Ο απειλητικός θρίαμβος της «παράταξης» απέναντι στην κριτική σκέψη
Ίσως να φταίνε οι μάλλον δυσδιάκριτες πλέον διαφορές σε θέματα «μεγάλης πολιτικής», ανάμεσα σε πολιτικές παρατάξεις που διεκδικούν εθνική εξουσία. Διότι δρουν μέσα στις άτεγκτες παραμέτρους ενός παγκοσμιοποιημένου οικονομικού και γεωπολιτικού συστήματος, που αδιαφορεί για τις κατά τόπους πολιτικές αναγκαιότητες.
Οπότε, η εύκολη λύση είναι πλέον η επένδυση στο συναίσθημα του πολίτη, η διαφοροποίηση μέσα από αντικρουόμενα αλλά επίπλαστα «αφηγήματα» -μια καθώς πρέπει λέξη για τις… ιστορίες- και η εκμετάλλευση «ταυτοτικών» διλημμάτων, στα οποία υπάρχουν πάντα οι «καλοί» και οι «κακοί», με μεγάλες δόσεις υπερβολής. Αυτό που αλλάζει, είναι η οπτική της κάθε «παράταξης».
Ίσως να φταίει -εν μέρει- και η υποχρεωτική εκλαΐκευση της πολιτικής διαδικασίας, μέσα από τα social media, ο εθισμός στην ανάγνωση σύντομων κειμένων και η προσήλωση στην εικόνα. Το Μέσο έγινε και Μήνυμα κι ένας κανόνας επικράτησε: «Όσο πιο απλό και απόλυτο τόσο πιο καλό».
Σημασία όμως, πέρα από τις αιτίες, έχει το αποτέλεσμα. Η απαξίωση της αντίθετης άποψης, που ξεκινάει από πολιτικούς, περνά σε πρόθυμους φανατικούς των ΜΜΕ και καταλήγει σε στρατιές οπαδών και τρολ, που έχουν καταλάβει κάθε σημείο αλληλεπίδρασης. Όχι μόνο στα κοινωνικά δίκτυα, αλλά και στις σελίδες ακόμη και των πιο σοβαρών Μέσων του κόσμου. Μια ματιά στα σχόλια άρθρων μεγάλων ΜΜΕ όπως οι Financial Times, για ακανθώδη πολιτικά και γεωπολιτικά θέματα, θα σας πείσει.
Πρώτος χάθηκε ο Σεβασμός
Το κρίσιμο στοιχείο για την εύρυθμη λειτουργία της Δημοκρατίας, που με κάποιον τρόπο χάθηκε πρώτο, ήταν ο Σεβασμός. Προς τον πολιτικό αντίπαλο, προς την αντίθετη άποψη, προς την ελευθερία (και όχι την ελευθεριότητα) του λόγου. Κι αν αυτή η επικίνδυνη πορεία ξεκίνησε από τους αποκαλούμενους «λαϊκιστές», πρέπει να ομολογήσουμε ότι και οι αντίπαλοί τους δεν αντιστάθηκαν για πολύ. Στην προσπάθειά τους να πολεμήσουν τον αντίπαλο, του μοιάζουν όλο και περισσότερο. Ο φανατισμός των ιδεών έγινε (ξανά) μόδα.
Έτσι, σήμερα, σε μια κρίσιμη περίοδο όχι μόνο για το μέλλον της Δύσης αλλά και για το μέλλον της ανθρωπότητας, που βρίσκεται στο μεταίχμιο ριζικών αλλαγών, εξαιτίας των πρωτοφανών γεωπολιτικών αναταράξεων, της κλιματικής κρίσης αλλά και των επαναστατικών τεχνολογικών εξελίξεων, η καλλιέργεια σοβαρού διαλόγου δείχνει να πλησιάζει στο ναδίρ.
Τα παραδείγματα είναι δυστυχώς πολλά. Όποιος έχει αμφιβολίες για τις φουρνιές νέων «δικαιωμάτων», χαρακτηρίζεται ακροδεξιός, θρησκόληπτος, απομεινάρι παλαιότερων εποχών, ενώ αντίστοιχα όποιος μιλά για ρεαλιστικές λύσεις στις σχέσεις με την Τουρκία, αποκτά την ταμπέλα του εν δυνάμει εθνικού μειοδότη.
Το φαινόμενο όμως δεν είναι μόνο ελληνικό. Όσοι υποστηρίζουν τα δικαιώματα των Παλαιστινίων, κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν αντισημίτες, οι απέναντι ισλαμοφοβικοί, κι όσοι θεωρούν ότι έγιναν μεγάλα λάθη με τον πόλεμο στην Ουκρανία, «τσουτσέκια» του Πούτιν. Ομοίως, όσοι δεν ακολουθούν σκληρές μεταναστευτικές πολιτικές κατηγορούνται περίπου ως προδότες της πατρίδας τους. Όσοι ανησυχούν για τις επιπτώσεις στην ενεργειακή ασφάλεια και την οικονομική βιωσιμότητα, από τις πολιτικές της Ευρώπης για την κλιματική αλλαγή, βαφτίζονται εχθροί του περιβάλλοντος.
Ο ψύχραιμος ανοιχτός διάλογος, ο σεβασμός στην κριτική σκέψη, δίνει τη θέση του στην εξαπόλυση χαρακτηρισμών, υποκαθιστώντας ολοένα και περισσότερο την επιχειρηματολογία με επίθετα, ενώ το «cancel culture», η διαγραφή της αντίθετης γνώμης, έγινε καθεστώς και ακολουθείται από όλες τις πλευρές.
Ακόμη και στις σελίδες «άποψης» των πιο σοβαρών ΜΜΕ, που αποτελούν παραδοσιακό σημείο αναφοράς και πραγματικής ανάλυσης για τις φιλελεύθερες δημοκρατίες, δεν έχει κάποιος παρά να μετρήσει τον αριθμό επιθετικών προσδιορισμών στα κείμενα πολιτικής και γεωπολιτικής, για να καταλάβει το μέγεθος του προβλήματος. Το μικρόβιο έχει μολύνει και το σοβαρό «opinion leadership», με τις εξαιρέσεις να γίνονται ολοένα και λιγότερες.
Ίσως ακόμη χειρότερο είναι ότι το ίδιο συμβαίνει και σε πολλά από τα κορυφαία Πανεπιστήμια της Δύσης, όπου ο φανατισμός των ιδεών (αντί του κριτικού διαλόγου) φαίνεται να επιβάλλεται μεταξύ των μελλοντικών εκπροσώπων της «ελίτ».
Δωμάτια αντήχησης και διάλογοι κωφών
Με ευθύνη της πολιτικής, αλλά και των Μέσων Ενημέρωσης διεθνώς, τα «δωμάτια αντήχησης» για τα οποία κατηγορούσαμε τα social media έχουν γίνει πλέον πολύ πιο ευρύχωρα, περιλαμβάνοντας και τις παραδοσιακές μορφές ενημέρωσης. Έχουν κυριαρχήσει δε στην πολιτική πραγματικότητα, που μοιάζει πλέον πολύ συχνά με συγκρουσιακό διάλογο κωφών, μεταξύ αδυσώπητων αντιπάλων. Βασικός στόχος, μέσα και έξω από τα Κοινοβούλια, είναι η συσπείρωση των οπαδών και ο εκμηδενισμός του αντιπάλου. Τα σημεία σύγκλισης γίνονται όλο και λιγότερα, ακόμη και ανάμεσα σε συγγενείς, υποτίθεται, ιδεολογικούς σχηματισμούς. Και οι θεσμοί ραγίζουν υπό το βάρος της πολιτικοποίησής τους.
Μεγάλος χαμένος βέβαια είναι η ποιότητα της Δημοκρατίας. Η διαπίστωση αυτή όμως δεν έχει πλέον μόνο θεωρητική σημασία. Πέρα από τις συνέπειες που προκαλεί ως προς την εκτίμηση των πολιτών στο εσωτερικό (από την οποία εξαρτάται και η αξία που έχει για εκείνους, η προστασία των θεσμών της), υπάρχουν ευρύτερες και σοβαρές επιδράσεις.
Σε προηγούμενες δεκαετίες, η Δύση έμοιαζε με φάρο για τις χώρες του λεγόμενου τότε «Τρίτου Κόσμου», όχι μόνο για την οικονομική ευμάρεια αλλά και για την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα των Δημοκρατιών της. Για την ισχύ των θεωρούμενων ως αδιάβλητων θεσμών της, για την ομοψυχία και την κοινωνική ηρεμία που απολάμβαναν οι πολίτες της. Για την ελευθερία σκέψης και διαλόγου.
Τώρα, η εικόνα έχει ραγίσει για τα καλά, προς όφελος βέβαια εκείνων που πρεσβεύουν πιο αυταρχικούς τρόπους διακυβέρνησης, προβάλλοντάς τους ως εγγύηση κοινωνικής τάξης, ηρεμίας και ευμάρειας, για τη μεγάλη πλειοψηφία. Η Κίνα αποτελεί ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Κύριο επιχείρημα όλων τους, ότι η δυτική Δημοκρατία βρίσκεται σε παρακμή, ότι λειτουργεί υποκριτικά κι ότι η ίδια απαξιώνει τις αξίες που υποτίθεται ότι υπερασπίζεται. Τι σημασία, υπονοούν, έχει και αυτή η περίφημη ελευθερία του (δια)λόγου, όταν απαξιώνεται συστηματικά στην πράξη, από εκείνους που υποτίθεται την προστατεύουν;
Αν συνεχιστεί η ίδια πορεία (κι όλα δείχνουν πως αυτό θα συμβεί, για μια σειρά από λόγους που δεν αφορούν το παρόν σημείωμα), η διάψευσή τους θα είναι ολοένα και πιο δύσκολη.
*Γιώργος Παπανικολάου
Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου