του Guntram B. Wolff


Αυτή η τρομερή αντιπαράθεση έχει τελειώσει, για την ώρα: η Ελλάδα και οι πιστωτές της έχουν αρχίσει να δουλεύουν σε ένα τρίτο πακέτο διάσωσης. Ωστόσο, ο διάλογος συνεχίζεται για το ποια μαθήματα μπορούν να αντληθούν από την αποτυχία των προηγούμενων προγραμμάτων. Ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ, Olivier Blanchard, προσφάτως δημοσίευσε ένα σημαντικό paper για αυτό. Όταν υπερασπίζεται τις βασικές αποφάσεις του ΔΝΤ, μπορεί κανείς να συμφωνήσει με τα περισσότερα από αυτά που λέει. Ήταν σίγουρα αναπόφευκτο ότι η Ελλάδα θα έπρεπε να εφαρμόσει μαζική δημοσιονομική εξυγίανση τα τελευταία πέντε χρόνια. Όταν ξεκίνησε το πρόγραμμα διάσωσης το 2010, το δημοσιονομικό έλλειμμα διαμορφωνόταν στο 15%. Αυτό δεν ήταν βιώσιμο.
Ο Blanchard έχει ασκήσει έντονη κριτική στις ευρωπαϊκές πολιτικές λιτότητας. Ωστόσο ακόμη και ο ίδιος παραδέχεται ότι στην ελληνική περίπτωση, η ανάγκη για χρηματοδότηση θα ήταν εξωπραγματικά υψηλή χωρίς προηγούμενη αυστηρή λιτότητα. Το συνολικό ποσό  που έχει δανειστεί με βάση τα προηγούμενα προγράμματα διάσωσης, ήδη υπερβαίνουν το 40% του ελληνικού ΑΕΠ - και αυτό απλώς για να χρηματοδοτήσει τα ελλείμματα των περασμένων ετών. Ασφαλώς, η προθυμία για την χρηματοδότηση υψηλότερων ελλειμμάτων δεν υπήρχε. Σε δύο βασικά σημεία ωστόσο, η ανάλυση του Blanchard δεν είναι ικανοποιητική. Το πιο σημαντικό ερώτημα για την Ελλάδα είναι το εξής: η οικονομία πρέπει να αναπτυχθεί, αλλά από που θα πρέπει να έλθει αυτή η ανάπτυξη; Οι πολιτικοί πρέπει να παρουσιάσουν μια στρατηγική, αλλά τα προγράμματα δεν το έχουν θέσει αυτό ως προτεραιότητα. Πολύ περισσότερο, το ζήτημα του χρέους δεν αντιμετωπίστηκε ποτέ σωστά -ούτε από το ΔΝΤ.
Οι οικονομικές πολιτικές της Ελλάδας από την εισαγωγή του ευρώ, θυμίζουν ένα σχήμα Ponzi. Κάθε χρόνο δανειζόταν όλο και περισσότερα χρήματα, όχι απλώς για να πληρώσει τους προηγούμενους πιστωτές, αλλά επίσης για να χρηματοδοτήσει νέες δαπάνες. Οι κρατικές δαπάνες ως εκ τούτου στην Ελλάδα, αυξήθηκαν ταχύτατα. Από το 1999 μέχρι το 2009, οι μισθοί στον δημόσιο τομέα διπλασιάστηκαν -συγκριτικά, σε όλη την ευρωζώνη αυξήθηκαν 40% στην ίδια περίοδο. Οι προκύπτουσες μισθολογικές πιέσεις οδήγησαν σε υπερβολικές αυξήσεις μισθών στον ιδιωτικό τομέα και οι ελληνικές επιχειρήσεις έγιναν όλο και λιγότερο ανταγωνιστικές. Όλα αυτά προκάλεσαν ένα μεγάλο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και αύξησαν τα εξωτερικά χρέη. Για να είναι επιτυχημένα τα ελληνικά προγράμματα διάσωσης, ήταν επομένως κρίσιμης σημασίας να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα ανταγωνιστικότητας. Ωστόσο η τρόικα, και κυρίως το ΔΝΤ, έκαναν προσπάθειες με μισή καρδιά. Για παράδειγμα, στα επίσημα έγγραφα συζήτησαν τις απαραίτητες περικοπές μισθών με μεγάλη λεπτομέρεια. Στην αρχή ωστόσο, δεν κατέστη αυτό ένας αυστηρός όρος των δανείων έκτακτης ανάγκης. Δεν είχαν αρκετό θάρρος.
Ήταν επίσης γνωστό ότι οι χαμηλότεροι μισθοί από μόνοι τους δεν θα ήταν αρκετοί. Την ίδια στιγμή, ήταν απαραίτητη μια ευρεία μεταρρύθμιση των προϊοντικών αγορών, προκειμένου να διασπαστούν τα απαρχαιωμένα συστήματα και τα κατεστημένα συμφέροντα. Διαφορετικά, θα ήταν σχεδόν αδύνατο να δημιουργηθούν νέοι αναπτυξιακοί τομείς. Ως αποτέλεσμα αυτής της λανθασμένης επιείκειας, η ανεργία στην Ελλάδα αυξήθηκε περισσότερο γρήγορα από ό,τι ήταν απαραίτητο. Ήταν σε μεγάλο βαθμό αναπόφευκτο πως η εγχώρια ζήτηση θα κατέρρεε, αλλά στην Ελλάδα αυτό σε καμία περίπτωση δεν αντισταθμίζεται από μια αύξηση στις εξαγωγές, σε αντίθεση με την Πορτογαλία για παράδειγμα. Πρόκειται για έναν τομέα με τον οποίο θα πρέπει να ασχοληθεί το νέο πρόγραμμα διάσωσης. Η Ελλάδα απαιτεί άμεσα μια στρατηγική ανάπτυξης η οποία θα καταστήσει δυνατό για αυτή να αυξήσει τις εξαγωγές. Οι μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας δεν είναι απαραίτητες για τον σκοπό αυτό: σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, η ελληνική αγορά εργασίας είναι ήδη περισσότερο ευέλικτη από αυτή της Γερμανίας. Είναι ζωτικής σημασίας να ανοίξουν οι αγορές προϊόντων, να αναμορφωθεί η πολιτική ανταγωνισμού και να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα του δημοσίου τομέα. Θα ήταν επίσης χρήσιμη η χρηματοδότηση για νέες επιχειρήσεις, χρηματοδοτούμενες από ευρωπαϊκούς πόρους.
Το δεύτερο κεντρικό σημείο αφορά την ικανότητα της Ελλάδας να αποπληρώσει τα χρέη της. Αξιωματούχοι του ΔΝΤ και ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες είχαν αμφιβολίες για αυτή την μορφή από την αρχή. Παρόλα αυτά, το ΔΝΤ συμφώνησε στο πρώτο πρόγραμμα, και ακόμη, άλλαξε και τους εσωτερικούς του κανόνες για να γίνει αυτό δυνατό. Για να δικαιολογηθεί αυτό, αναδείχθηκαν τα ρίσκα στην χρηματοπιστωτική ασφάλεια. Εάν αυτά τα ρίσκα ήταν στα αλήθεια τόσο μεγάλα, θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο μακράς συζήτησης. Και πάλι, είναι βέβαια αληθινό ότι οι ανησυχίες για το ενδεχόμενο μετάδοσης και την σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος ήταν σημαντικές και πολύ υπαρκτές εκείνη την περίοδο. Από την άποψη αυτή η απόφαση του ΔΝΤ δεν θα πρέπει να επικρίνεται. Ωστόσο, αυτό που στα αλήθεια πρέπει να δεχθεί κριτική, είναι το γεγονός ότι οι ίδιοι οι χρηματοοικονομικοί κίνδυνοι που τονίστηκαν από το ΔΝΤ, δεν κατέληξαν σε βιώσιμο πρόγραμμα διάσωσης. Ακόμη και το κούρεμα, ήρθε πολύ αργά για να λύσει το πρόβλημα χρέους.
Οι επενδύσεις απαιτούν βεβαιότητα: το ευρώ
Το νέο πρόγραμμα θα πρέπει επίσης να λειτουργήσει εδώ. Για να υποστηρίξει περαιτέρω ανάπτυξη η Ελλάδα, χρειάζεται εμπιστοσύνη και νέες επενδύσεις. Ωστόσο αυτές θα έλθουν μόνο εάν υπάρχει βεβαιότητα ότι η Ελλάδα θα είναι ακόμη στο ευρώ σε πέντε χρόνια, και ότι τα χρέη της είναι βιώσιμα. Η πολιτική θα μπορούσε να φέρει αυτή την βεβαιότητα εάν υπήρχε μια συμφωνία να συνδέσει την εξυπηρέτηση χρέους με την ελληνική οικονομική ανάπτυξη. Το ισχύον σχέδιο αποπληρωμής θα εφαρμοστεί μόνο εάν η Ελλάδα πετύχει επαρκή ανάπτυξη: σε άλλες περιπτώσεις, οι πιστωτές θα πρέπει να αποδεχθούν την περαιτέρω αναβολή πληρωμών και χαμηλότερα επιτόκια.
Αυτό θα έδινε τη δυνατότητα μακροπρόθεσμου σχεδιασμού στην Ελλάδα, και θα δημιουργούσε κίνητρα για επενδύσεις. Την ίδια στιγμή, αυτή η λύση θα ήταν επίσης προς το συμφέρον των πιστωτών. Είναι ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα δεν θα είναι σε θέση να πληρώσει στο ακέραιο τα χρέη της εάν η ανάπτυξη παραμένει ασθενής. Εάν γίνει αποδεκτή αυτή η οικονομική πραγματικότητα, τότε ένα τέτοιο σχέδιο θα μπορούσε στα αλήθεια να αυξήσει τις αναμενόμενες πληρωμές. Είναι σαφές ότι έγιναν μαζικά λάθη στην Ελλάδα: από το ΔΝΤ, την τρόικα, και ειδικά από την ίδια την Ελλάδα. Η χώρα τώρα χρειάζεται να εφαρμόσει επιτέλους τις ριζικές μεταρρυθμίσεις που θα επιτρέψουν στον ιδιωτικό κλάδο να εξάγει περισσότερα και να αναπτυχθεί. Ως αντάλλαγμα, οι πιστωτές πρέπει να δηλώσουν έτοιμοι να εγγυηθούν τη βιωσιμότητα του χρέους και ρεαλιστικούς στόχους πρωτογενούς πλεονάσματος, έτσι ώστε οι επενδύσεις να επιστρέψουν στην Ελλάδα. Οι μεταρρυθμίσεις και η βιωσιμότητα του χρέους, είναι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος.

© Copyright Bruegel. Η μετάφραση του κειμένου έγινε από το Capital.gr. Η δημοσίευση της ελληνικής μετάφρασης δεν αποτελεί προϊόν επίσημης συνεργασίας
Το κείμενο αυτό δημοσιεύθηκε αρχικά σε Die Zeit, Linkiesta, Publico
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: http://bruegel.org/2015/08/greece-lessons-for-europe/