Το κεντρικό λιμάνι της Μασσαλίας από ψηλά.
Η Μασσαλία στα μάτια της λογοτεχνίας
Του Γεωργίου Νικ. Σχορετσανίτη
Την Πέμπτη, 21 Μαΐου 1891, ο Αρθούρος Ρεμπώ έγραφε στην μητέρα και στην αδελφή του, μέσα από το Νοσοκομείο της Ασπίλου Συλλήψεως της Μασσαλίας όπου νοσηλευόταν, τα νεότερα και καθόλου ενθαρρυντικά στοιχεία της υγείας του δεξιού του σκέλους. Αναγκάστηκε, γράφει, να πάρει το ταχυδρομικό πλοίο από το Άντεν και να επιστρέψει στη Γαλλία, αφού η κατάσταση του ποδιού του συνοδευόταν από αφόρητους πόνους, και επειδή την ίδια στιγμή δεν υπήρχε εκεί η δυνατότητα αντιμετώπισης της πάθησης η οποία αποδεικνυόταν με την πάροδο του χρόνου εξαιρετικά σοβαρή υπόθεση. Έπασχε, όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, από κακόηθες οστεοσάρκωμα του δεξιού σκέλους, το οποίο λίγο μετά τον οδήγησε στο θάνατο λόγω πολλαπλών απομακρυσμένων μεταστάσεων. Πλήρωνε δέκα φράγκα ημερησίως για νοσήλια, ‘… μαζί με το γιατρό…’, όπως σημείωνε, ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη ο ακρωτηριασμός του σκέλους, ο οποίος τελικά έγινε αναγκαστικά στις 27 Μαΐου. Η επιταγή των 36.800 φράγκων που κουβαλούσε μαζί του, όμως, έπρεπε να εξαργυρωθεί στο Παρίσι, κι’ εκείνος ήταν σωματικά ανήμπορος για μια τέτοια μετάβαση. Στις 29 Ιουνίου του ίδιου έτους, σε άλλη επιστολή στην αδελφή του Ιζαμπέλ, της περιέγραφε την κατάστασή του μετά τον ακρωτηριασμό που έλαβε χώρα. Ότι το πόδι του γιατρεύτηκε, η πληγή έκλεισε και πως ακόμα δεν συνήθισε τα δεκανίκια για να περπατάει μέχρις ότου ολοκληρωθεί η κατασκευή του τεχνητού ξύλινου, πια, ποδιού του. Ωστόσο τον πρόλαβαν οι πολλαπλές μεταστάσεις, οι οποίες και τον οδήγησαν στο θάνατο στις 10 Νοεμβρίου του ίδιου έτους, του 1891. Μια μέρα πριν πεθάνει, μέσα σε γενικευμένο ντελίριο, έλεγε σε μια ναυτιλιακή εταιρεία να του εξασφαλίσουν το πέρασμα στο Σουέζ, και να τον μεταφέρουν εγκαίρως στο πλοίο, κάτω στο λιμάνι της Μασσαλίας ώστε να αποπλεύσει.
Γεννημένος στις 20 Οκτωβρίου του 1854, στην Σαρλεβίλ, κοντά στα βελγικά σύνορα, ο Αρθούρος Ρεμπώ διέγραψε μια σύντομη αλλά άκρως εντυπωσιακή και εκτυφλωτική, για αρκετούς, πορεία στην ποίηση. Παρ’ όλα αυτά, υπερίσχυσαν στο εσωτερικό του και για μεγάλο χρονικό διάστημα οι τάσεις φυγής και οι περιπλανήσεις του σε διάφορα μέρη του κόσμου, κυρίως λιμάνια. Η Μασσαλία περιλαμβανόταν βεβαίως σε αυτά, αλλά ως διακομιστικό κέντρο περισσότερο. Την ποίηση, βέβαια, την είχε ήδη εγκαταλείψει οριστικά προς το τέλος του 1873. Η σύντομη αλλά τόσο αποτελεσματική πορεία του σ’ αυτή, ολοκληρώθηκε δυστυχώς πολύ γρήγορα για να δώσει τη θέση της στην περιπλάνηση, και το επικερδές εμπόριο σε άλλα μήκη και πλάτη της γης! Η σορός του μεταφέρθηκε από τη Μασσαλία στην ιδιαίτερη πατρίδα και γενέτειρά του, στη Σαρλεβίλ, όπου και ενταφιάστηκε. Οι μόνες που τον συνόδευσαν στην τελευταία του κατοικία, ήταν η μητέρα και η αδελφή του, έγραφε η αναγγελία του θανάτου του στον ημερήσιο τύπο!
Σήμερα η Μασσαλία, το πολύβουο αυτό και πολυάσχολο μεγάλο λιμάνι της Γαλλίας, επεκτείνεται πολύ πέραν των γνωστών φυλακίων του Αγίου Ιωάννη και Αγίου Νικολάου, που σηματοδοτούν το παλιό λιμάνι με τα άπειρα ψαροκάικα και κότερα που μπαινοβγαίνουν σε συνεχόμενη βάση. Ειδικά μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η ανάπτυξή του αποδείχτηκε τρομακτική, όπως άλλωστε και της ίδιας της πόλης. Δεν είχε άδικο κάποτε, φαίνεται, ο Αλέξανδρος Δουμάς, που την ονόμαζε ‘ένα σημείο όπου συναντιέται ολόκληρη η υφήλιος’. Για πάνω από είκοσι επτά αιώνες, αποτελεί πέρασμα και προορισμό, προσωρινό ή μόνιμο. Ο πληθυσμός του ευρύτερου συγκροτήματος πλησιάζει στις μέρες μας τα δύο εκατομμύρια ανθρώπινες ψυχές. Λίγο έξω απ’ αυτό, στον κόλπο της πόλης, στέκεται το γνωστό φρούριο και νησάκι που ακούει στο όνομα ‘κάστρο του Ίφ’. Πολλοί το συγκρίνουν με εκείνο του Αλκατράζ, που βρίσκεται στον κόλπο του Σαν Φρανσίσκο στην Καλιφόρνια, κι ίσως να μην έχουν άδικο, αφού η απόδραση και απ’ αυτό κρινόταν πάντοτε δύσκολη. Η απομονωμένη του τοποθεσία και τα επικίνδυνα υπεράκτια ρεύματα το καθιστούσαν μια ιδανική φυλακή που δεν μπορούσε κάποιος εύκολα να ξεφύγει και να σωθεί. Όσοι βρέθηκαν εκεί εγκλωβισμένοι, ανήκαν στους πολιτικούς και θρησκευτικούς κρατούμενους, έτσι που σύντομα και αναγκαστικά εξελίχτηκε σε μια από τις πιο φρικτές και περιβόητες φυλακές σε ολόκληρη τη Γαλλία. Η σχετική ιστορία είναι πλουσιότατη σε αυτές συγκεκριμένα τις σελίδες της. Δεν είχε τελικά άδικο ο Αλέξανδρος Ντουμάς που το χρησιμοποίησε ως σκηνικό για τον ‘Κόμη Μοντεχρήστο’ του, που κυκλοφόρησε στα 1844. Σ’ αυτό, ο Εντμόντ Νταντές, ένας νεαρός ναυτικός από τη Μασσαλία, επρόκειτο να γίνει πλοίαρχος και να παντρευτεί την αγαπημένη του, αλλά μια πλεκτάνη δημιουργήθηκε από αντίπαλους και ανταγωνιστές όπου τον κατηγόρησαν ως πράκτορα των βοναπαρτιστών, με αποτέλεσμα να καταλήξει στις περιβόητες φυλακές. Αργότερα, αφού πρώτα αποδράσει απ’ εκεί, καταστρώνει το σχέδιο της εκδίκησης, έχοντας στο μεταξύ μεταμορφωθεί στον μυστηριώδη κόμη Μοντεχρήστο και αποδώσει την δική του απαραίτητη δικαιοσύνη. Το μυθιστόρημα είδε πολλές εκδόσεις, στις περισσότερες χώρες, και συγκαταλέγεται στα κλασσικά έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Όπως ήταν κοινή πρακτική εκείνη την εποχή, οι κρατούμενοι αντιμετωπίζονταν διαφορετικά ανάλογα με την κοινωνική τους τάξη και τον πλούτο τους. Οι φτωχότεροι τοποθετούνταν χαμηλά στη βάση, όπου βρίσκονταν συνήθως είκοσι ή περισσότεροι σε ένα κελί σε απαίσια και ανήλιαγα μπουντρούμια κάτω από το κάστρο. Ωστόσο, οι πλουσιότεροι κρατούμενοι είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν και έτσι να ‘αποκτήσουν’ το προσωπικό τους κελί σε κάποιο ψηλό επίπεδο το οποίο διέθετε παράθυρο, τζάκι, και άλλες σχετικές ανέσεις.
Ο πρόωρα χαμένος από καρκίνο του πνεύμονα και σύγχρονος Ζαν-Κλωντ Ιζζό (1945-2000) γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Μασσαλία από γονείς μετανάστες. Ο πατέρας του ήρθε εδώ στην πόλη απ’ την επαρχία Σαλέρνο της Ιταλίας, το 1928, ενώ η μητέρα του γεννήθηκε σε φτωχή συνοικία της Μασσαλίας από γονείς Ισπανούς μετανάστες. Η παλαιότερη πόλη της Γαλλίας και το βασικό μεσογειακό λιμάνι της χώρας, η Μασσαλία, είναι από αιώνες ο πρώτος λιμένας και η πύλη της Γαλλίας για τους επισκέπτες της χώρας από τη Βόρεια Αφρική και την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου. Έτσι δεν είναι παράξενο που η πόλη σήμερα φιλοξενεί στα σπλάχνα της έναν μεγάλο και ακμάζοντα αραβόφωνο πληθυσμό, με καθημερινές αναχωρήσεις πλοίων από το λιμάνι της για την Τύνιδα ή το Αλγέρι. Η επίσκεψη, όμως, της πόλης, πέρα από την ευκαιρία να εξερευνήσει ο ενδιαφερόμενος την πόλη, αυτή καθ’ εαυτή, προσφέρει και μια εισαγωγή στην ενδιαφέρουσα περιοχή της Προβηγκίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου