Τετάρτη, Ιουνίου 28, 2017

Μαγιακόφσκι: ο ποιητής του Σοσιαλισμού


Ο Μαγιακόφσκι απαγγέλλει το ποίημά του «Καλά!» 
  Ο Μαγιακόφσκι απαγγέλλει το ποίημά του «Καλά!»
Η εκρηκτική προσωπικότητα του Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι, του πιο ειλικρινούς και αφοσιωμένου αχθοφόρου και οδοκαθαριστή της Οκτωβριανής Επανάστασης που τον ανέδειξε, έρχεται στο εκδοτικό προσκήνιο με δύο νέα βιβλία που κυκλοφόρησαν πρόσφατα από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
Το επικό ποίημα «Λένιν», στην πλήρη μη λογοκριμένη εκδοχή του, σε μετάφραση του Αλέξη Πάρνη (δίγλωσση έκδοση ρωσικά - ελληνικά), και η μελέτη της Ιταλίδας συγγραφέα, κριτικού και μεταφράστριας Σερένα Βιτάλε «Ο μακαρίτης σιχαινόταν το κουτσομπολιό», σε μετάφραση Εφης Καλλιφατίδη και απόδοση ποιημάτων από τα ρωσικά Αλέξη Πάρνη.
Πρόκειται για ένα ντοκουμενταρισμένο χρονικό, στο οποίο η συγγραφέας απαντά με δεξιοτεχνία σε ένα από τα πιο μυστηριώδη ερωτήματα της σοβιετικής εποχής: Ηταν στ’ αλήθεια αυτοκτονία ο θάνατος του Μαγιακόφσκι;

Το «ομηρικό έπος» της Επανάστασης

Του Αλέξη Πάρνη


Ο Αλέξης Πάρνης Ο Αλέξης Πάρνης | Γιώργος Μαυρόπουλος
«Τέλειωσα το ποίημα "Β.Ι. Λένιν". Το χειρόγραφο το διάβασα σε πολλές εργατικές συγκεντρώσεις. Πολύ το ’χα φοβηθεί αυτό το έργο.
Γιατί είναι πολύ εύκολο να γλιστρήσεις στην απλή πολιτική έκθεση. Η συμπεριφορά του εργατικού ακροατηρίου με γέμισε χαρά.
Και μου στέριωσε την πίστη ότι το έργο αυτό είναι χρήσιμο».
Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι
Σύντομος ο δρόμος του Mαγιακόφσκι στη ζωή, αλλά μακρύς κι ατελεύτητος στην ποίηση, αφού εξασφάλισε την αθανασία με το μεγάλο του έργο.
Θα λέγαμε ότι δημιούργησε «σχολή» σε παγκόσμια κλίμακα, αν ο όρος αυτός δεν είχε ξεπεραστεί από τον ίδιο τον Μαγιακόφσκι, τον ανεπίδεκτο κάθε είδους «κονσερβοποίησης».
Στο περίφημο ποίημά του «Μ’ όλη μου τη φωνή», που αποτελεί κατά κάποιον τρόπο τη λακωνική διατύπωση του «πιστεύω» του, έγραψε:
Ο στίχος μου θα ’ρθει
απ’ των αιώνων την οροσειρά,
πάνω απ’ τα κεφάλια
ποιητών και κυβερνήσεων...
«Και πάνω από σχολές, τοποθετήσεις και ταξινομήσεις», θα ’πρεπε να προσθέσει κανείς, έχοντας κατά νου τη μεγάλη επίδραση της ρηξικέλευθης ποιητικής του στις τάξεις των ποιητών όλου του κόσμου -ακόμα και σ’ εκείνους που στέκονται στην αντίθετη όχθη από άποψη κοσμοθεωρίας.
Γιατί ο Μαγιακόφσκι, παρ’ όλη τη λαχτάρα του -την παιδιάστικη στην αγνότητά της- να είναι ο κορυφαίος ποιητικός βάρδος του σοβιετικού κράτους, ξεπέρασε τα όρια της αυτοπεριχαράκωσής του σ’ ένα στρατόπεδο.
Οποιαδήποτε κοινωνία, ακόμα και η πιο απομακρυσμένη από τη δική του, θα τον δεχόταν στους κόλπους της, αν όχι για τις κοινωνιολογικές του δοξασίες, τουλάχιστον για την υποδειγματική συναίσθηση της αποστολής του ποιητή-κήρυκα μέσα στον κόσμο, την καθημερινή του πάλη για την εξυγίανση των ανθρώπινων σχέσεων, την ευθύνη για το συνάνθρωπο, την αμείλικτη μάχη του για την εξάλειψη της παχυλής ψυχικής αδιαφορίας, τα ευγενικά του οράματα για έναν ανθρώπινο παράδεισο που θα είναι για όλους «εκτός απ’ τους φτωχούς στην ψυχή».
Τα επαναστατικά γεγονότα του 1917 και η νίκη των μπολσεβίκων και του Λένιν βρήκαν τον Μαγιακόφσκι πολύ νέο -μόλις είκοσι τεσσάρων ετών. Η σοβιετική εξουσία γίνεται η μούσα του.
Την τραγουδάει με το ίδιο πάθος που τραγούδησαν στη γη οι μεγάλοι ποιητές τις «Βεατρίκες» τους.
Πολλοί ποιητές από την παλιά γενιά τον σάρκαζαν σαν ένα σύγχρονο δον Κιχώτη που υμνεί τα ανύπαρκτα κάλλη και την ευγένεια της Δουλτσινέας του.
Αλλά ποιος μπόρεσε να αναχαιτίσει έναν ερωτευμένο που συχνά κάνει τραγούδι ακόμα και τις ουτοπίες και τις αυταπάτες του;
Δεν επιτρέπει σε κανέναν ν’ αμφιβάλλει για το ποιόν και τη μορφή της εκλεκτής του.
Ακόμα κι εκείνοι που την αναγνωρίζουν, αλλά όχι εντελώς ανεπιφύλακτα, γίνονται στόχοι της πολεμικής του.
Ο Μαγιακόφσκι θα τραγουδήσει τη χώρα και τα επιτεύγματά της απαριθμώντας διαδοχικά τα γεγονότα της μεγάλης πορείας της σε στιλ ομηρικού έπους, θα υψώσει ποιητικά μνημεία στους πρωταγωνιστές, στ’ ανδραγαθήματα και στις ηρωικές μορφές της πρόσφατης επανάστασης με τη φλογερή μεγαλοστομία του δικού μας Βαλαωρίτη.
Οι στίχοι του την περίοδο 1921-1930, ιδιαίτερα τα μακροσκελή του ποιήματα «Λένιν» και «Καλά!», που είναι οι ακρογωνιαίοι λίθοι του ποιητικού πολιτικού του οικοδομήματος, φαντάζουν πανύψηλοι πύργοι, όπου στήνει σαν ανεμίζουσα σημαία τον φλογερό του «κόκκινο πατριωτισμό».
Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι  
Ο Μαγιακόφσκι στα εγκαίνια της έκθεσης «Είκοσι χρόνια δουλειάς». Παραβρέθηκαν πολλοί φοιτητές και εργάτες. Λογοτέχνες και κομματικά στελέχη αγνόησαν επιδεικτικά την πρόσκλησή του |

Ο Μαγιακόφσκι άρχισε να γράφει το ποίημα «Β.Ι. Λένιν» στο τέλος του 1923 και το τελείωσε το φθινόπωρο του 1924.
Μέσα σε όλο το έργο του κατέχει ασφαλώς την κορυφαία θέση.
Είναι το «ομηρικό έπος» της πολιτικής του ποίησης, η εξιστόρηση μιας ιστορικής περιόδου διακοσίων χρόνων, από την εμφάνιση του καπιταλισμού και του προλεταριάτου ώς την Επανάσταση του 1917 και την εγκαθίδρυση της σοβιετικής εξουσίας στη Ρωσία.
Για τον σύγχρονο ποιητικό χώρο, όπου δεσπόζει η αισθητική του Ελιοτ και των παραφυάδων του (με τα τρέχοντα πολιτικά προβλήματα καταπιάνονται τώρα μόνον οι μοντέρνοι τραγουδιστές), ένα παρόμοιο ποίημα αποτελεί σίγουρα «ξένο ανέκδοτο», κάτι σαν εμφάνιση προϊστορικού δεινόσαυρου στον ομιχλώδη και ονειρικό γυάλινο κόσμο, μια αληθινή εισβολή ταύρου σε υαλοπωλείο.
Ομως η κοσμογονική εποχή που το ανέδειξε δεν έχει να επιδείξει άλλο ποιητικό κείμενο που να την εκφράζει τόσο γνήσια κι απόλυτα, όπως αυτή η μεγαλόστομη «Λενινιάδα», που εδώ παρουσιάζεται στην πλήρη, μη λογοκριμένη εκδοχή της.
Και δεν πρόκειται μόνο για την αφήγηση της βιογραφίας του Λένιν και των ιστορικών συνθηκών που προετοίμασαν την εμφάνισή του.
Σ’ αυτό το ποίημα ο Μαγιακόφσκι εκθέτει επιγραμματικά όλα όσα υπάρχουν σε δεκάδες τόμους μαρξιστικής φιλολογίας -από το «Κεφάλαιο» του Μαρξ ώς τους τελευταίους πολιτικούς λόγους του Λένιν.
Με μια καταπληκτική άνεση, αναπτύσσει με τη γλώσσα της ποίησης όλο το πολιτικό πρόγραμμα του κομμουνισμού, τη στρατηγική και την τακτική του.
Ο στίχος του τρέχει σαν κορδέλα τηλεγράφου μεταδίδοντας με επιγραμματικά λακωνικά μηνύματα τις θανάσιμες κοινωνικές συγκρούσεις δύο αιώνων και τη συνάρτησή τους με την κεντρική μορφή του ποιήματος, τον Λένιν.
Πρωτοφανές δείγμα γραφής στην παγκόσμια γραμματολογία αυτή η τόσο εκτεταμένη ενσωμάτωση της ποίησης στην πολιτική και αντιστρόφως.
Απ’ αυτή την άποψη, το επικό τούτο ποίημα είναι αληθινά μνημειώδες.

Ο μακαρίτης σιχαινόταν το κουτσομπολιό και την υποκρισία

Του Ιερώνυμου Λύκαρη

Η σορός του Μαγιακόφσκι στη Λέσχη της Ομοσπονδίας των Ενώσεων Σοβιετικών Συγγραφέων. Διακρίνεται το ζεύγος Μπρικ. Δεξιά από τη Λίλια, η μητέρα του ποιητή Η σορός του Μαγιακόφσκι στη Λέσχη της Ομοσπονδίας των Ενώσεων Σοβιετικών Συγγραφέων. Διακρίνεται το ζεύγος Μπρικ. Δεξιά από τη Λίλια, η μητέρα του ποιητή |
«Εξαιτίας της οξύθυμης φύσης μου, κατηγορήθηκα για τόσο πολλά αδικήματα, πραγματικά ή φανταστικά, που μερικές φορές αναρωτιέμαι μήπως θα ήταν προτιμότερο να πάω κάπου για μερικά χρόνια, μόνο και μόνο για να μη νιώθω προσβεβλημένος.
Αλλά, προφανώς, την επόμενη μέρα συνέρχομαι και σηκώνοντας τα μανίκια αρχίζω και πάλι ν’ αγωνίζομαι…»
Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι
14 Απριλίου 1930, ώρα 10 και 13, 12 χρόνια, 6 μήνες και 19 ημέρες από την Οκτωβριανή Επανάσταση (25/10/1917), 61 χρόνια, 9 μήνες και 7 ημέρες πριν από την υπογραφή του πρωτοκόλλου της Αλμα Ατα (21/12/1991), με το οποίο διαλύθηκε η ΕΣΣΔ, και 3 μήνες πριν κλείσει τα 37 του χρόνια, ο Μαγιακόφσκι αυτοκτόνησε!
Ηταν πράγματι αυτοκτονία;
Μετά το άνοιγμα των σοβιετικών αρχείων, σοβαροί αλλά και αυτοκαλούμενοι ερευνητές αναζητούν μανιωδώς απάντηση στο ερώτημα.
Οι περισσότεροι καταλήγουν σε γραφικές εικασίες ή σε σοβαροφανή σενάρια, τα οποία στο τέλος παραμένουν αναπόδεικτα, αφού, σκόπιμα ή μη, στηρίζονται σε προκατειλημμένα συμπεράσματα και προειλημμένες βεβαιότητες.
Στον αντίποδα όλων αυτών κινείται η Ιταλίδα συγγραφέας και κριτικός Σερένα Βιτάλε.
Στο ντοκουμενταρισμένο μυθιστορηματικό χρονικό της «Ο μακαρίτης σιχαινόταν το κουτσομπολιό» (εκδόσεις Καστανιώτη 2017, μετάφραση Εφης Καλλιφατίδη, απόδοση ποιημάτων από τα ρωσικά Αλέξη Πάρνη) καταπιάνεται με την αναπαράσταση των τελευταίων ημερών του Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι, αφού πρώτα μελέτησε το αρχείο της υπόθεσης του θανάτου του. Η συγγραφέας συσχέτισε τα ντοκουμέντα του φακέλου με πλήθος άλλα τεκμήρια, αναφορές σε εφημερίδες και περιοδικά της εποχής, μαρτυρίες και αναμνήσεις φίλων και αντιπάλων του ποιητή, καθαρίζοντάς τα κατά το δυνατόν από προσμίξεις μυθευμάτων, νοθευμένων αναμνήσεων και φημών.
Η αλήθεια είναι πως από τις πρώτες κιόλας σελίδες αρχίζουν να σε ζώνουν οι υποψίες: μήπως, τελικά, ήταν φόνος που σκηνοθετήθηκε σαν αυτοκτονία;
Βοηθάει σ’ αυτό και η αστυνομικού τύπου δομή της αφήγησης, αλλά, κυρίως, και το ότι διαπλέκονται στην υπόθεση πολύ περισσότεροι παράγοντες από όσους χρειάζεται κανείς για να αφήσει το μυαλό του να δυσπιστήσει κατά βούληση και να ταξιδέψει ακόμη και στο πιο ευφάνταστο και απίθανο σενάριο.
Σταχυολογούμε ενδεικτικά:
Η ανοιχτή σύγκρουση του Μαγιακόφσκι με το διαμορφούμενο κατεστημένο των ομοτέχνων του και τους κάθε είδους κοριούς της εξουσίας: Οι περισσότεροι, μετριότητες και καιροσκόποι που μαγάριζαν τα ιδανικά της επανάστασης, καταδικασμένοι να λησμονηθούν την επομένη της κηδείας τους, είχαν αρχίσει να δυναμώνουν την αντεπίθεσή τους, συλλογικά και ατομικά.
Τον συκοφαντούν, παραχαράσσουν και δυσφημούν την ουσία του έργου του, τον παρουσιάζουν σαν κάλπικο εστέτ μικροαστό διανοούμενο.
Η αποκαθήλωσή του θα έπαιρνε και επίσημη μορφή στον έκτο τόμο της Μικρής Σοβιετικής Εγκυκλοπαίδειας, που στάλθηκε στο τυπογραφείο στις 30 Ιανουαρίου 1930.
Στο λήμμα «Μαγιακόφσκι» ο αναγνώστης θα διάβαζε: «Η εξέγερση του Μαγιακόφσκι είναι αναρχική και ατομικιστική, μικροαστική στην ουσία... Μετά την επανάσταση, ο Μ. έγινε συνοδοιπόρος. Αλλά ακόμα και μετά τον Οκτώβρη, το προλεταριακό όραμα του κόσμου ήταν ξένο στον Μ. σαν οργανωτικό σύστημα ιδεών και συναισθημάτων».
Γνωρίζοντας το τι συνέβη στα αμέσως επόμενα χρόνια, μια τέτοια απολογιστική κριτική αποτίμηση του έργου του ήταν κακό προμήνυμα.
Η αξιοπιστία της τελευταίας ερωμένης του: Η παντρεμένη με άλλον, όμορφη, φιλόδοξη αλλά μέτρια ηθοποιός Βερόνικα (Νόρα) Πολόνσκαγια ήταν η τελευταία που τον είδε ζωντανό.
Τα όσα κατέθεσε λίγες ώρες μετά το συμβάν αποκλίνουν ουσιωδώς από τα όσα καταγράφει λίγα χρόνια αργότερα στις αναμνήσεις της.
Το πολυσήμαντο τελευταίο σημείωμα του αυτόχειρα, το οποίο θεωρήθηκε ως νόμιμη διαθήκη του: Γράφτηκε δυο ημέρες πριν, στις 12 Απριλίου, με μολύβι, ενώ ήταν γνωστό ότι ο μακαρίτης λάτρευε τους στυλογράφους.
Απευθυνόταν μεν Προς όλους, αλλά οι αποδέκτες που αναφέρονται στα δύο πρώτα υστερόγραφά του αφορούν αυτούς που είχαν αρχίσει να τον κατηγορούν σαν τυπικό ξεπεσμένο διανοούμενο στους συντρόφους της ΒΑΠΠ (Πανρωσική Εταιρεία Προλεταρίων Συγγραφέων) και στον Γερμίλοφ (είχε ισοπεδώσει με την κριτική του «Χαμάμ» το τελευταίο θεατρικό του ποιητή και ο Μαγιακόφσκι τον σατίριζε με ένα έμμετρο σύνθημα στην αίθουσα όπου παιζόταν το έργο).
Η άμεση ενεργοποίηση των μηχανισμών ασφαλείας: Στις 10.13 (10.15 σύμφωνα με την «Πράβντα») ακούστηκε ο πυροβολισμός· στις 10.30 κατέφθασε πρώτος ο επιθεωρητής βάρδιας της 39ης Αστυνομικής Διεύθυνσης Μόσχας· στις 11.00 ένας άνδρας, του οποίου το όνομα παραμένει ακόμη και σήμερα άγνωστο, μπήκε «κατόπιν εντολής» στο μικροσκοπικό δωμάτιο-γραφείο του Μαγιακόφσκι.
Αργότερα σε υδατογραφημένο χαρτί του Τομέα Διοίκησης της Μόσχας σημείωσε στην αναφορά του ότι λίγο μετά από αυτόν κατέφθασαν ένας αξιωματικός του Εγκληματολογικού και τρία ανώτατα στελέχη της OGPU, τα οποία προέβησαν σε καίριες ενέργειες που αφορούσαν: την αλληλογραφία, το σημείωμα του αυτόχειρα και τη μεταφορά του πτώματός του στο διαμέρισμα, όπου ο ποιητής έμενε με το ζεύγος Λίλια και Οσιπ Μπρικ (οι οποίοι έλειπαν στον εξωτερικό).
Το όπλο της αυτοκτονίας: Η αναφορά του προαναφερόμενου άνδρα κατέληγε: «Το όπλο (ένα Μάουζερ 7,65 χωρίς καμία άλλη σφαίρα) το πήρε ο αρχηγός του Τμήματος Αντικατασκοπίας, ο Γκέντιν, τα χρήματα, 2.500 ρούβλια, τα παρέλαβε ο εφέτης ανακριτής (ο ποιητής τα άφησε για να πληρωθούν οι φόροι του), το δωμάτιο σφραγίστηκε».
Το όπλο, όμως, που χρόνια μετά βρέθηκε στον φάκελο με τα πρωτότυπα έγγραφα της Υπόθεσης Μαγιακόφσκι, τον οποίο ο περιβόητος Γεζόφ κρατούσε στο προσωπικό αρχείο του μέχρι το άδοξο τέλος του (ανάμεσα σε πάνω από δέκα χιλιάδες αντίκες, μια μεγάλη ποσότητα από γούνες, φωτογραφικές μηχανές, ρολόγια κυρίως ξένης κατασκευής, 3.904 φωτογραφίες και 11 ταινίες «πορνογραφικού περιεχομένου», 12 τουφέκια, 10 μαχαίρια και 19 πιστόλια), ήταν ένα πιστόλι Μπράουνινγκ διαμετρήματος 6.35!
Οι καταθέσεις των συγκατοίκων του στην κομουνάλκα: Συγκλονισμένοι από το απρόσμενο που συνέβη λίγα μόλις μέτρα μακριά τους, περιγράφουν στις καταθέσεις τους το συμβάν εμφανώς επηρεασμένοι από την ιδιαίτερη σχέση που είχε ο καθένας και η καθεμιά με τον ποιητή, αλλά και από το τι έκαναν τη στιγμή που άκουσαν τον πυροβολισμό.
Η άγαρμπη λήψη των εκμαγείων του: Στις 17.30 (7 ώρες και 27 λεπτά μετά το συμβάν), ένας γλύπτης και ένας κατασκευαστής καλουπιών παίρνουν καλούπια του προσώπου και των χεριών του ποιητή, προκαλώντας ένα ελαφρύ ζούληγμα στη μύτη του και μελανιές κάτω από το αριστερό ζυγωματικό του.
Κάποιοι από τους χιλιάδες που πέρασαν μπροστά από το ανοιχτό του φέρετρο αναρωτήθηκαν μήπως αυτά προκλήθηκαν από περίεργη πτώση ή συμπλοκή.
Οι τρεις άνδρες με τις λευκές ρόμπες: Στις 20.00, κατά τη διάρκεια της λήψης νέου εκμαγείου από τον έμπειρο γλύπτη Σεργκέι Μερκούροφ (δικό του είναι το νεκρικό προσωπείο του Λένιν), τρεις άντρες από το Κρατικό Ινστιτούτο Ερευνών του Εγκεφάλου εισέβαλαν στο δωμάτιο με τον νεκρό φωνάζοντας «Απομακρύνετε τους συγγενείς!».
Αφού άνοιξαν το κεφάλι του ποιητή «σαν να πελεκούσαν δέντρο», του αφαίρεσαν τον εγκέφαλο!
Το συνοπτικό ρεπορτάζ στην πέμπτη σελίδα της «Πράβντα» την επόμενη ημέρα:
«Χθες, 14 Απριλίου, στις 10.15 το πρωί, ο ποιητής Βλαδίμηρος Μαγιακόφσκι αφαίρεσε τη ζωή του μέσα στο γραφείο του. 
Οπως ανέφερε στον ανταποκριτή μας ο ανακριτής Ι. Σιρκόφ, οι προκαταρκτικές έρευνες δείχνουν ότι η αυτοκτονία οφειλόταν σε προσωπικούς λόγους που δεν αφορούσαν τη δημόσια ή τη λογοτεχνική δραστηριότητα του ποιητή. 
Πριν από την αυτοκτονία του, ο ποιητής υπέφερε από μακροχρόνια και σοβαρή ασθένεια, από την οποία ουδέποτε συνήλθε εντελώς».
Στο κεφάλαιο όπου η συγγραφέας, με βάση όλα όσα έχει παραθέσει πριν, καταγράφει ανά ώρα τα όσα συνέβησαν από το απόγευμα της 11ης έως το μοιραίο πρωινό της 14ης Απριλίου του 1930, καταλήγει πως πρόκειται για αυτοκτονία.
Το πώς έφτασε ένας τόσο αυθεντικός «γήινος» επαναστάτης και παθιασμένος με το μέλλον οραματιστής, πολέμιος της αυτοκτονίας (που ωστόσο τη σκεφτόταν και την ανέφερε συχνά στις συζητήσεις του) να αυτοπυροβοληθεί στην καρδιά (άλλος πολυσήμαντος συμβολισμός κι αυτός: να σημαδέψει τρία εκατοστά πάνω από την αριστερή θηλή!) ήταν, είναι και θα παραμείνει μέγα θέμα ανοιχτό.
Η αυτοκτονία του Μαγιακόφσκι είναι μια εξωθούμενη από τις περιστάσεις αυτοχειρία, η οποία εκπέμπει, εκκωφαντικά και χωρίς παράσιτα, πολιτική και ερωτική απογοήτευση.
Το να προσπαθεί κανείς να προσδιορίσει με ακρίβεια την ποσοστιαία συμβολή του κάθε παράγοντα στην απόφαση ενός απροσκύνητου ποιητή να πατήσει τη σκανδάλη είναι ανούσιο χάσιμο χρόνου.
Μιλώντας με όρους αστυνομικού μυθιστορήματος, πρόκειται για υπόθεση ανοικτού τέλους, που τέτοια θα παραμείνει εις τους αιώνες των αιώνων.
Είναι από αυτές τις υποθέσεις που, όσα νέα ντοκουμέντα και να προκύψουν στο μέλλον, όσοι συνδυασμοί των ήδη γνωστών και να επινοηθούν, ουδέποτε θα αποκαλυφθεί ολόκληρη η αλήθεια.
Ουδέποτε θα γίνει επιτεύξιμο το ακριβές, απροκατάληπτο συνταίριασμα όλων των λεπτομερειών που διασταυρώθηκαν ασύμμετρα και πυροδότησαν την αυτοκτονική δυναμική της συγκυρίας.
Με αφορμή, αν θέλετε, και την επέτειο των 100 χρόνων από την Οκτωβριανή Επανάσταση, ο αυτοχειριασμός τού κατά τον Στάλιν «μεγαλύτερου ποιητή της σοβιετικής εποχής» εξακολουθεί να αποτελεί έναν επίκαιρο συναγερμό, μια προειδοποίηση που, δυστυχώς αλλά και ευτυχώς, τον δικαίωσε.
Οσοι ακόμα νοιαζόμαστε για το Γιατί; και για το Τι (να) κάνουμε; (από εδώ και πέρα) είναι πολύ πιο χρήσιμο να υποκύψουμε ανεπιφύλακτα στην αυθεντική επαναστατική γοητεία του Μαγιακόφσκι και, απαλλαγμένοι από τη μάταιη επιμονή τού να διαστρεβλώνουμε το χθες για να δικαιολογήσουμε την όποια θέση μας στο σήμερα, να εμβαθύνουμε στα όσα έγκαιρα συνέλαβαν οι υπερευαίσθητες ποιητικές κεραίες του στη σύντομη αλλά, από κάθε άποψη, συναρπαστική ζωή του· σε ό,τι τον στράτευσε για να υμνήσει τη νικηφόρα επανάσταση και τα πρώτα χρόνια της εξουσίας της· σε όσα τον ώθησαν να στηλιτεύσει αδίστακτα και άφοβα ό,τι είχε αρχίσει να υπονομεύει τα θεμέλια των πρωτόγνωρων προσδοκιών της.

Δεν υπάρχουν σχόλια: