ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΝΑΖΙΑΝΖΗΝΟΣ
Περὶ τῶν τοῦ βίου ὁδῶν 1-30
Ο Γρηγόριος ανετράφη ως χριστιανός, αλλά έλαβε παράλληλα σπουδαία
κλασική μόρφωση, χάρη στην οποία αναδείχθηκε σε ένθερμο υπερασπιστή της
ελληνικής παιδείας. Το 379 μ.Χ. κατέλαβε τον πατριαρχικό θρόνο στην
Κωνσταντινούπολη και συνέβαλε αποφασιστικά στην καταπολέμηση του
Αρειανισμού. Παραιτήθηκε το 381 και αποσύρθηκε στην Αριανζό, όπου έζησε
τα τελευταία χρόνια της ζωής του ασχολούμενος αποκλειστικά με την
συγγραφή. Το πολύμορφο έργο του (ρητορικοί λόγοι -μεταξύ των οποίων οι
περίφημοι θεολογικοί- επιστολογραφία, ποίηση) διακρίνεται για το πλήθος
των αναφορών στο σύνολο της ελληνικής γραμματείας, με ιδιαίτερη έμφαση
στους συγγραφείς της Δεύτερης Σοφιστικής, που αποτελούν και τα άμεσα
πρότυπα του ύφους του. Η ποίησή του ειδικότερα, η οποία εκτός των
επιγραμμάτων περιλαμβάνει ποιήματα που χωρίζονται σε τέσσερεις
κατηγορίες (θρησκευτικοί ύμνοι, ηθικά, λυρικά-στοχαστικά και
αφηγηματικά), χαρακτηρίζεται από μια βασική αντίφαση: ενώ ως προς την
μορφή κινείται στα πρότυπα της αλεξανδρινής, είναι δηλ. ποίηση γραμμένη
σε αττικίζουσα γλώσσα, ακολουθεί αυστηρά την αρχαία μετρική, και
παρουσιάζει επιπλέον όλα τα αρνητικά γνωρίσματα της σύγχρονής της
ρητορικής, το περιεχόμενό της ωστόσο είναι καινοφανές. Ειδικότερα η
χρήση θεμάτων κοινών στη λογοτεχνία της εποχής, όπως η αστάθεια των
ανθρωπίνων πραγμάτων, το εφήμερο της ζωής κ.ά. συνδυάζονται με μία άκρως
πεσιμιστική αντίληψη του κόσμου, και κυρίως με μια τάση ενδοσκόπησης
πρωτοφανή για την εποχή. Από την ίδια ακριβώς απαισιοδοξία διαπνέεται
και το απόσπασμα που παρατίθεται: η αγωνία της ύπαρξης, η ματαιότητα των
ανθρωπίνων, η αμφιβολία τέλος για την μετά θάνατον ζωή θυμίζουν το
"αιρετικό" πνεύμα του Εκκλησιαστή.
τίς, πόθεν ἐς βίον ἦλθον; ἐπεὶ δέ με γαῖα καθέξει, τίς πάλιν ἐκ κόνιος ἔσσομ᾽ ἀνιστάμενος; πῆ δὲ φέρων στήσει με Θεὸς μέγας; ἦ ῥα σαώσει ἔνθεν ἀναστήσας εὔδιον ἐς λιμένα; 5 πολλαὶ μὲν βιότοιο πολυτλήτοιο κέλευθοι, ἄλλη δ᾽ ἀλλοίοις πήμασι συμφέρεται. κοὐδὲν ἐν ἀνθρώποισι καλόν, κακότητος ἄμικτον. αἴθε δὲ μὴ τὰ λυγρὰ πλείονα μοῖραν ἔχεν! ὁ πλοῦτος μὲν ἄπιστος, ὁ δὲ θρόνος, ὀφρὺς ὀνείρων· 10 ἄρχεσθαι δὲ μόγος, ἡ πενίη δὲ πέδη. κάλλος δ᾽ ἀστεροπῆς, τυτθὴ χάρις, ἡ νεότης δὲ βράσμα χρόνου, πολιή, λυπρὰ λύσις βιότου. οἱ δὲ λόγοι πτερόεντες· ἀήρ, κλέος· αἷμα παλαιὸν εὐγενέται, ῥώμη καὶ συὸς ἀγροτέρου. 15 ὑβριστὴς δὲ κόρος· δεσμός, γάμος· εὐτεκνίη δὲ φροντὶς ἀναγκαίη· δυστεκνίη δέ, νόσος. αἱ δ᾽ ἀγοραί, κακίης μελετήματα· ἠρεμίη δὲ ἀδρανίη· τέχναι, τῶν χαμαὶ ἐρχομένων. στεινὴ δ᾽ ἀλλοτρίη μᾶζα. τὸ δὲ γαῖαν ἀρόσσειν 20 μόχθος. ποντοπόρων τὸ πλέον εἰν Ἀΐδῃ. ἡ πάτρη δέ, βέρεθρον ἑόν· ξενίη δέ τ᾽ ὄνειδος. πάντα μόγος θνητοῖς τἀνθάδε. πάντα γέλως, χνοῦς, σκιά, φάσμα, δρόσος, πνοιή, πτερόν, ἀτμίς, ὄνειρος, οἶδμα, ῥόος, νηὸς ἴχνιον, αὖρα, κόνις, 25 κύκλος ἀειδίνητος, ὁμοίια πάντα κυλίνδων, ἑστηώς, τροχάων, λυόμενος, πάγιος, ὥραις, ἤμασι, νυξί, πόνοις, θανάτοισιν, ἀνίαις, τερπωλῇσι, νόσοις, πτώμασιν, εὐδρομίαις. καὶ τόδε σῆς, γενέτορ, σοφίης, Λόγε, ἀστατέοντα 30 πάντα πέλειν, στασίμων ὥς κεν ἔχωμεν ἔρον
……………………………………………………………
|
Ποιος κι από πού ήρθα στη ζωή; Κι η γη σαν με σκεπάσει
κι αναστηθώ, ποιος θε να βγω από τη σκόνη πάλι; Πού θα με πάει ο μέγας Θεός; Θα με γλιτώσει τάχα, αφού μ᾽ ανάστησε από δω, σε γαληνό λιμάνι;1 Πολλές οι στράτες της ζωής οι πολυπαθιασμένες5 και κάθε μια φορτώνεται με τα δικά της πάθη. Καλό δεν έχει ο άνθρωπος κακό που να μην κρύβει και μόνο ας ήταν τα πικρά να μη νικούνε τόσο. Ο πλούτος2 φίλος άπιστος, κι ο θρόνος μάταιη δόξα, βάρος το να σε κυβερνούν κι είναι πεδούκλι η φτώχεια.10 Η ομορφιά μιαν αστραπή με λίγη χάρη, η νιότη του χρόνου κόχλασμα, πικρό τέλος του βίου τα γέρα. Είναι τα λόγια φτερωτά κι η δόξα αέρας, αίμα που πάλιωσ᾽ οι ευγενείς, η ορμή, και τ᾽ άγριου κάπρου. Τα πλούτη προσβολή γεννούν, δεσμός ο γάμος, κι είναι15 σκληρή φροντίδα τα παιδιά κι η ατεκνία αρρώστια. Διδασκαλεία οι αγορές κακίας· η ηρεμία Είν᾽ απραξία· των ταπεινών είναι και κάθε τέχνη. Πικρό το ξένο το ψωμί. Μόχθος τη γη να οργώνεις. Κι οι πιο πολλοί θαλασσινοί στον Άδη ταξιδεύουν.20 Γκρεμός για σε η πατρίδα σου κι η ξενιτιά ντροπή σου. Όλα τα εδώ για τους θνητούς, κόπος· κι όλα για γέλια, άχνη, ίσκιος, φαντασία, δροσιά, πνοή, φτερό κι ομίχλη, όνειρο, κύματα, ροή, στο πέλαο αυλάκι, σκόνη.3 Κύκλος που αδιάκοπα γυρνά,4 κυλώντας όμοια πάντα25 μια στέκεται, μια προχωρεί, σπάζει και πάλι σμίγει ώρες και μέρες και νυχτιές, θάνατοι, πόνοι, λύπες μ᾽ αρρώστιες αλλά και χαρές, κακοτυχίες και τύχες. Κι αυτό η σοφία σου τ᾽ όρισε, Πατέρα Λόγε, να ᾽ναι όλα άστατα για να ᾽χομε του ακίνητου τον πόθο.530
..............................................................................
(μετάφραση Ιγνάτιος Σακαλής)
|
1
Ο Γρηγόριος θέτει τα ερωτήματα τα σχετικά με την ύπαρξη και τη μετά
θάνατον ζωή με την ελευθερία που ταιριάζει σε διανοούμενο και όχι με την
βεβαιότητα της πίστης του χριστιανού θεολόγου.
2 Μέσα από ζεύγη που περιλαμβάνουν
τις δύο αντίθετες όψεις των πραγμάτων (πλούτος - φτώχεια, νεότητα -
γήρας κτλ.) ο συγγραφέας αποφαίνεται ότι όλα αποβαίνουν αρνητικά και
επομένως μάταια για τον άνθρωπο. Η διαπίστωση της απόλυτης ρευστότητας
και αστάθειας που χαρακτηρίζει τον ανθρώπινο βίο δεν αφήνει κανένα
περιθώριο ελπίδας.
3 Η παρομοίωση της ζωής με σκιά,
όνειρο κτλ. απαντά ήδη στην αρχαία ελληνική ποίηση (Όμηρος, Πίνδαρος,
Αισχύλος, συχνότερα όμως από την ελληνιστική εποχή κ.ε.) και αποσκοπεί
στην υπενθύμιση του εφήμερου χαρακτήρα των ανθρωπίνων πραγμάτων.
4 Για πρώτη φορά στην ελληνική
γραμματεία (αυτό δεν ισχύει για τις εικαστικές τέχνες) εμφανίζεται το
σύμβολο του κύκλου ή του τροχού για να εξεικονίσει το αστάθμητο του
ανθρωπίνου βίου. Το σύμβολο αυτό, ως τροχός της τύχης, θα χρησιμοποιηθεί
κατά κόρον στην λογοτεχνία του Μεσαίωνα.
5 Στο σημείο αυτό προβάλλει το θείο
ως παρήγορο αντίβαρο, σύμβολο μιας υπερκόσμιας σταθερότητας σε σχέση με
την απόλυτη αστάθεια του επίγειου βίου. Αυτή είναι και η μόνη κατάφαση
του κειμένου.
Πηγή: Ανθολογία Αρχαίας Ελληνικής Γραμματείας (τόμος τρίτος)
Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας ( .greek-language.gr)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου