ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΜΕΝΤΗ ΜΠΟΣΤΑΝΤΖΟΓΛΟΥ
ΚΑΙ ΔΙΑ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΜΠΟΣΤΤΑ ΔΥΟ ΘΗΡΙΑ
1.
Ένας λέων βρυχωμένος εις την ζούγκλαν Αφρικής
πεθεράν ανακαλύπτη, να μεζές λέγει γλυκύς΄
άφτη ήτο κοιμομένη ροχαλίζων δυνατά
και το φοβερόν θηρίον ξερογλύφων την κυτά.
2.
Η γρηά αναπαφθέντος, σταματήσας τον ρυθμόν,
άνοιξε των οφθαλμών της κι αντελήφθη μηκιθμόν,
βλέπων τότε το θυρείον έχων στάσιν ασυνήθων,
ήρπασε στο χέρι πέτρα και του πέταξε τον λίθον.
3.
Το λιοντάρι ξεψυχίσαν κε αποθανών μετά,
το τραβά απ' την ουράν του κε εις θάμνον το πετά.
Τίναξε μετά τας χείρας κε ολίγον εχασμήθη
και διορθώνων το χαλί της , έπεσε κε εκοιμήθη.
4.
Εις το σκοτεινόν το δάσος είναι τώρα ξαπλωμένη,
ροχαλίζων όπως πρώτα και ολίγον ιδρωμένη,
κουρασμένη ξαπλοθέντος, μαχεσάμενη γερά,
βγήκε πολεμών οι δύο νικητής η πεθερά.
ΚΑΙ ΔΙΑ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΜΠΟΣΤΤΑ ΔΥΟ ΘΗΡΙΑ
1.
Ένας λέων βρυχωμένος εις την ζούγκλαν Αφρικής
πεθεράν ανακαλύπτη, να μεζές λέγει γλυκύς΄
άφτη ήτο κοιμομένη ροχαλίζων δυνατά
και το φοβερόν θηρίον ξερογλύφων την κυτά.
2.
Η γρηά αναπαφθέντος, σταματήσας τον ρυθμόν,
άνοιξε των οφθαλμών της κι αντελήφθη μηκιθμόν,
βλέπων τότε το θυρείον έχων στάσιν ασυνήθων,
ήρπασε στο χέρι πέτρα και του πέταξε τον λίθον.
3.
Το λιοντάρι ξεψυχίσαν κε αποθανών μετά,
το τραβά απ' την ουράν του κε εις θάμνον το πετά.
Τίναξε μετά τας χείρας κε ολίγον εχασμήθη
και διορθώνων το χαλί της , έπεσε κε εκοιμήθη.
4.
Εις το σκοτεινόν το δάσος είναι τώρα ξαπλωμένη,
ροχαλίζων όπως πρώτα και ολίγον ιδρωμένη,
κουρασμένη ξαπλοθέντος, μαχεσάμενη γερά,
βγήκε πολεμών οι δύο νικητής η πεθερά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου