικό κράτος είναι πάντα επίκαιρη και ατέρμονη.
Η αρχή του κράτους δικαίου υπήρξε αντικείμενο πολιτικής κριτικής, ιδίως από τους «αντιπάλους» του πολιτικού φιλελευθερισμού.
Η κριτική εστιάστηκε στη θέση ότι το τυπικό και ουσιαστικό κράτος δικαίου συνιστά το νομικό και κατά συνέπεια το πολιτικό εποικοδόμημα μιας συγκεκριμένης κατάστασης, η οποία διακρινόταν πρωτίστως από την οικονομική και εν συνεχεία την ιδεολογική και πολιτική ηγεμονία του αστισμού.
Η αρχή του κράτους δικαίου δεν ήταν αρκετή για την καταπολέμηση της κοινωνικής ανασφάλειας, των ανισοτήτων και της φτώχειας.
Η ίση μεταχείριση των πολιτών σε ένα κατ’ αρχήν νομικό επίπεδο δεν παρείχε στους οικονομικά ασθενέστερους ίση πρόσβαση στη χρήση των τυπικά αναγνωρισμένων δικαιωμάτων τους. Η ανισότητα υπονόμευε την ελευθερία.
Η περαιτέρω απάντηση του κράτους δικαίου απαιτούσε την προσφυγή σε πολιτικές με έντονο κοινωνικό περιεχόμενο. Έτσι, γεννήθηκε η αρχή του κοινωνικού κράτους.
Το κοινωνικό κράτος αναγνωρίζει τις κοινωνικές ανισότητες και τις ακυρώνει, είναι κράτος εξόχως παρεμβατικό, κράτος ευρύτατων κοινωνικών παροχών, κράτος αναδιανεμητικό του παραγόμενου πλούτου, κράτος διασφάλισης στην κοινωνία ίσων ευκαιριών, όλοι οι άνθρωποι στην ίδια αφετηρία ζωής, αλλά, οπωσδήποτε και ίσων αποτελεσμάτων.
Σε πολιτικό επίπεδο, στις ιστορικές εξελίξεις με επίκεντρο αυτούς τους προβληματισμούς, πρωταγωνίστησαν τα κόμματα της πληθυντικής Αριστεράς (εργατικά, σοσιαλδημοκρατικά, κομμουνιστικά, αναρχικά).
Κάποιος (κάποιοι;) στη Θεσσαλονίκη προσπάθησαν να αφαιρέσουν τα πιο ουσιώδη κεφάλαια από την παγκόσμια και ευρωπαϊκή ιστορία δύο αιώνων.
Κάποιος (κάποιοι;) στη Θεσσαλονίκη παρέβλεψαν επίσης τα εξής:
Πρέπει να αποφεύγεται η σύγχυση του νομικού-πολιτικού φιλελευθερισμού με τον οικονομικό φιλελευθερισμό, ο οποίος διακρίνει τον ακραίο καπιταλισμό της αγοράς και των ανισοτήτων.
Οι κοινωνικές ανισότητες δεν αφορούν μόνον την απόσταση πλούτου-φτώχειας ή τη διάκριση και σύγκρουση κεφαλαίου-εργασίας ή τις σχέσεις εργασίας-ανεργίας, αλλά αναφέρονται και στις εθνοτικές μειονότητες, τις θρησκευτικές μειονότητες, τις διακρίσεις των δύο φύλων σε βάρος πάντοτε των γυναικών, τις διακρίσεις με βάση τον σεξουαλικό προσανατολισμό, σε βάρος πάντοτε της ομοφυλόφιλης σχέσης, την άνιση μεταχείριση και προοπτική ατόμων μη «ταλαντούχων» ή με πνευματικές ή ψυχικές ή σωματικές αναπηρίες και βεβαίως περιοριστικές πολιτικές σε βάρος των προσφύγων-μεταναστών, διακρίσεις με βάση τη φυλετική καταγωγή και το χρώμα ή τις διώξεις πολιτών για τις ιδεολογικές ή πολιτικές τους πεποιθήσεις, ιδίως όταν αυτές αντιστρατεύονται και αντιπαλεύουν το επικρατούν πολιτικό σύστημα.
Οι κοινωνικές ανισότητες δηλαδή και η προσωπική έγνοια που απορρέει από τη φτώχεια, την απόγνωση και την ανασφάλεια περιορίζουν το ενδιαφέρον του πολίτη και τον απομακρύνουν από τη διαχείριση των κοινών πραγμάτων στη δημοκρατία. Μετά αγωνία για τη χαμηλή προσέλευση ψηφοφόρων.
Σε χώρες με επικρατούσες πολιτικές άρσης των ανισοτήτων το συνολικό βιοτικό επίπεδο είναι σαφώς υψηλότερο, σε σύγκριση με άνισες κοινωνίες.
Οι κοινωνικές (βλ. ταξικές) συγκρούσεις δεν εμπεριέχουν, ούτε ενσωματώνουν φθόνο. Ο φθόνος είναι ατομική υπόθεση δόλου και δεν μπορεί να χαρακτηρίζει συλλογικές διεργασίες και δράσεις.
Κάτι για όλα αυτά από τη συμπρωτεύουσα; Μάλλον άδικος κόπος αναμονής.
*καθηγητής Πολιτικής Κοινωνιολογίας, πρώην αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Αιγαίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου