Πρόταγμα η διέγερση της μνήμης
Να γίνει, λοιπόν, η Πρωτομαγιά επίσημη
αργία αποτελεί, στο επίπεδο των συμβολισμών, πράξη πολλαπλής σημασίας.
Το αυτό ισχύει, βέβαια, και για τις αντιδράσεις στελεχών της Ν.Δ. σ’
αυτό.
Σήμερα,
στη ρωγμή μιας ακόμα κρίσης του συστήματος, όταν «οι δυνατότητες δεν
είναι παρά απελπιστικές», η δε πιθανότητα της οπισθοδρόμησης πανταχού
παρούσα, ικανή να μετατοπίσει τη δυναμική της ιστορίας πίσω στις
κατάμαυρες σελίδες της, να επαγρυπνεί η μνήμη τιμώντας τους λαϊκούς
αγώνες δεν είναι παρά στοιχειώδης υποχρέωση: της συντεταγμένης πολιτείας
που θεσμοθετεί αλλά και του καθενός χωριστά, στο βαθμό που
αυτοπροσδιορίζεται ον πολιτικό. Να γίνει, λοιπόν, η Πρωτομαγιά επίσημη
αργία αποτελεί, στο επίπεδο των συμβολισμών, πράξη πολλαπλής σημασίας.
Το αυτό ισχύει, βέβαια, και για τις αντιδράσεις στελεχών της Ν.Δ. σ’
αυτό.
«Οκτώ ώρες δουλειά, 8 ώρες ανάπαυση, 8 ώρες ύπνο»: πόσοι, αλήθεια, από τους εργαζόμενους του δυτικού κόσμου έχουν τη δυνατότητα να απολαμβάνουν ένα 24ωρο με τον παραπάνω καταμερισμό και ταυτοχρόνως να βιοπορίζονται από την εργασία τους; Η απάντηση στο ερώτημα μας γυρίζει ευθέως πίσω, στην προ-Σικάγου εποχή, όπου, σημειωτέον, ούτε η αργία της Κυριακής αποτελούσε δεδομένο.
Την 1η του Μάη του 1886, μέρα απεργιακού αγώνα της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Εργασίας, των συνδικάτων δηλαδή, περίπου 350.000 εργάτες, σε 1.200 εργοστάσια των ΗΠΑ, συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις ενάντια στα κέφια του κεφαλαίου και των εργοδοτών. Στο επίκεντρο του αγώνα βρέθηκε το Σικάγο, με 90.000 διαδηλωτές όπου, εννοείται, η διαμαρτυρία μετεξελίχθηκε σε τραγωδία, με τα γνωστά αποτελέσματα για τους πρωτεργάτες της.
Ο Μάιος έχει την όψη του αγώνα και την οσμή του θανάτου ταυτοχρόνως και στην Ελλάδα, με τον αγώνα των καπνεργατών, και τους νεκρούς τους, στη Θεσσαλονίκη του 1936 (9 Μαΐου). Κόντρα στην αισθητική εκείνων που επί δεκαετίες έβλεπαν, με πανουργία, στη σημειολογία της Πρωτομαγιάς την απαρχή της άνοιξης, την αναγέννηση της φύσης κ.ο.κ., και που ευχαρίστως θα την επανέφεραν ως τέτοια -μια χαζοχαρούμενη μέρα δηλαδή με λουλουδοφορεμένες τηλεπερσόνες-, στη φιλοσοφία της Αριστεράς ενυπάρχει η δίχως όρια οραματική δυνατότητα μιας εντελώς αδέσμευτης κοινωνίας, απαλλαγμένης από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Προς τούτο παραμένει πρόταγμα και η διέγερση της μνήμης για τους αγώνες που σε φέρνουν πιο κοντά στην κοινωνία αυτή.
Αντιθέτως, όταν, κατά το σεφερικό, «το λάδι ζεματιστό και το λιωμένο μολύβι αυλακώνουνε τα τειχιά», όταν η κατρακύλα στη βαρβαρότητα αποτελεί συστημική επιλογή, οι εν Ελλάδι ακόλουθοι του νεοφιλελευθερισμού αντιμετωπίζουν την 1η του Μάη ως μια οποιαδήποτε αργία και ρίχνουν νερό στο μύλο του αφηγήματος για λαούς σελέμηδες και μη. Είναι, απλώς, βαθιά αντιδραστικοί. Ο τρόπος που πολιτεύονται αντιβαίνει ακόμα και στη φαντασιακή αναβίωση των αγώνων για τα δικαιώματα στην εργασία, για τα δικαιώματα εν τέλει, στην ίδια τη ζωή.
«Οκτώ ώρες δουλειά, 8 ώρες ανάπαυση, 8 ώρες ύπνο»: πόσοι, αλήθεια, από τους εργαζόμενους του δυτικού κόσμου έχουν τη δυνατότητα να απολαμβάνουν ένα 24ωρο με τον παραπάνω καταμερισμό και ταυτοχρόνως να βιοπορίζονται από την εργασία τους; Η απάντηση στο ερώτημα μας γυρίζει ευθέως πίσω, στην προ-Σικάγου εποχή, όπου, σημειωτέον, ούτε η αργία της Κυριακής αποτελούσε δεδομένο.
Την 1η του Μάη του 1886, μέρα απεργιακού αγώνα της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Εργασίας, των συνδικάτων δηλαδή, περίπου 350.000 εργάτες, σε 1.200 εργοστάσια των ΗΠΑ, συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις ενάντια στα κέφια του κεφαλαίου και των εργοδοτών. Στο επίκεντρο του αγώνα βρέθηκε το Σικάγο, με 90.000 διαδηλωτές όπου, εννοείται, η διαμαρτυρία μετεξελίχθηκε σε τραγωδία, με τα γνωστά αποτελέσματα για τους πρωτεργάτες της.
Ο Μάιος έχει την όψη του αγώνα και την οσμή του θανάτου ταυτοχρόνως και στην Ελλάδα, με τον αγώνα των καπνεργατών, και τους νεκρούς τους, στη Θεσσαλονίκη του 1936 (9 Μαΐου). Κόντρα στην αισθητική εκείνων που επί δεκαετίες έβλεπαν, με πανουργία, στη σημειολογία της Πρωτομαγιάς την απαρχή της άνοιξης, την αναγέννηση της φύσης κ.ο.κ., και που ευχαρίστως θα την επανέφεραν ως τέτοια -μια χαζοχαρούμενη μέρα δηλαδή με λουλουδοφορεμένες τηλεπερσόνες-, στη φιλοσοφία της Αριστεράς ενυπάρχει η δίχως όρια οραματική δυνατότητα μιας εντελώς αδέσμευτης κοινωνίας, απαλλαγμένης από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Προς τούτο παραμένει πρόταγμα και η διέγερση της μνήμης για τους αγώνες που σε φέρνουν πιο κοντά στην κοινωνία αυτή.
Αντιθέτως, όταν, κατά το σεφερικό, «το λάδι ζεματιστό και το λιωμένο μολύβι αυλακώνουνε τα τειχιά», όταν η κατρακύλα στη βαρβαρότητα αποτελεί συστημική επιλογή, οι εν Ελλάδι ακόλουθοι του νεοφιλελευθερισμού αντιμετωπίζουν την 1η του Μάη ως μια οποιαδήποτε αργία και ρίχνουν νερό στο μύλο του αφηγήματος για λαούς σελέμηδες και μη. Είναι, απλώς, βαθιά αντιδραστικοί. Ο τρόπος που πολιτεύονται αντιβαίνει ακόμα και στη φαντασιακή αναβίωση των αγώνων για τα δικαιώματα στην εργασία, για τα δικαιώματα εν τέλει, στην ίδια τη ζωή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου