Είναι ο εθνικισμός, ηλίθιε!
Του Νίκου Χειλά
Οι
V4, όπως ονομάζονται για λόγους συντομίας οι ίδιες χώρες, δημιουργούν
συνεχώς προβλήματα στις Βρυξέλλες. Το προτελευταίο: Η άρνησή τους να
δεχθούν το ποσοστό των προσφύγων που τους αναλογεί στη βάση των
αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Το τελευταίο: Η κήρυξη της
επικράτειάς τους σε «ελεύθερη από πρόσφυγες ζώνη», όπως την χαρακτήρισε ο
ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Ούρμπαν κατά αντιγραφή της ναζιστικής
φράσης: «ελεύθερη από Εβραίους ζώνη». Το επόμενο; Θα είναι μάλλον
παρόμοια ανατριχιαστικό.
Όχι λίγοι ειδικοί μιλούν λοιπόν για νεκρανάσταση του πάλαι ποτέ ανατολικού μπλοκ σε μίνι έκδοση. Μόνο που σε αντίθεση με το παλιό, που ήταν «κομμουνιστικό», το νέο μπλοκ είναι το ακριβώς αντίθετο – αντικομουνιστικό. Και όχι μόνο: Συγχρόνως είναι αντιδημοκρατικό, ρατσιστικό, ομοφοβικό και πάει λέγοντας. Τόση πολλή κακία και μισαλλοδοξία σπάνια έχει μαζευτεί μεταπολεμικά σε κάποια περιοχή της Ευρώπης.
Οι ίδιοι ειδικοί χτυπούν το καμπανάκι του κινδύνου. Αν οι V4, λένε, συμμαχήσουν σε πιο μόνιμη βάση με την Αυστρία, η οποία, ύστερα από την πρόσφατη εκλογική νίκη της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς, θα αποκτήσει πιθανότατα μια επίσης αυταρχικού τύπου κυβέρνηση, καθώς και με τα ξενοφοβικά κράτη των Βαλκανίων (πλην της Ελλάδας), τότε θα γίνει το «σώσε» στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο νέος «άξονας του κακού» θα προκαλέσει ρωγμές στο εσωτερικό της, που θα μπορούσαν γρήγορα να διευρυνθούν σε ρήγμα. Η διάλυση της Κοινότητας θα ήταν κατόπιν ζήτημα χρόνου.
Η προειδοποίηση δεν είναι ανώφελη. Και μόνο το αναμάσημα ενός ναζιστικού συνθήματος από έναν ευρωπαίο πρωθυπουργό (εναντίον του οποίου, ειρήσθω εν παρόδω, δεν διαμαρτυρήθηκε μέχρι τώρα καμιά ευρωπαϊκή κυβέρνηση – ούτε εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ!), επιβάλλει δημοκρατική εγρήγορση. Η ναζιστική φρασεολογία είναι συνήθως το προοίμιο ναζιστικών πρακτικών.
Από την άλλη όμως δεν δικαιολογούνται υπέρμετρες αντιδράσεις. «Σκύλοι που γαυγίζουν, δεν δαγκώνουν», λέει μια γερμανική παροιμία. Όσο δηκτική και να είναι η γλώσσα τους, τα κράτη του Βίζεγκραντ δεν έχουν λόγο στην Κοινότητα. Πρόκειται ουσιαστικά για αουτσάιντερ, περιθωριακή δύναμη, η οποία, όπως λένε οι πολιτικολόγοι, μακράν από το να επιδιώκει τη διάλυση της Κοινότητας, ασκεί μια χαλαρή «εσωτερική αντιπολίτευση» στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το περιεχόμενό της εξαντλείται κυρίως σε δυο θέματα: στην ξενοφοβία, καθώς και σε «σοβαρές» ενστάσεις έναντι του σχεδίου «επανίδρυσης» της Κοινότητας του Εμανουέλ Μακρόν.
Περισσότερο όχι. Κοινή γραμμή στα υπόλοιπα, λιγότερα ή περισσότερο σοβαρά θέματα της Κοινότητας δεν έχουν. Παράδειγμα, η κόντρα για την επανεκλογή του Ντόναλντ Τουσκ σε πρόεδρο του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον περασμένο Μάρτιο: Η Πολωνία την απέκρουε κατηγορηματικά και το ίδιο ζήτησε και από τους άλλους τρεις συμμάχους της, εκείνοι όμως της έδειξαν την πλάτη και ψήφισαν υπέρ της επανεκλογής του. Όχι ενιαία ήταν και ή στάση τους έναντι της οδηγίας των Βρυξελλών για τον τρόπο πληρωμής των εργατών, που αποστέλλονται στο εξωτερικό: Η Σλοβακία και η Τσεχία τάχθηκαν υπέρ της οδηγίας, η Πολωνία και η Ουγγαρία κατά.
Αλλά ούτε και η σύμπραξή τους με την Αυστρία εξελίσσεται ικανοποιητικά. Το εμπόδιο γι αυτό είναι η Ουγγαρία, που ήδη το 2015 απέρριψε σχετική πρόταση των τριών άλλων συμμάχων της. Το ίδιο κάνει και τώρα – κλείνοντας έτσι και τον δρόμο για τον προσεταιρισμό των βαλκανικών χωρών, που για ιστορικούς λόγους (αυστροουγγρική μοναρχία!) παραμένουν υπό αυστριακή επιρροή.
Πολύς θόρυβος για το τίποτα λοιπόν; Κάθε άλλο. Στις χώρες αυτές αναδύεται ένας εθνικισμός, που είναι πολύ πιο επικίνδυνος για την Ευρωπαϊκή Ένωση από την όποια Ιερά Συμμαχία τους. Η ρίζα του είναι η παραζάλη, που προκαλεί η αβεβαιότητα της παγκοσμιοποίησης, το μέσο του η ξενοφοβία. Ο εθνικισμός αυτός είναι διαφορετικός από εκείνον του 19ου αιώνα, που ως ιδεολογία της εθνικής απελευθέρωσης ήταν εξωστρεφής. Σήμερα έχει διπλό χαρακτήρα: είναι και εσωστρεφής, για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης, και εξωστρεφής, στο βαθμό που μαίνεται ρητορικά κατά της «γραφειοκρατίας των Βρυξελλών».
Αντικειμενικά, ο εθνικισμός των κρατών του Βίζεγκραντ φαντάζει παράλογος. «Είναι σαν να δαγκώνουν το χέρι που τους ταίζει» έγραψε εφημερίδα. Κι πράγματι, τα κράτη αυτά παίρνουν τεράστια ποσά από την Κοινότητα. Έτσι και παρατραβήξουν το σκοινί εναντίον της θα κινδυνεύσουν να χάσουν σημαντικό μέρος τους, ή και το σύνολό τους – κάτι που θα τα οδηγούσε στην οικονομική καταστροφή. Το ορθό γι αυτά θα ήταν λοιπόν, αντί να κατακρίνουν, να ενισχύουν τις Βρυξέλλες, επειδή μόνο με αυτές μπορούν να υπερασπιστούν επαρκώς τα διεθνή συμφέροντα τους.
Ο «λογικός» εθνικισμός δεν έχει γεννηθεί όμως ακόμα. Ο «υπαρκτός» αντίθετα, είναι από τη φύση του παράλογος. Αυτό προκαλεί αναπόφευκτα διαλυτικές τάσεις. Και αυτές πάλι βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση προς το γράμμα και το πνεύμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που επιτάσσει όλο και περισσότερη σύγκλιση και ολοκλήρωση στο εσωτερικό της με φόντο μια υπερεθνική, «ευρωπαϊκή» συνείδηση.
Στα λόγια βέβαια, οι ιθύνοντες του Βίζεγκραντ εξορκίζουν την ιδέα της διάλυσης, στην πράξη όμως την υποθάλπουν. Αυτό είναι απόρροια του εθνικισμού τους, που έχει ανεξέλεγκτη δυναμική. Αυτό δεν θέτει σε άμεσο κίνδυνο την Κοινότητα, δηλητηριάζει όμως το κλίμα της. Και το χειρότερο: Οι ιθύνοντες των Βρυξελλών, δεν επιχειρούν τίποτα ουσιαστικό εναντίον του. Οι απειλές τους, ότι θα «κόψουν» τα λεφτά στις χώρες που δεν δέχονται πρόσφυγες, θεωρούνται πλέον το ανέκδοτο του αιώνα. Ταυτόχρονα δεν κάνουν τίποτα για να ξεριζώσουν τις ρίζες του εθνικισμού. Μια Ευρωπαϊκή Ένωση με πραγματικά δημοκρατικούς θεσμούς και κοινωνική δικαιοσύνη (δηλαδή το ακριβώς αντίθετο από το σημερινό μοντέλο της, αλλά και το σχέδιο Μακρόν), που θα ήταν το καλύτερο αντίδοτο σε αυτόν, δεν βρίσκεται στην ατζέντα τους. Γι αυτό και δεν είναι άμοιροι ευθυνών για τη συνεχιζόμενη δηλητηρίαση της δημοκρατικής ατμόσφαιρας.
Όχι λίγοι ειδικοί μιλούν λοιπόν για νεκρανάσταση του πάλαι ποτέ ανατολικού μπλοκ σε μίνι έκδοση. Μόνο που σε αντίθεση με το παλιό, που ήταν «κομμουνιστικό», το νέο μπλοκ είναι το ακριβώς αντίθετο – αντικομουνιστικό. Και όχι μόνο: Συγχρόνως είναι αντιδημοκρατικό, ρατσιστικό, ομοφοβικό και πάει λέγοντας. Τόση πολλή κακία και μισαλλοδοξία σπάνια έχει μαζευτεί μεταπολεμικά σε κάποια περιοχή της Ευρώπης.
Οι ίδιοι ειδικοί χτυπούν το καμπανάκι του κινδύνου. Αν οι V4, λένε, συμμαχήσουν σε πιο μόνιμη βάση με την Αυστρία, η οποία, ύστερα από την πρόσφατη εκλογική νίκη της Δεξιάς και της Ακροδεξιάς, θα αποκτήσει πιθανότατα μια επίσης αυταρχικού τύπου κυβέρνηση, καθώς και με τα ξενοφοβικά κράτη των Βαλκανίων (πλην της Ελλάδας), τότε θα γίνει το «σώσε» στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο νέος «άξονας του κακού» θα προκαλέσει ρωγμές στο εσωτερικό της, που θα μπορούσαν γρήγορα να διευρυνθούν σε ρήγμα. Η διάλυση της Κοινότητας θα ήταν κατόπιν ζήτημα χρόνου.
Η προειδοποίηση δεν είναι ανώφελη. Και μόνο το αναμάσημα ενός ναζιστικού συνθήματος από έναν ευρωπαίο πρωθυπουργό (εναντίον του οποίου, ειρήσθω εν παρόδω, δεν διαμαρτυρήθηκε μέχρι τώρα καμιά ευρωπαϊκή κυβέρνηση – ούτε εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ!), επιβάλλει δημοκρατική εγρήγορση. Η ναζιστική φρασεολογία είναι συνήθως το προοίμιο ναζιστικών πρακτικών.
Από την άλλη όμως δεν δικαιολογούνται υπέρμετρες αντιδράσεις. «Σκύλοι που γαυγίζουν, δεν δαγκώνουν», λέει μια γερμανική παροιμία. Όσο δηκτική και να είναι η γλώσσα τους, τα κράτη του Βίζεγκραντ δεν έχουν λόγο στην Κοινότητα. Πρόκειται ουσιαστικά για αουτσάιντερ, περιθωριακή δύναμη, η οποία, όπως λένε οι πολιτικολόγοι, μακράν από το να επιδιώκει τη διάλυση της Κοινότητας, ασκεί μια χαλαρή «εσωτερική αντιπολίτευση» στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το περιεχόμενό της εξαντλείται κυρίως σε δυο θέματα: στην ξενοφοβία, καθώς και σε «σοβαρές» ενστάσεις έναντι του σχεδίου «επανίδρυσης» της Κοινότητας του Εμανουέλ Μακρόν.
Περισσότερο όχι. Κοινή γραμμή στα υπόλοιπα, λιγότερα ή περισσότερο σοβαρά θέματα της Κοινότητας δεν έχουν. Παράδειγμα, η κόντρα για την επανεκλογή του Ντόναλντ Τουσκ σε πρόεδρο του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον περασμένο Μάρτιο: Η Πολωνία την απέκρουε κατηγορηματικά και το ίδιο ζήτησε και από τους άλλους τρεις συμμάχους της, εκείνοι όμως της έδειξαν την πλάτη και ψήφισαν υπέρ της επανεκλογής του. Όχι ενιαία ήταν και ή στάση τους έναντι της οδηγίας των Βρυξελλών για τον τρόπο πληρωμής των εργατών, που αποστέλλονται στο εξωτερικό: Η Σλοβακία και η Τσεχία τάχθηκαν υπέρ της οδηγίας, η Πολωνία και η Ουγγαρία κατά.
Αλλά ούτε και η σύμπραξή τους με την Αυστρία εξελίσσεται ικανοποιητικά. Το εμπόδιο γι αυτό είναι η Ουγγαρία, που ήδη το 2015 απέρριψε σχετική πρόταση των τριών άλλων συμμάχων της. Το ίδιο κάνει και τώρα – κλείνοντας έτσι και τον δρόμο για τον προσεταιρισμό των βαλκανικών χωρών, που για ιστορικούς λόγους (αυστροουγγρική μοναρχία!) παραμένουν υπό αυστριακή επιρροή.
Πολύς θόρυβος για το τίποτα λοιπόν; Κάθε άλλο. Στις χώρες αυτές αναδύεται ένας εθνικισμός, που είναι πολύ πιο επικίνδυνος για την Ευρωπαϊκή Ένωση από την όποια Ιερά Συμμαχία τους. Η ρίζα του είναι η παραζάλη, που προκαλεί η αβεβαιότητα της παγκοσμιοποίησης, το μέσο του η ξενοφοβία. Ο εθνικισμός αυτός είναι διαφορετικός από εκείνον του 19ου αιώνα, που ως ιδεολογία της εθνικής απελευθέρωσης ήταν εξωστρεφής. Σήμερα έχει διπλό χαρακτήρα: είναι και εσωστρεφής, για λόγους εσωτερικής κατανάλωσης, και εξωστρεφής, στο βαθμό που μαίνεται ρητορικά κατά της «γραφειοκρατίας των Βρυξελλών».
Αντικειμενικά, ο εθνικισμός των κρατών του Βίζεγκραντ φαντάζει παράλογος. «Είναι σαν να δαγκώνουν το χέρι που τους ταίζει» έγραψε εφημερίδα. Κι πράγματι, τα κράτη αυτά παίρνουν τεράστια ποσά από την Κοινότητα. Έτσι και παρατραβήξουν το σκοινί εναντίον της θα κινδυνεύσουν να χάσουν σημαντικό μέρος τους, ή και το σύνολό τους – κάτι που θα τα οδηγούσε στην οικονομική καταστροφή. Το ορθό γι αυτά θα ήταν λοιπόν, αντί να κατακρίνουν, να ενισχύουν τις Βρυξέλλες, επειδή μόνο με αυτές μπορούν να υπερασπιστούν επαρκώς τα διεθνή συμφέροντα τους.
Ο «λογικός» εθνικισμός δεν έχει γεννηθεί όμως ακόμα. Ο «υπαρκτός» αντίθετα, είναι από τη φύση του παράλογος. Αυτό προκαλεί αναπόφευκτα διαλυτικές τάσεις. Και αυτές πάλι βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση προς το γράμμα και το πνεύμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης που επιτάσσει όλο και περισσότερη σύγκλιση και ολοκλήρωση στο εσωτερικό της με φόντο μια υπερεθνική, «ευρωπαϊκή» συνείδηση.
Στα λόγια βέβαια, οι ιθύνοντες του Βίζεγκραντ εξορκίζουν την ιδέα της διάλυσης, στην πράξη όμως την υποθάλπουν. Αυτό είναι απόρροια του εθνικισμού τους, που έχει ανεξέλεγκτη δυναμική. Αυτό δεν θέτει σε άμεσο κίνδυνο την Κοινότητα, δηλητηριάζει όμως το κλίμα της. Και το χειρότερο: Οι ιθύνοντες των Βρυξελλών, δεν επιχειρούν τίποτα ουσιαστικό εναντίον του. Οι απειλές τους, ότι θα «κόψουν» τα λεφτά στις χώρες που δεν δέχονται πρόσφυγες, θεωρούνται πλέον το ανέκδοτο του αιώνα. Ταυτόχρονα δεν κάνουν τίποτα για να ξεριζώσουν τις ρίζες του εθνικισμού. Μια Ευρωπαϊκή Ένωση με πραγματικά δημοκρατικούς θεσμούς και κοινωνική δικαιοσύνη (δηλαδή το ακριβώς αντίθετο από το σημερινό μοντέλο της, αλλά και το σχέδιο Μακρόν), που θα ήταν το καλύτερο αντίδοτο σε αυτόν, δεν βρίσκεται στην ατζέντα τους. Γι αυτό και δεν είναι άμοιροι ευθυνών για τη συνεχιζόμενη δηλητηρίαση της δημοκρατικής ατμόσφαιρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου