Όταν κάποιος επώνυμος κάνει μια αδιανόητη δήλωση, σκέφτεσαι ότι είναι ή αστοιχείωτος ή ανόητος. Η δημοσιογράφος Βίκυ Φλέσσα δεν είναι αγράμματη , αλλά σίγουρα δεν ανήκει στην κατηγορία των ευφυών ατόμων.
Ποιος λογικός άνθρωπος, πράγματι, θα απορούσε για τα κίνητρα της αυτοκτονίας ενός διακεκριμένου προσώπου που ζούσε σε ένα περιβάλλον ευνοημένο από τη φύση;
Τι μας λέει η Φλέσσα; Ότι , όταν ζεις σε ένα χώρο ειδυλλιακό από την άποψη του φυσικού κάλλους, απαγορεύεται η αυτοκτονία! Λόγου χάρη, είναι δυνατό να αποφασίσεις να εγκαταλείψεις τον μάταιο κόσμο , ενώ εντέλλεσαι να ζήσεις σ΄έναν... Παράδεισο , όπως η Πρέβεζα του Μεσοπολέμου , μια πολίχνη δηλαδή με μόνη ομορφιά την προκυμαία της , αλλά με όλες τις αηδιαστικές όψεις της καθυστέρησης ενός τόπου ξεχασμένου από θεούς και ανθρώπους;
Η γνωστή για τις παροιμιώδεις κοτσάνες της ευειδής τηλεπερσόνα πρόσθεσε ακόμη μία στο παλμαρέ της.
Παρ΄όλα αυτά , εμείς θα τη συμβουλεύαμε να μελετήσει ένα καλό βιβλίο ανάλυσης της ζωής και του έργου του ποιητή και ειδικότερα να ξαναδιαβάσει προσεκτικά το διάσημο ποίημά του "Πρέβεζα":
στους μαύρους τοίχους και στα κεραμίδια,
θάνατος οι γυναίκες που αγαπιούνται
καθώς να καθαρίζουνε κρεμμύδια.
Θάνατος οι λεροί, ασήμαντοι δρόμοι,
με τα λαμπρά, μεγάλα ονόματά τους,
ο ελαιώνας, γύρω η θάλασσα, κι ακόμη
ο ήλιος, θάνατος μεσα στους θανάτους.
Θάνατος ο αστυνόμος που διπλώνει,
για να ζυγίσει μια «ελλειπή» μερίδα,
θάνατος τα ζουμπούλια στο μπαλκόνι
κι ο δάσκαλος με την εφημερίδα.
Βάσις, Φρουρά, Εξηκονταρχία Πρεβέζης.
Την Κυριακή θ' ακούσουμε τη μπάντα.
Επήρα ένα βιβλιάριο Τραπέζης
πρώτη κατάθεσις δραχμαί τριάντα.
Περπατώντας αργά στην προκυμαία,
«υπάρχω;» λες, κ' ύστερα «δεν υπάρχεις!»
Φτάνει το πλοίο. Υψωμένη σημαία.
Ίσως έρχεται ο κύριος Νομάρχης.
Αν τουλάχιστον, μέσα στους ανθρώπους
αυτούς, ένας επέθαινε από αηδία...
Σιωπηλοί, θλιμμένοι, με σεμνούς τρόπους,
θα διασκεδάζαμε όλοι στην κηδεία.
[πηγή: Κ. Γ. Καρυωτάκης, Τα Ποιήματα (1913-1928), επιμ. Γ.Π. Σαββίδης, Νεφέλη, Αθήνα 1992, σ. 205-206]
«Πρέβεζα»
Θάνατος είναι οι κάργες που χτυπιούνταιστους μαύρους τοίχους και στα κεραμίδια,
θάνατος οι γυναίκες που αγαπιούνται
καθώς να καθαρίζουνε κρεμμύδια.
Θάνατος οι λεροί, ασήμαντοι δρόμοι,
με τα λαμπρά, μεγάλα ονόματά τους,
ο ελαιώνας, γύρω η θάλασσα, κι ακόμη
ο ήλιος, θάνατος μεσα στους θανάτους.
Θάνατος ο αστυνόμος που διπλώνει,
για να ζυγίσει μια «ελλειπή» μερίδα,
θάνατος τα ζουμπούλια στο μπαλκόνι
κι ο δάσκαλος με την εφημερίδα.
Βάσις, Φρουρά, Εξηκονταρχία Πρεβέζης.
Την Κυριακή θ' ακούσουμε τη μπάντα.
Επήρα ένα βιβλιάριο Τραπέζης
πρώτη κατάθεσις δραχμαί τριάντα.
Περπατώντας αργά στην προκυμαία,
«υπάρχω;» λες, κ' ύστερα «δεν υπάρχεις!»
Φτάνει το πλοίο. Υψωμένη σημαία.
Ίσως έρχεται ο κύριος Νομάρχης.
Αν τουλάχιστον, μέσα στους ανθρώπους
αυτούς, ένας επέθαινε από αηδία...
Σιωπηλοί, θλιμμένοι, με σεμνούς τρόπους,
θα διασκεδάζαμε όλοι στην κηδεία.
[πηγή: Κ. Γ. Καρυωτάκης, Τα Ποιήματα (1913-1928), επιμ. Γ.Π. Σαββίδης, Νεφέλη, Αθήνα 1992, σ. 205-206]
Ο Καρυωτάκης, η Πρέβεζα, η Βίκυ Φλέσσα
«Δεν κατάλαβα ποτέ γιατί ο Καρυωτάκης ήταν τόσο πολύ λυπημένος, για να είμαι ειλικρινής, σε αυτή την υπέροχη πόλη κάνοντας βόλτα στην προκυμαία»! Η δήλωση αυτή ανήκει στη Βίκυ Φλέσσα και την εκστόμισε στην Πρέβεζα προ ολίγων ημερών, όπου βρέθηκε στο πλαίσιο της προεκλογικής της εκστρατείας ως υποψηφίας με το ευρωψηφοδέλτιο της Ν.Δ.
Αυτό που είναι απορίας άξιον δεν είναι το γιατί ο σπουδαίος ποιητής επέλεξε να βάλει τέρμα στη ζωή του με μια σφαίρα στην καρδιά στην Πρέβεζα. Εάν η κ. Φλέσσα ήταν τόσο καλλιεργημένη, όσο προσπαθεί να επιδείξει με ένα επιτηδευμένα αργόσυρτο και υποκριτικά μειλίχιο ύφος, θα γνώριζε πως η συζήτηση περί της «λύπης» του Καρυωτάκη έχει υπάρξει εξαντλητική. Και οι αιτίες είναι άσχετες με το μεγαλειώδες έργο του.
Ορισμένοι έχουν σημειώσει πως ευθυνόταν η κλινική κατάθλιψη. Άλλοι, όπως ο Γ.Π. Σαββίδης, έχουν υποστηρίξει πως η σύφιλη έφταιξε για όλα. Και άλλοι έχουν αναφερθεί σε μια σειρά γεγονότα που κλόνισαν τον ψυχισμό του. Χαρακτηριστική η αναφορά της νεαρής τότε σπιτονοικοκυράς του πως «ο Καρυωτάκης ήρθε σε ρήξη με τον τότε νομάρχη, ο οποίος πιθανώς χρηματιζόταν με λίρες Μικρασιατών στο θέμα της μη ισότιμης και δίκαιης παροχής αγροτεμαχίων».
Ήταν αδιάβαστη η κ. Φλέσσα; Όχι. Η ελαφρότητα με την οποία μεταχειρίστηκε την περίπτωση του κορυφαίου αυτού ποιητή δεν είναι κάποιο δείγμα επιπολαιότητας. Αποτελεί αντικατοπτρισμό της αντίληψης που έχει ο ιδεολογικός συρφετός, που εμφιλοχωρεί στον συντηρητικό χώρο, για την τέχνη και τη δημιουργία· τις αντιμετωπίζει ως «παρέκκλιση», ως δυσάρεστο διάλειμμα ανάμεσα σε απεριτίφ και καναπεδάκια. Δείχνει να μην μπορεί να κατανοήσει το πλέγμα των παραγόντων.
Έτι χυδαιότερη είναι βέβαια η επιπολαιότητα με την οποία μεταχειρίστηκε τη συνθήκη εντός της οποίας δημιούργησε την ποίησή του ο Καρυωτάκης. Την ενέταξε σε κάποιο είδος ακατανόητης συμπεριφοράς, ως αδικαιολόγητης θλίψης μέσα σε κάποια ομορφιά του πλαισίου. Γι’ αυτήν φαίνεται πως, για να δημιουργήσει κανείς, πρέπει να ζει αναγκαστικά σε μια άθλια βιοτική συνθήκη.
Στην κ. Φλέσσα, και σε κάθε συνοδοιπόρο της, έχει απαντήσει πάντως εξαίσια ο ίδιος ο Καρυωτάκης στο ποίημά του «Όλοι μαζί...»
Kι αν πειναλέοι γυρνάμε ολημερίς,
κι αν ξενυχτούμε κάτου απ` τα γεφύρια,
επέσαμε θύματα εξιλαστήρια
του "περιβάλλοντος", της "εποχής".
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου