Η Δεξιά, η Αριστερά και η επιλογή των «ηγετών»
του Δημήτρη Ψαρρά
Μπορεί όλα τα φώτα να έπεσαν πάνω του και ίσως οι περισσότεροι περίμεναν κυρίως τη δική του καταληκτική ομιλία, αλλά κάνουν λάθος όσοι παρακολούθησαν ως μια απλή προσωπική παρέμβαση του Αλέξη Τσίπρα την εκδήλωση που οργάνωσε ο πρώτος πρωθυπουργός κυβέρνησης της Αριστεράς το απόγευμα της Τρίτης 22 Οκτωβρίου στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Σε αντίθεση με τις πολιτικές συγκεντρώσεις που έχουν πληθύνει τον τελευταίο καιρό, η εκδήλωση του Ινστιτούτου Αλέξη Τσίπρα επιχείρησε να θέσει τα καίρια πολιτικά ζητήματα της σημερινής δύσκολης συγκυρίας και να δώσει απαντήσεις, όχι απλά να προβάλει το πρόσωπο του «ηγέτη». Από αυτή την άποψη η εκδήλωση είχε έναν σημαντικό πολιτικό χαρακτήρα. Μέσα κυρίως από τον διάλογο των πολιτικών στελεχών που είχαν διατελέσει Υπουργοί Οικονομικών του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ αναζητήθηκαν αυτά τα καίρια ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι λαϊκές τάξεις σήμερα και ιχνηλατήθηκαν οι ενδεχόμενες λύσεις.
Δεν ήταν καθόλου προφανής αυτή η επιλογή. Έχουμε συνηθίσει τον τελευταίο καιρό να μη διεξάγεται πολιτική συζήτηση ούτε στον δημόσιο χώρο ούτε στο εσωτερικό των κομμάτων. Αντί για την ανταλλαγή πολιτικών επιχειρημάτων και τη συγκρότηση πολιτικών ρευμάτων, βλέπουμε τους τελευταίους μήνες να αντιπαρατίθενται ποικίλοι υποψήφιοι πολιτικοί «αρχηγοί», προβάλλοντας απλώς τις προσωπικές τους αρετές και ικανότητες. Είτε αυτή η διαδικασία γίνεται με όρους που χαρακτηρίστηκαν «πολιτισμένοι» (ΠΑΣΟΚ) είτε παρακολουθούμε σκηνές πολιτικής Πομπηίας (ΣΥΡΙΖΑ), αυτές οι αντιπαραθέσεις έχουν κοινό χαρακτηριστικό ότι καλούν τους οπαδούς του ενός ή του άλλου κόμματος να επιλέξουν ένα «πρόσωπο», έναν «ηγέτη» και όχι τη μία ή την άλλη πολιτική.
Ας με συγχωρήσουν όλοι αυτοί οι αυτοπροτεινόμενοι πολιτικοί αρχηγοί, αλλά στους θαυμαστές των Μόντι Πάιθον θυμίζουν τη σκηνή από την κωμωδία «Life of Brian» («Ένας προφήτης, μα τι προφήτης», 1979), όπου οι νέοι «προφήτες» αυτοπροτείνονται ως αρχηγοί στη «βάση» των μελών της κοινότητας. Για να το πετύχουν χρησιμοποιούν ασύνδετες φράσεις κάποιου «μεγάλου», αδιαφορώντας για το τι ακριβώς κατανοούν τα μέλη της «βάσης».
Και μπορεί στις μέρες μας να έχει εμφανιστεί η πιο ακραία μορφή αυτού του «προφήτη» για τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν φταίει ο κ. Κασσελάκης γι’ αυτό. Απλώς ο ίδιος χρησιμοποίησε αυτό το παντελώς ξένο προς την Αριστερά μοντέλο για να το φτάσει στην ακραία του κατάληξη. Δείτε μια σκηνή από το Life of Brian για να γίνει κατανοητό αυτό που λέω:
Γνωρίζω τον αντίλογο. Υποστηρίζεται ότι και σε άλλες χώρες έχουν πολλά κόμματα υιοθετήσει την «εκλογή αρχηγού από τη βάση». Μόνο που αυτή η επιλογή δεν έχει συνοδευτεί με τη διάλυση του κόμματος, την κατάργηση των κομματικών οργάνων και την αντικατάστασή τους από το προσωπικό γραφείο του αρχηγού. Και για να μην μας παρασύρει η ακραία εξέλιξη στον ΣΥΡΙΖΑ, το ίδιο είδαμε να εξελίσσεται και στην πρόσφατη διαδικασία εκλογής προέδρου στο ΠΑΣΟΚ. Οι ψηφοφόροι της «βάσης» κλήθηκαν να επιλέξουν ένα πρόσωπο, όχι μία πολιτική κατεύθυνση. Χρειάστηκε δηλαδή να μαντεύουν πόσο δεξιά θα ήταν η Α. Διαμαντοπούλου, πόσο κεντρώος ο Π. Γερουλάνος και πόσο κεντροαριστερός ο Χ. Δούκας. Και επειδή όλα αυτά έμειναν ερωτηματικά μέχρι το τέλος, η αντιπαράθεση των υποψηφίων επικεντρώθηκε στα χαρακτηριστικά κάθε προσωπικότητας, χάνοντας κάθε επαφή με την πολιτική στρατηγική του κόμματος. Και τελικά επικράτησε ο Ν. Ανδρουλάκης, χωρίς να μπορεί κανείς να είναι σίγουρος αν θα είναι ίδιος ή διαφορετικός από… τον Ν. Ανδρουλάκη του χτες. Κανείς δεν έμαθε από αυτή την εκλογή προς τα πού θα επιθυμούσε η βάση του ΠΑΣΟΚ να στραφεί το κόμμα.
Οι δυο απόψεις του Ανδρέα Παπανδρέου
Πίσω από όλα αυτά που εμφανίζονται ως «πολύ σύγχρονα», κρύβεται στην πραγματικότητα η νοσταλγία μιας παλιάς εποχής στην οποία κυριαρχούσαν οι μεγάλοι αρχηγοί που τους έχουμε χάσει. Αλλά το παράδοξο είναι ότι εκείνοι οι «μεγάλοι», ειδικά στον χώρο της Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς, ακόμα και την εποχή που μεσουρανούσαν, δεν έπαυαν να επιμένουν στην εσωτερική λειτουργία του κόμματος και να κατανοούν ότι μόνοι τους δεν θα τα βγάλουν πέρα.
Χρησιμοποιώ εδώ δυο χαρακτηριστικές δημόσιες τοποθετήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου. Η πρώτη είναι από την περίοδο του ΠΑΚ και του αντιδικτατορικού αγώνα:
«Και πρέπει να ξεκαθαρίσουμε εδώ ότι το ΠΑΚ δεν είναι οργάνωση του Ανδρέα Παπανδρέου. Είμαι σήμερα ο αρχηγός του ΠΑΚ. Αύριο μπορεί να μην είμαι. Είτε γιατί το ΠΑΚ δεν με θέλει. Είτε γιατί θα έχω πεθάνει ή θα έχω σκοτωθεί. Ο αγώνας, όμως του ΠΑΚ δεν θα σταματήσει. Γιατί είναι δικός σας αγώνας. Και είναι δικός σας το χρέος, να φτιάξετε δική σας οργάνωση, πέραν του προσώπου του Ανδρέα Παπανδρέου, πέραν του οιουδήποτε προσώπου. Δική σας ευθύνη να φτιάξετε τα συλλογικά σας όργανα».
(«Ο αγώνας μας είναι εθνικοαπελευθερωτικός», λόγος σε συνεστίαση οργανωμένη από τους φίλους του ΠΑΚ Μόντρεαλ, 30 Ιανουαρίου 1971, σ. 8 του δακτυλογραφημένου κειμένου).
Η δεύτερη είναι από την περίοδο της Μεταπολίτευσης και του ΠΑΣΟΚ:
«Και επί ενός προσωπικού θέματος: Μου αποδίδεται “καισαρισμός” και πολλά τα επίθετα που το συνοδεύουν. Αν πράγματι είχα αποφασίσει να παίξω τον ρόλο του αρχηγού και όχι προέδρου, αν δεν είχα σεβαστεί τις διαδικασίες μέσα σ’ αυτό το Κίνημα, αν δεν είχα ξοδέψει ατελεύτητες ώρες σαν απλό μέλος του Εκτελεστικού Γραφείου, εάν δεν είχαμε καταλήξει ύστερα από ανοικτή συζήτηση σε ομόφωνες αποφάσεις, αν είχα επιβάλει εγώ τη γνώμη μου λέγοντας “είμαι πρόεδρος”, τότε η κατηγορία θα στεκόταν. Η μόνη στιγμή που χρησιμοποίησα, μπορεί να πει κανείς, μέθοδο που δεν έβγαινε από τη διαδικασία ήταν όταν αποφάσισα ότι έπρεπε να υπάρξει διάσπαση και η διάσπαση δεν βρίσκεται ποτέ μέσα σε διαδικασίες κανενός καταστατικού».
(Ομιλία σε αντιπροσώπους των Κλαδικών Οργανώσεων, 10 Ιουλίου 1975, περιέχεται στο βιβλίο «Από το ΠAK στο ΠΑΣΟΚ», Αθήνα 1976, σ. 147).
Εδώ ο Παπανδρέου είναι εξαιρετικά αποκαλυπτικός. Γιατί εξηγεί ότι το «εγώ» του αρχηγού αναδεικνύεται κυρίως την περίοδο που το κόμμα βρίσκεται σε συνθήκες κρίσης και διάσπασης.
Αυτό το δεύτερο παράθεμα εξηγεί και τον λόγο που έχει επικρατήσει τα τελευταία είκοσι χρόνια στην Ελλάδα το μοντέλο αυτό. Γιατί η εκλογή του αρχηγού «από τη βάση» και ο περιορισμός των κομματικών οργάνων συνδέεται πάντα από συνθήκες κρίσης, τόσο στο κόμμα όσο και στη χώρα. Πρώτο υιοθέτησε αυτό το μοντέλο το ΠΑΣΟΚ το 2004, όταν παρέδιδε την εξουσία στη Νέα Δημοκρατία, δεύτερη η Νέα Δημοκρατία το 2009, όταν είχε ηττηθεί από το ΠΑΣΟΚ και τρίτος ο ΣΥΡΙΖΑ το 2022, όταν πάσχιζε να επανέλθει στην εξουσία.
Αλλά αν για τη Δεξιά το μοντέλο αυτό είναι ταιριαστό, για την Αριστερά είναι απολύτως ξένο, εφόσον έρχεται σε άμεση σύγκρουση με το ιδρυτικό της θεμέλιο. Η ακραία χρήση του από τον κ. Κασσελάκη απλώς εξέθεσε όσους πρόβαλαν την εκλογή «Μεσσία» από τη «βάση» ως την πεμπτουσία των δημοκρατικών διαδικασιών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου