Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Ζήλος
Στην ωραιότερη χώρα του υποκόσμου
Την καλημέρα μου σε όλες τις απελπιστικά αγανακτισμένες υπάρξεις,
Έμοιαζε της πόλης, κουρασμένη, φασαριόζα, παντοδύναμη. Στην εφηβεία της συνήθιζε να περπατά τα στενά των Εξαρχείων. «Άνθρωπος: άνω-θρώσκω, κοιτάζω ψηλά» της είχαν πει τότε στο σχολείο, με αφορμή την Οδύσσεια. Μεσήλικας πλέον, περπατούσε σκυφτή, καμπουριασμένη, όπως όλες οι συνομήλικές της. Αφορμή; Η οδύσσεια της ελληνικής κοινωνικής πραγματικότητας. Εκείνη τη μέρα είχε τις μαύρες της, όπως και η Αθήνα.
Μια ντουζίνα μπάτσοι κουβέντιαζαν στη γωνία της Μπενάκη με Σταδίου. «Βλέπεις ρε μαλάκα είναι τίγκα στο ανήλικο. Τι θα κάνουμε;», είπε ο ένας στον άλλον. «Ευθύνη για τ’ ανήλικα έχουνε οι γονείς τους», απάντησε ο άλλος ξερά. Εκείνη ανέβαινε τον δρόμο μετρώντας τα πανό των φοιτητών. Κρήτη, Θεσσαλία, Θεσσαλονίκη, Ξάνθη, ΕΚΠΑ, Πάντειο, Φιλοσοφική, Καλών Τεχνών. Βρήκε πανό φεμινιστικών οργανώσεων, πανό για αλληλεγγύη στους πρόσφυγες και τους μετανάστες, πανό για την κατάπαυση του πυρός στην Παλαιστίνη.
Δυο κορίτσια φιλήθηκαν κάτω απ’ το πανό για την 8η Μάρτη. Ένας πιτσιρικάς έδενε τα κορδόνια του λίγο πιο κάτω. Μια παρέα φοιτητών έκρυβε μαλόξ στις τσέπες της. Εκείνη τη μέρα ήταν η μέρα της γυναίκας. Η Ειρήνη δεν αισθανόταν καθόλου να γιορτάζει. Αφού έφτασε στο τέλος της πορείας, κοίταξε το ρολόι της. Ήτανε ώρα για τη συγκεκριμένη γυναίκα να πιάσει να γυρνάει προς το Μεταξουργείο, να ξεκινήσει τη δουλειά της. Η Ειρήνη δούλευε στο Βοήθεια στο Σπίτι. Της πήρε χρόνια να βρει αυτή τη δουλειά… Βγαίνοντας απ’ τη σχολή της θέλησε να αλλάξει τον κόσμο. Δεν χρειάστηκαν παραπάνω από πέντε χρόνια ώστε να την αλλάξει ο κόσμος. Αυτό ήτανε που δεν συγχωρούσε της Ελλάδας. Συμβιβάστηκε εξαναγκαστικά, όπως όλες. Επί μια πενταετία ζούσε σε ένα συνεχές άγχος. Είχε σπουδάσει Πολιτικές Επιστήμες και δούλευε στα media. Ήθελε να κάνει έρευνα, αλλά της ζητούσαν να κάνει πίπες.
Εκείνη τη μέρα είχε διαβάσει πως μια απ’ τις μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας είχε καταγράψει 612 εκατομμύρια κέρδη για το προηγούμενο έτος. Είχε διαβάσει επίσης πως 900.000 συμπολίτες της είχαν χάσει περίπου 1,7 δισεκατομμύρια στον τζόγο. Εκείνη την μέρα είχε διαβάσει πως ορισμένοι παπάδες στην Κύπρο βιντεοσκοπούσαν σεξουαλικές πράξεις σε μοναστήρι, στην Καλλιθέα κρύβανε κόκα μέσα σε ρολά βαψίματος και τα παράνομα έσοδα από την αγοραπωλησία μέσα σε τοστιέρες.
Φτάνοντας στη διασταύρωση της Μπενάκη με τη Σταδίου ξεκίνησαν επεισόδια. Τέσσερεις απ’ τους μπάτσους που είχε δει προηγουμένως είχαν βάλει κάτω δύο πιτσιρίκες και τις χτυπούσαν αλύπητα στο πρόσωπο. Η Ειρήνη εξαγριώθηκε. «Άσε τις κοπέλες στην ησυχία τους ρε κουραμπιέ. Λυσσάξατε απ’ το πρωί να ξεφορτώσετε κάθε μοβόρικο ένστικτο πάνω στα παιδάκια. Έχετε ευθύνη γι’ αυτά που κάνετε».
Δεν κατάλαβε πότε βρέθηκε ανάμεσα σ’ ασπίδες και γκλοπ, ούτε πότε άρχισε να μαζεύει ψιλές απ’ τα μπλε κτήνη. Τελευταία φορά που λειτούργησε παρορμητικά ήταν στα δεκαεννιά της. Συμβιβασμός και παρόρμηση άλλωστε δεν πάνε μαζί. Όταν κατάφεραν να φτάσουν στην πλατεία Ναβαρίνου είχαν ήδη αρχίσει να πέφτουν χημικά στα στενά των Εξαρχείων. Οι κοπέλες την ευχαρίστησαν και οι δρόμοι τους χωρίστηκαν.
Η Ειρήνη είχε αργήσει να πάει στη δουλειά και το Μαράκι, η 80χρονη γιαγιά που φρόντιζε στην περιοχή του Μεταξουργείου, την περίμενε στο μπαλκόνι με καφέ ελληνικό και μια ανθοδέσμη. «Για σένα Ρηνούλα μου», της είπε «χρόνια πολλά για σήμερα. Μα δεν είναι χάρμα ο ήλιος σήμερα; Ζούμε στην ωραιότερη χώρα του υποκόσμου». Η Ειρήνη γέλασε πολύ γιατί δεν κατάλαβε αν μιλούσε το Μαράκι, η άνοια, ή το συλλογικό μας συναίσθημα. Ένιωσε αυτόματα την ανάγκη να κοιτάξει ψηλά. Εκείνη την μέρα υπήρξε μετά πλήρους βεβαιότητος άνθρωπος.
Απ’ την εμπόλεμη Αθήνα
Για το Κοσμοδρόμιο
Η Γειτόνισσα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου